Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μελιγαλάς 1944: Το τιμωρό χέρι του λαού απέδωσε δικαιοσύνη

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Εδώ και πολ­λές δεκα­ε­τί­ες, κάθε Σεπτέμ­βρη τέτοιες μέρες, η κωμό­πο­λη του Μελι­γα­λά Μεσ­ση­νί­ας γίνε­ται το επί­κε­ντρο ακρο­δε­ξιών, φασι­στι­κών συνα­θροί­σε­ων στις οποί­ες τιμού­νται τα… «θύμα­τα των κομ­μου­νι­στο­συμ­μο­ρι­τών». Το ακρο­δε­ξιό πολι­τι­κό «πανη­γύ­ρι» στο Μελι­γα­λά κρα­τά­ει χρό­νια. Από το 1953, με την ανο­χή και στή­ρι­ξη του αστι­κού πολι­τι­κού συστή­μα­τος, ξεκί­νη­σε στην περιο­χή η τέλε­ση ετή­σιων «εκδη­λώ­σε­ων μνή­μης». Η Χού­ντα ανα­βάθ­μι­σε το γεγο­νός προ­σθέ­το­ντας επι­ση­μό­τη­τα στις φασι­στο­συ­νά­ξεις του Μελι­γα­λά- το 1967 παρα­βρέ­θη­κε ο αρχι­πρα­ξι­κο­πη­μα­τί­ας Πατ­τα­κός, ενώ την επό­με­νη χρο­νιά ήταν η σει­ρά του «αντι­βα­σι­λέα» Ζωιτάκη.

Στα χρό­νια της μετα­πο­λί­τευ­σης, βου­λευ­τές και στε­λέ­χη της ΝΔ, που πολι­τεύ­ο­νταν στην ευρύ­τε­ρη περιο­χή, δεν έχα­ναν ευκαι­ρία να παρα­στούν στις αντι­κομ­μου­νι­στι­κές εκδη­λώ­σεις της Πηγά­δας. Χαρα­κτη­ρι­στι­κό το παρά­δειγ­μα του Αντώ­νη Σαμα­ρά που έσπευ­δε το 1982, ως νέος βου­λευ­τής της ΝΔ και πνευ­μα­τι­κό τέκνο του Ευ. Αβέ­ρωφ, να τιμή­σει τα «τους σφα­για­σθέ­ντες από τους εαμοκομμουνιστές».

Την τελευ­ταία δεκα­ε­τία πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στις εκδη­λώ­σεις έχουν οι υπό­δι­κοι εγκλη­μα­τί­ες της ναζι­στι­κής Χρυ­σής Αυγής που μαζεύ­ο­νται στο Μελι­γα­λά να τιμή­σουν τους πολι­τι­κούς τους προ­γό­νους με συν­θή­μα­τα τύπου «Τιμή στους χίτες και ταγματασφαλίτες».

Παράλ­λη­λα με τις φασι­στο­συ­νά­ξεις του Μελι­γα­λά ξεδι­πλώ­νε­ται, εδώ και πολ­λά χρό­νια, μια προ­σπά­θεια δια­στρέ­βλω­σης της ιστο­ρι­κής αλή­θειας και των πραγ­μα­τι­κών γεγο­νό­των της επο­χής εκεί­νης. Η προ­σπά­θεια αυτή δεν περιο­ρί­ζε­ται ασφα­λώς μονά­χα στον χοντροει­δή, λυσ­σα­σμέ­νο αντι­κομ­μου­νι­σμό του χρυ­σαυ­γί­τι­κου εσμού. Βασι­κό ρόλο στη χυδαία παρα­ποί­η­ση της ιστο­ρί­ας παί­ζει η σοβα­ρο­φα­νής αστι­κή ιστο­ριο­γρα­φία του λεγό­με­νου «νέου κύμα­τος» που εκπρο­σω­πούν καθη­γη­τές όπως οι περί­φη­μοι κ.κ. Μαραν­τζί­δης και Καλύβας.

Στο πλαί­σιο αυτό επι­χει­ρεί­ται: α) Να συκο­φα­ντη­θούν οι αγώ­νες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, του ΔΣΕ και ευρύ­τε­ρα το ΚΚΕ και η ταξι­κή πάλη, β) Να αθω­ω­θεί στην συνεί­δη­ση του λαού το αστι­κό πολι­τι­κό σύστη­μα και οι επι­λο­γές της εγχώ­ριας πλου­το­κρα­τί­ας και γ) Να παρου­σια­στούν τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας και οι λοι­πές εγκλη­μα­τι­κές δωσι­λο­γι­κές συμ­μο­ρί­ες δήθεν ως πατριω­τι­κές οργανώσεις.

Με βάση τα παρα­πά­νω, οι ανα­θε­ω­ρη­τές της Ιστο­ρί­ας επι­χει­ρούν να κάνουν το άσπρο-μαύ­ρο ανα­φο­ρι­κά με τα γεγο­νό­τα του Μελι­γα­λά. Για να το πετύ­χουν αυτό δε διστά­ζουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, να παρου­σιά­σουν τη δρά­ση των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας ως… άμυ­να και αντί­στα­ση πλη­θυ­σμών και οργα­νώ­σε­ων απέ­να­ντι στην υπο­τι­θέ­με­νη βία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ! Σε ένα όργιο παρα­χά­ρα­ξης της Ιστο­ρί­ας γρά­φει, λόγου χάρη, ο καθ. Στά­θης Καλύ­βας: «Η εκστρα­τεία δολο­φο­νί­ας αμά­χων που διε­ξή­γα­γε το ΕΑΜ το χει­μώ­να του 1943–44 δεν περιο­ρί­στη­κε στην Αργο­λί­δα. Ένα παρό­μοιο κύμα δολο­φο­νιών σάρω­σε ολό­κλη­ρη την Πελο­πόν­νη­σο, ενδε­χο­μέ­νως και ολό­κλη­ρη τη χώρα» [1]. Στο ίδιο μήκος κύμα­τος και ο πολυ­συ­ζη­τη­μέ­νος βρε­τα­νός ιστο­ρι­κός Mark Mazower, ο οποί­ος δικαιο­λο­γεί τις θηριω­δί­ες των Γερ­μα­νών Ναζί και των ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών ως απο­τέ­λε­σμα της… ΕΑΜι­κής βίας! Να τι γρά­φει: «η Αρι­στε­ρά με τις συστη­μα­τι­κές δολο­φο­νί­ες πολι­τι­κών αντι­πά­λων της, πυρο­δό­τη­σε τα αντί­ποι­να των Γερ­μα­νών και των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας» [2].

Τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας, που συγκρο­τή­θη­καν στα τέλη του 1943 από την κατο­χι­κή κυβέρ­νη­ση του Ι.Ράλλη, ήταν γέν­νη­μα της αστι­κής τάξης και εντά­χθη­καν στους αστι­κούς σχε­δια­σμούς για την μετα­πο­λε­μι­κή εξέ­λι­ξη της κατά­στα­σης στη χώρα. Σκο­πός τους ήταν να απο­τε­λέ­σουν την οπι­σθο­φυ­λα­κή των Γερ­μα­νών όταν αυτοί θα απο­χω­ρού­σαν, ώστε να απα­σχο­λή­σουν και να φθεί­ρουν τον ΕΛΑΣ μέχρι την έλευ­ση των «συμ­μα­χι­κών» βρε­τα­νι­κων δυνάμεων.

Σύμ­φω­να με τον ίδιο τον κατο­χι­κό πρω­θυ­πουρ­γό Ράλ­λη «ήτο απα­ραι­τη­τος ανά­γκη να υπάρ­χουν τμή­μα­τα απο­λύ­τως εθνι­κι­στι­κά, δυνά­με­να να αντι­πα­λαί­σουν κατά των κατα­χθο­νί­ων σκο­πών του κομ­μου­νι­σμού» [3]. Το ρόλο των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας ομο­λο­γεί και ο αρχη­γός της βρε­τα­νι­κής απο­στο­λής ταγ­μα­τάρ­χης Κρις Γκου­ντ­χά­ουζ γρά­φο­ντας: «Ο Ράλ­λης έβλε­πε τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας ως μία γέφυ­ρα διά το πέρα­σμα της Ελλά­δος από της γερ­μα­νι­κής κατο­χής εις την απε­λευ­θέ­ρω­σίν της υπό των συμ­μά­χων, χωρίς να μεσο­λα­βή­σει κανέ­να χάος». Το σύνο­λο του αστι­κού πολι­τι­κού συστή­μα­τος, από τους δωσί­λο­γους Ράλ­λη­δες μέχρι τους «αντι­στα­σια­κούς» του Καϊ­ρου Γεώρ­γιο Παπαν­δρέ­ου και Σοφ. Βενι­ζέ­λο, υπήρ­ξε συνυ­πεύ­θυ­νο για τα εγκλή­μα­τα των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας. Δρώ­ντας στο πλευ­ρό των κατο­χι­κών δυνά­με­ων, οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες έπαιρ­ναν μέρος σε μάχες μαζί με τους Ναζί, συμ­με­τεί­χαν σε μπλό­κα (Καλο­γρέ­ζα, Κοκ­κι­νιά κλπ.), βασά­νι­ζαν, κρε­μού­σαν και εκτε­λού­σαν πατριώ­τες, έκαι­γαν, βία­ζαν, λεη­λα­τού­σαν. Συμ­με­τεί­χαν σε απάν­θρω­πες θηριω­δί­ες όπως αυτές στα Καλά­βρυ­τα, στο Δίστο­μο, στο Χορτιάτη.

Τα γεγο­νό­τα του Μελι­γα­λά έλα­βαν χώρα το Σεπτέμ­βρη του 1944. Οι γερ­μα­νοί είχαν ήδη απο­χω­ρή­σει από την Πελο­πόν­νη­σο. Ωστό­σο, οι οδη­γί­ες της λεγό­με­νης κυβέρ­νη­σης «εθνι­κής ενό­τη­τας» και των Βρε­τα­νών προς τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας ήταν να πολε­μή­σουν τον ΕΛΑΣ έως ότου φτά­σουν οι πρώ­τες βρε­τα­νι­κές δυνά­μεις. Εντω­με­τα­ξύ, λίγους μήνες πριν, ομά­δες ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών στη Μεσ­ση­νία επι­δί­δο­νταν σε όργια βίας και τρο­μο­κρα­τί­ας, σκο­τώ­νο­ντας αντι­στα­σια­κούς και λεη­λα­τώ­ντας ολό­κλη­ρα χωριά (Εφημ. «Ελεύ­θε­ρη Μεσ­ση­νία», 21/6/1944).

Μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση της Καλα­μά­τας από τον ΕΛΑΣ στις 8/9/1944, ένα τμή­μα ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών με επι­κε­φα­λής τον κατο­χι­κό νομάρ­χη Μεσ­ση­νί­ας Δ.Περρωτή κατά­φε­ρε να δια­φύ­γει προς το Μελι­γα­λά. Στο δρό­μο προς το Μελι­γα­λά, οι συνερ­γά­τες των Ναζί δολο­φό­νη­σαν 34 άτο­μα (30 εκ των οποί­ων ήταν άμα­χοι). Οι δυνά­μεις του ΕΛΑΣ, αν και θα μπο­ρού­σαν εύκο­λα, χωρίς καμία προει­δο­ποί­η­ση να κατα­τρο­πώ­σουν τους περί­που 1000 εγκλω­βι­σμέ­νους στο Μελι­γα­λά ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες, ζήτη­σαν την παρά­δο­ση των Ταγ­μά­των Ασφα­λεί­ας ώστε να λήξουν οι συγκρού­σεις. Ακο­λου­θώ­ντας τις οδη­γί­ες των βρε­τα­νών και της κυβέρ­νη­σης του Καϊ­ρου, οι Ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες αρνή­θη­καν να παρα­δο­θούν. Έπει­τα από τρι­ή­με­ρη, σκλη­ρή μάχη στην περιο­χή του Μελι­γα­λά ο ΕΛΑΣ βγή­κε θριαμβευτής.

Στα γεγο­νό­τα εκεί­να ανα­φέ­ρε­ται εκτε­νώς ο Στά­θης Καν­να­βός, για­τρός και έπαρ­χος διοι­κη­τι­κού προ­σω­πι­κού της ΠΕΕΑ (Πολι­τι­κή Επι­τρο­πή Εθνι­κής Απε­λευ­θέ­ρω­σης) την επο­χή εκεί­νη [4]:

«11 Σεπτέμ­βρη. Στην οχυ­ρω­μέ­νη μ’ όλα τα μέσα της πολε­μι­κής τέχνης από τους Γερ­μα­νούς κωμό­πο­λη του Μελι­γα­λά, έχουν συγκε­ντρω­θεί να δώσουν την απο­φα­σι­στι­κή δολο­φο­νι­κή τους μάχη, οι πιο αιμα­στα­γείς ταγ­μα­τα­λή­τες 2 επαρ­χιών. Οι βάσεις Βελί­κας, Καλα­μά­τας, Μελι­γα­λά, Δια­βο­λι­τσιού, Δώριου, Κοπα­να­κιού. Απο­βρα­δίς, οι ηρω­ι­κοί ΕΛΑ­Σί­τες του 8ου και 9ου Συντάγ­μα­τος, έχουν δέσει γύρω από το άντρο αυτό της εθνο­προ­δο­σί­ας ασφυ­κτι­κό κλοιό. Εφε­δρο­ε­λα­σί­τες και από τις 3 επαρ­χί­ες πλαι­σιώ­νουν κι εδώ, στις πρώ­τες γραμ­μές, τον ΕΛΑΣ, ενερ­γούν ανα­γνω­ρί­σεις, δίνουν πλη­ρο­φο­ρί­ες. Και τρεις μέρες και τρεις νύχτες, από το χάρα­μα της 12 Σεπτέμ­βρη, ο μικρός κάμπος και τρι­γύ­ρω τα βου­νά κρα­τούν την ανά­σα τους στο αστα­μά­τη­το σάλα­γο της φονι­κής σύρ­ρα­ξης. Για τον ΕΛΑΣ, χάρη στις Καζέρ­τες και στα Λίβα­να, κάθε σφαί­ρα, είναι ακρι­βό­τε­ρη κι από το χρυ­σό. Είσαι υπο­χρε­ω­μέ­νος χίλιες να σφυ­ρί­ζουν στ’ αυτιά σου και ν’ απα­ντάς με μία. Μονά­χα που δια­θέ­τει κανό­νι! Είναι μια σκέ­τη κάν­νη, ψαρε­μέ­νη από το ΕΛΑΝ στ’ απο­μει­νά­ρια κάποιου ναυα­γί­ου. Για να ψευ­το­στα­θεί στον τόπο της, ύστε­ρα από κάθε βολή, φορ­τώ­νε­ται μ’ έναν αρμα­κά πέτρες. Μα κι έτσι, πάλι κλο­τσο­πη­δά­ει και τα φέρ­νει όλα γύρω της, άνω – κάτω. Και οι άντρες για σιγου­ριά έχουν δέσει από τη σκαν­δά­λη της ένα καρα­βό­σκοι­νο, κι αυτό τρα­βά­νε από καμιά δεκα­ριά μέτρα μακριά κάθε φορά που θέλουν να πυροβολήσουν!

14 Σεπτέμ­βρη. Μια εγγλέ­ζι­κη απο­στο­λή έρχε­ται καταϊ­δρω­μέ­νη και ζητά­ει να περά­σει στις γραμ­μές της εθνο­προ­δο­σί­ας. Θα έπει­θε λέει, τους αλή­τες να στα­μα­τή­σουν την αιμα­το­χυ­σία, να παρα­δο­θούν στον ΕΛΑΣ και να περι­μέ­νουν να κρι­θούν από την Κυβέρ­νη­ση. Οταν το παράλ­λο πρω­ι­νό, αιχ­μά­λω­τοι πια του ΕΛΑΣ, οι διπλο­που­λη­μέ­νοι αυτοί στους ξένους επι­δρο­μείς “εθνι­κό­φρο­νες” ρωτή­θη­καν για­τί έστω και την τελευ­ταία στιγ­μή δε δέχτη­καν να στα­μα­τή­σουν την αιμα­το­χυ­σία, η απά­ντη­σή τους ήταν και πάλι αυτή του αναί­σθη­του, επαγ­γελ­μα­τία προδότη.

– Οι Εγγλέ­ζοι μας πίε­σαν να συνεχίσουμε…

Για το Μεσ­ση­νια­κό λαό για μια ακό­μη τώρα φορά ενι­σχύ­ο­νταν οι ανη­συ­χί­ες του για το αύριο, ενώ οι ταγ­μα­τα­λή­τες με τις ευλο­γί­ες τώρα γερ­μα­νών, εγγλέ­ζων, της κυβέρ­νη­σης συνέ­χι­ζαν με πιο πολ­λή λύσ­σα, και αναι­σθη­σία το αιμα­το­κύ­λι­σμα του λαού. Ο ΕΛΑΣ έχα­σε όσα σε καμιά μάχη του με τους Γερ­μα­νούς, κάπου 200 δια­λε­χτά παλι­κά­ρια. Οι ταγ­μα­τα­λή­τες ως την τελευ­ταία στιγ­μή, έβγα­λαν από το Μπε­ζε­στέ­νι ομή­ρους τους και τους εκτελούσαν.

15 Σεπτέμ­βρη. Λίγο μετά το ηλι­βά­ρε­μα, οι δολο­φό­νοι του Μελι­γα­λά, σηκώ­νουν από παντού λευ­κές σημαί­ες. Πετούν στα φυλά­κια τα άτι­μα όπλα τους και μπου­λού­κια – μπου­λού­κια, τρέ­χουν να κλει­στούν στο Μπε­ζε­στέ­νι. Λίγες στιγ­μές πριν την παρά­δο­σή τους, στις ανα­το­λι­κές παρυ­φές της κωμό­πο­λης είχε φτά­σει χωρίς να προ­λά­βει να πάρει μέρος στη μάχη το 11ο Σύνταγ­μα του ΕΛΑΣ μαζί με το θρυ­λι­κό καπε­τά­νιο του Λαϊ­κού μας στρα­τού – τον Αρη Βελου­χιώ­τη. Ο πόνος, η οργή και το αίσθη­μα της πιο άγριας εκδί­κη­σης των χιλιά­δων μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νων από τα γύρω χωριά που πλημ­μύ­ρι­σαν την κωμό­πο­λη ήταν ολό­κλη­ρο βου­νό. Και μ’ όλα αυτά, ο πατριω­τι­σμός και η ανθρω­πιά του εθνι­κο­λαϊ­κού μας κινή­μα­τος δεν υστέ­ρη­σε. Από την πρώ­τη ημέ­ρα με τη βοή­θεια του ΕΛΑΣ διώ­χτη­καν στα χωριά τους εκα­το­ντά­δες ανορ­γά­νω­τοι, που περι­φέ­ρο­νταν στην πόλη, λεη­λα­τού­σαν και προ­κα­λού­σαν ανεύ­θυ­να. Από τις πρώ­τες στιγ­μές οι κατά τόπους οργα­νώ­σεις ξεκα­θά­ρι­σαν από το Μπε­ζε­στέ­νι πάνω ίσως κι από χίλιους Γερ­μα­νο­ντυ­μέ­νους που υπο­τί­θο­νταν ότι δε βαρύ­νο­νταν μ’ εγκλή­μα­τα και τους έστει­λαν στα σπί­τια τους. Από την ίδια ημέ­ρα το Λαϊ­κό Συμ­βού­λιο Αυτο­διοί­κη­σης συνέρ­χο­νταν και με εισή­γη­ση του υπο­φαι­νό­με­νου απο­φά­σι­ζε την οργά­νω­ση συσ­σι­τί­ου για τις οικο­γέ­νειες των ταγματαλητών!

Και μέσα σ’ ένα τέτοιο αιμο­στα­γές περι­βάλ­λον το ανθρώ­πι­νο πρό­σω­πο του Λαϊ­κού μας αγώ­να, εύρι­σκε και πάλι την αντο­χή του να εκδηλωθεί.

16 Σεπτέμ­βρη. Ενα μετά το άλλο τα 3 Συντάγ­μα­τα του Λαϊ­κού Στρα­τού απο­σύ­ρο­νται από το Μελι­γα­λά και προ­χω­ρούν από την απά­νω Τρι­φυ­λία, την Ιθώ­μη, την Εύα, τη Βου­φρά­δα, σ’ ένα μέτω­πο που πιά­νει όλο το μάκρος του Νομού. Ολες οι δυνά­μεις θα συγκλί­νουν στους Γαρ­γα­λιά­νους, τη μεγά­λη αντάρ­τισ­σα πόλη του Μωρηά, με τους 600 αντάρ­τες της και τους χιλιά­δες κυνη­γη­μέ­νους της. Εδώ έχει φωλιά­σει ο αρχι­δο­λο­φό­νος Στού­πας και με τις ορδές του συνε­χί­ζει και μετά την απο­χώ­ρη­ση των Γερ­μα­νών τις επι­δρο­μές και τη σφα­γή στα χωριά της Κάτω Τρι­φυ­λί­ας και της Πυλίας.

Στη σύρ­ρα­ξή του αυτή με τα τελευ­ταία υπο­λείμ­μα­τα της εθνο­προ­δο­σί­ας, ο ΕΛΑΣ πλη­ρώ­νει και πάλι μ’ ακρι­βές απώ­λειες. Οι δολο­φό­νοι του Στού­πα, ηττη­μέ­νοι, σκορ­πί­ζο­νται στις στα­φί­δες και στην πορεία τους προς την Πύλο αιμα­το­κύ­λη­σαν την περιο­χή, σκο­τώ­νο­ντας άναν­δρα, κάθε χωριά­τη που δού­λευε ανύ­πο­πτος στα χτή­μα­τά του. Ο αρχι­προ­δό­της Στού­πας κλεί­νε­ται στο Κάστρο της Πύλου να γλι­τώ­σει. Μα κάπο­τε απο­κά­νει από την αντι­λαϊ­κή λύσ­σα του και αυτοκτονεί.

Ετσι, στις 20 Σεπτέμ­βρη η Μεσ­ση­νία είναι λεύ­τε­ρη. Ο ηρω­ι­κός καπε­τά­νιος του Εθνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κού αγώ­να Αρης Βελου­χιώ­της προ­χω­ρεί σ’ όλο το μάκρος, από Πύλο – Μεσ­σή­νη, Αρκα­δι­κά σύνο­ρα, απο­χαι­ρε­τά­ει το λαό και με τα 3 Συντάγ­μα­τα του ΕΛΑΣ τρα­βά­ει για το κέντρο του Μωρηά.

Εκεί, στα τέλη του Σεπτέμ­βρη, έφτα­νε στην Καλα­μά­τα και ο αντι­πρό­σω­πος της Κυβέρ­νη­σης «Εθνι­κής Ενό­τη­τας» κ. Παναγ. Κανελ­λό­που­λος. Από την πρώ­τη κι όλας στιγ­μή φάνη­κε ότι μονα­δι­κή έγνοια και αγω­νία της Κυβέρ­νη­σης Γ. Παπαν­δρέ­ου ήταν το πώς θα περι­μα­ζέ­ψει, θα δια­τη­ρή­σει οπλι­σμέ­νους και θα μετα­φέ­ρει στην Αθή­να τους ταγ­μα­τα­λή­τες, για τη νέα αιμα­το­χυ­σία που ετοί­μα­ζε με τους Αγγλους πάτρω­νές της. Λαϊ­κές επι­τρο­πές από όλα τα στρώ­μα­τα ανε­βο­κα­τε­βαί­νουν κάθε μέρα στο ξενο­δο­χείο που στάθ­μευε ο Αντι­πρό­σω­πος της κυβέρ­νη­σης, χωρίς να παίρ­νουν έστω μια αόρι­στη απά­ντη­ση για τα προ­βλή­μα­τα ζωής ή θανά­του, που τους πίε­ζαν. Κι ήταν πάλι και τότε η πρω­το­βου­λία και πίε­ση των λαϊ­κών οργα­νώ­σε­ων, που έδι­νε μια άμε­ση και σωστι­κή λύση σε πολ­λά αδιέ­ξο­δα. Με την υπο­γρα­φή του κ. Κανελ­λό­που­λου του Διοι­κητ. Αντι­προ­σώ­που Επαρ­χί­ας Καλα­μά­τας και του υπο­φαι­νό­με­νου σαν Διοι­κη­τι­κού αντι­προ­σώ­που της Επαρ­χί­ας Μεσ­σή­νης, εκδί­δο­νταν για το Νομό και κυκλο­φο­ρού­σαν ειδι­κά χαρ­το­νο­μί­σμα­τα, εγγυ­η­μέ­να από το κρά­τος που θα δημιουρ­γού­νταν. Μ’ αυτά πλη­ρώ­θη­καν χιλιά­δες υπάλ­λη­λοι που ένα δυο μήνες έμει­ναν απλή­ρω­τοι και νηστι­κοί. Μ’ αυτά άνοι­ξε και κινή­θη­κε η αγο­ρά κι ο λαός ένιω­σε ξανά ότι μπο­ρεί μόνος του να κου­μα­ντά­ρει κάθε πλευ­ρά της ζωής του».

Το τιμωρό χέρι του λαού

Ο θρί­αμ­βος του ΕΛΑΣ απέ­να­ντι στους συνερ­γά­τες των κατα­κτη­τών και η απε­λευ­θέ­ρω­ση της περιο­χής ξεσή­κω­σε το λαό της Μεσ­ση­νί­ας που ζητού­σε πλέ­ον εκδί­κη­ση για τα εγκλή­μα­τα των Ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών. Ομά­δες οργι­σμέ­νων πολι­τών, άνθρω­ποι που είχαν δει τους δικούς τους να βασα­νί­ζο­νται και να εκτε­λού­νται από τους Ναζί και τα Τάγ­μα­τα Ασφα­λεί­ας, πήραν το νόμο στα χέρια τους. Ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο καπε­τά­νιος του ΕΛΑΣ Αρί­στος Καμα­ρι­νός: «Είχα την ευθύ­νη της συγκέ­ντρω­σης των αιχ­μα­λώ­των στο Μπε­ζε­στέ­νι. Το έργο μας ήταν πολύ δύσκο­λο. Έπρε­πε να συγκρα­τή­σου­με ομά­δες εξορ­γι­σμέ­νων πολι­τών, οι οποί­οι οπλι­σμέ­νοι με τσε­κού­ρια ορμού­σαν να εκδι­κη­θούν για τα θύμα­τά τους. Για να περι­φρου­ρή­σου­με τους αιχ­μα­λώ­τους, βάλα­με ισχυ­ρή φρου­ρά στο Μπε­ζε­στέ­νι και γρά­ψα­με με μεγά­λα γράμ­μα­τα: “Προ­σο­χή Νάρ­κες!”» [5].

Αντί­θε­τα με όσα ισχυ­ρί­ζο­νται οι σοβα­ρο­φα­νείς ιστο­ρι­κοί του «νέου κύμα­τος», τα φερέ­φω­να του αντι­κομ­μου­νι­σμού και τα πολι­τι­κά «εγγό­νια» των ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών, τα γεγο­νό­τα του Μελι­γα­λά δεν ήταν ούτε τυφλή πρά­ξη εκδί­κη­σης εκ μέρους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ούτε ασφα­λώς δείγ­μα «κόκ­κι­νης τρο­μο­κρα­τί­ας». Ήταν μια μάχη με ταξι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά, στο πλαί­σιο του πολέ­μου, μετα­ξύ των δυνά­με­ων της λεύ­τε­ρης Ελλά­δας και των μαντρό­σκυ­λων της αστι­κής τάξης.

Με δυό λόγια, στο Μελι­γα­λά, οι φονιά­δες, οι βια­στές, οι συνερ­γά­τες των κατα­κτη­τών, οι Ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες και Ταγ­μα­τα­λή­τες, οι προ­δό­τες του λαού, πλη­ρώ­θη­καν όπως ακρι­βώς τους άξι­ζε. Τίπο­τα λιγό­τε­ρο και τίπο­τα περισσότερο.

Σημειώ­σεις:

[1] Mark Mazower, Μετά τον πόλε­μο. Η ανα­συ­γκρό­τη­ση της οικο­γέ­νειας, του έθνους και του κρά­τους στην Ελλά­δα, 1943–1960, σελ.166, εκδ. Αλεξάνδρεια.
[2] Ό.π., σελ. 171.
[3] Γ. Ράλ­λης, Ο Ιωάν­νης Δ.Ράλλης ομι­λεί εκ του τάφου, σελ.59, Αθή­ναι, 1947.
[4] Το χρο­νι­κό δημο­σιεύ­τη­κε στο περιο­δι­κό «Εθνι­κή Αντί­στα­ση» (τεύ­χος 21, 1979). Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από το “Ριζο­σπά­στη”, 11 Σεπτέμ­βρη 2005.

* Το άρθρο είχε πρω­το­δη­μο­σιευ­θεί στο «Ατέ­χνως» στις 9 Σεπτέμ­βρη 2016.

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο