Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Λαζαρέτο — Φυλακές Κέρκυρας: Η «Βαστίλλη» της Ελλάδας που ποτίστηκε με το αίμα των αλύγιστων της ταξικής πάλης

«Να στέ­κε­σαι ολόρ­θος στον αγώ­να» είναι ο τίτλος της μεγά­λης εκδή­λω­σης τιμής και μνή­μης που διορ­γα­νώ­νει η ΤΕ Κέρ­κυ­ρας του ΚΚΕ, την Κυρια­κή 21 Νοέμ­βρη, στο Λαζα­ρέ­το, με ομι­λη­τή τον ΓΓ της ΚΕ του Κόμ­μα­τος, Δ. Κου­τσού­μπα. Το νησά­κι Λαζα­ρέ­το και οι φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας είναι ένας από τους τόπους που έχουν ποτι­στεί με το αίμα των αλύ­γι­στων της ταξι­κής πάλης, οι οποί­οι στά­θη­καν όρθιοι στα βασα­νι­στή­ρια και στο εκτε­λε­στι­κό από­σπα­σμα για­τί είχαν «τη ζωή πολύ πάρα πολύ αγαπήσει».

Στις Φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας φυλα­κί­στη­κε μεγά­λος αριθ­μός πολι­τι­κών κρα­τού­με­νων της μετα­ξι­κής δικτα­το­ρί­ας, του εμφυ­λί­ου και της χούντας.

Η «Βαστίλ­λη» της Ελλά­δας, όπως ονο­μά­στη­κε το κάτερ­γο της Κέρ­κυ­ρας, χτί­στη­κε από την Αγγλι­κή Αρμο­στεία το 1836. Μαζί με τις φυλα­κές Αβέ­ρωφ και Συγ­γρού είναι οι μονα­δι­κές στην Ελλά­δα που σχε­διά­στη­καν και κατα­σκευά­στη­καν με σκο­πό την αυστη­ρή απο­μό­νω­ση των κρα­του­μέ­νων, σε σημείο φυσι­κής εξό­ντω­σής τους.

Το κτί­ριο είχε σχή­μα οκτα­γώ­νου με δέκα ακτί­νες κρά­τη­σης αριθ­μη­μέ­νες με τα γράμ­μα­τα του αλφα­βή­του (Α έως Κ). Στο κέντρο της φυλα­κής, όπου κατέ­λη­γαν όλες οι ακτί­νες, υπήρ­χε το διοι­κη­τή­ριο, το «κου­λού­ρι». Τα κελιά της απο­μό­νω­σης, αλλά και οι «Γολ­γο­θά­δες» ‑τα κελιά  που πέρ­να­γαν την τελευ­ταία τους νύχτα όσοι θα εκτε­λού­νταν στο Λαζα­ρέ­το- δικαιο­λο­γού­σαν τη φήμη αυτού του κάτεργου.

«Καθε­στώς σκλη­ρό, απάν­θρω­πο, νηστεί­ες, απα­γο­ρεύ­σεις και το πιο φοβε­ρό απ’ όλα: Τα απο­μο­νω­τή­ρια. Ήσουν μόνος, μόνος με τα τέσ­σε­ρα ντου­βά­ρια του κελιού για συντρο­φιά. Ξημέ­ρω­νε, νύχτω­νε, περ­νού­σαν οι βδο­μά­δες, οι μήνες, οι επο­χές, τα χρό­νια, βου­βά, σκο­τει­νά, άφι­λα γύρω σου…

Και συ μονα­χός. Ούτε μια κου­βέ­ντα ανθρώ­πι­νη, ούτε ένα βιβλίο, ούτε ένα μολύ­βι, ούτε μια απα­σχό­λη­ση. Τίπο­τες. Ήσου­να μονά­χος με το χέρι σου, με τα πόδια σου, με τις σκέ­ψεις σου, με το κεφά­λι σου, να το χτυ­πή­σεις στο τοί­χο, αυτή η ελευ­θε­ρία υπήρ­χε» (από­σπα­σμα από ημε­ρο­λό­γιο κρα­του­μέ­νου στην Κέρκυρα).

Φυλακές για θανατοποινίτες

Οι φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας απο­τε­λού­σαν «απο­θή­κες μελ­λο­θά­να­των». Από το 1947 έως το 1949 όλοι οι κρα­τού­με­νοι των φυλα­κών ήταν θανατοποινίτες.

Αυτή την περί­ο­δο, τα κελιά των φυλα­κών ήταν γεμά­τα με κρα­τού­με­νους που τους κρα­τού­σαν κλει­σμέ­νους 19 και 20 ώρες το 24ωρο, σε βαθ­μό που και ο ίδιος ο ύπνος ήταν μαρ­τύ­ριο. Ουσια­στι­κά μιλά­με για μπου­ντρού­μια ή τρύ­πες στο έδα­φος που θύμι­ζαν μεσαιω­νι­κά κάτεργα.

Σκο­πός του αστι­κού κρά­τους ήταν να εξο­ντώ­σει τον κρα­τού­με­νο τόσο βιο­λο­γι­κά όσο και ηθι­κά. Ο μικρός χώρος, τα σάπια τρό­φι­μα, το συσ­σί­τιο πεί­νας, οι στε­ρή­σεις επι­σκε­πτη­ρί­ου και αλλη­λο­γρα­φί­ας, το ακα­τάλ­λη­λο πόσι­μο νερό και η περιο­ρι­σμέ­νη ποσό­τη­τά του, οι εκβια­σμοί, οι απει­λές, το κλεί­σι­μο στο πει­θαρ­χείο, το ξύλο, τα καψό­νια και η απο­μό­νω­ση συνέ­θε­ταν την καθη­με­ρι­νό­τη­τα των κρατουμένων.

Στην ακτί­να Θ κρα­τού­νταν οι πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι. Στα κελιά των Φυλα­κών της Κέρ­κυ­ρας βρέ­θη­καν εκα­το­ντά­δες στε­λέ­χη και μέλη του ΚΚΕ και εκα­το­ντά­δες άλλοι αγωνιστές.

Από την Κέρ­κυ­ρα πέρα­σε ο Γενι­κός Γραμ­μα­τέ­ας της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχα­ριά­δης πριν μετα­φερ­θεί στα κρα­τη­τή­ρια της Γενι­κής Ασφά­λειας. Στις φυλα­κές τις Κέρ­κυ­ρας δολο­φο­νή­θη­κε ο Γραμ­μα­τέ­ας της ΟΚΝΕ Χρή­στος Μαλ­τέ­ζος μετά από φρι­κτά βασα­νι­στή­ρια. Στις φυλα­κές αυτές βρέ­θη­καν για ένα διά­στη­μα ο Άρης Βελου­χιώ­της, ο Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης, ο Χαρί­λα­ος Φλω­ρά­κης, ο Αντώ­νης Αμπα­τιέ­λος, ο Μήτσος Παπαρήγας.

«Έρχο­νταν μέσα, έρχο­νταν στην ακτί­να, και έδει­χναν με το χέρι. Αυτό το χέρι, το δάχτυ­λο το προ­τε­τα­μέ­νο, ήταν τόσο τρο­με­ρό, έφτα­νε στην καρ­διά όλων, για­τί όλοι μελ­λο­θά­να­τοι ήμα­στε και όλοι περι­μέ­να­με το από­σπα­σμα», έγρα­ψε ο Στ. Σκούρ­της, ένας από τους  πολι­τι­κούς κρα­τού­με­νους που φυλα­κί­στη­καν στην Κέρκυρα.

fylakes kerkyra

Σπουδαίο μορφωτικό έργο μαζί με τη μάχη της επιβίωσης

Στις φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας οι κρα­τού­με­νοι έδι­ναν τη μάχη της επι­βί­ω­σης μαζί με τη μορ­φω­τι­κή δου­λειά και την πολι­τι­στι­κή δημιουργία.

Τα χρό­νια της μετα­ξι­κής δικτα­το­ρί­ας επι­κοι­νω­νού­σαν με την εφεύ­ρε­ση του κώδι­κα «σαντού­ρι» (ανα­πα­ρά­στα­ση των γραμ­μά­των της αλφα­βή­του με χτυ­πή­μα­τα στον τοί­χο) ή με το ντολ­μά (μικρο­σκο­πι­κά κρυμ­μέ­να σημειώματα).

Από το ’46 οι κρα­τού­με­νοι οργα­νώ­θη­καν σε ομά­δες συμ­βί­ω­σης με κεντρι­κό γρα­φείο και γρα­φεία ανά ακτί­να και φρό­ντι­ζαν για όλα τα ζητή­μα­τα που τους αφο­ρού­σαν. Αν και το διά­βα­σμα, το γρά­ψι­μο και η μελέ­τη ήταν κάτω από καθε­στώς από­λυ­της απα­γό­ρευ­σης, κρυ­φά λει­τουρ­γού­σε ένα πλή­ρως οργα­νω­μέ­νο δίκτυο μαθη­μά­των και έβγαι­ναν οι εφη­με­ρί­δες «Φλά­μπου­ρο» και «Η φωνή του κελιού».

«Κάθε ακτί­να είχε κατα­στρώ­σει δικό της εκπαι­δευ­τι­κό  πρό­γραμ­μα, με βάση τις ανά­γκες και τις ιδιαι­τε­ρό­τη­τες που υπήρ­χαν. Οι κύκλοι των μαθη­μά­των ήταν τα εγκύ­κλια μαθή­μα­τα και τα ιδε­ο­λο­γι­κά. Για ορι­σμέ­να αφιε­ρώ­μα­τα και επε­τεί­ους γινό­ταν κεντρι­κή εισή­γη­ση. Παρό­τι ως ”επι­κίν­δυ­να στε­λέ­χη” είμα­στε απο­μο­νω­μέ­νοι στην ακτί­να Θ΄, βρί­σκα­με τρό­πους να επι­κοι­νω­νού­με με τους υπό­λοι­πους μέσω της ακτί­νας Ζ΄, που ήταν το αναρ­ρω­τή­ριο, και μπο­ρού­σα­με με ευκο­λία να προ­σεγ­γί­ζου­με τους γραμ­μα­τείς των άλλων ακτι­νών. Στην ακτί­να τη δική μας, η επι­μόρ­φω­ση και τα μαθή­μα­τα ήταν κυρί­ως ιδε­ο­λο­γι­κά — θεω­ρη­τι­κά» (από τα «Πέτρι­να Πανεπιστήμια»).

Κάθε φορά που οι δεσμο­φύ­λα­κες έπαιρ­ναν κρα­τού­με­νους για το Λαζα­ρέ­το και το εκτε­λε­στι­κό από­σπα­σμα, οι πτέ­ρυ­γες σεί­ο­νταν, οι φωνές τρά­ντα­ζαν το κάτερ­γο και ξεσή­κω­ναν την πόλη της Κέρ­κυ­ρας. Κάθε κελί είχε και ένα χωνί που ενη­μέ­ρω­νε το λαό της Κέρ­κυ­ρας ότι έπαιρ­ναν για εκτέ­λε­ση πολι­τι­κούς κρατούμενους.

Η νησί­δα Λαζα­ρέ­το βρί­σκε­ται σε από­στα­ση δυό­μι­σι ναυ­τι­κών μιλί­ων βορειο­δυ­τι­κά από το λιμά­νι της Κέρ­κυ­ρας και απέ­χει από την κοντι­νή ακτή της Σωτη­ριώ­τισ­σας λιγό­τε­ρο από ένα. Το σημε­ρι­νό του όνο­μα το οφεί­λει στο λοι­μο­κα­θαρ­τή­ριο που λει­τούρ­γη­σε εκεί από τα χρό­νια της Βενε­το­κρα­τί­ας μέχρι την Ένω­ση των Επτα­νή­σων με την Ελλάδα.

Την άνοι­ξη του 1943 οι Ιτα­λοί δημιούρ­γη­σαν στο νησί στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης όπου εγκλεί­στη­καν εξό­ρι­στοι Κερ­κυ­ραί­οι, άλλοι Επτα­νή­σιοι, Ηπει­ρώ­τες και 198 Ακρο­ναυ­πλιώ­τες κομ­μου­νι­στές που η δικτα­το­ρία του Μετα­ξά παρέ­δω­σε στους κατα­κτη­τές. Συνο­λι­κά κρα­τή­θη­καν στο νησί περί­που 600 άτο­μα. Από αυτούς πολ­λοί μετα­φέρ­θη­καν πριν την ιτα­λι­κή συν­θη­κο­λό­γη­ση στο Πρί­ντε­ζι, ενώ οι υπό­λοι­ποι ελευ­θε­ρώ­θη­καν από το ΕΑΜ το Σεπτέμ­βρη του 1943 λίγο πριν την πυρ­πό­λη­ση της πόλης της Κέρ­κυ­ρας (13 προς 14 Σεπτέμ­βρη) από τη γερ­μα­νι­κή αεροπορία.

Σύμ­φω­να με μαρ­τυ­ρί­ες των εξό­ρι­στων, μετά την συν­θη­κο­λό­γη­ση των Ιτα­λών, οι πρού­χο­ντες της Κέρ­κυ­ρας περί­με­ναν να κατα­λά­βουν το νησί οι Γερ­μα­νοί για να σφά­ξουν τους κομ­μου­νι­στές που κρα­τού­νταν στο Λαζα­ρέ­το. Ο εξό­ρι­στος Γ. Μανού­σα­κας περιέ­γρα­ψε στο βιβλίο του όσα τους είπαν οι ναύ­τες του ΕΑΜ απε­λευ­θε­ρώ­νο­ντάς τους: «Οι αρχό­ντοι μας δεν θέλα­νε να σας πάρου­με και πίε­ζαν τους Ιτα­λούς να μη δώσουν την άδεια. Περί­με­ναν να κατα­λά­βουν οι Γερ­μα­νοί την Κέρ­κυ­ρα και να σας σφά­ξουν εδώ στην ερη­μιά. Δεν τους πέρα­σε όμως. Το ΕΑΜ έκα­νε συλ­λα­λη­τή­ριο, μπή­κα­νε κόσμος κι απ’ τα χωριά… Νική­σα­με τους γερμανόφιλους».

Οι Κερ­κυ­ραί­οι κομ­μου­νι­στές και οι Ακρο­ναυ­πλιώ­τες που απε­λευ­θε­ρώ­θη­καν από το Λαζα­ρέ­το, βοή­θη­σαν να ανα­συ­γκρο­τη­θεί στην Κέρ­κυ­ρα το ΕΑΜ, το οποίο είχε χτυ­πη­θεί βαριά από τις Ιτα­λι­κές κατο­χι­κές δυνά­μεις. Στη συνέ­χεια, οι Ακρο­ναυ­πλιώ­τες μετα­φέρ­θη­καν σε άλλες περιο­χές, όπου ανέ­λα­βαν υπεύ­θυ­νες κομ­μα­τι­κές χρεώσεις.

Την περί­ο­δο 1946–1954 στο Λαζα­ρέ­το εκτε­λέ­στη­καν περισ­σό­τε­ροι από 118 κομ­μου­νι­στές και αγω­νι­στές της ΕΑΜι­κής Αντί­στα­σης και του ΔΣΕ, με βάση τα στοι­χεία που εξα­κρι­βώ­θη­καν. Άλλες μαρ­τυ­ρί­ες ανε­βά­ζουν τον αριθ­μό των εκτε­λε­σμέ­νων στους 200. Η εύρε­ση όλων των ονο­μά­των των εκτε­λε­σμέ­νων έχει πολ­λές δυσκο­λί­ες, αφού συνή­θως μετά τις εκτε­λέ­σεις τούς έθα­βαν ανώ­νυ­μα, κοντά στο σημείο της εκτέλεσης.

fylakes kerkyras

Πέθαναν με ψηλά το κεφάλι

Η πρώ­τη ομα­δι­κή εκτέ­λε­ση έγι­νε στις 4 Νοέμ­βρη του 1947. Εκτε­λέ­στη­καν έξι Κρη­τι­κοί: Οι Γιάν­νης Δημη­τρά­κης, Αντώ­νης Καλαϊ­τζά­κης, Νίκος Σηφά­κης, Νίκος Σηφο­δα­σκα­λά­κης, Σφα­κια­νά­κης, Στά­θης Ψυλλάκης.

Νοέμ­βρης μήνας ήταν και όταν εκτε­λέ­στη­κε στο Λαζα­ρέ­το ο Νίκος Γόδας. Ο ποδο­σφαι­ρι­στής του Ολυ­μπια­κού, λοχα­γός του ΕΛΑΣ στην Αντί­στα­ση, αρνή­θη­κε να απο­κη­ρύ­ξει την ιδε­ο­λο­γία του και έπε­σε νεκρός από τα βόλια του εκτε­λε­στι­κού απο­σπά­σμα­τος στις 19 Νοέμ­βρη του 1948 αφού κρα­τή­θη­κε περί­που τρία χρό­νια στις φυλα­κές της Κέρκυρας.

Ο Νίκος Γόδας πέθα­νε σαν «αμε­τα­νό­η­τος» κομ­μου­νι­στής, φορώ­ντας την εμφά­νι­ση του Ολυ­μπια­κού. Πρό­λα­βε να γρά­ψει στους δικούς του «Πεθαί­νω για την πατρί­δα και τα ιδα­νι­κά μου». Όταν τον πήραν για εκτέ­λε­ση ζητω­κραύ­γα­σε «Νενι­κή­κα­μεν. Ζήτω οι ολυ­μπιο­νί­κες του σοσιαλισμού».

Ο πρώ­τος κατα­γε­γραμ­μέ­νος νεκρός ήταν ο 23χρονος Πολύ­βιος Κολο­βός, που εκτε­λέ­στη­κε το Μάη του 1947. Τον πήραν από τη φυλα­κή της Κέρ­κυ­ρας, δήθεν για μετα­γω­γή στην Αθή­να,  όπου θα του δινό­ταν χάρη! Μέχρι τον επό­με­νο χρό­νο έγι­ναν άλλες 13 εκτε­λέ­σεις, στην πλειο­ψη­φία τους ομα­δι­κές. Οι απερ­γί­ες πεί­νας των κρα­τού­με­νων μεί­ω­σαν κάπως τη συχνό­τη­τα των εκτε­λέ­σε­ων, οι οποί­ες εντά­θη­καν εκ νέου το 1949.

lazareto 06

Στιγμές απαράμιλλου θάρρους από τους εκτελεσμένους κομμουνιστές

«Ένα πλοιά­ριο με το όνο­μα ”Αχιλ­λέ­ας” μετέ­φε­ρε τους μελ­λο­θά­να­τους στο Λαζα­ρέ­το. Τους συνό­δευαν χωρο­φύ­λα­κες, οι οποί­οι όμως δεν λάβαι­ναν μέρος στην εκτέ­λε­ση. Εκεί τους περί­με­ναν το στρα­τιω­τι­κό από­σπα­σμα που το απο­τε­λού­σαν οπλί­τες της Σχο­λής Εφέ­δρων Αξιω­μα­τι­κών Κέρ­κυ­ρας (ΣΕΑΚ) με τον επι­κε­φα­λής τους, ο εισαγ­γε­λέ­ας με το γραμ­μα­τέα του, ο ιερέ­ας και ο για­τρός. Ο χώρος του μαρ­τυ­ρί­ου περι­βαλ­λό­ταν από το μονα­δι­κό κτί­σμα του ενε­τι­κού Λοι­μο­κα­θαρ­τη­ρί­ου. Σε αυτό το τοπίο δια­δρα­μα­τι­ζό­ταν η τελι­κή πρά­ξη του αγώ­να και της ανθρω­πιάς των μελ­λο­θα­νά­των. Οι χωρο­φύ­λα­κες τους έδε­ναν στα μεγά­λα “κρι­κέ­λια”, που ήταν καρ­φω­μέ­να στον τοί­χο, με τα χέρια απλω­μέ­να και το πρό­σω­πό τους γυρι­σμέ­νο προς αυτόν. Χρη­σι­μο­ποιού­σαν για το σκο­πό αυτό τις χει­ρο­πέ­δες τους. Τις ίδιες χει­ρο­πέ­δες μετά την εκτέ­λε­ση, τις ξέπλε­ναν από τα αίμα­τα στη θάλασ­σα, για να τις χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν και πάλι. Η ομο­βρο­ντία της εκτέ­λε­σης ακου­γό­ταν στην πόλη και μέχρι σήμε­ρα σφρα­γί­ζει τις μνή­μες των κατοί­κων» (Δ. Μοσχό­που­λος).

Ο Δημή­τρης Γεωρ­γα­ντάς από τη Θήβα, που εκτε­λέ­στη­κε στο Λαζα­ρέ­το, έγρα­ψε στην οικο­γέ­νειά του την ώρα που πήγαι­νε για εκτέ­λε­ση: «Δεν θέλω να μαυ­ρο­φο­ρέ­σε­τε αλλά να ήσα­στε ντυ­μέ­νοι στα κάτα­σπρα σαν λευ­κά περι­στε­ρά­κια όπως είναι αγνή και η ψυχή μας σαν περι­στέ­ρια. Αγω­νι­στή­τε για την αγά­πη του Λαού μας, για την ειρή­νη, το καλό της πατρί­δας και του Λαού».

Ο Ηλί­ας Λιά­κου­ρας, κλω­στο­ϋ­φα­ντουρ­γός από την Αθή­να, απο­χαι­ρε­τώ­ντας τη γυναί­κα του έγρα­ψε: «Αγά­πη μου όταν θα λάβης και δια­βά­σης το γράμ­μα μου αυτό θέλο να κάνης πέτρα την καρ­διά σου για να μπο­ρέ­σης να συνε­χή­σης αυτόν (τον) άνη­σο αγώ­να που έκα­να κ’ εγώ μέχρη σήμε­ρα». Ενώ την προ­έ­τρε­ψε όταν μεγα­λώ­σουν τα παι­διά τους «να τα διδά­ξης να αγα­πή­σου­ναι το Λαό, να παλεύ­ουν για τα συμ­φέ­ρο­ντά του, να αγα­πά­νε το δίκιο, ναγω­νί­ζο­νται γιαυ­τό, έστο κι αν χρεια­στεί να δώσου­νε και την ζωή τους. Ακό­μα δήδα­ξέ­τα ν’ αγα­πή­σου­νε και να γίνουν μέλοι του Ηρω­η­κού αυτού Κόμα­τος που λέγε­ται ΚΚΕ».

Πήγαιναν στο απόσπασμα τραγουδώντας

Η μετα­φο­ρά των μελ­λο­θα­νά­των από τις φυλα­κές της Κέρ­κυ­ρας στο Λαζα­ρέ­το γινό­ταν ξημε­ρώ­μα­τα, πριν ο λαός της Κέρ­κυ­ρας αρχί­σει να κυκλο­φο­ρεί στους δρό­μους, ώστε να μην αντι­λη­φθεί την εκτέ­λε­ση. Οι κρα­τού­με­νοι, με χωνιά και με φωνές, καλού­σαν από τα παρά­θυ­ρα τον λαό της Κέρ­κυ­ρας να δια­μαρ­τυ­ρη­θεί για το αίμα που χυνόταν.

Οι κρα­τού­με­νοι, ξεκι­νώ­ντας από τις φυλα­κές, τρα­γου­δού­σαν επα­να­στα­τι­κά τρα­γού­δια και ζητω­κραύ­γα­ζαν υπέρ της ΕΑΜι­κής Αντί­στα­σης και του ΚΚΕ μέχρι την τελευ­ταία τους πνοή. Ο για­τρός που παρα­βρέ­θη­κε σε λίγες εκτε­λέ­σεις το επι­βε­βαιώ­νει. Μία Κερ­κυ­ραία που τότε, μικρή κοπέ­λα, κατοι­κού­σε στη Σωτη­ριώ­τισ­σα (απέ­να­ντι από το Λαζα­ρέ­το) άκου­γε τρα­γού­δια και ζητω­κραυ­γές που δια­κό­πτο­νταν από τους πυρο­βο­λι­σμούς, όπως ανα­φέ­ρε­ται σε ένα συγκι­νη­τι­κό λεύ­κω­μα που εξέ­δω­σε η ΤΕ Κέρ­κυ­ρας για να τιμή­σει τους αλύ­γι­στους της ταξι­κής πάλης.

902.gr

vivlio mpelogiannis

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο