Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κωστής Παλαμάς & οι φρέζιες… 160 χρόνια από τη γέννηση του

Γρά­φει η Τασ­σώ Γαΐ­λα //
Αρθρο­γρά­φος-Ερευ­νή­τρια

13 Ιανουα­ρί­ου (παλαιό ημε­ρο­λό­γιο) γεν­νή­θη­κε στην πόλη των Πατρών ο δεύ­τε­ρος-μετά τον Διο­νύ­σιο Σολω­μό- εθνι­κός μας ποι­η­τής , ο Κωστής Παλαμάς.

29 Φεβρουα­ρί­ου 1943 η ημε­ρο­μη­νία θανά­του του στην Αθή­να όπου και ετά­φη στο Α’ Νεκροταφείο.

Ποι­η­τής λυρι­κός και επι­κός ο Κωστής Παλα­μάς δια­κρί­θη­κε στην κρι­τι­κή, την διη­γη­μα­το­γρα­φία καθώς και στην συγ­γρα­φή θεα­τρι­κών έργων.

Κορυ­φαία μορ­φή των Ελλη­νι­κών γραμ­μά­των  δημο­τι­κι­στής κι ο ποι­η­τής που ‘σημά­δε­ψε’ ποι­κι­λο­τρό­πως την λογο­τε­χνία και την επο­χή του.

Τα μάτια της ψυχής μου/1892, Τάφος/1898, Η ασά­λευ­τη ζωή/1904, Η φλο­γέ­ρα του βασιλιά/1910, Δυο λου­λού­δια από τα ξένα/1925 ‚σκόρ­πιοι τίτλοι από την πλού­σια εργο­γρα­φία του.
Στο σημε­ρι­νό λιτό μας αφιέ­ρω­μα θα στα­θού­με σ’ ένα πάθος του Κωστή Παλα­μά την λατρεία του για τα λου­λού­δια και τη φύση. Μετα­φε­ρό­μα­στε λοι­πόν νοε­ρά στην επο­χή του μεσο­πο­λέ­μου και στο σπί­τι του στη­νΑ­θή­να στην οδό Ασκλη­πειού 3 όπου έζη­σε περί­που 40(1834–1935) χρό­νια και πριν μετα­κο­μοί­σει μετά από έξω­ση , με την σύζυ­γο του Μαρία και την αγα­πη­μέ­νη του κόρη Ναυ­σι­κά στην Πλά­κα και στην οδό Περιάν­δρου 5.

Ακο­λου­θεί χωρίς καμιά περι­κο­πή η συνο­μι­λία του ποι­η­τή με το ζεύ­γος των ποι­η­τών­Στέ­φα­νου Δάφνη(1882–1947) και Αιμι­λί­ας Δάφ­νη (1881–1941).

Πάμε, λοι­πόν, στο σπί­τι του Κωστή Παλα­μά και της συζύ­γου του Μαρί­ας το γένος Βάλ­βη στην οδό Ασκλη­πιού να δού­με την επί­σκε­ψη του ζεύ­γους Δάφ­νη σε περι­γρα­φή Στέ­φα­νου Δάφ­νη..… «Στο φιλό­ξε­νο σπί­τι του Κωστή Παλα­μά κεί­να τα χρό­νια, πηγαί­να­με κι εμείς οι δύο και πάντα με τον σεβα­σμό που εμπνέ­ει το προ­σκύ­νη­μα στο ναό μιας τέχνης θεί­ας… Δεν ξέρω πως ο λόγος έπε­σε στα λου­λού­δια. Ο ποι­η­τής ήταν «φιλαν­θής» καθώς μας το δεί­χνει και η ποί­η­σή του. Μας εξή­γη­σε την αγά­πη του «στα ωραιό­τε­ρα παι­διά της Φύσης» τα λουλούδια.

– Προ­τι­μώ τη φρέ­ζια, είπε ο Παλαμάς.
– Και όμως, παρα­τή­ρη­σε η Αιμι­λία, έξω, στη σκά­λα σας και στο μπαλ­κό­νι, είδα διά­φο­ρες γλά­στρες, με μυρι­στι­κά, αλλά ποτέ δεν είδα φρέζιες.
– Ναι, λεί­πει, ακρι­βώς, εκεί­νο που προ­τι­μώ, είπε με παρά­πο­νο ο Παλα­μάς και κοί­τα­ξε την αγα­πη­μέ­νη του σύζυγο.
– Καλά, καλά, Κωστή, χαμο­γέ­λα­σε η Μαρία. Θα φρο­ντί­σω ν’ αγο­ρά­σου­με μια γλά­στρα από την Αγία Ειρήνη.

Η Αιμι­λία Δάφ­νη, τότε ‑λάμ­ψα­νε τα μάτια της από χαρά- εζή­τη­σε την άδεια («και την ευτυ­χία», είπε) να προ­σθέ­σει αυτή, «από τον ταπει­νό μας κήπο», το λου­λού­δι που έλει­πε, όταν θα ‘ρχό­τα­νε ο και­ρός του…

Ο Ποι­η­τής ευχα­ρί­στη­σε την Ποι­ή­τρια των «Χρυ­σών Κυπέλ­λων» για την ευγε­νι­κή της προ­θυ­μία και η κου­βέ­ντα τους ετε­λεί­ω­σε και για κεί­νο το δειλινό…

– Έφη, είπε, τέλος, μια μέρα η Αιμι­λία, θα πας αυτή τη γλά­στρα στο σπί­τι του κύριου Παλαμά.

Και το κορί­τσι του σπι­τιού πήρε τη γλά­στρα, που είχε είκο­σι-τριά­ντα ανθι­σμέ­νες φρέ­ζιες και την έφε­ρε στην οδό Ασκλη­πιού 3.

Ύστερ’ από μέρες, ήρθε η απά­ντη­ση, γραμ­μέ­νη σε στί­χους, που ο Ποι­η­τής τους έστει­λε σε μένα με το ακό­λου­θο γράμ­μα του, που το έλα­βα καθυ­στε­ρη­μέ­νο από το Ταχυδρομείο:

3.4.33

Φίλε ποι­η­τή,

Βλέ­πεις το εσώ­κλει­στο γράμ­μα με τα ταχυ­δρο­μι­κά του σημειώ­μα­τα τα ελε­ει­νά που έγρα­ψα τη διεύ­θυν­ση σύμ­φω­να με το σημεί­ω­μα της γυναί­κας σου και που ευρέ­θη ανε­παρ­κής. Σε παρα­κα­λώ, λοι­πόν, να της το δώσεις εσύ, ύστερ’ από τόσες μέρες και να ευχα­ρι­στή­σεις κι εσύ από μέρους μου την ποι­ή­τρια για την ποι­η­τι­κή της προσφορά.
Θυμού­μαι πως κάτι μου είχες πει τη μόνη μέρα που συνα­ντη­θή­κα­με στο γρα­φείο του Δρο­σί­νη, και αυτή θα είναι η πραγ­μα­το­ποί­η­ση της υπο­σχέ­σε­ώς σου. Σας ευχα­ρι­στώ και τους δύο, για­τί και τους δύο, από χρό­νια τώρα, θαυμάζω.

Ο γερα­σμέ­νος φίλος σου
Κωστής Παλα­μάς

Χάρη­κε, βέβαια, πολύ η ποι­ή­τρια, αλλά δεν ήθε­λε να τους δημο­σιεύ­σει τους στί­χους, αν και ο Παλα­μάς προ­φο­ρι­κώς, σε κατο­πι­νή επί­σκε­ψή μας, της είχε δώσει την άδεια. Μου έλε­γε: «Θα πού­νε ότι το έκα­να για ρεκλά­μα. Ξέρεις ότι εμέ­να δεν μου αρέ­σουν αυτά».

Φρέζια

Φρέ­ζια

Αργό­τε­ρα, που γρά­φα­με τις «Ιστο­ρί­ες Λου­λου­διών» και της το επρό­τει­να πάλι, η Αιμι­λία είπε:

«Καλά. Δημο­σί­ευ­σέ το εσύ, άμα πεθά­νω». Και το έκλει­σε πάλι στο συρ­τά­ρι της. Τώρα, που κ’ εκεί­νη έφυ­γε, φέρ­νω στη δημο­σιό­τη­τα το σύντο­μο ποί­η­μα του Παλα­μά, αφού κάθε στί­χος του Μεγά­λου μας Ποι­η­τή απο­τε­λεί κι ένα πολύ­τι­μο πετρά­δι στο πολύ­ε­δρο και λαμπε­ρό έργο της ζωής του.

Στην Αιμι­λία του Στέ­φα­νου Δάφνη

Μια γλά­στρα. Οι φρέ­ζιες οι ξαν­θές. Μεσ’ στο Μαρ­τιού το κρύο
Το πρό­σω­πό της η Άνοι­ξη μου ξεσκε­πά­ζει γελαστό/
Άνθια είναι; Είναι του στί­χου σου μελω­δι­κό βιβλίο;
Με ξεγε­λά κάποιο όνει­ρο. – Ποι­ή­τρια, σας Ευχαριστώ.
29–3‑1933..Κωστής Παλαμάς.

…………

Λογα­ριά­ζω να πάω μια μέρα στον τάφο του Κωστή Παλα­μά. Θα δια­λέ­ξω ένα λιό­χα­ρο πρωί, που η εαρι­νή ευδία θα κατε­βαί­νει μέσα στην ψυχή ευτυ­χι­σμός και γαλή­νη. Που­λιά να πετούν στον αέρα, πετα­λού­δες… Θα μαζέ­ψω όλες τις φρέ­ζιες του Πατη­σιώ­τι­κου κήπου μας, και θα τις κρα­τώ αγκα­λιά, σαν κάτι πολύ­τι­μο, για­τί κηπεύ­τη­καν με φρο­ντί­δα και τις συντη­ρεί η στορ­γή και η ανάμνηση.

Θα στα­θώ μπρο­στά στον τάφο του Ποι­η­τή, θα τις σκορ­πί­σω στο χώμα του και θα πω:

– Αυτές τις φρέ­ζιες Σου τις στέλ­νει η Αιμι­λία Δάφ­νη. Δέξου τες με την ίδια καλο­σύ­νη. Είναι χρυ­σο­πόρ­φυ­ρες άνθι­νες φλό­γες, σαν την δικής Σου καρ­διάς. Και είναι ευλα­βι­κή προ­σφο­ρά, όχι μονά­χα από το δικό μου ταπει­νό χέρι, μα κι από τη Σκιά της Ποι­ή­τριας, που τόσο εξε­τί­μη­σες την τέχνη κ’ έγρα­ψες, πρώ­τος, το εγκώ­μιο στα «Χρυ­σά Κύπελ­λά» της… Είναι από τις ίδιες εκεί­νες φρέ­ζιες, και στις έφε­ρα με συγκι­νη­μέ­νη καρ­διά και βουρ­κω­μέ­να μάτια».

Αυτό είναι το θαυ­μά­σιο κεί­με­νο του Στ. Δάφ­νη για τις φρέ­ζιες της Αιμι­λί­ας Δάφ­νης, τον Κωστή Παλα­μά και την αγά­πη του ποι­η­τή για την­φρέ­ζια (Freesia sp.) που είναι ένα μικρό βολ­βώ­δες φυτό με αρω­μα­τι­κά άνθη τόσο πολύ όμορ­φο κι αγαπημένο.

aimilia dafni

 

Η Αιμι­λία Δάφ­νη σύζυ­γος του ποι­η­τή Στέ­φα­νου Δάφ­νη είναι μια από τις πλέ­ον δημο­φι­λείς γυναι­κεί­ες παρου­σί­ες στην Ελλη­νι­κή ποί­η­ση του 20ου αιώ­να που έγι­νε ευρέ­ως γνω­στή από την μελο­ποί­η­ση στί­χων της την 10ετία του 1960. Ιδιαί­τε­ρα γνω­στό το: Τρεις νέοι.

 

Ήτα­νε , Θέ μου, μια φορά
τρεις νέοι, τρεις φίλοι, τρία παιδιά,
αγά­πες, όνει­ρα, τραγούδια,
μέσα στο φως, μέσ’ τα λουλούδια,
τρεις νέοι, τρεις φίλοι, τρία παι­διά…. κλπ.

Και από την φρέ­ζια και την αγά­πη του Κ. Π σ’ αυτήν, περ­νά­με σ’ ένα άλλο αγα­πη­μέ­νο του ποι­η­τή λουλούδι.

Κωστή Παλα­μά: Ρόδου Μοσκοβόλημα.

Εφέ­τος άγρια μ’ έδει­ρεν η βαρυχειμωνιά,
που μ’ έπια­σε χωρίς φωτιά και μ’ ηύρε χωρίς νιάτα,
κι’ ώρα την ώρα πρό­σμε­να να σωρια­στώ βαριά
στη χιο­νι­σμέ­νη στράτα.
……….
Μα χτες καθώς με θάρε­ψε το γέλιο του Μαρτιού
και τρά­βη­ξα να ξανα­βρώ τ’ αρχαία τα μονοπάτια,
στο πρώ­το μοσκο­βό­λη­μα ενός ρόδου μακρινού
μου δάκρυ­σαν τα μάτια.

Μο

Μου­σείο Παλαμά

_____________________________________________________________________
Βοή­θη­μα:Νεο­ελ­λη­νι­κή Ποι­η­τι­κή Ανθο­λο­γία Πάπυρου/Αθήνα 1995.
1. Κωστής Παλαμάς.
2. Η πλά­κα στη θέση του σπι­τιού στην οδό Ασκληπειού3.
3. Το σπί­τι του Κ.Π., στην Πλά­κα, οδός Περιάνδρου5.
4. Ποι­ή­τρια Αιμι­λία Δάφ­νη. Σκί­τσο: Ρία Γαΐ­λα, σκιτσογράφος.
5. Μεσο­λόγ­γι: Μου­σείο Κ. Παλαμά
6. Φρέ­ζες, ρόδο.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο