Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κλαρκ Γκέιμπλ. Ο «Βασιλιάς του Χόλιγουντ», το σύμβολο της αρρενωπότητας με τα μεγάλα… αυτιά

Πανέ­μορ­φος, σύμ­βο­λο αρρε­νω­πό­τη­τας, άντρας ψημέ­νος και παλαιάς κοπής. Ο Κλαρκ Γκέιμπλ ανα­δεί­χθη­κε τη χρυ­σή δεκα­ε­τία του ’30 ως ο “βασι­λιάς” του Χόλι­γουντ, έγι­νε αντι­κεί­με­νο του πόθου για εκα­τομ­μύ­ρια γυναί­κες, κατά­φε­ρε να στεί­λει σε άλλη διά­στα­ση τον χαρα­κτή­ρα του Ρετ Μπά­τλερ στο επι­κό “Όσα Παίρ­νει ο Άνε­μος”, ενώ 60 χρό­νια από το θάνα­τό του ο θρύ­λος του παρα­μέ­νει αστραφτερός.

Ο Κλαρκ Γκέιμπλ, ήταν ένας πρω­τα­γω­νι­στής, ένας γεν­νη­μέ­νος σταρ, που είχε όμως την ικα­νό­τη­τα να βελ­τιώ­νε­ται ως ηθο­ποιός, να μην στρογ­γυ­λο­κά­θε­ται στην ευκο­λία, στον θρί­αμ­βο, την ολο­κλη­ρω­τι­κή απο­δο­χή άμα τη εμφα­νί­σει. Άλλω­στε την καλύ­τε­ρη, ομο­λο­γου­μέ­νως, ερμη­νεία του την έκα­νε στο εξαι­ρε­τι­κό δρά­μα “Οι Αταί­ρια­στοι” του Τζον Χιού­στον, στην τελευ­ταία του ται­νία, λίγους μήνες πριν πεθάνει.

Συμπλη­ρώ­νο­ντας 120 χρό­νια από τη γέν­νη­σή του (1 Φεβρουα­ρί­ου 1901), ξετυ­λί­ξου­με την ιστο­ρία ενός αγο­ριού από τα βάθη των Ηνω­μέ­νων Πολι­τειών, από ένα χωριό στη μέση του που­θε­νά, του Οχάιο, που έφτια­ξε τον μύθο του, έγι­νε ένα από τα σύμ­βο­λα του κινηματογράφου.

Από το χωριό στο Χόλιγουντ

Γεν­νή­θη­κε στο Κάντιζ, ένα χωριό με τέσ­σε­ρις εκκλη­σί­ες και 20 κατα­στή­μα­τα. Πατέ­ρας του ήταν ένας εργά­της σε γεω­τρή­σεις πετρε­λαί­ου, η μητέ­ρα του ήταν ιρλαν­δι­κής και γερ­μα­νι­κής κατα­γω­γής. Μάλι­στα, κανο­νι­κά το επώ­νυ­μό του ήταν Γκέ­μπελ, αλλά η οικο­γέ­νεια το άλλα­ξε κατά τη διάρ­κεια του Α’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, επει­δή θύμι­ζε γερ­μα­νι­κό όνο­μα. Η μητέ­ρα του πέθα­νε όταν ήταν ακό­μη μωρό και ο πατέ­ρας του ξανα­πα­ντρεύ­τη­κε μία γυναί­κα που του έμα­θε πιά­νο και να περι­ποιεί­ται την εμφά­νι­ση του. Παρό­τι καλ­λι­τε­χνι­κή φύση, δού­λε­ψε δίπλα στον πατέ­ρα του σε πετρε­λαιο­πη­γές στην Οκλα­χό­μα, ενώ παράλ­λη­λα έπαι­ζε σε ερα­σι­τε­χνι­κές παρα­στά­σεις. Στη συνέ­χεια μπή­κε σε περιο­δεύ­ο­ντα θία­σο του Πόρ­τλαντ και η δασκά­λα Τζο­ζε­φίν Ντί­λον τον πήρε υπό την προ­στα­σία της και του έμα­θε τα βασι­κά της υποκριτικής.

Στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του ’20 αισθάν­θη­κε έτοι­μος για το ταξί­δι στο Χόλι­γουντ και παντρεύ­τη­κε την Ντί­λον, η οποία έγι­νε και η ατζέ­ντης του. Στην αρχή έπαι­ξε ρόλους κομπάρ­σου σε βου­βές ται­νί­ες του φημι­σμέ­νου Έριχ Φον Στρο­χάιμ, ενώ έκα­νε και κάποιες εμφα­νί­σεις στο θέα­τρο, όπου θα γνω­ρι­στεί με τον Λάιο­νελ Μπά­ρι­μορ, μετέ­πει­τα στε­νό φίλο του. Με τις πρώ­τες ενθαρ­ρυ­ντι­κές κρι­τι­κές ο Γκέιμπλ θα υπο­γρά­ψει συμ­βό­λαιο με την MGM, ενώ είχε προη­γη­θεί ένα απο­τυ­χη­μέ­νο δοκι­μα­στι­κό με την Warner, καθώς ο Ντά­ριλ Φ. Ζάνουκ τον απέρ­ρι­ψε λόγω των μεγά­λων του αυτιών!

Το Όσκαρ και η Κρόφορντ

Το 1931 γύρι­σε συνο­λι­κά 12 ται­νί­ες, συνερ­γα­ζό­με­νος με “θηρία”, όπως Γκρέ­τα Γκάρ­μπο, Τζιν Χάρ­λο­ου και Μίρ­να Λόι, και μέσα σε τρία χρό­νια είχε γίνει ο ποιο εμπο­ρι­κός ηθο­ποιός του Χόλι­γουντ- ειδι­κά μετά το Όσκαρ Α’ ανδρι­κού ρόλου. Αυτό θα έρθει το 1934 με την κλα­σι­κή τρι­σχα­ρι­τω­μέ­νη ρομα­ντι­κή κωμω­δία “Συνέ­βη μία Νύχτα” του Φρανκ Κάπρα, δίπλα στην Κλο­ντέτ Κολ­μπέρ. Ήταν πλέ­ον ο “βασι­λιάς του Χόλιγουντ”.

Ο Γκέιμπλ, περι­βό­η­τος γυναι­κο­κα­τα­κτη­τής, είχε ήδη χωρί­σει με την Ντί­λον για να παντρευ­τεί την κοσμι­κή Ρία Λάν­γκαμ, ενώ είχε και ερω­τι­κές περι­πέ­τειες με άλλες ηθο­ποιούς, μετα­ξύ των οποί­ων και η Τζό­αν Κρό­φορντ, που ήταν τότε παντρε­μέ­νη με τον Ντά­γκλας Φέρ­μπανκς τον νεό­τε­ρο. Η σχέ­ση του με την Κρό­φορντ, όπως λένε οι ιστο­ρι­κοί του κινη­μα­το­γρά­φου, παρα­λί­γο “να κάψει” το Χόλι­γουντ. Χρειά­στη­κε η επέμ­βα­ση του Μάγιερ για να δια­κό­ψουν τη σχέ­ση τους.

Η Κάρολ Λόμπαρντ και ο Ρέτ Μπάτλερ

Με την ανα­γνώ­ρι­ση του εμπο­ρι­κό­τε­ρου ηθο­ποιού, το 1935 θα παί­ξει στη δρα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια “Ναυ­τι­κή Ανταρ­σία”, δίπλα στον Τσαρλς Λότον. Τερά­στια εμπο­ρι­κή επι­τυ­χία, που θα κερ­δί­σει το Όσκαρ καλύ­τε­ρης ται­νί­ας και θα χαρί­σει μια υπο­ψη­φιό­τη­τα για το Όσκαρ Α’ ανδρι­κού ρόλου στον Γκέιμπλ. Το 1939 θα παντρευ­τεί την περί­φη­μη σταρ Κάρολ Λόμπαρντ, ζώντας την πιο ευτυ­χι­σμέ­νη περί­ο­δο της ζωής του, αλλά ιδιαι­τέ­ρως σύντο­μη, καθώς η μονα­δι­κή αγα­πη­μέ­νη του θα σκο­τω­νό­ταν σε ένα αερο­πο­ρι­κό δυστύ­χη­μα το 1942. Η Λόμπαρντ, που ανε­χό­ταν τις ερω­τι­κές του ατα­σθα­λί­ες, ήταν αυτή που τον έπει­σε να παί­ξει στο “Όσα Παίρ­νει ο Άνε­μος”, αφού ο ίδιος δεν ήθε­λε να ακού­σει τίπο­τα. Ίσως για­τί πριν τον Γκέιμπλ, ο άλλος σταρ της επο­χής, ο Γκά­ρι Κού­περ, είχε απορ­ρί­ψει τον ρόλο, υπο­στη­ρί­ζο­ντας ότι θα «είναι η μεγα­λύ­τε­ρη απο­τυ­χία στην ιστο­ρία του Χόλι­γουντ». Είχε πέσει έξω. Τελι­κά, ο Γκέιμπλ θα πάρει τον ρόλο και θα φτιά­ξει έναν ανε­ξί­τη­λο χαρα­κτή­ρα, αυτό του Ρετ Μπά­τλερ, δίπλα στη Βίβιαν Λι. Η ατά­κα προς την Σκάρ­λετ «ειλι­κρι­νά, αγά­πη μου δεν δίνω δεκά­ρα» θα αφή­σει εποχή.

“Οι Αταίριαστοι” και η Μέριλιν

Η πορεία του Κλαρκ Γκέιμπλ θα συνε­χι­στεί με επι­τυ­χί­ες και θριάμ­βους (“Μογκά­μπο”, “Σάρ­κα και Μαστί­γιο”, “Δια­κο­πές στη Νάπο­λη”) μέχρι που στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του ’60 θα του δοθεί η ευκαι­ρία να παί­ξει τον ρόλο της ζωής του στο εξαι­ρε­τι­κό δρα­μα­τι­κό νεο-γου­έ­στερν του Τζον Χιού­στον “Οι Αταί­ρια­στοι”, δίπλα στην Μέρι­λιν Μον­ρόε, το από­λυ­το σύμ­βο­λο του σεξ, που είχε όμως τη χει­ρό­τε­ρη γνώ­μη για το Χόλι­γουντ και τους μεγα­λο­πα­ρά­γο­ντές του.

Έσπασε το καλούπι

«Σε όλη μου τη ζωή ονει­ρευό­μουν να παί­ξω με τον Κλαρκ Γκέιμπλ. Ήταν ο από­λυ­τος άνδρας για μένα. Όταν ήμουν μικρή, είχα μία φωτο­γρα­φία του πάνω από το κρε­βά­τι μου. Φαντα­ζό­μουν ότι ο Γκέιμπλ ήταν ο πατέ­ρας μου και αυτή η σκέ­ψη με βοη­θού­σε να κοι­μη­θώ». Αυτό είχε δηλώ­σει η Μον­ρόε, η οποία τον ακο­λού­θη­σε στον θάνα­το δύο χρό­νια μετά τον ξαφ­νι­κό χαμό του. Ήταν στις 26 Νοεμ­βρί­ου του 1960, όταν ο Γκέιμπλ υπέ­στη έμφραγ­μα τού μυο­καρ­δί­ου. Τάφη­κε δίπλα στην λατρευ­τή του Λόμπαρντ, αφή­νο­ντας πίσω του τρία, του­λά­χι­στον, παι­διά, τερά­στιες επι­τυ­χί­ες και φυσι­κά τον εμβλη­μα­τι­κό ανδρι­σμό του, που σε συν­δυα­σμό με την ομορ­φιά του, μοιά­ζει με καλού­πι που έσπα­σε και πάει…

Πηγή: ΑΠΕ / Χάρης Αναγνωστάκης

Φώτης Αγγου­λές, ο προ­λε­τά­ριος ποιητής

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο