Το τραγούδι “Η Καμπάνα” είναι η μελοποίηση του ομώνυμου εμβληματικού ποιήματος του μεγάλου μας Κώστα Βάρναλη.
Οι στίχοι του έργου δεν αναφέρονται απλά στην άθλια ζωή που βίωνε ο λαός στην Ελλάδα της δεκαετία του 20′, αλλά παρακινούν τους καταπιεσμένους να αλλάξουν αυτή την πραγματικότητα και να φέρουν τα πάνω κάτω.
“Αν είν’ ο λάκκος σου πολύ βαθύς
Χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς”.
Το κομμάτι είναι σε μουσική του Κώστα Βλαχούτσου και βρίσκεται στον πρώτο προσωπικό του δίσκο με τον τίτλο “Ξανθή”.
Στίχοι:
Ω σεις χαμόσυρτα, λέρα σκουλήκια,
η άλαμπη ζήση σας ζήση ναι δίκια.
Μια τρύπα ο κόσμος σας και μέσα κει
ο Χάρος λύτρωση κι ώρα γλυκή!
Δεν είναι κέντρισμα να σας κουνήσει,
κορμιά, που η άλυσσο τα χει τσακίσει.
Σκέψη, ποιος άνεμος θάν’ αξιωθεί
να σ’ ανατάραζε, σκότος βαθή;
Πάνω από θάλασσες, πάνω από χώρες,
με τους καλόκαιρους και με τις μπόρες
να με κατέβαζεν αγαλινά,
όπου τ’ ανθρώπινο πλήθος πονά.
Σε μίνες φόνισσες μπουχές καζέρνες,
λιμάνια ολόκαπνα, βοερές ταβέρνες,
σπιτάλια σκοτεινά και φυλακές,
μπορντέλ’ ακάθαρτα και προσευκές.
Στα στήθη να μπαινα σαν την ανέσα,
σφυγμός βαθύριζος στις φλέβες μέσα,
στο νου σαν άστραμα και στην ψυχή,
ν’ αχούσ’ αδιάκοπα τη διδαχή:
«Όλα τελειώνουνε κι όλα περνάνε,
ιδέες βασίλισσες κακογερνάνε,
στις νέες ανάγκες σου-κόπος βαρής!
σκοπούς αλάθεφτους κοίτα να βρεις.»
«Αν είν’ η σκέψη σου πριν από σένα,
δεν είναι απόκομμα θεού και γέννα:
τη σκλάβα σκέψη σου; σκλάβα δετή,
σου τήνε πλάσανε οι Δυνατοί.»
«Φτωχέ, σου μάραναν κόποι και πόνοι
τη θέληση άβουλη, πιωμένη αφιόνι!
Αν είν’ ο λάκκος σου πολύ βαθής,
χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς».