Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καύση ζωντανών, και άλλα τρία ποιήματα

Γρά­φει ο Ειρηναί­ος Μαρά­κης //

Τέσ­σε­ρα ποι­ή­μα­τα (Εξο­ρία, Καύ­ση ζωντα­νών, Ματω­μέ­νη Σελή­νη, Ανά­γκη) με αφορ­μή το πρό­σφα­το έγκλη­μα στο Μάτι, με πλή­ρη επί­γνω­ση τις ανε­πάρ­κειας τους, ως ένα γενι­κό­τε­ρο σχό­λιο αλλά και ως μία συνει­σφο­ρά στην δημό­σια οργή, στον δημό­σιο διά­λο­γο αλλά κυρί­ως στην στή­ρι­ξη της αλλη­λεγ­γύ­ης που ανα­πτύ­χθη­κε μετα­ξύ των πληγέντων.

ΕΞΟΡΙΑ

Με το κεφά­λι σκυφτό
κοι­τάω τη φωτογραφία
μ’ εσένα
στο νέο σου σπίτι
στη Γερμανία
ύστε­ρα πάλι
σε μια αδέ­ξια στροφή
στον καθρέ­φτη κοιτώ
το πρόσωπο
τον γερα­σμέ­νο εαυ­τό μου
φώτα που αντανακλούν
της πόλης την εγχώ­ρια εξορία
ενώ ένας αέρας εχθρικός
φέρ­νει την κάπνα
από τις πέρα γειτονιές
και τ’ αναδασωτέα,
αχ, κι εγώ που κάποτε
γεννήθηκα
με όνει­ρα τρελά
στην ποί­η­ση πια αναζητώ
τη σωτηρία
αφού η κόκκινη
που ονει­ρεύ­τη­κα φωτιά
τα σπί­τια καί­ει των φτωχών
αντί την εξουσία.

24–25/7/2018

ΚΑΥΣΗ ΖΩΝΤΑΝΩΝ

Άρα­γε σκέ­φτε­σαι λογικά
όταν καίγεσαι
μπο­ρείς να βρίσεις
το κακό το ριζι­κό σου
όταν ψήνεσαι
ακό­μα ζωντανός
μπο­ρείς να κάνεις αναγωγή
στην εμπει­ρία του Άουσβιτς
και του Νταχάου
μπο­ρείς άρα­γε να κλάψεις;

Όχι δεν μπορείς
ακό­μα και αν το ήθελες
ακό­μα κι αν το είχες σκεφτεί
παρα­κο­λου­θώ­ντας άλλο­τε στην τηλεόραση
την καύ­ση κάποιων ζωντανών
στην Ηλεία, στην Πελοπόννησο

όταν καί­γε­σαι
το μόνο
που έχει σημασία
είναι ότι σε καί­νε ζωντανό
κι ότι αργότερα
θα σου ρίξουν τις ευθύνες
για­τί δεν ήσουν γοργοπόδαρος
σαν το ελάφι
για­τί δεν πέτα­ξες ψηλά
σαν το πουλί
όταν ακό­μα και τα ζώα
χάθηκαν
μπροστά
στην επέ­λα­ση της αδιαφορίας

μήπως τάχα δεν ήταν
γρή­γο­ρα κι αυτά;

27/7/2018

ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΣΕΛΗΝΗ

Αιμορ­ρα­γεί το φεγγάρι
το μονα­δι­κό δια­νυ­κτε­ρεύ­ον φαρμακείο
ξέμει­νε από γάζες, βαμ­βά­κι, μπεταντίν
σαν χώρα που ξεπούλησε
στις αγο­ρές του κόσμου
και στις τηλεπωλήσεις
τις τελευ­ταί­ες εφε­δρεί­ες της

αιμορ­ρα­γεί το φεγγάρι
ποτί­ζει της νύχτας το σεντόνι
κάνο­ντας λιγά­κι το σκοτάδι
να μοιά­ζει με ξημέρωμα
μόνο και μόνο για να καλλιεργήσει
ένα ψέμα
μια νέα αυταπάτη

για λίγο όμως τα ψέμα­τα κρατούν
αναρωτήθηκες
φεγ­γά­ρι μου ποτέ
πως γίνε­ται να κρύψεις
τα ματω­μέ­να δρομολόγια
τις κόκ­κι­νες θάλασσες
από τα μάτια των παιδιών

όταν ακό­μα κι αυτός ο ήλιος
δεν τολμά;

2015 – επα­νεγ­γρα­φή: 2018

ΑΝΑΓΚΗ

Ανά­γκη κάπο­τε η ποίηση
να στα­μα­τή­σει να γρά­φει για νεκρούς
και για τους ζωντα­νούς ακό­μα πρέπει
μόνο για τους ερχόμενους
ας ξεδι­πλώ­σει το ταλέ­ντο της
μέχρι κι αυτή η ανά­γκη να εκλείψει
αφού όλα ωραία θα έχουν καμωθεί
κατ’ εικό­να και καθ’ ομοί­ω­ση του Ανθρώπου.

29/7/2018

 _______________________________________________________________________________________________________

Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο