Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κωνσταντίνος Καραγιαννόπουλος: «Βαβέλ – 7 ημέρες Δημιουργίας και Καταστροφής», εκδ. Anima (2017)

Παρου­σιά­ζει ο Ειρηναί­ος Μαρά­κης  // //

III.

Δεν έμα­θα ποτέ μου
να οδηγάω.
Ποτέ μου δεν κοίταξα
τον κόσμο κατά πρόσωπο.

Έτσι
αποστασιοποιημένος
πέρα­σα το μεγαλύτερο
μέρος της ζωής μου.

(σελ. 15)

Υπάρ­χει μία γενι­κευ­μέ­νη γκρί­νια και απο­γο­ή­τευ­ση σχε­τι­κά με την σύγ­χρο­νη ποι­η­τι­κή έκφρα­ση στην Ελλά­δα, όχι εντε­λώς αδι­καιο­λό­γη­τη, που μέσα σε όλα τα αρκε­τά σωστά που κατα­λο­γί­ζει σε μικρές ή μεγά­λες παρέ­ες με ποι­η­τι­κή ή «ποι­η­τι­κή», αν θέλε­τε, έκφρα­ση ή καταγ­γέλ­λο­ντας την ανυ­παρ­ξία κοι­νω­νι­κής ή καλ­λι­τε­χνι­κής στρά­τευ­σης και συνα­κό­λου­θα την έλλει­ψη ποι­η­τι­κών κει­μέ­νων που θα τρα­βή­ξουν το ενδια­φέ­ρον μας, που οδη­γεί­ται σε μία ολι­κή, αν όχι ολο­κλη­ρω­τι­κή, εξα­φά­νι­ση από κεί­με­να και παρα­τη­ρή­σεις κι εκεί­νων των φωνών που μέσα σε μια ακα­τέρ­γα­στη και δύστρο­πη επο­χή όπως η δική μας, φιλο­δο­ξούν και κατα­φέρ­νουν να φέρουν στο φως, μαρ­τυ­ρί­ες, άλλο­τε προ­σω­πι­κές, άλλο­τε πιο συλ­λο­γι­κές, μιας κοι­νω­νί­ας σε ανα­τα­ρα­χή κι ανη­συ­χία. Είναι μαρ­τυ­ρί­ες κοι­νω­νι­κές, χωρίς όμως να επι­διώ­κουν να αντι­κα­τα­στή­σουν την κοι­νω­νιο­λο­γία ή το δημο­σιο­γρα­φι­κό ρεπορ­τάζ και που κατα­φέρ­νουν να φτιά­ξουν ποί­η­ση που μπο­ρεί να αγγί­ζει όλους τους ανθρώ­πους με τη δυνα­μι­κή τους έκφραση,

Από αυτή εδώ την θέση, αισθά­νο­μαι πολύ τυχε­ρός, που έχω την αγα­θή τύχη, να γνω­ρί­σω ορι­σμέ­νες από αυτές τις φωνές, που συγκρο­τούν μια πολυ­ποί­κι­λη, πολύ­μορ­φη και πολυ­σή­μα­ντη τάση ποι­η­τι­κής αμφι­σβή­τη­σης, μιας ποί­η­ση, όπως έχει παρα­τη­ρη­θεί, της κρί­σης. Το ενδια­φέ­ρον σε αυτή την ποι­η­τι­κή έκφρα­ση είναι ότι έρχε­ται πρώ­τος απ’ όλους ο ανθρώ­πι­νος παρά­γο­ντας, ως εκεί­νο τα στοι­χείο που αφού δια­μορ­φώ­νε­ται από μία κοι­νω­νία πνιγ­μέ­νη στις αντι­φά­σεις και στα προ­βλή­μα­τα της, επι­χει­ρεί να την αμφι­σβη­τή­σει. Και σε αυτή την προ­σπά­θεια δεν είναι μόνο η πολι­τι­κή και κοι­νω­νι­κή στρά­τευ­ση που έχει να συνει­σφέ­ρει αλλά και όλα τα άλλα θέμα­τα που συνα­πο­τε­λούν την ανθρώ­πι­νη συν­θή­κη. Ο έρω­τας, οι αισθή­σεις και οι παραι­σθή­σεις, οι πνευ­μα­τι­κές ανη­συ­χί­ες, οι ματαιω­μέ­νες αλή­θειες και οι κρυ­φές εξο­μο­λο­γή­σεις που δεν αντέ­χουν μέσα στα περιο­ρι­σμέ­να όρια τους και όπου εκρή­γνυ­νται, σκορ­πώ­ντας ανη­συ­χία στους κάθε λογής φιλή­συ­χους πολί­τες, οι σκέ­ψεις και οι υπεκ­φυ­γές κάθε είδους και ταυ­τό­τη­τας, που ανα­ζη­τούν, όχι απλά την έκφρα­ση –αυτό είναι ένα μικρο­α­στι­κό κρι­τή­ριο, με ελά­χι­στες δυνα­τό­τη­τες ανά­πτυ­ξης, εάν περιο­ρι­στού­με μόνο σε αυτό – αλλά που διεκ­δι­κούν να ταρα­κου­νή­σουν τα βολε­μέ­να μυα­λά, τις υπο­ταγ­μέ­νες συνειδήσεις.

Αυτή ακρι­βώς είναι η γενι­κή εικό­να, που προ­σω­πι­κά απο­κό­μι­σα, δια­βά­ζο­ντας ή μάλ­λον παλεύ­ο­ντας, με την «Βαβέλ», την πρώ­τη ποι­η­τι­κή κατά­θε­ση του νέου ποι­η­τή Κων­στα­ντί­νου Καρα­γιαν­νό­που­λου που κυκλο­φό­ρη­σε φέτος το φθι­νό­πω­ρο από τις εκδό­σεις Anima.

Μικρά διαλείμματα ευτυχίας

Στην «Βαβέλ» του, όπου συμπλη­ρώ­νει ο υπό­τι­τλος «7 ημέ­ρες Δημιουρ­γί­ας και Κατα­στρο­φής» , ο ποι­η­τής έρχε­ται σε επα­φή τόσο με την κοι­νω­νι­κή του, όσο και με την σεξουα­λι­κή του, ταυ­τό­τη­τα, με τις κοι­νω­νι­κές συμ­βά­σεις που μέσα σε ένα κλί­μα ανέ­χειας, ηθι­κής και σωμα­τι­κής έκπτω­σης αλλά και συνει­δη­σια­κής απο­γο­ή­τευ­σης και εξάρ­τη­σης, επι­βάλ­λουν ή και διδά­σκουν, αν θέλε­τε, πως δεν υπάρ­χει άλλη διέ­ξο­δος από την απο­δο­χή των καθιε­ρω­μέ­νων που μπο­ρούν εύκο­λα κι αβί­α­στα, να εξα­γο­ρα­στούν με λία, μικρά κι οπωσ­δή­πο­τε ανε­παρ­κή, δια­λείμ­μα­τα ευτυχίας.

Να σημειώ­σου­με εδώ όμως, πως ο ποι­η­τής στο έργο αυτό, δεν ταυ­τί­ζε­ται από­λυ­τα με τον αφη­γη­τή: έχου­με δύο πρό­σω­πα σε αυτό το ενιαίο θεμα­τι­κά ποί­η­μα, σε μία υπό­στα­ση που συν­δια­λέ­γε­ται τόσο με το προ­σω­πι­κό του παρελ­θόν όσο και με τις ατο­μι­κές και συλ­λο­γι­κές ανη­συ­χί­ες του. Μέσα σε όλα αυτά, εκεί­νο που κυριαρ­χεί, είναι το ζήτη­μα του έρω­τα. Η προ­δο­σία του έρω­τα, η απο­κα­θή­λω­ση ψεύ­τι­κων ειδώ­λων –μαζί τους έρχε­ται και η απο­κα­θή­λω­ση των κοι­νω­νι­κών ψευ­δαι­σθή­σε­ων, η σωμα­τι­κή έντα­ση, η πρό­σκαι­ρη ανα­κού­φι­ση, η μόνι­μη μελαγ­χο­λία και απο­γο­ή­τευ­ση, η σεξουα­λι­κή επι­θυ­μία, ο αγώ­νας διαρ­κεί­ας να κατα­φέ­ρει ο έρω­τας να απε­λευ­θε­ρω­θεί από τα κοι­νω­νι­κά δεσμά, της οικο­γέ­νειας, της μίζε­ρης πολι­τεί­ας και να φτά­σει να ανα­πτύ­ξει το δικό του σύμπαν. Από αυτή την άπο­ψη, η «Βαβέλ» απει­κο­νί­ζει με εντυ­πω­σια­κή αρτιό­τη­τα, το δισε­πί­λυ­το πρό­βλη­μα της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νί­ας, χωρίς να διδά­σκει και χωρίς να ορί­ζει νέες συμπε­ρι­φο­ρές σε αντι­κα­τά­στα­ση των παλιό­τε­ρων, ούτε όμως στη­ρί­ζε­ται σε μία άγο­νη και στε­γνή δια­μαρ­τυ­ρία. Κι αυτό για­τί έχει στό­χοι να φτιά­ξει ποί­η­ση που θα οδη­γή­σει τον ανα­γνώ­στη να ανα­κα­λύ­ψει από μόνος του, αυτά που χρειά­ζε­ται να ανα­κα­λύ­ψει – και που φυσι­κά, ίσως να μην έχουν καμία σχέ­ση από αυτά που περι­γρά­φει ο παρα­πά­νω σχο­λια­σμός. Νομί­ζω, έχω την βεβαιό­τη­τα δηλα­δή, πως αυτό απο­τε­λεί κι ένα από τα θετι­κά αυτού του  έργου. Κι είναι ένα έργο που μπο­ρεί να μοιά­ζει απο­σπα­σμα­τι­κό, αλλά τόσο εννοιο­λο­γι­κά, όσο και μορ­φο­λο­γι­κά απο­τε­λεί ένα και μόνο ποί­η­μα, με πολ­λά κεφά­λαια και κι υπο­στά­σεις κι όπου χρη­σι­μο­ποιεί μια γλώσ­σα, ανυ­πό­κρι­τη, χωρίς περιτ­τές εκφρά­σεις και στεί­ρους εντυ­πω­σια­σμούς, ανα­δει­κνύ­ο­ντας με τον καλύ­τε­ρο τρό­πο όσα θέλει να αναδείξει.

Αλλά, όπως έχω κάνει και σε άλλες περι­πτώ­σεις και θα το ξανα­κά­νω, να είστε σίγου­ροι, θα στα­μα­τή­σω εδώ τον σχο­λια­σμό –ενώ στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα νοιώ­θω πως έχω να πω πολ­λά περισ­σό­τε­ρα, για να σας προ­τρέ­ψω να δια­βά­σε­τε κι αυτό το έργο για να μπο­ρέ­σου­με μετά από κοι­νού να το συζη­τή­σου­με, ακό­μα και να δια­φω­νή­σου­με. Έτσι κι αλλιώς, αυτός είναι ο ρόλος της ποί­η­σης σήμε­ρα: η ανά­πτυ­ξη της δια­φω­νί­ας, η αμφι­σβή­τη­ση, το γκρέ­μι­σμα κάθε είδους Βαβέλ – μόνο έτσι θα πάμε μπροστά.

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Κων­στα­ντί­νος Καρα­γιαν­νό­που­λος γεν­νή­θη­κε στο Καρ­πε­νή­σι το 1989. Ασχο­λεί­ται με την δημο­σιο­γρα­φία, την κρι­τι­κή λογο­τε­χνί­ας και την ποί­η­ση ενώ είναι εκδό­της του λογο­τε­χνι­κού και πολι­τι­στι­κού περιο­δι­κού Αλλιώς. Επί­σης, κεί­με­νά του, ποι­ή­μα­τα και λογο­τε­χνι­κές κρι­τι­κές, έχουν φιλο­ξε­νη­θεί στα περιο­δι­κά dailygoal.gr, vakxikon.gr, bibliotheque.gr, Θρά­κα και Κουκούτσι.

 _______________________________________________________________________________________________________

Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο