Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Λεωνίδας Μπαλάφας: Για τη στιγμή, για τη χαρά, για την παρηγοριά

Γρά­φει η Ελπί­δα Πουρ­να­ρά //

Γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να μια ανοι­ξιά­τι­κη μέρα του 1981. Από μικρός στη μου­σι­κή, όπως έχει πει χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Nα «γρα­τζου­νάω» ξεκί­νη­σα στην Γ’ Γυμνα­σί­ου, όταν μου έκα­ναν δώρο οι γονείς μου μια κιθά­ρα. Ήθε­λαν κάποιο από τα έξι παι­διά τους να μάθει του­λά­χι­στον να κομπα­νιά­ρει». Η γνω­στή σε πολ­λούς μπουάτ Απα­νε­μιά στην Πλά­κα φιλο­ξέ­νη­σε πριν μια δεκα­ε­τία περί­που τα πρώ­τα του βήμα­τα στη μου­σι­κή. Έγι­νε όμως ευρέ­ως γνω­στός το 2006 όταν και συμ­με­τεί­χε στο Fame Story 4, από το οποίο βγή­κε νικητής.

Ο λόγος για τον Λεω­νί­δα Μπα­λά­φα, που συνε­χί­ζει ακά­θε­κτος την πορεία του σε βάθος χρό­νου, έχο­ντας κυκλο­φο­ρή­σει μέχρι στιγ­μής έξι δίσκους. Η πρώ­τη του δισκο­γρα­φι­κή δου­λειά «Ο Λεω­νί­δας και οι Πότες» του 2007 και το βίντε­ο­κλιπ στο «Μην αρχί­ζεις ξανά» έρχο­νται αμέ­σως μετά το talent show. Το γεγο­νός ότι ξεχώ­ρι­σε από τη μάζα, φαί­νε­ται ελπιδοφόρο.

Το «Ταξί­δι για να σε βρω», από το οποίο ξεχω­ρί­ζει το ομώ­νυ­μο κομ­μά­τι, τον καθιε­ρώ­νει εν έτει 2009 πλέ­ον. Η μου­σι­κή του συντρο­φεύ­ει τις καλο­και­ρι­νές δια­κο­πές και τις πρώ­τες βουτιές.

Η «Ανοι­ξιά­τι­κη μέρα» έρχε­ται ένα χρό­νο αργό­τε­ρα και τα «Πυρο­σβε­στή­ρας» και «Ρημα­διό» ακού­γο­νται παντού. Τεί­νουν να γίνουν τα δύο αυτά, τα πιο χαρα­κτη­ρι­στι­κά του τραγούδια.

Το 2012 κυκλο­φο­ρεί από την Antart, μια ανε­ξάρ­τη­τη δισκο­γρα­φι­κή εται­ρία, ο διπλός δίσκος «Ας ρίχνει και χαλά­ζι». Μας τρα­γου­δά το «Ό,τι αισθά­νε­σαι να λες» και γίνε­ται σύν­θη­μα σε τοί­χους, motto πολ­λών, συντρο­φιά σε δύσκο­λες στιγμές.

Το 2013 έρχε­ται το νέο του υλι­κό με τίτλο «Απη­λιώ­της», με διά­θε­ση ρεμπέ­τι­κη. Η διαρ­κής έμπνευ­σή του και η απο­τύ­πω­ση της στους στί­χους και τη μου­σι­κή του, αξιο­θαύ­μα­στη για ακό­μα μία φορά.

Κάνει βήμα­τα προς την παρά­δο­ση, που δε μετα­νιώ­νει, μιας και μέσω αυτής βρί­σκει τον εαυ­τό του. Η «Ανη­φο­ριά», η πρό­σφα­τη δου­λειά του, συνε­χί­ζει σε παρό­μοιο μοτί­βο. Το κλα­ρί­νο σμί­γει με τα τρα­γού­δια του και μας αφή­νει μια γλυ­κιά νοσταλγία.

Κάθε χει­μώ­να σχε­δόν τον παρα­κο­λου­θού­με στον Σταυ­ρό του Νότου. Τα καλο­καί­ρια θα τον πετύ­χεις σίγου­ρα σε κάποιο φεστι­βάλ ή σε κάποια παρα­λία με παν­σέ­λη­νο, να τρα­γου­δά ως το πρωί. Οι εμφα­νί­σεις του, με ελά­χι­στη διάρ­κεια τριών ωρών έκα­στη, στη­ρί­ζο­νται (και) στον αυτο­σχε­δια­σμό. Πολ­λά κομ­μά­τια που ακού­με σε κάθε μία από αυτές, αρκε­τές φορές προ­κύ­πτουν στι­χουρ­γι­κά την ίδια στιγμή.

Αν και με κατα­γω­γή από την Καρ­δί­τσα, έχει ένα ιδιαί­τε­ρο ταλέ­ντο στις μαντινάδες:

«Είναι του νου η πονηριά 
γριά που δεν πεθαίνει 
και θέλει να ‘χει την καρδιά 
πάντα φυλα­κι­σμέ­νη»

Έχο­ντας κατα­φέ­ρει να γεμί­ζει σε κάθε του εμφά­νι­ση τα live stages, να φέρε­ται με μια αμε­σό­τη­τα και δια­χυ­τι­κό­τη­τα που σε κάνει να νομί­ζεις ότι είστε φίλοι από παλιά, θα λέγα­με ότι κανείς δεν φεύ­γει απο­γοη­τευ­μέ­νος. Με μονα­δι­κό ύφος στον κάθε του δίσκο, κατα­φέρ­νει μια δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα και μια ομοιο­μορ­φία ταυτόχρονα.

Στί­χοι βγαλ­μέ­νοι από τη ζωή, όσο κοι­νό­τυ­πο μπο­ρεί να ακου­στεί αυτό, επι­με­λού­με­νοι σχε­δόν πάντα από τον ίδιο. Κατα­πιά­νε­ται με κάθε έκφαν­ση της ζωής και δημιουρ­γεί. Σε κάνει να χαμο­γε­λάς, να δακρύ­ζεις, να φωνά­ζεις, να ερω­τεύ­ε­σαι. Μιλά για πράγ­μα­τα απλά – για τη ζωή, τα γηρα­τειά, τον θάνα­το, αλλά και τον έρω­τα, την εφη­βεία, το γέλιο. Όπως είχε πει πριν μερι­κούς μήνες: «Ένα τρα­γού­δι με γερές βάσεις και θεμέ­λια είναι εκεί­νο που μπο­ρεί να «αγγί­ξει» έναν εικο­σά­χρο­νο και έναν ογδο­ντά­χρο­νο ταυτόχρονα.»

Τον αγγί­ζει όμως και η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Το έχου­με δει στο πάντα επί­και­ρο, με πολι­τι­κό στί­χο, «Ο Πλά­τα­νος», που τρα­γου­δά σε σχε­δόν όλες του τις εμφανίσεις.

Χαί­ρο­μαι που τον έχω γνω­ρί­σει προ­σω­πι­κά, μα ακό­μα περισ­σό­τε­ρο, χαί­ρο­μαι που δε χάνει λεπτό το κέφι, τον ενθου­σια­σμό του. Κάθε φορά που τον βλέ­πεις στη σκη­νή, κάνει σα μικρό παι­δί που του έκα­ναν μόλις ένα δώρο. Ίσως το δώρο του, τελι­κά, να είναι ο κόσμος που τρα­γου­δά τους στί­χους του, που χορεύ­ει στους σκο­πούς του, που ζητά «κι άλλο λίγο», «κι άλλο λίγο» ακό­μη κι αν είναι 4 το χάρα­μα. «Βαδί­ζω σε έναν δρό­μο που με κάνει να αισθά­νο­μαι γεμά­τος, εμφα­νί­ζο­μαι σε χώρους όπου έρχε­ται κόσμος να τρα­γου­δή­σει, να χορέ­ψει, να δια­σκε­δά­σει… Δεν υπάρ­χει μεγα­λύ­τε­ρη ικα­νο­ποί­η­ση.», έχει πει στο παρελθόν.

Ο Λεω­νί­δας Μπα­λά­φας όπως φαί­νε­ται ζει για να τρα­γου­δά. Κι όταν τρα­γου­δά το κάνει για τη στιγ­μή, για τη χαρά, για την παρη­γο­ριά. Ας είναι, λοι­πόν, η δημιουρ­γι­κό­τη­τά του αστεί­ρευ­τη κι ας συνε­χί­σει να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλά – να μας ταξιδεύει.

«…μα απ’ την ψυχή βήμα μπρο­στά και με μια ξάστε­ρη ματιά 
θα είναι η ζωή σαν το κρα­σί γου­λιά – γου­λιά, καλή καρδιά…»
Δισκογραφία:

Ο Λεω­νί­δας και οι πότες (2007)
Ταξί­δι για να σε βρω (2009)
Ανοι­ξιά­τι­κη μέρα (2010)
Ας ρίχνει και χαλά­ζι (2012)
Απη­λιώ­της (2013)
Ανη­φο­ριά (2014)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο