Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η μυθική Μάγια Πλισέτσκαγια

Ανα­τρέ­χο­ντας στο _κατα­κλυ­σμέ­νο (ακό­μη και στα καλ­λι­τε­χνι­κά) από τη μη σωστή πλευ­ρά και το ξανα­γρά­ψι­μο της ιστο­ρί­ας δια­δί­κτυο (τόσο στα ελλη­νι­κά, όσο και στα ξενό­γλωσ­σα), θα (ξανα)ανακαλύψουμε τις προ­γρα­φές του Στά­λιν: «Τα πρώ­τα της χρό­νια σημα­δεύ­τη­καν από πολι­τι­κή κατα­στο­λή και τον θάνα­το κατά τη διάρ­κεια της Μεγά­λης Εκκα­θά­ρι­σης» μάλι­στα η επί 10άδες χρό­νια πρώ­τη μπα­λα­ρί­να στο Θέα­τρο Μπολ­σόι _λένε «κατέ­φυ­γε εκεί “9χρονη” για να γλυ­τώ­σει το κυνη­γη­τό της KGB» …

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Το όνο­μά της _για τυχόν Google γκουγκλάρισμα
Maya Mikhailovna Plisetskaya _Майя Михайловна Плисецкая
_ Μάγια Πλι­σέ­τσκα­για.

Γεν­νη­μέ­νη στις 20 Νοεμ­βρί­ου 1925, έφυ­γε από τη ζωή σαν σήμε­ρα – 2 Μαΐ­ου 2015: υπήρ­ξε κορυ­φαία Σοβιε­τι­κή χορεύ­τρια (μπα­λέ­του), χορο­γρά­φος, καλ­λι­τε­χνι­κή διευ­θύ­ντρια μπα­λέ­των ανά τον κόσμο, έχο­ντας ανα­δεί­ξει 10άδες νέα παι­διά και επί­σης ηθο­ποιός και ήταν η μία από τις δύο μπα­λα­ρί­νες της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης που είχε τιμη­θεί με τον τίτλο «η Από­λυ­τη Πρί­μα Μπα­λα­ρί­να» Παρέ­μει­νε για 49 χρό­νια στα Μπολ­σόι (από το 1943 _18χρονη), ξεπερ­νώ­ντας κατά πολύ τα ηλι­κια­κά όρια στα οποία συνή­θως απο­σύ­ρο­νται οι μπαλαρίνες.

Η Μάγια μεγά­λω­σε μαζί με τα ξαδέλ­φια της Alexander και Azary, που έγι­ναν σόλο χορευ­τές των Μπολ­σόι. Σπού­δα­σε μπα­λέ­το στη Σχο­λή των Μπολ­σόι από την ηλι­κία των εννέα και εμφα­νί­στη­κε για πρώ­τη φορά (στο Θέα­τρο Μπολ­σόι) όταν ήταν έντε­κα. Απο­φοί­τη­σε το 1943 σε ηλι­κία δεκα­ο­κτώ ετών, εντά­χθη­κε στην ομά­δα των μεγά­λων, ανε­βαί­νο­ντας γρή­γο­ρα για να γίνει η κορυ­φαία σολίστ τους. Το 1959, άρχι­σε να περιο­δεύ­ει στο εξω­τε­ρι­κό, προ­βάλ­λο­ντας αντι­κει­με­νι­κά με τη φήμη της ως εθνι­κή μπα­λα­ρί­να τα επι­τεύγ­μα­τα της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης με τον Νική­τα Χρου­στσόφ να την ανα­φέ­ρει ως «όχι μόνο την καλύ­τε­ρη μπα­λα­ρί­να της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης, αλλά την καλύ­τε­ρη στον κόσμο». Νωρί­τε­ρα η ίδια αφη­γή­θη­κε την εμπει­ρία της χορεύ­ο­ντας μπρο­στά στον Σοβιε­τι­κό ηγέ­τη Ιωσήφ Στά­λιν με αφορ­μή τα 70ά γενέ­θλιά του στις 21 Δεκεμ­βρί­ου 1949. Το Θέα­τρο Μπολ­σόι κάλε­σε χορευ­τές από την Τιφλί­δα, να χορέ­ψουν τον Δον Κιχώ­τη. Επι­λέ­χθη­κε όλο το καστ, αλλά καμιά ικα­νή να κάνει την Μερ­σέ­ντες (σσ. χορεύ­τρια της όπε­ρας μαζί με ταυ­ρο­μά­χους, επι­κε­φα­λής των οποί­ων είναι ο όμορ­φος Εσπά­ντα, που την θέλε, αλλά «χωρίς δεσμεύ­σεις». Φτά­νουν ο Δον Κιχώ­της με τον Σάν­τσο … αυτά κάποια άλλη στιγ­μή _ίσως) οπό­τε ζητή­θη­κε από τη Μάγια να παί­ξει τον ρόλο και στη συνέ­χεια, πήρε μέρος την άλλη μέρα –σαν ειδι­κή προ­σκε­κλη­μέ­νη στη συναυ­λία του Κρεμ­λί­νου, η οποία θεω­ρή­θη­κε η υψη­λό­τε­ρη τιμή. Χόρε­ψε την παραλ­λα­γή άλμα­τος από τον Δον Κιχώ­τη παρου­σία του Στά­λιν και του Μάο Τσε Τουνγκ.

Ως καλ­λι­τέ­χνης, η Plisetskaya είχε ανε­ξά­ντλη­το ενδια­φέ­ρον για νέους ρόλους και στυλ χορού και της άρε­σε να πει­ρα­μα­τί­ζε­ται στη σκη­νή. Ως μέλος των Μπολ­σόι μέχρι το 1990, είχε διε­θνή προ­βο­λή και οι δεξιό­τη­τές της ως χορεύ­τρια άλλα­ξαν τον κόσμο του μπα­λέ­του. Έθε­σε υψη­λό­τε­ρα πρό­τυ­πα για τις μπα­λα­ρί­νες, τόσο από άπο­ψη τεχνι­κής λαμπρό­τη­τας όσο και δρα­μα­τι­κής παρου­σί­ας. Ως σολίστ, δημιούρ­γη­σε πολ­λούς πρω­τα­γω­νι­στι­κούς ρόλους (ανα­φέ­ρου­με ενδει­κτι­κά) … της Ιου­λιέ­τας στο Ρωμαί­ος και Ιου­λιέ­τα του Λαβρόφ­σκι, Φρυ­γία στον Σπάρ­τα­κο του Για­κό­μπ­σον (1958) _μπαλέτα Γκρι­γκο­ρό­βιτς, η κυρία του Χάλ­κι­νου Βου­νού στο Πέτρι­νο Λου­λού­δι (1959), Aurora στην Ωραία Κοι­μω­μέ­νη (1963), Mahmene Banu στο Θρύ­λος της αγά­πης (ρώσικο_1965), η Σουί­τα Κάρ­μεν του Αλμπέρ­το Αλόν­σο (1967), χορο­γρα­φη­μέ­νη ειδι­κά για εκεί­νη, η Ισαδόρα_ Isidore του Maurice Béjart (1976). Μετα­ξύ των πιο ανα­γνω­ρι­σμέ­νων ρόλων της ήταν η Κίτρι στον Δον Κιχώ­τη, η Οντέτ-Οντίλ στη Λίμνη των Κύκνων και ο Θνή­σκων Κύκνος, που χόρε­ψε για πρώ­τη φορά ως προ­πτυ­χια­κή φοι­τή­τρια. Μια συμπα­τριώ­τισ­σά της χορεύ­τρια ανα­φέ­ρει ότι η δρα­μα­τι­κή της ερμη­νεία της Κάρ­μεν, ο αγα­πη­μέ­νος της ρόλος, «την βοή­θη­σε να επι­βε­βαιω­θεί ως θρύ­λος και το μπα­λέ­το σύντο­μα πήρε τη θέση του ως ορό­ση­μο στο ρεπερ­τό­ριο των Μπολ­σόι». Ο σύζυ­γός της, ο συν­θέ­της Rodion Shchedrin, έγρα­ψε τις παρ­τι­τού­ρες σε πολ­λά μπα­λέ­τα της.

Έχο­ντας γίνει «διε­θνής σού­περ σταρ» και συνε­χής «χιτ στο εισι­τή­ριο σε όλο τον κόσμο», η Πλι­σέ­τσκα­για υπήρ­ξε ψυχή τε και σώμα­τι πολι­τι­στι­κός αλλά και πολι­τι­κός απε­σταλ­μέ­νος: περιό­δευ­σε εκτε­νώς τα ίδια χρό­νια που απο­στά­τη­σαν στη δυτι­κή σαγή­νη άλλοι (εξέ­χο­ντες) χορευ­τές, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των Rudolf Nureyev, Natalia Makarova, Alexander Godunov και Mikhail Baryshnikov, αρνή­θη­κε κάθε πρό­τα­ση και το άφθο­νο χρή­μα, μιλώ­ντας εκτε­νώς για την «μεγά­λη σοβιε­τι­κή πατρί­δα» ακό­μη και στην αυτο­βιο­γρα­φία της (1991), ένα χρό­νο πριν τις ανα­τρο­πές και την καπι­τα­λι­στι­κή παλι­νόρ­θω­ση στην ΕΣΣΔ

Πρώιμη ζωή_
» το μήλο κάτω από τη μηλιά »

Η Πλι­σέ­τσκα­για, υπήρ­ξε γόνος επι­φα­νούς οικο­γέ­νειας λιθουα­νι­κής εβραϊ­κής κατα­γω­γής, οι περισ­σό­τε­ροι από τους οποί­ους ασχο­λού­νταν με το θέα­τρο ή τον κινη­μα­το­γρά­φο. Η μητέ­ρα της, Ράκελ Μεσέ­ρερ, ήταν ηθο­ποιός του βωβού κινη­μα­το­γρά­φου, ο βασι­κός χορευ­τής του Μπα­λέ­του των Μπολ­σόι, Ασάφ Μεσέ­ρερ, ήταν θεί­ος της και η πρί­μα μπα­λα­ρί­να των Μπολ­σόι, Σού­λα­μιθ Μεσέ­ρερ, επί­σης. Ο πατέ­ρας της, Μιχα­ήλ (Misha), διπλω­μά­της, μηχα­νι­κός και διευ­θυ­ντής ορυ­χεί­ου. δεν ασχο­λή­θη­κε με τις τέχνες, αν και ήταν λάτρης του μπα­λέ­του. Τα αδέρ­φια της Αλε­ξά­ντερ Πλι­σέ­τσκι και Αζά­ρι έγι­ναν διά­ση­μοι μάστο­ρες μπα­λέ­του και η ανι­ψιά της Άννα θα γινό­ταν επί­σης μπα­λα­ρί­να. Ήταν ξαδέρ­φη του θεα­τρι­κού καλ­λι­τέ­χνη Μπό­ρις Μεσέ­ρερ. Ο πατέ­ρας της ήταν κομ­μου­νι­στής και μάλι­στα είχε ανα­κη­ρυ­χθεί εθνι­κός ήρω­ας για το έργο του στη σοβιε­τι­κή βιο­μη­χα­νί­ας άνθρα­κα _μάλιστα σαν ανα­γνώ­ρι­ση πήρε ένα από τα πρώ­τα αυτο­κί­νη­τα της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης δια χει­ρός Μολό­τοφ. Το 1938, συνε­λή­φθη και _όπως ανα­φέ­ρε­ται επι­γραμ­μα­τι­κά από κάποιες πηγές «αργό­τε­ρα εκτε­λέ­στη­κε».

Παραστάσεις στη Σοβιετική Ένωση

Από την αρχή, η Πλι­σέ­τσκα­για ήταν μια δια­φο­ρε­τι­κή μπα­λα­ρί­να. Μετά την απο­φοί­τη­σή της πέρα­σε πολύ λίγο στο σώμα του μπα­λέ­του και γρή­γο­ρα έγι­νε σολίστ. Τα έντο­να κόκ­κι­να μαλ­λιά και η εντυ­πω­σια­κή εμφά­νι­σή της την έκα­ναν μια λαμπε­ρή φιγού­ρα εντός και εκτός σκη­νής. «Ήταν μια εξαι­ρε­τι­κά fluid χορεύ­τρια αλλά και πολύ δυνα­τή», σύμ­φω­να με το The Oxford Dictionary of Dance. «Η στι­βα­ρή θεα­τρι­κό­τη­τα και το πάθος που έφε­ρε στους ρόλους της την έκα­ναν ιδα­νι­κή σοβιε­τι­κή μπα­λα­ρί­να». Η ερμη­νεία της ως πεθα­μέ­νος κύκνος, ένα κομ­μά­τι που έγι­νε αρχι­κά διά­ση­μο από την Anna Pavlova, έγι­νε η τηλε­κάρ­τα της. Η Μάγια ήταν γνω­στή για το ύψος των αλμά­των της, την εξαι­ρε­τι­κά ευέ­λι­κτη πλά­τη της, την τεχνι­κή δύνα­μη του χορού της …κυριο­λε­κτι­κά χαρι­σμα­τι­κή. Διέ­πρε­ψε τόσο στο adagio όσο και στο allegro, κάτι που είναι πολύ ασυ­νή­θι­στο στους χορευτές.

Το 1958, η Πλι­σέ­τσκα­για έλα­βε τον τίτλο του Λαϊ­κού Καλ­λι­τέ­χνη της ΕΣΣΔ, δίνο­ντας ρεσι­τάλ ερμη­νεί­ας με δυνα­τές παρα­στά­σεις τη μια μετά την άλλη _ιστορική της περιό­δου αυτής η Λίμνη των Κύκνων, το 1956 στη Μόσχα παρου­σία και της πολι­τι­κής ηγε­σί­ας: όταν έπε­σε η αυλαία στην πρώ­τη πρά­ξη, το πλή­θος παραληρούσε…
Παρόλ’ αυτά (και όσα παρα­πά­νω ανα­φέ­ρα­με) τα απα­ντα­χού παπα­γα­λά­κια (πηγές άφθο­νες στη wiki και όχι μόνο) ανα­φέ­ρουν: «η KGB φίμω­σε τα χέρια του κοι­νού που χει­ρο­κρο­τού­σε και έσυ­ραν κόσμο έξω από το θέα­τρο κλω­τσώ­ντας και ουρ­λιά­ζο­ντας … Μέχρι το τέλος της βρα­διάς οι κυβερ­νη­τι­κοί τρα­μπού­κοι είχαν υπο­χω­ρή­σει, ανί­κα­νοι (ή απρό­θυ­μοι) να συγκρα­τή­σουν τον ενθου­σια­σμό του κοι­νού» (…) «η εγγε­νής παρά­νοια του σοβιε­τι­κού καθε­στώ­τος το έκα­νε να απα­γο­ρεύ­σει στην Πλι­σέ­τσκα­για, μια από τις πιο διά­ση­μες χορεύ­τριες, κάθε μεγά­λη διε­θνή περιο­δεία των Μπολ­σόι, καθώς θεω­ρή­θη­κε “πολι­τι­κά ύπο­πτη” και “μη εξα­γώ­γι­μη” (…) όντας Εβραία, έγι­νε “φυσι­κός στό­χος… ταπει­νώ­θη­κε δημό­σια και απο­δο­κι­μά­στη­κε … “Έγι­νε μια επαρ­χιώ­τι­κη καλ­λι­τέ­χνι­δα, παρα­δο­θεί­σα σε βρώ­μι­κες, μη αντα­πο­δο­τι­κές περιο­δεί­ες με λεω­φο­ρείο, απο­κλει­στι­κά για τοπι­κή κατα­νά­λω­ση” κλπ. κλπ

Έχο­ντας τη δυνα­τό­τη­τα να ταξι­δέ­ψει σε όλο τον κόσμο ως μέλος των Μπολ­σόι, αλλά και κατά μόνας άλλα­ξε τον κόσμο του μπα­λέ­του με τις δεξιό­τη­τές της και την τεχνι­κή της, θέτο­ντας υψη­λό­τε­ρα πρό­τυ­πα για τις μπα­λα­ρί­νες τόσο από άπο­ψη τεχνι­κής λαμπρό­τη­τας όσο και δρα­μα­τι­κής παρου­σί­ας. Μέσα σε λίγα χρό­νια, η Πλι­σέ­τσκα­για ανα­γνω­ρί­στη­κε ως «διε­θνής σού­περ σταρ» και συνε­χής «επι­τυ­χία στο εισι­τή­ριο σε όλο τον κόσμο». Αν και περιό­δευ­σε εκτε­νώς τα ίδια χρό­νια που άλλοι χορευ­τές αυτο­μό­λη­σαν, «η Πλι­σέ­τσκα­για πάντα επέ­στρε­φε στη Ρωσία», έγρα­ψε ο ιστο­ρι­κός Tim Scholl (σσ. Καθη­γη­τής Ρωσι­κής και Συγκρι­τι­κής Λογο­τε­χνί­ας στο Oberlin College και στο Τμή­μα Θεα­τρι­κής Έρευ­νας, του Πανε­πι­στή­μιου Ελσίν­κι, που _μεταξύ άλλων έχει συγ­γρά­ψει δύο τόμους για την ιστο­ρία του σοβιε­τι­κού χορού)

Η Πλι­σέ­τσκα­για εξη­γεί πολύ απλά ότι για τη γενιά της, και ιδιαί­τε­ρα την οικο­γέ­νειά της, η αυτο­μό­λη­ση ήταν ηθι­κό ζήτη­μα: «Αυτός που τρέ­χει στο πλευ­ρό του εχθρού είναι προ­δό­της». Κάπο­τε είχε ρωτή­σει τη μητέ­ρα της για­τί η οικο­γέ­νειά τους δεν άφη­σε τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση όταν είχαν την ευκαι­ρία, τότε ζού­σαν στη Νορ­βη­γία. Η μητέ­ρα της είπε ότι ο πατέ­ρας της «θα την είχε εγκα­τα­λεί­ψει με τα παι­διά αμέ­σως» χωρίς καν να την ρωτή­σει. «Ο Μίσα δεν θα ήταν ποτέ προ­δό­της».

Στυλ

Ακό­μη και χωρίς εκπαί­δευ­ση θα έβγα­ζε από μέσα της «ένα ατο­μι­κό, εικο­νο­κλα­στι­κό στυλ που αξιο­ποιού­σε την ηλε­κτρι­σμέ­νη σκη­νι­κή της παρου­σία», γρά­φει ο ιστο­ρι­κός Tim Scholl. Είχε ένα «τολ­μη­ρό που σπά­νια παρα­τη­ρεί­ται σήμε­ρα στις σκη­νές μπα­λέ­του και ένα άλμα σχε­δόν αντρι­κής δύνα­μης».

Το πολύ προ­σω­πι­κό της στυλ ήταν angular «γωνια­κό», δρα­μα­τι­κό και θεα­τρι­κό, εκμε­ταλ­λευό­με­νη τα χαρί­σμα­τα που όλοι στην οικο­γέ­νεια της μητέ­ρας της έμοια­ζαν να έχουν… Όσοι είδαν τις πρώ­τες παρα­στά­σεις της στη Δύση εξα­κο­λου­θούν να μιλούν για την ικα­νό­τη­τά της να τυλί­γει το θέα­τρο στο βλέμ­μα της, να μετα­φέ­ρει ισχυ­ρά συναι­σθή­μα­τα με συνο­πτι­κές χειρονομίες.

Ο κρι­τι­κός και ιστο­ρι­κός χορού Vadim Gaevsky είπε για την επιρ­ροή της στο μπα­λέ­το ότι «ξεκί­νη­σε δημιουρ­γώ­ντας το δικό της στυλ και κατέ­λη­ξε να δημιουρ­γή­σει το δικό της θέα­τρο», ρυθ­μι­σμέ­νο στο Boléro του Ravel. Σε αυτό, χορεύ­ει ένα σόλο κομ­μά­τι σε μια υπε­ρυ­ψω­μέ­νη στρογ­γυ­λή σκη­νή, πλαι­σιω­μέ­νη και συνο­δευό­με­νη από 40 άνδρες χορευ­τές. Άλλος κρι­τι­κός έγρα­ψε: «Τα λόγια δεν μπο­ρούν να συγκρι­θούν με τη μεγα­λο­πρέ­πεια και την ωμή ομορ­φιά της παρά­στα­σης της Πλι­σέ­τσκα­για»

Αυτό που κάνει το κομ­μά­τι τόσο συναρ­πα­στι­κό είναι ότι αν και η Plisetskaya μπο­ρεί να συνο­δεύ­ε­ται από δεκά­δες άλλους χορευ­τές που αντι­κα­το­πτρί­ζουν την κίνη­σή της, η πρώ­τη και μονα­δι­κή εστί­α­ση είναι στην ίδια την prima ballerina. Το συνε­χές λίκνι­σμα με ταλά­ντω­ση σε σημεία, ρυθ­μι­κά χρο­νο­με­τρη­μέ­να στη συγκο­πή της ορχή­στρας, δημιουρ­γούν ένα μαγευ­τι­κό εφέ που δεί­χνει τον από­λυ­το έλεγ­χο σε κάθε από­χρω­ση του σώμα­τός της, από το μικρό­τε­ρο δάχτυ­λο του ποδιού μέχρι τις άκριες του χεριού της της, μέχρι την κορυ­φή του κεφα­λιού της.

Παραστάσεις

Η Πλι­σέ­τσκα­για δημιούρ­γη­σε αρκε­τούς πρω­τα­γω­νι­στι­κούς ρόλους, μετα­ξύ των οποί­ων εκεί­νοι στο Πέτρι­νο Λου­λού­δι του Λαβρόφ­σκι (1954), στον Σπάρ­τα­κο του Μοϊ­σέ­γιεφ (1958), στη Μόσχα του Γκρι­γκο­ρό­βιτς στο Πέτρι­νο Λου­λού­δι (1959), στην Αου­ρό­ρα στη σκη­νο­θε­σία του Γκρι­γκο­ρό­βιτς Η Ωραία Κοι­μω­μέ­νη (1963), στην εκδο­χή της Μόσχας του Γκρι­γκό­ρο­βιτς The Legend of Love (1965), ο ομώ­νυ­μος ρόλος στο Carmen Suite (1967) του Alberto Alonso, το La Rose malade του Petit (Παρί­σι, 1973), το Isadora του Bejart (Μόντε Κάρ­λο, 1976) και η σκη­νο­θε­σία του Leda στη Μόσχα (1979), η Μαρία του Granero Estuardo (Μαδρί­τη, 1988) και El Reñidero του Julio Lopez (Μπου­έ­νος Άιρες, 1990)

«Έσκα­σε σαν φλό­γα στην αμε­ρι­κα­νι­κή σκη­νή το 1959. Αμέ­σως έγι­νε αγα­πη­μέ­νη στο κοι­νό και θαύ­μα για τους κρι­τι­κούς. Συγκρί­θη­κε με τη Μαρία Κάλ­λας, τη Θέντα Μπά­ρα και την Γκρέ­τα Γκάρ­μπο».
Sarah Montague

Μετά την εμφά­νι­ση στο Spartacus κατά τη διάρ­κεια της πρώ­της της περιο­δεί­ας στις ΗΠΑ το 1959, το περιο­δι­κό Life, στο τεύ­χος του με τους Μπολ­σόι, την βαθ­μο­λό­γη­σε ως δεύ­τε­ρη μόνο μετά την Galina Ulanova. Ο Σπάρ­τα­κος έγι­νε ένα σημα­ντι­κό μπα­λέ­το για τους Μπολ­σόι, με έναν κρι­τι­κό να περι­γρά­φει την «παρά­στα­ση, που προ­σω­πο­ποι­ή­θη­κε από την Πλι­σέ­τσκα­για ως μπα­λα­ρί­να, _που καθό­ρι­σε τα Μπολ­σόι. Κατά τη διάρ­κεια των ταξι­διών της, εμφα­νί­στη­κε επί­σης ως προ­σκε­κλη­μέ­νη καλ­λι­τέ­χνης με το Μπα­λέ­το της Όπε­ρας του Παρι­σιού, το Εθνι­κό Μπα­λέ­το της Μασ­σα­λί­ας και το Μπα­λέ­το του 20ού αιώ­να στις Βρυ­ξέλ­λες και πολ­λά άλλα.

Το 1962, μετά τη συντα­ξιο­δό­τη­ση της Ουλά­νο­βα, η Πλι­σέ­τσκα­για ξεκί­νη­σε μια άλλη τρί­μη­νη παγκό­σμια περιο­δεία. Ως ερμη­νεύ­τρια, σημειώ­νει η Jennifer Homans (Αμε­ρι­κα­νί­δα ιστο­ρι­κός, συγ­γρα­φέ­ας και κρι­τι­κός χορού. Το βιβλίο της Apollo’s Angels: A History of Ballet ήταν φινα­λίστ για το National Book Critics Circle Award το 2010), «διέ­πρε­ψε στους σκλη­ρο­τρά­χη­λους, τεχνι­κά απαι­τη­τι­κούς ρόλους που απέ­φυ­γε η Ulanova, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της Raymonda, του μαύ­ρου κύκνου στη Λίμνη των Κύκνων και της Kitri στον Δον Κιχώ­τη». Στις παρα­στά­σεις της, η Plisetskaya ήταν “ανε­πι­τή­δευ­τη, ανα­ζω­ο­γο­νη­τι­κή, άμε­ση. Δεν συγκρα­τιό­ταν με τίπο­τε” Η Ulanova πρό­σθε­σε ότι η “καλ­λι­τε­χνι­κή ιδιο­συ­γκρα­σία, η αισιο­δο­ξία της νεο­λαί­ας που φου­σκώ­νει τα πανιά της απο­κα­λύ­πτο­νται σε αυτό το μπα­λέ­το με πλή­ρη ισχύ”. Ο παγκο­σμί­ου φήμης ιμπρε­σά­ριος Sol Hurok ανέ­φε­ρε ότι η Plisetskaya ήταν η μόνη μπα­λα­ρί­να μετά την Pavlova που του έκα­νε «ηλε­κτρο­σόκ» όταν ανέ­βη­κε στη σκη­νή. Το ίδιο και ο Ρού­ντολφ Νου­ρέ­γιεφ παρα­κο­λου­θώ­ντας το ντε­μπού­το της ως Κίτρι στον Δον Κιχώ­τη: “Έκλα­ψα με λυγ­μούς από ευτυ­χία. Εσύ έβα­λες φωτιά στη σκη­νή

Στο τέλος μιας παρά­στα­σης στη Metropolitan Opera, δέχτη­κε ένα μισά­ω­ρο χει­ρο­κρό­τη­μα. Ο χορο­γρά­φος Jerome Robbins, ο οποί­ος μόλις είχε τελειώ­σει το έργο του Broadway, West Side Story, της είπε ότι «ήθε­λε να δημιουρ­γή­σει ένα μπα­λέ­το ειδι­κά για εκεί­νη». Οι πιο ανα­γνω­ρι­σμέ­νοι ρόλοι της Πλι­σέ­τσκα­για περιε­λάμ­βα­ναν την Odette-Odile στη Λίμνη των Κύκνων (1947) και την Aurora στην Ωραία Κοι­μω­μέ­νη (1961). Ο χορευ­τής της στη Λίμνη των Κύκνων δηλώ­νει ότι «για είκο­σι χρό­νια, αυτός και η Πλι­σέ­τσκα­για μοι­ρά­ζο­νταν την παγκό­σμια σκη­νή με αυτό το μπα­λέ­το, με την ερμη­νεία της να προ­κα­λεί στα­θε­ρά «την πιο δυνα­τή εντύ­πω­ση στο κοι­νό». Εξί­σου αξιο­ση­μεί­ω­τα ήταν τα μπα­λέ­τα της ως ο Κύκνος που πεθαί­νει (σόλο χορός που χορο­γρά­φη­σε ο Mikhail Fokine στο Le Cygne του Camille Saint-Saëns από το Le Carnaval des animaux ως pièce d’occasion για την μπα­λα­ρί­να Anna Pavlova, η οποία το ερμή­νευ­σε κάπου 4.000 φορές). Ο κρι­τι­κός Walter Terry περιέ­γρα­ψε μια παρά­στα­ση: “Αυτό που έκα­νε ήταν να απορ­ρί­ψει τη δική της ταυ­τό­τη­τα ως μπα­λα­ρί­να και ακό­μη και ως άνθρω­πος και να προ­σλά­βει τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά ενός μαγι­κού πλά­σμα­τος. Το κοι­νό έγι­νε υστε­ρι­κό και έπρε­πε να παί­ξει ένα encore και encore και encore“_Χόρευε το συγκε­κρι­μέ­νο μπα­λέ­το μέχρι τα τέλη της 10ετίας του ’60, δίνο­ντας μια από τις τελευ­ταί­ες της παρα­στά­σεις στις Φιλιπ­πί­νες, όπου παρο­μοί­ως, το χει­ρο­κρό­τη­μα δεν στα­μά­τη­σε, για πάνω από 15λ μέχρι να βγει και να παί­ξει ένα encore (σσ. μπις)

Ο μυθι­στο­ριο­γρά­φος Τρού­μαν Καπό­τε θυμή­θη­κε μια παρό­μοια παρά­στα­ση στη Μόσχα, βλέ­πο­ντας «μεγά­λους άντρες να κλαί­νε στους δια­δρό­μους και να λατρεύ­ουν κορί­τσια που της κρα­τού­σαν τσα­λα­κω­μέ­νες ανθο­δέ­σμες». Την είδε ως «ένα λευ­κό φάντα­σμα που χορο­πη­δά με χάρη σε λεία τόξα ουρά­νιου τόξου», με «ένα βασι­λι­κό κεφά­λι». Είπε για το στυλ της ότι «το μυστι­κό της μπα­λα­ρί­νας είναι να κάνει το κοι­νό να πει “Ναι, πιστεύω”». Οι σχε­δια­στές μόδας Yves Saint Laurent και Pierre Cardin θεώ­ρη­σαν την Plisetskaya μία από τις εμπνεύ­σεις τους, με τον Cardin να έχει ταξι­δέ­ψει στη Μόσχα πάνω από 30 φορές μόνο για να δει την Plisetskaya να παί­ζει. Απο­δί­δει τα κοστού­μια της Cardin για την επι­τυ­χία και την ανα­γνώ­ρι­ση που έλα­βε για τα μπα­λέ­τα της Anna Karenina, The Seagull και Lady with the Dog. Θυμά­ται την αντί­δρα­σή του όταν του πρό­τει­νε αρχι­κά να σχε­διά­σει ένα από τα κοστού­μια της: “Τα μάτια του Cardin φωτί­στη­καν σαν μπα­τα­ρί­ες. Σαν να τα πέρα­σε ένα ηλε­κτρι­κό ρεύ­μα”:  Μέσα σε μια εβδο­μά­δα, είχε δημιουρ­γή­σει ένα σχέ­διο για την Anna Karenina , και synolik;a δέκα δια­φο­ρε­τι­κά κοστού­μια για την Karenina.
«Ήταν, και εξα­κο­λου­θεί να είναι, μια σταρ, το ιερό τέρας του μπα­λέ­του, η τελευ­ταία δήλω­ση για τη θεα­τρι­κή αίγλη, ένας φλο­γε­ρός, φλε­γό­με­νος φάρος σε έναν κόσμο αμυ­δρά αστρα­φτε­ρών ταλέ­ντων, μια ομορ­φιά στον κόσμο της ομορ­φιάς».
Financial Times. 2005

Το 1967 έπαι­ξε ως Κάρ­μεν στη Σουί­τα Κάρ­μεν, που χορο­γρά­φη­σε ειδι­κά για εκεί­νη ο Κου­βα­νός χορο­γρά­φος Αλμπέρ­το Αλόν­σο. Η μου­σι­κή επα­να­δη­μιουρ­γή­θη­κε από το πρω­τό­τυ­πο της Bizet από τον σύζυ­γό της, Rodion Shchedrin, και τα θέμα­τά της σε μια «μοντερ­νι­στι­κή και σχε­δόν αφη­ρη­μέ­νη αφή­γη­ση». Η χορεύ­τρια Olympia Dowd, που έπαι­ξε μαζί της, γρά­φει ότι η δρα­μα­τι­κή ερμη­νεία της Κάρ­μεν από την Πλι­σέ­τσκα­για, τον αγα­πη­μέ­νο της ρόλο, την έκα­νε θρύ­λο και σύντο­μα έγι­νε «ορό­ση­μο» στο ρεπερ­τό­ριο των Μπολ­σόι. Η Κάρ­μεν της, ωστό­σο, στην αρχή «ταρα­κού­νη­σε το σοβιε­τι­κό κατε­στη­μέ­νο, με τον λατι­νι­κό της αισθη­σια­σμό». Γνώ­ρι­ζε ότι το στυλ χορού της ήταν ριζο­σπα­στι­κό και νέο, λέγο­ντας ότι «κάθε χει­ρο­νο­μία, κάθε βλέμ­μα, κάθε κίνη­ση είχε νόη­μα, ήταν δια­φο­ρε­τι­κό από όλα τα άλλα μπα­λέ­ταΗ Σοβιε­τι­κή Ένω­ση δεν ήταν έτοι­μη για τέτοιου είδους χορο­γρα­φία. Ήταν πόλε­μος , με κατη­γό­ρη­σαν ότι πρό­δω­σα τον κλα­σι­κό χορό» _αλλά όλα καλά.

Ορι­σμέ­νοι κρι­τι­κοί εκτός ΕΣΣΔ θεώ­ρη­σαν ότι η απο­μά­κρυν­σή της από τα κλα­σι­κά στυλ ήταν απα­ραί­τη­τη για την επι­τυ­χία των Μπολ­σόι στη Δύση. Η κρι­τι­κός των New York Times Anna Kisselgoff παρα­τή­ρη­σε, “Χωρίς την παρου­σία της, η φτώ­χεια της εφεύ­ρε­σής τους στην κίνη­ση θα τους καθι­στού­σε αβά­σι­μους στην από­δο­ση. Είναι τρα­γω­δία του σοβιε­τι­κού μπα­λέ­του που μια χορεύ­τρια της μονα­δι­κής της ιδιο­φυ­ΐ­ας δεν επε­κτά­θη­κε ποτέ δημιουρ­γι­κά.” Ο σχο­λια­στής ειδή­σε­ων έγρα­ψε ότι «ποτέ δεν φοβή­θη­κε να φέρει τη θέρ­μη και την ορμή στη σκη­νή», συμ­βάλ­λο­ντας στο να γίνει μια «πραγ­μα­τι­κή βασί­λισ­σα των Μπολ­σόι». Η ζωή και το έργο της περι­γρά­φη­καν από τον Γάλ­λο κρι­τι­κό μπα­λέ­του André Philippe Hersin ως «ιδιο­φυ­ΐα, θρά­σος και πρω­το­πο­ρία».

Υποκριτική και χορογραφία

Μετά την απο­χώ­ρη­ση της Galina Ulanova από τη σκη­νή το 1960, η Maya Plisetskaya ανα­κη­ρύ­χθη­κε η πρώ­τη μπα­λα­ρί­να assoluta (από­λυ­τη) του θεά­τρου Μπολ­σόι. Το 1971, ο σύζυ­γός της έγρα­ψε ένα μπα­λέ­το με το ίδιο θέμα, όπου θα έπαι­ζε τον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο. Η Άννα Καρέ­νι­να ήταν και η πρώ­τη της από­πει­ρα στη χορο­γρα­φία. Άλλοι χορο­γρά­φοι που δημιούρ­γη­σαν μπα­λέ­τα για αυτήν είναι ο Yury Grigorovich, ο Roland Petit, ο Alberto Alonso και ο Maurice Béjart με το “Isadora”. Δημιούρ­γη­σε το «ο Γλά­ρος και η Κυρία με ένα Lapdog». Πρω­τα­γω­νί­στη­σε στην ται­νία του 1962, Skazka o konke-gorbunke The Humpbacked Horse _ Το καμπου­ρια­στό άλο­γο, και εμφα­νί­στη­κε ως στρέιτ ηθο­ποιός σε πολ­λές ται­νί­ες, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της σοβιε­τι­κής εκδο­χής της Anna Karenina (1968), η οποία περι­λάμ­βα­νε μου­σι­κή του Shchedrin που χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε αργό­τε­ρα στη μου­σι­κή του μπα­λέ­του. Το δικό της μπα­λέ­το με το ίδιο όνο­μα γυρί­στη­κε και το 1974.

Ενώ βρι­σκό­ταν σε περιο­δεία στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες το 1987, η Plisetskaya έδω­σε master classes στο κέντρο χορού David Howard. Μια κρι­τι­κή στο περιο­δι­κό της Νέας Υόρ­κης σημεί­ω­σε ότι παρό­λο που ήταν 61 ετών όταν έδι­νε τα μαθή­μα­τα, “επι­δεί­κνυε την ευκαμ­ψία και τη δύνα­μη μιας ερμη­νεύ­τριας στη φυσι­κή της ακμή”. Τον Οκτώ­βριο του ίδιου έτους, έπαι­ξε με τους Rudolf Nureyev και Mikhail Baryshnikov για την εναρ­κτή­ρια βρα­διά της σεζόν με την Martha Graham Dance Company στη Νέα Υόρκη.

Ο σύζυ­γος _συνθέτης της Plisetskaya, , έγρα­ψε τη μου­σι­κή σε πολ­λά μπα­λέ­τα της, όπως η Anna Karenina, ο γλά­ρος, Carmen, η κυρία με το σκυ­λά­κι κά. Στη δεκα­ε­τία του 1980, θεω­ρή­θη­κε διά­δο­χος του Σοστα­κό­βιτς και έγι­νε ο κορυ­φαί­ος συν­θέ­της της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης. Η Plisetskaya και ο Shchedrin πέρα­σαν χρό­νο στο εξω­τε­ρι­κό, όπου εργά­στη­κε ως καλ­λι­τε­χνι­κή διευ­θύ­ντρια του Μπα­λέ­του της Όπε­ρας της Ρώμης από το 1984 έως το 85, στη συνέ­χεια της Ισπα­νι­κής Εθνι­κής Εται­ρεί­ας Χορού από το 1987 έως το 1989. Απο­σύρ­θη­κε ως σολίστ για των Μπολ­σόι σε ηλι­κία 65 ετών το 1990 και μετά στα 70α γενέ­θλιά της, έκα­νε το ντε­μπού­το της στο κομ­μά­τι του Maurice Béjart “Ave Maya”, που χορο­γρα­φή­θη­κε για εκεί­νη. Από το 1994, προ­ή­δρευ­σε στους ετή­σιους διε­θνείς δια­γω­νι­σμούς μπα­λέ­του, που ονο­μά­ζο­νταν Μάγια, και το 1996 διο­ρί­στη­κε Πρό­ε­δρος του Ρωσι­κού Μπα­λέ­του. Μετά τις ανα­τρο­πές στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, μη αντέ­χο­ντας την κατά­ντια της «μεγά­λης πατρί­δας» ζού­σαν κυρί­ως στη Γερ­μα­νία περ­νώ­ντας τα καλο­καί­ρια στο σπί­τι τους στη Λιθουα­νία και περι­στα­σια­κά επι­σκέ­πτο­νταν τη Μόσχα και το (πρώ­ην) Λένιν­γκραντ (νυν Αγία Πετρούπολη).

Της απο­νε­μή­θη­κε το Βρα­βείο Πρί­γκη­πας της Αστού­ριας για τις Τέχνες το 2005 και το Ισπα­νι­κό Χρυ­σό Μετάλ­λιο Καλών Τεχνών. Το 1996, χόρε­ψε τον κύκνο στον χαρα­κτη­ρι­στι­κό ρόλο της, σε ένα γκα­λά προς τιμήν της στην Αγία Πετρού­πο­λη. Το 2006, ο αυτο­κρά­το­ρας Akihito της Ιαπω­νί­ας της χάρι­σε το Praemium Imperiale.

Θάνατος

Η Πλι­σέ­τσκα­για πέθα­νε στο Μόνα­χο της Γερ­μα­νί­ας στις 2 Μαΐ­ου 2015 από καρ­δια­κή προ­σβο­λή. Και σύμ­φω­να με την δια­θή­κη της, να απο­τε­φρω­θεί και μετά το θάνα­το του χήρου της, Rodion Shchedrin, ο οποί­ος επί­σης πρό­κει­ται να απο­τε­φρω­θεί, οι στά­χτες τους θα ενω­θούν και θα απλω­θούν στη μεγά­λη πατρί­δα.

Ο θάνα­τος της, που το δημιουρ­γι­κό έργο της ενσάρ­κω­σε ολό­κλη­ρη την πολι­τι­στι­κή επο­χή είναι μια ανε­πα­νόρ­θω­τη απώ­λεια για τη σοβιε­τι­κή και την παγκό­σμια τέχνη. Η λαμπρή της χορο­γρα­φία και η υπέ­ρο­χη χάρη, η φαντα­στι­κή δύνα­μη της δρα­μα­τι­κής ταύ­τι­σης και η εξαι­ρε­τι­κή της μαε­στρία θάμπω­σαν το κοι­νό. Χάρη στην ανι­διο­τε­λή της υπη­ρε­σία στην τέχνη και τη δέσμευ­σή της στη σκη­νή, έγι­νε σεβα­στή σε όλο τον κόσμο.

Αφιερώματα

  • Ο Βρα­ζι­λιά­νος καλ­λι­τέ­χνης Eduardo Kobra ζωγρά­φι­σε μια τοι­χο­γρα­φία ύψους 12 μέτρων της Plisetskaya το 2013, που βρί­σκε­ται στην κεντρι­κή θεα­τρι­κή περιο­χή της Μόσχας, κοντά στο Θέα­τρο Μπολσόι.
  • Ο μαέ­στρος και καλ­λι­τε­χνι­κός διευ­θυ­ντής Valery Gergiev, ο οποί­ος ήταν στε­νός φίλος της, έδω­σε μια συναυ­λία στη Μόσχα το 2015, αφιε­ρω­μέ­νη στη μνή­μη της.
  • Το 2015, η κυβέρ­νη­ση της Ρωσί­ας ονό­μα­σε μια πλα­τεία προς τιμήν της στο κέντρο της Μόσχας, στην Ulitsa Bolshaya Dmitrovka, κοντά στο Θέα­τρο Μπολ­σόι. Μια χάλ­κι­νη πλά­κα που ήταν τοπο­θε­τη­μέ­νη στην πλα­τεία περι­λάμ­βα­νε ένα χαρα­κτι­κό: “Η πλα­τεία Μάγια Πλι­σέ­τσκα­για πήρε το όνο­μά της από την εξαι­ρε­τι­κή Ρωσί­δα μπα­λα­ρί­να
  • Στην Αγία Πετρού­πο­λη, η Συμ­φω­νι­κή Ορχή­στρα του Θεά­τρου Mariinsky απέ­τι­σε φόρο τιμής στη μνή­μη της με μια συναυ­λία το 2015. Το μπα­λέ­το Mariinsky παρου­σί­α­σε αργό­τε­ρα ένα πρό­γραμ­μα τεσ­σά­ρων προ­γραμ­μά­των “Φόρο τομής” στην Ακα­δη­μία Μου­σι­κής του Μπρού­κλιν το 2016
  • Το Θέα­τρο Μπολ­σόι πραγ­μα­το­ποί­η­σε μια συναυ­λία στη μνή­μη της Πλι­σέ­τσκα­για στο Κολοσ­σαίο του Λον­δί­νου στις 6 Μαρ­τί­ου 2016.[47]
  • Μνη­μείο της απο­κα­λύ­φθη­κε στο κέντρο της Μόσχας, στην Bolshaya Dmitrovka, στην πλα­τεία που πήρε το όνο­μά της (2016). Τα εγκαί­νια έγι­ναν στις 20 Νοεμ­βρί­ου, την ημε­ρο­μη­νία γέν­νη­σής της, και τη δεί­χνει σε μια πόζα από την Κάρ­μεν. Περι­γρά­φο­ντας το μνη­μείο, ένας παρα­τη­ρη­τής σχο­λί­α­σε για τον γλύ­πτη Viktor Mitroshin και το σχέ­διο του αγάλ­μα­τος: Επι­λέ­γο­ντας την Carmen, ο Mitroshin τόνι­σε όχι μόνο τη σωμα­τι­κή ικα­νό­τη­τα, τη χάρη και την ομορ­φιά της Plisetskaya, αλλά έβα­λε ένα μεγά­λο θαυ­μα­στι­κό μετά τον χαρα­κτή­ρα… Δεί­τε αυτά τα υπέ­ρο­χα χέρια, τι χέρια!, πόδια. Κοι­τάξ­τε την αυθά­δη ταλά­ντευ­ση του φορέ­μα­τος. Κοι­τάξ­τε τα σκο­τει­νά, σκλη­ρά μάτια και το σφιγ­μέ­νο, απο­φα­σι­στι­κό στό­μα. Κοι­τάξ­τε την ταλά­ντευ­ση της πλά­της. Κοί­τα αυτό το τρε­λό λου­λού­δι στο κεφά­λι της. Κοι­τάξ­τε πώς όλο αυτό τεντώ­νε­ται προς τα πάνω στον ουρα­νό. Θεσπέσιο.

Προσωπική ζωή
Φιλίες καριέρας

Ο διευ­θυ­ντής περιο­δειών της Plisetskaya, Maxim Gershunoff, ο οποί­ος βοή­θη­σε επί­σης στην προ­ώ­θη­ση του Σοβιε­τι­κού \ Αμε­ρι­κα­νι­κού Προ­γράμ­μα­τος Πολι­τι­στι­κών Ανταλ­λα­γών, την περι­γρά­φει ως “όχι μόνο μια σπου­δαία καλ­λι­τέ­χνι­δα, αλλά και πολύ ρεα­λι­στι­κή και γήι­νη … με μια πολύ ανοι­χτή και ειλι­κρι­νή άπο­ψη για τη ζωή”.

Κατά τη διάρ­κεια των περιο­δειών της στο εξω­τε­ρι­κό, έγι­νε φίλη με πολ­λούς άλλους καλ­λι­τέ­χνες του θεά­τρου και της μου­σι­κής, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του συν­θέ­τη και πια­νί­στα Leonard Bernstein, με τον οποίο παρέ­μει­νε φίλη μέχρι το θάνα­τό του. Ο πια­νί­στας Arthur Rubinstein, επί­σης φίλος, μπό­ρε­σε να συνο­μι­λή­σει μαζί της στα ρωσι­κά. Τον επι­σκέ­φτη­κε μετά την παρά­στα­σή του στη Ρωσία.  Ο μυθι­στο­ριο­γρά­φος John Steinbeck, ενώ ήταν στο σπί­τι τους στη Μόσχα, άκου­σε τις ιστο­ρί­ες της για να γίνει μπα­λα­ρί­να και της είπε ότι η παρα­σκη­νια­κή πλευ­ρά του μπα­λέ­του θα μπο­ρού­σε να κάνει ένα «πιο ενδια­φέ­ρον μυθι­στό­ρη­μα». Το 1962, οι Μπολ­σόι προ­σκλή­θη­καν να εμφα­νι­στούν στον Λευ­κό Οίκο από τον πρό­ε­δρο Τζον Φ. Κένε­ντι και η Πλι­σέ­τσκα­για θυμή­θη­κε ότι η πρώ­τη κυρία (Ζακλίν Κένε­ντι) την χαι­ρέ­τη­σε λέγο­ντας «Είσαι ακρι­βώς σαν την Άννα Καρένινα».Ενώ βρι­σκό­ταν στη Γαλ­λία το 1965, η Πλι­σέ­τσκα­για προ­σκλή­θη­κε στο σπί­τι του Ρώσου καλ­λι­τέ­χνη Marc Chagall και της συζύ­γου του. Ο Σαγκάλ είχε μετα­κο­μί­σει στη Γαλ­λία για να σπου­δά­σει τέχνη το 1910. Τη ρώτη­σε αν δεν θα την πεί­ρα­ζε να δημιουρ­γή­σει μερι­κές πόζες μπα­λέ­του για να τον βοη­θή­σει με το τρέ­χον έργο του, μια τοι­χο­γρα­φία για τη νέα Metropolitan Opera House στη Νέα Υόρ­κη, η οποία θα έδει­χνε διά­φο­ρες εικό­νες που ανα­πα­ρι­στούν οι τέχνες. Χόρε­ψε και πόζα­ρε σε διά­φο­ρες στά­σεις καθώς σκί­τσα­ρε, και οι εικό­νες της χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν στην τοι­χο­γρα­φία, «στην επά­νω αρι­στε­ρή γωνία, μια πολύ­χρω­μη ομά­δα μπα­λα­ρί­νες». Έκα­νε φίλους με μια σει­ρά από δια­ση­μό­τη­τες και αξιό­λο­γους πολι­τι­κούς που θαύ­μα­ζαν και παρα­κο­λου­θού­σαν πολύ τη δου­λειά της. Γνώ­ρι­σε τη Ίνγκριντ Μπέρ­γκ­μαν, που ζού­σε τότε στις ΗΠΑ, μετά από μια παρά­στα­ση της Άννας Καρέ­νι­να (δύο φωτο­γρα­φί­ες τους, που τρα­βή­χτη­καν από γνω­στό φωτο­γρά­φο, εμφα­νί­στη­καν στην ίδια σελί­δα στο περιο­δι­κό Vogue). Η Μπέρ­γκ­μαν της πρό­τει­νε «να φύγει από τον κομ­μου­νι­σμό», θυμά­ται η Πλι­σέ­τσκα­για, λέγο­ντάς της «Θα σε βοη­θή­σω εγώ», με τη Μάγια να της απα­ντά «άσ΄ το μην κουράζε­σαι» (!!)


Η Shirley MacLaine κάπο­τε έκα­νε ένα πάρ­τι για εκεί­νη και τα άλλα μέλη των Μπολ­σόι. Θυμή­θη­κε ότι την είδε να παί­ζει στην Αργε­ντι­νή όταν η Πλι­σέ­τσκα­για ήταν εξή­ντα πέντε, και γρά­φει «πόσο ταπει­νω­τι­κό ήταν που η Πλι­σέ­τσκα­για χρειά­στη­κε να χορέ­ψει σε μια σκη­νή βοντ­βίλ στη Νότια Αμε­ρι­κή για να τα βγά­λει πέρα» (σσ. vaudeville: θεα­τρι­κό είδος που γνώ­ρι­σε μεγά­λη δημο­φι­λία στις ΗΠΑ τα τέλη του 19ου και μέχρι το 1930, που συν­δύ­α­ζε μου­σι­κή, χορό, ταχυ­δα­κτυ­λουρ­γί­ες, ακρο­βα­τι­κά και θεα­τρι­κά σκετς) ενώ η χορεύ­τρια Daniel Nagrin σημεί­ω­σε ότι ήταν μια χορεύ­τρια που «συνέ­χι­σε να παί­ζει προς τέρ­ψη του κοι­νού παντού, ενώ ταυ­τό­χρο­να αψη­φού­σε τον μύθο της πρό­ω­ρης συντα­ξιο­δό­τη­σης». Ο αδερ­φός της ΜακΛέιν, ο Γουό­ρεν Μπί­τι, λέγε­ται ότι εμπνεύ­στη­κε από τη φιλία τους, η οποία τον οδή­γη­σε να γρά­ψει και να παρά­γει την ται­νία του 1981 Reds (οι Κόκ­κι­νοι σκη­νο­θε­σία, παί­ζει κιό­λας ο ίδιος μαζί με την Νταϊ­άν Κίτον), για τη Σοβιε­τι­κή Σοσια­λι­στι­κή Επα­νά­στα­ση.. Συνά­ντη­σε για πρώ­τη φορά την Πλι­σέ­τσκα­για σε μια δεξί­ω­ση στο Μπέ­βερ­λι Χιλς, και, σημειώ­νει ο βιο­γρά­φος του Μπί­τι, «χτυ­πή­θη­κε» από την ομορ­φιά της «κλα­σι­κής χορεύτριας».
Έγι­νε επί­σης φίλη με την σταρ Natalie Wood και την αδερ­φή της, ηθο­ποιό Lana Wood. Η Wood, της οποί­ας οι γονείς μετα­νά­στευ­σαν από τη Ρωσία, θαύ­μα­ζε πολύ την ΕΣΣΔ και την Μάγια. Ο Γενι­κός Εισαγ­γε­λέ­ας των ΗΠΑ Robert F. Kennedy (ο μικρό­τε­ρος αδελ­φός του προ­έ­δρου John Kennedy), έγι­νε φίλος της επί­σης και ήταν καλε­σμέ­νη σε οικο­γε­νεια­κές τους συγκε­ντρώ­σεις στο κτή­μα τους στο Cape Cod από το 1962 _μετονόμασαν μάλι­στα το ιστιο­φό­ρο τους Μάγια, προς τιμήν της. Καθώς η κρί­ση των πυραύ­λων της Κού­βας είχε τελειώ­σει λίγες εβδο­μά­δες νωρί­τε­ρα, στα τέλη Οκτω­βρί­ου 1962, οι σχέ­σεις ΗΠΑ και Σοβιε­τι­κής Ένω­σης ήταν στο ναδίρ, αλλά δεν το βάζει κάτω: Η Μάγια Πλι­σέ­τσκα­για πρέ­πει να φέρει δώρα αντά­ξια. Ζαλί­στε τον πρό­ε­δρο με τη σοβιε­τι­κή γεν­ναιο­δω­ρία για να συνε­χί­σει και να εμβα­θύ­νει τις επα­φές και τη φιλία. Ο Ρόμπερτ Κένε­ντι δολο­φο­νή­θη­κε λίγες μέρες πριν ξανα­δεί την Πλι­σέ­τσκα­για στη Νέα Υόρ­κη. Ο Γκερ­σού­νοφ, ο μάνα­τζερ της Πλι­σέ­τσκα­για τότε, θυμά­ται ότι την ημέ­ρα της κηδεί­ας, τα περισ­σό­τε­ρα θέα­τρα και οι αίθου­σες συναυ­λιών στη Νέα Υόρ­κη «σκο­τεί­νια­σαν», έκλει­σαν από πέν­θος και σεβα­σμό. Τα Μπολ­σόι σχε­δί­α­ζαν επί­σης να ακυ­ρώ­σουν την παρά­στα­σή τους, αλλά απο­φά­σι­σαν να κάνουν ένα δια­φο­ρε­τι­κό μπα­λέ­το από το προ­βλε­πό­με­νο, ένα αφιε­ρω­μέ­νο στον Κένε­ντι. Ο Gershunoff περι­γρά­φει εκεί­νο το βρά­δυ: Ο καταλ­λη­λό­τε­ρος τρό­πος για να ανοί­ξει μια τέτοια βρα­διά θα ήταν η μεγά­λη Plisetskaya να ερμη­νεύ­σει τον Κύκνο, ο οποί­ος κανο­νι­κά θα έκλει­νε το πρό­γραμ­μα μιας βρα­διάς με βρο­ντε­ρό χει­ρο­κρό­τη­μα με ποδο­βο­λη­τά και φωνές για ένα encore… Αυτή η απο­στο­λή δημιούρ­γη­σε ένα συναι­σθη­μα­τι­κό φορ­τίο για τη Μάγια. Πραγ­μα­τι­κά δεν ήθε­λε να χορέ­ψει εκεί­νη τη νύχτα… Σκέ­φτη­κα ότι ήταν καλύ­τε­ρο για μένα να παρα­μεί­νω στα παρα­σκή­νια. Απο­δεί­χθη­κε ότι ήταν μια από τις πιο οδυ­νη­ρές στιγ­μές που έχω ζήσει ποτέ. Αντι­κα­θι­στώ­ντας το συνη­θι­σμέ­νο βρο­ντε­ρό χει­ρο­κρό­τη­μα του κοι­νού στο τέλος, επι­κρά­τη­σε από­λυ­τη σιω­πή που υπο­δη­λώ­νει τα συναι­σθή­μα­τα ενός έθνους που θρη­νεί στην κατά­με­στη, σπη­λαιώ­δη Metropolitan Opera House. Η Μάγια βγή­κε από τη σκη­νή δακρυ­σμέ­νη, κοί­τα­ξε, σήκω­σε τα όμορ­φα χέρια της και κοί­τα­ξε προς τα πάνω. Μετά εξα­φα­νί­στη­κε στο καμα­ρί­νι της.

Σοβιετική Ένωση

  • Ήρω­ας της Σοσια­λι­στι­κής Εργα­σί­ας (1985)
  • Τρία βρα­βεία Λένιν (1967, 1976, 1985)
  • Μεγά­λο Βρα­βείο Λένιν (1964)
  • Λαϊ­κός Καλ­λι­τέ­χνης της ΕΣΣΔ (1959)
  • Λαϊ­κός Καλ­λι­τέ­χνης της RSFSR (1956)
  • Επί­τι­μος Καλ­λι­τέ­χνης της RSFSR (1951)
    • Διοι­κη­τής του Τάγ­μα­τος των Τεχνών και των Γραμ­μά­των (Γαλ­λία, 1984)
    • Διοι­κη­τής του Τάγ­μα­τος της Καθο­λι­κής Ισα­βέλ­λας (Ισπα­νία)
    • Τάγ­μα­τος του Μεγά­λου Δού­κα της Λιθουα­νί­ας Gediminas
    • Great Commander’s Cross of the Order for Merits to Lithuania (2003)
    • Χρυ­σό Μετάλ­λιο Gloria Artis (Πολω­νία, 2008)
    • Order of the Rising Sun, 3η τάξη (Ιαπω­νία, 2011)
    • Αξιω­μα­τι­κός της Λεγε­ώ­νας της Τιμής (Γαλ­λία, 2012, Ιππό­της: 1986)

Βραβεία

  • Πρώ­το βρα­βείο, Διε­θνής Δια­γω­νι­σμός Βου­δα­πέ­στης (1949)
  • Βρα­βείο Anna Pavlova, Ακα­δη­μία Χορού του Παρι­σιού (1962)
  • Χρυ­σό Βρα­βείο, Σλο­βε­νία, 2000.
  • «Δόκτωρ της Σορ­βόν­νης» το 1985.
  • Χρυ­σό Μετάλ­λιο Καλών Τεχνών της Ισπα­νί­ας (1991)
  • Βρα­βείο Triumph, 2000.
  • Premium “Russian National Olympus” (2000)
  • Βρα­βείο Prince of Asturias (2005, Ισπανία)
  • Imperial Prize of Japan (2006)

(καπι­τα­λι­στι­κή) Ρωσία·

  • Τάγ­μα Αξί­ας για την Πατρίδα
  • 1η τάξη (2005) – για εξαι­ρε­τι­κή συμ­βο­λή στην ανά­πτυ­ξη της εγχώ­ριας και διε­θνούς χορο­γρα­φι­κής τέχνης, πολυ­ε­τή δημιουρ­γι­κή δραστηριότητα[55]
  • 2η τάξη (2000) – για εξαι­ρε­τι­κή συμ­βο­λή στην ανά­πτυ­ξη της χορο­γρα­φι­κής τέχνης
  • 3η τάξη (1995) – για εξαι­ρε­τι­κή συμ­βο­λή στον εθνι­κό πολι­τι­σμό και σημα­ντι­κή συμ­βο­λή στη σύγ­χρο­νη χορο­γρα­φι­κή τέχνη
  • 4η τάξη (2010) – για εξαι­ρε­τι­κή συμ­βο­λή στην ανά­πτυ­ξη του εθνι­κού πολι­τι­σμού και της χορο­γρα­φί­ας, πολυ­ε­τή δημιουρ­γι­κή δραστηριότητα
  • Έγι­νε επί­τι­μος καθη­γη­τής στο Κρα­τι­κό Πανε­πι­στή­μιο της Μόσχας το 1993.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο