Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Με μεγάλη επιτυχία η παρουσίαση στη Βέροια του νέου βιβλίου του Αλέκου Χατζηκώστα

Με συμ­με­το­χή πλή­θος κόσμου πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε η πρώ­τη παρου­σί­α­ση του νέου βιβλί­ου του Βεροιώ­τη Δημο­σιο­γρά­φου – Συγ­γρα­φέα και συνερ­γά­τη του atexnos.gr Αλέ­κου Χατζη­κώ­στα με τίτλο «Μικρές ιστο­ρί­ας μεγά­λα όνει­ρα» την Κυρια­κή 21 Ιανουα­ρί­ου, στον πολυ­χώ­ρο «ΕΛΙΑ» της Βέροιας. Μετα­ξύ των παρευ­ρι­σκό­με­νων ήταν οι: Χρή­στος Αντω­νί­ου βου­λευ­τής Ημα­θί­ας του ΣΥΡΙΖΑ, ο αντι­δή­μαρ­χος Γιώρ­γος Σοφια­νί­δης, οι δημο­τι­κοί σύμ­βου­λοι, Τ. Χατζηα­θα­να­σί­ου, Ν. Μπέ­κης, Σ. Απο­στο­λό­που­λος, ο πρό­ε­δρος της Δ.Κ. Κλει­δί­ου Χ. Τσο­λά­κης, η Ι. Σοφρό­νωφ από την Τ.Ε Ημα­θί­ας του ΚΚΕ, ο Φ. Καρα­βα­σί­λης πρό­ε­δρος του Δικη­γο­ρι­κού Συλ­λό­γου Βέροιας, ο Κ. Μίζας Επι­με­λη­τής Ανη­λί­κων, εκπρό­σω­ποι του Δ.Σ της ΕΛΜΕ κ.α.

alekos3

Την εκδή­λω­ση άνοι­ξε ο Γιάν­νης Κρα­νιάς από τις  εκδό­σεις «ΕΝΤΥΠΟΙΣ», ο οποί­ος μίλη­σε για την συνερ­γα­σία του με τον συγ­γρα­φέα, καθώς επί­σης και για τη νέα του συλ­λο­γή διηγημάτων.

Ακο­λού­θη­σε ο Παντε­λής Τσα­λου­χί­δης, Φιλό­λο­γος – κρι­τι­κός Λογο­τε­χνί­ας, μέλος του Δ.Σ Συν­δέ­σμου Φιλο­λό­γων Ημα­θί­ας. Ο κος Τσα­λου­χί­δης ανα­φέρ­θη­κε στο συγ­γρα­φι­κό έργο του Αλέ­κου Χατζη­κώ­στα και στά­θη­κε στην 3η συλ­λο­γή διη­γη­μά­των που περι­λαμ­βά­νει 15 διη­γή­μα­τα. Σύμ­φω­να με τον ίδιο το βιβλίο χωρί­ζε­ται σε 4 ενό­τη­τες δίνο­ντας ένα μότο ανά­λο­γα με το περιε­χό­με­νο. «Ερω­τι­κοί στί­χοι» για τα 4 πρώ­τα διη­γή­μα­τα. Ένα σχό­λιο πάνω στην αστυ­νο­μι­κή λογο­τε­χνία του Ντάν­σελ Χάμετ για τα επό­με­να 3. Στί­χοι από την πρώ­τη ποι­η­τι­κή επο­χή εκεί­νης της επα­νά­στα­σης του Τάσου Λει­βα­δί­τη για τα επό­με­να 4. Κι ένα ποί­η­μα για τον πατέ­ρα του Γιάν­νη Βαρ­βέ­ρη «ο Πατέ­ρας δεν πίνει στους ουρα­νούς» για τα 4 τελευ­ταία. Τις 4 ενό­τη­τες τις ονό­μα­σε: Δύσκο­λοι έρω­τες, Αθώ­οι, Τίπο­τα δεν πάει χαμέ­νο και ο Πατέ­ρας ανε­βαί­νει στο κάδρο. «Η ποι­κι­λία διη­γη­μά­των χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από μεγά­λη θεμα­το­λο­γία,  τιμιό­τη­τα, σοβα­ρό­τη­τα και χιού­μορ, ενώ δεν κου­ρά­ζει τον ανα­γνώ­στη», είπε κλείνοντας.

alekos2

 

Η παρέμβαση του Δημήτρη Μπατζιάκα

Πριν κάποια χρό­νια, Κυρια­κή από­γευ­μα, διέ­σχι­ζα την πλα­τεία Δικαστηρίων.

Ξαφ­νι­κά άκου­σα την Στρα­τιω­τι­κή μπά­ντα να παια­νί­ζει κάποιο εμβα­τή­ριο και μετά τον Εθνι­κό ύμνο για την υπο­στο­λή της σημαί­ας από κάποιους συντε­ταγ­μέ­νους φαντάρους.

«Μηχα­νι­κά» στά­θη­κα σε στά­ση προσοχής(συνήθεια εξάλ­λου που μου είχε μεί­νει απ το στρατό)και σκε­φτό­μουν έναν Λοχία που κάθε φορά που ξεκι­νού­σα­με να τρώ­με το μεση­με­ρια­νό μας φαγη­τό, ξαφ­νι­κά έμπαι­νε μέσα στην τρα­πε­ζα­ρία, φωνά­ζο­ντας… «στρα­βά­δια κάνα­τε την μεση­με­ρια­νή σας προ­σευ­χή στην πατρί­δα? Όρθιοι όρθιοι.!!!»

Έτσι, βίαια δια­κό­πτα­με το γεύ­μα μας, σηκω­νό­μα­σταν απ το τρα­πέ­ζι σε στά­ση προ­σο­χής, λέγα­με τον Εθνι­κό Ύμνο και μετά συνε­χί­ζα­με να τρώμε.

Όπως καθό­μουν λοι­πόν σε στά­ση προ­σο­χής λίγα μέτρα πιο κει διέ­κρι­να ένα ηλι­κιω­μέ­νο κύριο ο οποί­ος καθό­ταν κι αυτός σε στά­ση προ­σο­χής, σαν στρα­τιώ­της και με πάθος σιγο­ψι­θύ­ρι­ζε τον Εθνι­κό μας ύμνο.

Εντύ­πω­ση δε μου έκα­νε ότι τα μάτια του ήταν υγρά και τρα­γου­δού­σε με ιδιαί­τε­ρη συγκί­νη­ση το εν λόγω εμβατήριο.

Από τότε κάθε Κυρια­κή που τύχαι­νε να βρί­σκο­μαι εκεί ή να χαζεύω την όλη δια­δι­κα­σία απ το μπαλ­κό­νι του γρα­φεί­ου μου, που «βλέ­πει» στην συγκε­κρι­μέ­νη πλα­τεία, εκεί­νος ο ηλι­κιω­μέ­νος κύριος, ήταν πάντα εκεί, νωρί­τε­ρα μάλι­στα και από την άφι­ξη του στρα­τού και της μπάντας.

Κάποια μέρα δεν άντε­ξε η περιέρ­γεια μου, του έστη­σα καρ­τέ­ρι και τον πλη­σί­α­σα προ­σπα­θώ­ντας να μάθω τον λόγο αυτής του της Κυρια­κά­τι­κης συνή­θειας. Εκεί­νος σκου­πί­ζο­ντας ξανά τα υγρά του μάτια με ένα μαντι­λά­κι, μου πρό­τει­νε να με κερά­σει έναν καφέ.

Πράγ­μα­τι καθί­σα­με σε μια καφε­τε­ρία, λίγα μέτρα πιο κει και μου είπε, σε εξο­μο­λο­γη­τι­κό τόνο, ότι είχε πολε­μή­σει στο μέτω­πο της Αλβα­νί­ας το 1940 και ότι μετά είχε βιώ­σει και προ­σω­πι­κά, όλη την εξα­θλί­ω­ση που προ­κά­λε­σε στον τόπο μας η φασι­στι­κή Γερ­μα­νι­κή κατο­χή, δηλα­δή, την πεί­να, τα συσ­σί­τια, τους νεκρούς στους δρό­μους, την σωμα­τι­κή βία του κατα­κτη­τή, αλλά και την μεγά­λη μέρα της απελευθέρωσης.

Έτσι, όταν ακούω τα διά­φο­ρα εμβα­τή­ρια και κυρί­ως τον Εθνι­κό μας ύμνο… ανα­στα­τώ­νε­ται το είναι μου… κλαίω.

Σε είδα που κάθι­σες προ­σο­χή την άλλη φορά και σε εκτίμησα..να ένα καλό παι­δί είπα, ένας πατριώ­της.. Τρε­λαί­νο­μαι και κάποιες φορές έχω βρί­σει και άτο­μα που εκεί­νη την ώρα που γίνε­ται η υπο­στο­λή ή η έπαρ­ση της σημαί­ας δεν στέ­κο­νται προ­σο­χή… το ελά­χι­στο που έχουν να κάνουν γι αυτή την ρημαδοπατρίδα!!!

Άρχι­σε στην συνέ­χεια να μου μιλά­ει με πάθος για τα ιδα­νι­κά της πατρί­δας, για την Μακε­δο­νία μας ‚για την αδια­φο­ρία της νεο­λαί­ας για την πατρί­δα κ.λ.π

Κατά­λα­βα ότι είχα μπρο­στά μου έναν ήρωα για μένα …κάποιοι, που λέγαν ότι τον γνώ­ρι­ζαν καλά τον κύριο Γιάννη(έτσι ήταν τα όνο­μα του)έσπευσαν να «γνω­μο­δο­τή­σουν» ότι είναι σαλεμένος..τρελός, ότι όταν κλαί­ει με τον Εθνι­κό ύμνο τον κάνου­με χάζι..σιγά τώρα …ε όχι και ήρωας..παίρνει και καλή σύντα­ξη …ποιον πόλε­μο μωρέ… στα μετό­πι­σθεν ήταν!!!
Εμμο­νές έχει..εκεί κολ­λη­μέ­νος με την πατρί­δα… ποια πατρί­δα μωρέ!!!

Πάντα αγα­πού­σα τους ανθρώ­πους που έχουν εμμονές.

Η αμε­τα­κί­νη­τη στά­ση τους με έλκυε αφάνταστα.

Ίσως για­τί τολ­μού­σαν, ειδι­κά στην σύγ­χρο­νη επι­τή­δεια και πολ­λές φορές σκό­πι­μη, ουδε­τε­ρό­τη­τα, να εκθέ­τουν του εαυ­τούς τους, λέγο­ντας δυνα­τά τα πιστεύω τους και απο­γυ­μνώ­νο­ντας το είναι τους, απέ­να­ντι σε περι­χα­ρα­κω­μέ­νους και οριο­θε­τη­μέ­νους δήθεν ιδε­ο­λό­γους που όμως μετα­κι­νού­νται ανά πάσα στιγ­μή, όπου φυσά­ει ο άνεμος…

Ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας, λοι­πόν για μένα, είναι ένας εμμο­νι­κός ιδε­ο­λό­γος… έχει, από γενε­τής, στα­θε­ρή πολι­τι­κή και κομ­μα­τι­κή άπο­ψη και μάχε­ται με την δική του αλή­θεια γι αυτήν.

Ακό­μα και στην μου­σι­κή που ακού­ει έχει και κει τον έναν και μονα­δι­κό Θεό του… τον Στελλάρα!!

Στο και­νούρ­γιο του βιβλίο που κυκλο­φο­ρεί με τον τίτλο «μικρές ιστο­ρί­ες μεγά­λα όνει­ρα» παρα­μέ­νει στα­θε­ρός και αυθε­ντι­κός στις αγά­πες του, δηλα­δή στο αγα­πη­μέ­νο συν­δυα­σμό του, δημο­σιο­γρα­φι­κής, πολι­τι­κής και αστυ­νο­μι­κής περιπέτειας.

Όμως, σ αυτό το βιβλίο του, μας επε­φύ­λα­ξε και μια μεγά­λη έκπληξη..γράφει απο­κλει­στι­κά χωρίς άλλες προ­σμί­ξεις , καθα­ρά ερω­τι­κές διη­γή­σεις, τόσο γλα­φυ­ρές, που νομί­ζεις ότι είναι αυτο­βιο­γρα­φία… ίσως και να είναι …

Στο σημείο αυτό Θα έκα­να έναν υπαι­νιγ­μό λίγο για να σας χαλα­ρώ­σω… «Αλέ­κο τις διά­βα­σε και η γυναί­κα σου;»

O Αλέ­κος, σ αυτό του το βιβλίο , συγκε­ντρώ­νει ένα «λεύ­κω­μα» συναι­σθη­μά­των. Μοιά­ζει σαν ένα κολάζ με ετε­ρό­κλι­τα υλι­κά που ενώ­θη­καν όλα μαζί για να παρου­σιά­σουν σε ένα εντε­λώς προ­σω­πι­κό και εξο­μο­λο­γη­τι­κό ύφος, ανθρώ­πι­να, καθη­με­ρι­νά βιώματα.

Έτσι εγώ,ο διπλα­νός σας, ο Φώτης, ο Κώστας, η Ελέ­νη, η Ευα­γε­λία, η Αντω­νία, σ αυτό το βιβλίο, πια­νό­μα­στε χέρι χέρι και σέρ­νου­με όλοι μαζί έναν κυκλω­τι­κό χορό συναι­σθη­μά­των, σαν αρχαία τρα­γω­δία, σαν σε ένα γλέ­ντι χαρμολύπης.

Το σπου­δαιό­τε­ρο δε σ αυτή την παν­δαι­σία ανθρω­πί­νων συνα­να­στρο­φών, είναι, ότι μέσα στις σελί­δες αυτού του βιβλί­ου, απου­σιά­ζουν χωρίς όμως να είναι ερή­μην, τα ονό­μα­τα, διό­τι η μονα­ξιά, η εγκα­τά­λει­ψη, τα όνει­ρα, οι ανο­μο­λό­γη­τοι έρω­τες, τα πάθη, δεν έχουν όνο­μα ‚είναι συναι­σθή­μα­τα, είναι οι μικρές μας ιστο­ρί­ες που κρύ­βουν πάντα μεγά­λα όνειρα.

Διό­τι το όνει­ρο δεν μπο­ρεί να είναι μικρό, δεν περιο­ρί­ζε­ται μέσα στον ανθρώ­πι­νο εγκέ­φα­λο που το γεννά…

Ξεφεύ­γει, κατα­λαμ­βά­νει όλη την ανθρώ­πι­νη ύπαρ­ξη και μέσα από την ματαιό­τη­τα της πιστεύ­ει σ αυτή, την κάνει όμορ­φη, της δίνει φωνή, υπό­τι­τλους και έτσι ο άνθρω­πος ζει και καταρ­γεί τον θάνατο.

Ο Αλέ­κος, επί­σης, δεν ξεχνά ποτέ, ως γνή­σιος Δημο­σιο­γρά­φος, το σήμε­ρα. Έτσι απ τα διη­γή­μα­τα του δεν θα μπο­ρού­σαν να απου­σιά­ζουν και οι σύγ­χρο­νοι όροι επι­κοι­νω­νί­ας, Π.Χ SMS.

Κι όμως, ποτέ στην ιστο­ρία της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης οι σύγ­χρο­νες τεχνι­κές ανθρώ­πι­νης επι­κοι­νω­νί­ας δεν ήταν τόσο ανε­πτυγ­μέ­νες, αλλά οι καρ­διές των ανθρώ­πων τόσο μόνες… παρα­φρά­ζο­ντας τα λόγια του Σαμαράκη.

Σκε­φτεί­τε για λίγο αγα­πη­τοί μου φίλοι, πόσες νέες, Αγγλι­κές λέξεις επι­κοι­νω­νί­ας, έχουν εισβά­λει, ξαφ­νι­κά, σαν…. Αμε­ρι­κά­νι­κη βοήθεια(όπως θα έλε­γε και ο Αλέκος)στην ζωή μας.

Σαν να έχει συμ­φω­νη­θεί και ανα­πτυ­χθεί ένα σχέ­διο Μάρ­σαλ «συναι­σθη­μα­τι­κής βοή­θειας» από τους «καλούς» συμ­μά­χους μας, προς εμάς, για­τί χωλαί­να­με στην γρή­γο­ρη επικοινωνία.

Λες και το πρό­βλη­μα στην ανθρώ­πι­νη επι­κοι­νω­νία …ήταν η ταχύτητα.

Έτσι όλοι ανα­γκα­στι­κά και γρή­γο­ρα μάθα­με να χρη­σι­μο­ποιού­με τα χέρια μας και λιγό­τε­ρο το μυα­λό μας, στέλ­νο­ντας τυποποιημένα,SMS,MMS… Κάνο­ντας πολ­λούς φίλους στο FACEBOOK, πηγαί­νο­ντας ακό­μη και στο χωριό μας με GPS.

Επι­κοι­νω­νού­με με άνε­ση φορώ­ντας τις πιζά­μες μας, στο SKYPE,στο TWITTER,στο INSTAGRAM,στο VAIPER…στις γιορ­τές δεν πηγαί­νου­με επί­σκε­ψη, ούτε θέλου­με να ακού­σου­με την φωνή του άλλου στο τηλέ­φω­νο, αλλά λες και κάποιος μας πιέ­ζει χρο­νι­κά, στέλ­νου­με SMS ή ένα χαρού­με­νο μήνυ­μα ΜΜS ή ευχό­μα­στε μέσω facebook.

Θυμό­μα­στε ηλε­κτρο­νι­κά (πάντα μας το θυμί­ζει το μηχά­νη­μα μας) ακό­μα και τα γενέ­θλια του ΧΨΩ και κεί­νος, ο απο­δέ­κτης, … απο­ρεί πως τον θυμή­θη­κες αφού έχεις να μιλή­σεις μαζί του από Φαντά­ρος και δεν χαί­ρε­ται τόσο, για­τί ξέρει, ότι δεν είναι τα χρό­νια πολ­λά από καρ­διάς ή από μνή­μης και μετά ανα­γκά­ζε­ται, επει­δή θυμή­θη­κες τα γενέ­θλιά του, να σου κάνει και κεί­νος ένα like από υπο­χρέ­ω­ση, σε μια selfi που ανέ­βα­σες, για να πρω­το­τυ­πή­σεις, σ ένα σταύ­λο με γου­ρού­νια, που επε­δί­ω­ξες να βρε­θείς, σ ένα ταξί­δι σου στην Καρ­δί­τσα, για­τί νόμι­ζες ότι κανείς δεν είχε ξαναδεί..γουρουνάκι, αλλά μόνο σε μπριζόλα!!!

Γι όλ΄ αυτά ο Αλέ­κος, μιλά­ει πολ­λές φορές υπαι­νι­χτι­κά ή ξεκά­θα­ρα, διό­τι τον απα­σχο­λεί, εκτός από την ανθρώ­πι­νη μονα­ξιά και τον έρω­τα και γενι­κά όλη η παρά­στα­ση του ανθρώ­πι­νου παρα­λο­γι­σμού πάνω στο σανί­δι της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κής ζωής.

Έτσι, όταν ανα­φέ­ρε­ται στο Βερά­νι, που σημαί­νει το ερει­πω­μέ­νο σπί­τι και το συγκε­κρι­μέ­νο, παρα­δο­μέ­νο στις φλό­γες, το παραλ­λη­λί­ζει νοη­μα­τι­κά με τον ιδιο­κτή­τη του, έναν υπάν­θρω­πο, αρχι­κά χωρίς ορα­τό πρό­σω­πο αλλά στην συνέ­χεια απο­κα­λύ­πτει την προ­σω­πι­κή του ιστο­ρία, που είναι, σαν Βερά­νι, δηλα­δή «ερει­πω­μέ­νη», γεμά­τη από προ­δο­σί­ες, κατα­δό­σεις, ατι­μί­ες και υπη­ρε­σί­ες στους κατα­κτη­τές εξου­σιών και πατρίδων…

Τελειώ­νο­ντας θέλω να σας κάνω μια αποκάλυψη…

Στο διή­γη­μα του Αλέ­κου… ο μπο­για­τζής ήξε­ρε πολ­λά.. υπήρ­ξα εγώ προ­σω­πι­κά ο εμπνευ­στής του, όταν σε συζή­τη­ση που είχα­με μετα­ξύ μας, του απο­κά­λυ­ψα ένα συγκλο­νι­στι­κό περι­στα­τι­κό που εκτυ­λί­χτη­κε στις δικα­στι­κές αίθου­σες της Βέροιας, πριν πάρα πολ­λά χρό­νια και που απα­σχό­λη­σε κοι­νή γνώ­μη και έντυ­πο τύπο και που μου το διη­γή­θη­κε ο πατέ­ρας μου, όταν υπη­ρε­τού­σε στην πόλη μας σαν Εισαγ­γε­λέ­ας, σχε­τι­κά με κάποια «κομπί­να» που είχε στη­θεί με συμ­με­το­χή… «επι­φα­νών ανδρών» και που «ξεσκέ­πα­σε» ο ίδιος ο πατέ­ρας μου, ο οποί­ος και φυσι­κά πρω­τα­γω­νι­στεί σ αυτό το διήγημα(φυσικά με αλλαγ­μέ­να κάποια γεγο­νό­τα σκό­πι­μα, αλλά με την ουσία αναλλοίωτη)

Και μια και ανα­φέρ­θη­κα στον πατέ­ρα μου, για τον οποίο είμαι υπε­ρή­φα­νος για­τί, όπως θα δια­βά­σε­τε σ αυτό το διή­γη­μα και κεί­νος, σαν τον Αλέ­κο, είχε τις δικές του εμμο­νές, διό­τι πάντα «πάσχι­ζε» να βρεί την αλή­θεια και κάθε υπό­θε­ση που ανα­λάμ­βα­νε και μελε­τού­σε, πρώ­τα την περ­νού­σε από μέσα του, με πολ­λά ξενύ­χτια πάνω απ την δικο­γρα­φία του ‚σαν «μοι­ρο­λο­γί­στρα» του ανθρώ­πι­νου πόνου και μετά με γνώ­μο­να το δίκαιο και την ισό­τη­τα, την δίκα­ζε. Γι αυτό και ήταν, όταν έπρε­πε, επιεικής.

Στο τελευ­ταίο μέρος των Διη­γη­μά­των του Αλέ­κου θα συνα­ντή­σε­τε κάποιες ιστο­ρί­ες της ζωής του πατέ­ρα του. Ιστο­ρί­ες ασπρό­μαυ­ρες, γλυ­κές, με μίγ­μα φτώ­χειας και καλο­σύ­νης, σαν τότε που όλη η οικο­γέ­νεια μαζευό­ταν και έβλε­πε την ελλη­νι­κή ται­νία του Σαβ­βά­του, με τον Παντε­λή Ζερ­βό και τον Λαυ­ρέ­ντη Δια­νέλ­λο στον ρόλο του πατέρα.

Μιας επο­χής που βέβαια έφυ­γε, αλλά πάντα ζωντα­νεύ­ει μέσα μας, σαν «μπού­σου­λας» στην σημε­ρι­νή επο­χή της ηλε­κτρο­νι­κής ταχύ­τη­τας που δεν λεί­πουν, ούτε οι μονα­χι­κοί άνθρω­ποι, ούτε οι αυτο­κτο­νί­ες… και γενά­τε το ερώ­τη­μα …για­τί ενώ η επι­κοι­νω­νία είναι δωρε­άν και γρή­γο­ρη, υπάρ­χει ακό­μη ανθρώ­πι­νη μοναξιά!!!

Θα το μάθε­τε μέσα απ τις σελί­δες του βιβλί­ου του Αλέ­κου, σε έντυ­πη μορ­φή, για να έχει οσμή, αφή και αμε­σό­τη­τα το διά­βα­σμα σας και να μην σας χωρί­ζει απ όλα ένα τζάμι!!!

alekos1

Η παρέμβαση του Αλέκου Χατζηκώστα

«Φίλες και φίλοι σας ευχα­ρι­στώ για την παρου­σία σας. Για όσους/ες εδώ και 14 χρό­νια με συντρο­φεύ­ουν στο συγ­γρα­φι­κό μου ταξί­δι, από τα πρώ­τα μου βήμα­τα, δίνο­ντας μου κου­ρά­γιο να συνε­χί­σω .Για όσους/ες με συνά­ντη­σαν τα επό­με­να χρό­νια και με ακο­λου­θούν δίνο­ντας μία ανεί­πω­τη χαρά ότι «το έχω και θα πρέ­πει να συνεχίσω».

Ευχα­ρι­στί­ες για το πανελ, τους συντε­λε­στές του καλ­λι­τε­χνι­κού προ­γράμ­μα­τος, τον δημιουρ­γό του εξω­φύλ­λου Δημή­τρη Γκέκα.

Η εκδή­λω­ση είναι αφιε­ρω­μέ­νη στη μητέ­ρα μου, που λόγοι υγεί­ας την εμπό­δι­σαν «να καμα­ρώ­σει το γιό της» όπως μου είπε. Νάσαι καλά μάνα, περα­στι­κά σου.

Μοι­ρά­ζο­ντας τις προ­σκλή­σεις αρκε­τοί φίλοι/ες μου είπαν: «δεν κου­ρά­στη­κες Αλέκο;»

Τους απα­ντώ δημό­σια. ΟΧΙ. Όπως δεν κου­ρά­ζε­ται κανείς να ζει, άσχε­τα αν η ζωή του δεν είναι όπως την ήθε­λε. Όπως δεν πρέ­πει κου­ρά­ζε­ται αυτός που με τις μικρές του δυνά­μεις προ­σπα­θεί από τα εφη­βι­κά του χρό­νια «ν’ ανθρω­πέ­ψει τον άνθρω­πο». Όπως δεν πρέ­πει να κου­ρά­ζε­ται αυτός που έχει στό­χο να προ­σφέ­ρει στην κοι­νω­νία χαμό­γε­λα, αισθη­τι­κή απόλαυση.

Προ­φα­νώς και η γρα­φή είναι κου­ρα­στι­κή δου­λειά. Με θυσί­ες στα «κοι­νά καθη­με­ρι­νά και τετριμ­μέ­να». Όπως έγρα­φε και ο Γ. Ρίτσος στη «Σονά­τα του σελη­νό­φω­τος», «…Το ξέρω πως καθέ­νας μονα­χός πορεύ­ε­ται στον έρω­τα, μονα­χός στη δόξα και στο θάνατο…».

Όμως είναι και χαρά και από­λαυ­ση για τον ίδιο τον δημιουρ­γό της, όταν βλέ­πει το έργο του στις προ­θή­κες των βιβλιο­πω­λεί­ων, στις βιβλιο­θή­κες φίλων, όταν βλέ­πει χαρού­με­νος και ταυ­τό­χρο­να προ­βλη­μα­τι­σμέ­νους αναγνώστες.

Άλλοι πάλι γνω­ρί­ζο­ντας μας καλύ­τε­ρα με ρώτη­σαν: «Και πότε θα σταματήσεις;»

Να ανα­κοι­νώ­σω σήμε­ρα ότι μέχρι το Πάσχα θα κυκλο­φο­ρή­σει το νέο μου ιστο­ρι­κό βιβλίο «Η Ημα­θία στον 2ο αιώ­να. Στιγ­μές από την ιστο­ρία της»,ενώ στα σκα­ριά υπάρ­χουν και άλλα και σε λογο­τε­χνι­κά είδη που δεν με είχα­τε συνηθίσει…

Δύσκο­λα να στα­μα­τή­σω όμως, όσο βιο­λο­γι­κά είμαι εντάξει.

Όσο μπο­ρώ και δια­βά­ζω ως κλασ­σι­κός «βιβλιο­φά­γος»

Όσο ζω έντο­νη κοι­νω­νι­κή ζωή, συμ­με­τέ­χο­ντας ενερ­γά στα «κοι­νά», μια και κατά τον Μαρξ ο άνθρω­πος είναι το σύνο­λο των κοι­νω­νι­κών του σχέσεων.

Όσο υπάρ­χουν άνθρω­ποι που με εμπνέ­ουν ή μου δίνουν ιδέ­ες με τη στά­ση τους, τη γνώ­μη τους, τα ψυχι­κά τους χαρί­σμα­τα ή και την…ομορφιά τους.

alekos6

Λίγα λόγια για το βιβλίο:

Πρό­κει­ται για διη­γή­μα­τα που έγρα­ψα κυρί­ως την τελευ­ταία 3ετία έχο­ντας πολ­λές αφορμές…Αρκετά από αυτά δημο­σιεύ­τη­καν, (έχουν υπο­στεί όμως βελ­τιώ­σεις) ενώ άλλα βγαί­νουν για πρώ­τη φορά στην επι­φά­νεια. Δοκί­μα­σα κάποια νέα πράγ­μα­τα σ’αυτά, που τα εντό­πι­σαν οι προη­γού­με­νοι ομιλητές.

-Ο Αριθ­μός από 9 (όσες και οι μού­σες) πήγαν στα 15

-Η έκτα­ση ποικίλει

-Το περιε­χό­με­νο από ερω­τι­κό μέχρι αστυ­νο­μι­κό, πολι­τι­κό –ιστο­ρι­κό αλλά και με πολ­λές αναμνήσεις.

Φυσι­κά οι καλύ­τε­ροι κρι­τές μου είστε όλοι εσείς.»

Ακο­λού­θη­σαν ερω­τή­σεις και συζή­τη­ση με το κοινό.

Ανά­με­σα στους ομι­λη­τές απο­σπά­σμα­τα διά­βα­σε ο Δημή­τρης Τζι­μο­γιάν­νης, μέλος της Πει­ρα­μα­τι­κής Σκη­νής του ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας, με τη μου­σι­κή συνο­δεία του Βασί­λη Βαλα­βά­νη, Καθη­γη­τή κιθά­ρας στο Μου­σι­κό Σχο­λείο Βέροιας και στο Δημο­τι­κό Ωδείο Βέροιας.

alekos5

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο