Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κούβα 7η τέχνη: Μακάρι να ζήσει η ουτοπία, ο πρώτος πολιτιστικός θεσμός που δημιουργήθηκε από την Επανάσταση και γίνεται 65 ετών, εν μέσω πολλαπλών προκλήσεων

Λίγες μόνο φρά­σεις αρκούν για να απο­τι­μη­θούν οι ρίζες μιας κλη­ρο­νο­μιάς από την οποία έχουν πει στο κρά­τος και λαός: «Άλλα­ξα εγώ ή άλλα­ξε η πόλη;» (σσ. ανα­φο­ρά στην ται­νία Memorias del subdesarrollo _μνή­μες υπα­νά­πτυ­ξης του Tomás Gutiérrez Alea, 1968) _«Σήμερα είναι η τυχε­ρή μου μέρα!» (σσ. ται­νία κινού­με­νων σχε­δί­ων για παι­διά του Keiko Kasza) _«Ε …, αυτή με τα cornetica» (σσ. Vampiros en la Habana | Μια οικο­γέ­νεια βαμπίρ από την Κού­βα ετοι­μά­ζε­ται για μια ανα­μέ­τρη­ση μετα­ξύ των βαμπίρ των ΗΠΑ και των βρι­κο­λά­κων της Ανα­το­λι­κής Ευρώ­πης του Juan Padrón) _«Δεν θέλω ψέμα­τα αργό­τε­ρα, είμαι ζωντα­νή» (σσ. Τρα­γου­δώ­ντας και χορεύ­ο­ντας στους ρυθ­μούς των Silvestre Dangond & Rolando Ochoa, με το τρα­γού­δι τους “La Difunta” _η θανού­σα) _  «Άντε, κύριος, υπάρ­χει ακό­μα πολύ μαχλέ­πι να δώσεις» (σσ. φρά­ση του Elpidio Valdés χαρα­κτή­ρα κου­βα­νέ­ζι­κων κινου­μέ­νων σχε­δί­ων και κόμικ)

Αυτά και 10άδες άλλα θα μπο­ρού­σαν να  επι­λε­γούν, τώρα από το Instituto Cubano de Arte e Industria Cinematográficos (Icaic) _Κουβανικό Ινστι­τού­το Κινη­μα­το­γρα­φι­κής Τέχνης και Βιο­μη­χα­νί­ας, σε μια δια­δρο­μή 65 ετών, από την εμφά­νι­σή του, στις 24 Μαρ­τί­ου 1959, υπο­στή­ρι­ξε τη δημιουρ­γία εμβλη­μα­τι­κών, στέ­ρε­ων έργων που πραγ­μα­τι­κά – όπως έλε­γε ο ιδρυ­τι­κός τους νόμος – έχουν ανε­βά­σει τον κινη­μα­το­γρά­φο στην κατη­γο­ρία της τέχνης.

Σχε­τι­κά με την πορεία του θεσμού, σε ένα παρόν που χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από τεχνο­λο­γι­κή ανά­πτυ­ξη, την ποι­κι­λο­μορ­φία των φωνών και την επι­τα­κτι­κή ανά­γκη εξεύ­ρε­σης βιώ­σι­μων πηγών χρη­μα­το­δό­τη­σης, χωρίς να εγκα­τα­λεί­πει την ουσία, ο Alexis Triana Hernández, πρό­ε­δρος του Icaic, μίλη­σε με τη Granma.

Πόσοι από τους αρχι­κούς στό­χους
και προ­α­παι­τού­με­να ισχύ­ουν σήμερα;

–Υπάρ­χει μια φιλ­μο­γρα­φία που δεν μπο­ρού­με να παρα­βλέ­ψου­με, η οποία ξεπερ­νά κατά πολύ την προ­ε­πα­να­στα­τι­κή περί­ο­δο. Όμως, χωρίς αμφι­βο­λία, η ύπαρ­ξη μιας πραγ­μα­τι­κά επα­να­στα­τι­κής _ανατρεπτικής νομο­θε­σί­ας για τον κινη­μα­το­γρά­φο επέ­τρε­ψε την ανά­πτυ­ξη _με πολ­λές δυσκο­λί­ες, μιας νέας 7ης ΤΕΧΝΗΣ για ονειροπόλους.

  • Απο­τί­ου­με φόρο τιμής σε όλους για αυτό που σήμαι­ναν ως προη­γού­με­νο. Καθιε­ρώ­νο­ντας τον κινη­μα­το­γρά­φο ως κρα­τι­κή πολι­τι­κή κατα­φέρ­νου­με να ανα­κτή­σου­με αυτή την κλη­ρο­νο­μιά, σε πολ­λές περι­πτώ­σεις να την απο­κα­τα­στή­σου­με, να την εκτι­μή­σου­με και να την παρα­δώ­σου­με στις νέες γενιές.
  • Ο κινη­μα­το­γρα­φι­κός νόμος που ίδρυ­σε η Icaic, ο τόσο επα­να­στα­τι­κός για την επο­χή του, χρειά­στη­κε να προ­σθέ­σει αυτό που έχει επι­τύ­χει το ίδιο το κρά­τος: το νομο­θε­τι­κό πλαί­σιο που δημιούρ­γη­σε ανε­ξάρ­τη­τες εται­ρεί­ες οπτι­κο­α­κου­στι­κής παρα­γω­γής, οι οποί­ες είναι απα­ραί­τη­τες σήμε­ρα στο κου­βα­νι­κό οπτι­κο­α­κου­στι­κό πανόραμα.

Το Ταμείο Ανά­πτυ­ξης· ή το νέο νόη­μα της Επι­τρο­πής Κινη­μα­το­γρά­φου που ενέ­κρι­νε πριν από λίγες μέρες το Υπουρ­γι­κό Συμ­βού­λιο θα πρέ­πει να τονώ­σει τη δυνα­τό­τη­τα της Κού­βας ως κινη­μα­το­γρα­φι­κού κέντρου προ­ο­ρι­σμού. Υπάρ­χει ένας ολό­κλη­ρος πλού­τος γνώ­σε­ων που έχει προ­στε­θεί από το έτος 1959, ο οποί­ος πρέ­πει να στη­ρι­χτεί και νομικά.

«Το ουσια­στι­κό παρα­μέ­νει ζωντα­νό, πράγ­μα­τι ο κινη­μα­το­γρά­φος πρέ­πει να είναι το καμά­ρι του λαού και πρέ­πει να δια­σφα­λί­σου­με ότι συμ­με­τέ­χει σε ολό­κλη­ρη την κοι­νω­νι­κή δια­δι­κα­σία αλλα­γής που συμ­βαί­νει σήμερα».

Ανα­φο­ρι­κά με το θεμε­λιώ­δες σύν­θη­μα στή­ρι­ξης, ο Triana ανα­φέ­ρε­ται στον σκο­πό της ανα­σύ­στα­σης του θεσμού σύμ­φω­να με τις ανά­γκες των και­ρών: «Ο 21ος  αιώ­νας μας προ­κα­λεί συνε­χώς, πρέ­πει να εκτο­ξευό­μα­στε με όλα όσα μας έχει δώσει, στα νέα εργα­λεία που προ­κα­λούν τον δημιουρ­γό. Αν το Icaic δεν στη­ρί­ξει αυτούς τους δημιουρ­γούς, αν δεν είναι στον άξο­να αυτών των συζη­τή­σε­ων, αν δεν κατα­φέ­ρει, πάνω απ’ όλα, να μετα­λα­μπα­δεύ­σει σαν καθη­με­ρι­νό­τη­τα  του να πάει ο λαός στον κινη­μα­το­γρά­φο για να δει από το μικρού μήκους κινου­μέ­νων σχε­δί­ων και το ντο­κι­μα­ντέρ, μέχρι την (σσ. μεγά­λου μήκους) ται­νία, ως μέρος μιας συνο­λι­κής ιδέ­ας, δεν θα έχου­με επι­τύ­χει αυτό που θέλα­με να κάνουμε.

Σε ένα ευρύ πλαί­σιο όπως αυτό της σημερινής
κινη­μα­το­γρα­φι­κής δημιουρ­γί­ας, τι ρόλο παί­ζει ο θεσμός;

– Επι­διώ­κου­με συνε­χώς τον διά­λο­γο. Το να δια­φω­νείς από δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα μπο­ρεί να είναι έντι­μο, όμως η συζή­τη­ση για το πώς να γίνε­σαι  καλύ­τε­ρος είναι μια πολύ­τι­μη ιδιό­τη­τα που πρέ­πει να καλ­λιερ­γη­θεί. Θα είμα­στε πάντα ανοι­χτοί σε συνο­μι­λί­ες με σεβα­σμό, χωρίς επι­βο­λές, σε εμπλου­τι­σμέ­νο διά­λο­γο και κυρί­ως σε αμοι­βαία εργασία.

«Η κόκ­κι­νη γραμ­μή πέρα από την οποία δεν μπο­ρού­με να κάνου­με διά­λο­γο είναι το παι­χνί­δι του εχθρού, η χρη­μα­το­δό­τη­ση που ξέρε­τε ότι είναι αντί­θε­τη με την κοι­νω­νι­κή μας τάξη».

Όσον αφο­ρά άλλες τρέ­χου­σες επι­τα­γές, ο Τριά­να πιστεύ­ει ότι οι οργα­νώ­σεις της Κεντρι­κής Κρα­τι­κής Διοί­κη­σης πρέ­πει «να κατα­νο­ή­σουν τη μονα­δι­κό­τη­τα της βιο­μη­χα­νί­ας, για­τί δεν μιλά­με μόνο για γυρί­σμα­τα ται­νιών, αλλά για τη δια­τύ­πω­ση όσων γρά­φο­νται στο όνο­μα αυτού του ιδρύ­μα­τος, της κινη­μα­το­γρα­φι­κής τέχνης και υπάρ­χει μια ορι­σμέ­νη τεχνο­κρα­τι­κή σκέ­ψη που δεν κατα­λα­βαί­νει αυτή τη διαφορά.

«Πρέ­πει να δώσου­με βάση τον κινη­μα­το­γρά­φο της γει­το­νιάς, τον δημο­τι­κό κινη­μα­το­γρά­φο, που γίνε­ται η καρ­διά της κοι­νό­τη­τας. Αυτό που δεν μπο­ρεί να συμ­βεί είναι να καταρ­ρεύ­σει ο κινη­μα­το­γρά­φος. Και επί­σης πως πρέ­πει να εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται όπου υπάρ­χουν ομά­δες, δημιουρ­γού­νται θεά­μα­τα, πρωτοποριακά».

Ομοί­ως, εξη­γεί, είναι απα­ραί­τη­το να κατα­νο­ή­σου­με ότι «πρέ­πει να ενθαρ­ρύ­νου­με την προ­σέλ­κυ­ση ξένου κεφα­λαί­ου, να προ­ω­θή­σου­με την Κού­βα ως κινη­μα­το­γρα­φι­κό προ­ο­ρι­σμό και να ανα­κτή­σου­με αυτό που συνέ­βη στις δεκα­ε­τί­ες του ’90 και του 2000, όταν έγι­ναν γυρί­σμα­τα από πολ­λά μέρη του κόσμου στο νησί.

Εν μέσω του Φεστι­βάλ Κου­βα­νι­κού Κινη­μα­το­γρά­φου, που θα διαρ­κέ­σει έως τις 31 Μαρ­τί­ου, με πρε­μιέ­ρες, προ­βο­λές, προ­τά­σεις και θεω­ρη­τι­κές συνα­ντή­σεις και που στο­χεύ­ει να απο­τε­λέ­σει τον σπό­ρο ενός νέου Φεστι­βάλ που θα δημιουρ­γη­θεί, ο Τριά­να δηλώ­νει κατηγορηματικά:

“Πρέ­πει να κάνεις καλό σινε­μά. Πρέ­πει να δια­σφα­λί­σου­με ότι οι κάμε­ρές μας θα επι­στρέ­ψουν στις κοι­νό­τη­τες, στις γει­το­νιές, όπου κρί­νε­ται η μοί­ρα του Κου­βα­νού. Πρέ­πει να κινη­μα­το­γρα­φή­σου­με το έπος του λαού, που αντι­στέ­κε­ται και επι­τυγ­χά­νει ανθε­κτι­κό­τη­τα εν μέσω αυτών των περι­στά­σε­ων. Και μακά­ρι η ουτο­πία να συνε­χί­σει να ζει”.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο