Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μιχάλης Κατσαρός: Αντιστάθηκε με την πένα του

“Μια ξεχω­ρι­στή και στι­βα­ρή ποι­η­τι­κή παρου­σία, με τονι­σμέ­νο το στοι­χείο της αμφι­σβή­τη­σης”, υπήρ­ξε, σύμ­φω­να με τον Λίνο Πολί­τη (“Ιστο­ρία της νεο­ελ­λη­νι­κής λογο­τε­χνί­ας”), ο Μιχά­λης Κατσα­ρός , ο ποι­η­τής, που, ποι­η­τι­κά, μας μήνυ­σε: “Μην αμελήσετε/ Πάρ­τε μαζί σας νερό/ Το μέλ­λον μας έχει πολ­λή ξηρα­σία”, έφυ­γε από τη ζωή, το Σάβ­βα­το 21 Νοεμ­βρί­ου 1998, στα 80 του χρό­νια, χτυ­πη­μέ­νος από την επάρατο.

katsaros1“Ο Μιχά­λης Κατσα­ρός , πρώ­τος αυτός, τόλ­μη­σε να αμφι­σβη­τή­σει τα ιερά σύμ­βο­λα της άλλης Εξου­σί­ας, τη στιγ­μή του εφή­με­ρου, αλλά όμως φοβε­ρού της θριάμ­βου. Ηταν ένας ποι­η­τής — προ­φή­της και γι’ αυτό είχε τη μοί­ρα που επι­φυ­λάσ­σουν σύντρο­φοι και λαοί στους ορα­μα­τι­στές. Σήμε­ρα, ελεύ­θε­ρος και γαλή­νιος, βρί­σκε­ται εκεί, που κανείς μοχθη­ρός δεν μπο­ρεί πια να τον αγγί­ξει. Είναι νικη­τής” (Μ. Θεο­δω­ρά­κης απο­χαι­ρε­τώ­ντας τον ποιητή)

Ενας από τους σημα­ντι­κούς Ελλη­νες ποι­η­τές. Κατα­τά­χθη­κε στους ποι­η­τές της ήττας, ωστό­σο σε πολ­λά ποι­ή­μα­τα του μιλά­ει για την αντί­στα­ση που οφεί­λου­με να προ­βάλ­λου­με στην καθη­με­ρι­νή ζωή και στην αλλο­τρί­ω­ση. Τα ποι­ή­μα­τά του χαρα­κτη­ρί­ζο­νται, όσον αφο­ρά στο περιε­χό­με­νο τους, από τη βαθύ­τα­τη ευαι­σθη­σία για τα βάσα­να των φτω­χών και κατα­τρεγ­μέ­νων ανθρώ­πων. Εξάλ­λου και ο ίδιο διά­λε­ξε να ζήσει μια τελεί­ως ασκη­τι­κή ζωή.

Γεν­νή­θη­κε το 1919 στην Κυπα­ρισ­σία. Από το 1945 έζη­σε στην Αθή­να, κάνο­ντας διά­φο­ρα επαγ­γέλ­μα­τα: Ταμί­ας σε κατά­στη­μα, υπάλ­λη­λος ραδιο­φω­νί­ας, δημο­σιο­γρά­φος σε λαθρό­βιες εφη­με­ρί­δες κ.ά. Μάλι­στα, απο­πει­ρά­θη­κε να ζωγρα­φί­σει και να συν­θέ­σει, αλλά τελι­κά η ποί­η­ση τον κέρ­δι­σε. Εμφα­νί­ζε­ται ως ποι­η­τής το 1946 στο περιο­δι­κό “Ελεύ­θε­ρα Γράμ­μα­τα”, με το “Μπαρ­μπε­ρί­νι­κο καρά­βι”. Το 1949 εκδί­δει την πρώ­τη ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή του — “Μεσο­λόγ­γι”, όπου είναι νωπές οι μνή­μες του εμφυλίου.
Ο Μιχά­λης Κατσα­ρός υπήρ­ξε ασυμ­βί­βα­στος και σε όλη τη διάρ­κεια της ζωής του αντι­στά­θη­κε στο βόλε­μα, το οποίο πολέ­μη­σε και με την ποί­η­σή του: “Αντισταθείτε/ σ’ αυτόν που χτί­ζει ένα μικρό σπιτάκι/ και λέει: καλά είμαι εδώ”… “Αντι­στα­θεί­τε πάλι σ’ όλους που γρά­φουν λόγους για την εποχή/ δίπλα στη χει­μω­νιά­τι­κη θερμάστρα/ στις κολα­κεί­ες, τις ευχές, τις τόσες υπο­κλί­σεις”. («Αντι­στα­θεί­τε» — «Κατά Σαδ­δου­καί­ων Πάθη»).

Ακο­λου­θούν τα έργα του: “Ορο­πέ­διο” (1956), “Σύγ­γραμ­μα” (1975), “Πρό­βα και ωδές” (με επί­με­τρο του ποι­η­τή Μάνου Ελευ­θε­ρί­ου), 1975), “Ενδύ­μα­τα” (1977), “Αλφα­βη­τά­ριον” και “Ποι­ή­μα­τα Α — Ω” (1978), “Ονό­μα­τα” (1980), “3Μ+3Μ= 6Μ” (1981), “4 Μαζι­νό”, “Μεί­ον ΩΑ”, “Ο πατέ­ρας του ποι­η­τή”, “Καζα­μία Ελλή­νων” (1997). Τα πεζά έργα του ήταν μετα­ξύ άλλων: “Το Χρο­νι­κό του Μορέ­ως”, “Σύγ­χρο­νες μπρο­σού­ρες”, “Το κρά­τος εργο­δό­της”. Το 1983 τιμή­θη­κε με το βρα­βείο Ποίησης.

Ο ποι­η­τής υπήρ­ξε μέλος της ΕΠΟΝ και πήρε ενερ­γό μέρος στην Εθνι­κή Αντί­στα­ση, παλεύ­ο­ντας και με την πένα του. Συνε­λή­φθη από το Ες — Ες, βασα­νί­στη­κε και φυλα­κί­στη­κε πολ­λούς μήνες στη φυλα­κή Χατζη­κώ­στα. Ανά­με­σα στους συντρό­φους του εκεί­νης της επο­χής, ήταν και ο Μίκης Θεο­δω­ρά­κης. Το 1947, μαζί με άλλους, εκδί­δει το περιο­δι­κό “Θεμέ­λιο” (1947) και το 1950 το περιο­δι­κό “Στό­χος” (ένα τεύ­χος). Από το 1975 και για ένα διά­στη­μα εξέ­δι­δε το περιο­δι­κό “Σύστη­μα”.

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο