Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Μασσαλιώτιδα», ένα τραγούδι που μεταλαμπάδευσε το πνεύμα της Επανάστασης σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου

Η «Μασ­σα­λιώ­τι­δα» είναι πολε­μι­κό επα­να­στα­τι­κό άσμα που υιο­θε­τή­θη­κε προ­ο­δευ­τι­κά ως Εθνι­κός Ύμνος της Γαλ­λί­ας. Γρά­φτη­κε στις 24 Απρι­λί­ου 1792 από τον λοχα­γό του Μηχα­νι­κού Κλοντ Ζοζέφ Ρου­ζέ ντε Λιλ.

Ο Ρου­ζέ ντε Λίλ ήταν ο μεγα­λύ­τε­ρος γιος του Κλοντ Ροζέ. Γεν­νή­θη­κε στις 10 Μάη 1760. Στα 1776 μπή­κε στη στρα­τιω­τι­κή σχο­λή αν και δεν είχε καθό­λου κλί­ση στα στρα­τιω­τι­κά και στις 23 Φλε­βά­ρη 1792 έγι­νε λοχαγός.

Η χρο­νιά αυτή ήταν απο­φα­σι­στι­κή για το μέλ­λον της μεγά­λης γαλ­λι­κής επα­νά­στα­σης. Οι ξένες δυνά­μεις βοη­θού­με­νες από τους εμι­γκρέ­δες του Κόπλεντζ απει­λού­σαν τη Γαλ­λία. Ο λαός ήταν ξεση­κω­μέ­νος να υπε­ρα­σπί­σει την πατρί­δα του από την ξενι­κή εισβο­λή . Όλοι κατα­τάσ­σο­νται εθε­λο­ντές. Η «Ένω­ση των φίλων του Συντάγ­μα­τος» με ενθου­σιώ­δεις προ­κη­ρύ­ξεις καλού­σε τους πολί­τες στα όπλα.

Στις 20 Απρί­λη 1792 η Εθνο­συ­νέ­λευ­ση είχε κηρύ­ξει τον πόλε­μο ενά­ντια στην Αυστρία και την Πρω­σία και στις 25 Απρι­λί­ου όλος ο λαός του Στρα­σβούρ­γου ξεχεί­λι­ζε από έναν αγνό ενθου­σιώ­δη πατριωτισμό.

Η «Ένω­ση των φίλων του Συντάγ­μα­τος» είχε ενθου­σιά­σει τον πλη­θυ­σμό με μια της προ­κή­ρυ­ξη που καλού­σε τους πολί­τες στα όπλα να πολε­μή­σουν για να νική­σουν ή να πεθάνουν.

Ακρι­βώς εκεί­νη τη βρα­διά ο Ρουζ.ε ντε Λίλ επη­ρε­α­σμέ­νος από την έκκλη­ση αυτή και κατά προ­τρο­πή του δημάρ­χου έφτια­ξε και τόνι­σε μου­σι­κά ένα τρα­γού­δι  που έγι­νε στην αρχή το πολε­μι­κό εμβα­τή­ριο της στρα­τιάς του Ρήνου.

Το τρα­γού­δι από την πρώ­τη στιγ­μή που τρα­γου­δή­θη­κε από το συν­θέ­τη του μπρο­στά στα πλή­θη, τα συνάρ­πα­σε. Έγι­νε πραγ­μα­τι­κό τρα­γού­δι του λαού, για­τί απη­χού­σε τους πόθους του και τον ενθου­σια­σμό του.

Στις 25 Ιού­νη οι εθε­λο­ντές της Μασ­σα­λί­ας το καθιέ­ρω­σαν σαν εμβα­τή­ριό τους και το μετέ­δι­δαν παντού απ’ όπου περ­νού­σαν. Αυτό τρα­γου­δώ­ντας οι Μασ­σα­λιώ­τες εθε­λο­ντές, που έφτα­σαν στο Παρί­σι και συμ­με­τεί­χαν στην εξέ­γερ­ση της 10ης Αυγού­στου 1792, η οποία οδή­γη­σε στην κατάρ­γη­ση της Μοναρ­χί­ας, μεσού­σης της Γαλ­λι­κής Επα­νά­στα­σης. Από τότε ονο­μά­στη­κε τρα­γού­δι των Μασ­σα­λιω­τών «μασ­σα­λιώ­τι­δα» και έγι­νε το τρα­γού­δι των δημο­κρα­τών και του στρα­τού της δημοκρατίας.

Στις 14 Ιού­λη 1795 καθιε­ρώ­θη­κε σαν εθνι­κό τρα­γού­δι, ανή­με­ρα της έκτης επε­τεί­ου από την Πτώ­ση της Βαστί­λης (Κατά τη διάρ­κεια της Αυτο­κρα­το­ρί­ας και της Παλι­νόρ­θω­σης απα­γο­ρεύ­τη­κε επει­δή θεω­ρή­θη­κε επα­να­στα­τι­κό τρα­γού­δι) κάτι που ψηφί­στη­κε από τη Βου­λή στις 14 Φλε­βά­ρη 1879.

«Απα­γο­ρεύ­θη­κε εκ νέου από το φιλο­να­ζι­στι­κό καθε­στώς του Βισί, κατά τη διάρ­κεια του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου. Το Σεπτέμ­βριο του 1944, με εγκύ­κλιο του Υπουρ­γεί­ου Παι­δεί­ας, η Μασ­σα­λιώ­τι­δα παί­ζε­ται στα σχο­λεία για να γιορ­τα­σθεί η Απε­λευ­θέ­ρω­ση και να τιμη­θούν οι μάρ­τυ­ρες. Τα Συντάγ­μα­τα του 1946 και 1958 καθιέ­ρω­σαν την Μασ­σα­λιώ­τι­δα ως τον Εθνι­κό Ύμνο της Γαλ­λί­ας (Άρθρο 2).

Για πολ­λά χρό­νια η Μασ­σα­λιώ­τι­δα ήταν ο Ύμνος του Διε­θνούς Επα­να­στα­τι­κού και Αρι­στε­ρού κινή­μα­τος. Οι στί­χοι της Διε­θνούς (The Intenationale) γρά­φτη­καν το 1870 από τον Εζέν Ποτιέ πάνω στη μου­σι­κή της Μασ­σα­λιώ­τι­δας. Το 1871 υιο­θε­τή­θη­κε ως Ύμνος της Παρι­σι­νή Κομ­μού­νας, τρα­γου­δή­θη­κε από τους απερ­γούς του Σικά­γου στα αιμα­τη­ρά γεγο­νό­τα του Χέι­μαρ­κετ που οδή­γη­σαν στην καθιέ­ρω­ση της Εργα­τι­κής Πρω­το­μα­γιάς και μαζί με τη Διε­θνή, που είχε απο­κτή­σει τη δική της μου­σι­κή το 1888 από τον Πιερ Ντε­ζε­τέ, ήταν οι επί­ση­μοι ύμνοι της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης στη Ρωσία. Στα­δια­κά, η Μασ­σα­λιώ­τι­δα υπο­χώ­ρη­σε και η Διε­θνής επι­κρά­τη­σε ως ο Ύμνος του Διε­θνούς Επα­να­στα­τι­κού και Αρι­στε­ρού κινήματος».

Η Μασ­σα­λιώ­τι­δα

Εμπρός παι­διά της Πατρίδας,
Η μέρα της δόξας έφθασε!
Ενά­ντια στην τυραν­νία μας,
Το ματω­μέ­νο λάβα­ρο υψώ­θη­κε, (δις)
Ακού­στε τον ήχο στα λιβάδια
Το ουρ­λια­χτό αυτών των φοβε­ρών στρατιωτών
Έρχο­νται ανά­με­σά μας
Να κόψουν τους λαι­μούς των γιων και των συζύ­γων σας!

Στα όπλα πολίτες,
Σχη­μα­τί­στε τα τάγ­μα­τά σας,
Προ­ε­λά­στε, προελάστε!
Αφή­στε το μολυ­σμέ­νο αίμα
Να ποτί­σει τα αυλά­κια στα χωρά­φια μας!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο