Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο αντισυμβατικός Bruno Lauzi

Σαν σήμε­ρα το 2006 πέθα­νε από τη νόσο Πάρ­κιν­σον ο τρα­γου­δι­στής και τρα­γου­δο­ποιός Μπρού­νο Λάου­τσι (Bruno Lauzi, γεν­νή­θη­κε στην Ασμά­ρα της Ερυ­θραί­ας 8‑Αυγ–1937).
Όχι ιδιαί­τε­ρα γνω­στός στη χώρα μας, απο­τέ­λε­σε μου­σι­κό κεφά­λαιο για την Ιτα­λία. Μεγά­λω­σε στη Γένο­βα και θεω­ρεί­ται, πλάι στους Fabrizio De André, Umberto Bindi, Luigi Tenco, Sergio Endrigo και Gino Paoli, μετα­ξύ των ιδρυ­τών και μεγά­λων εκφρα­στών της σχο­λής τρα­γου­δο­ποιών της περιο­χής. Πολύ­πλευ­ρος καλ­λι­τέ­χνης, ερμή­νευ­σε και έγρα­ψε μεγά­λες επι­τυ­χί­ες, για διά­ση­μες ερμη­νεύ­τριες, όπως η η Ornella Vanoni και η Mia Martini και μετα­ξύ άλλων για το Ζωρζ Μου­στα­κί, ενώ πει­ρα­μα­τί­στη­κε με την ποί­η­ση και τη λογοτεχνία.
Στο αυτο­βιο­γρα­φι­κό βιβλίο Il caso del pompelmo levigato (η περί­πτω­ση του λεί­ου grapefruit)  αφη­γεί­ται ότι η μητέ­ρα του, Laura Nahum, ήταν εβραϊ­κής κατα­γω­γής, παντρεύ­τη­κε τον καθο­λι­κό Francesco Lauzi, αλλα­ξο­πί­στη­σε και στη συνέ­χεια έκρυ­ψε την κατα­γω­γή της για να ξεφύ­γει από τους φασι­στι­κούς νόμους. Από τον πατέ­ρα του, φιλε­λεύ­θε­ρο και Λιγου­ρια­νό αντι­φα­σί­στα, κλη­ρο­νό­μη­σε ένα αίσθη­μα ανε­κτι­κό­τη­τας και φιλελευθερισμού.Bruno Lauzi

Γκρουπ με τον Tenco και σόλο ντεμπούτο

Η καλ­λι­τε­χνι­κή κλί­ση του Lauzi εκδη­λώ­νε­ται μάλ­λον νωρίς. Είναι η δεκα­ε­τία του 1950 όταν, μαζί με τον φίλο του και συμ­μα­θη­τή του στο γυμνά­σιο Luigi Tenco με τον οποίο μοι­ρά­ζε­ται ένα πάθος για τις μου­σι­κές ται­νί­ες και την τζαζ, δημιουρ­γεί ένα μου­σι­κό συγκρό­τη­μα και αρχί­ζει να γρά­φει τα πρώ­τα του τρα­γού­δια. Παθια­σμέ­νος με την ποί­η­ση και τη λογο­τε­χνία, διά­βα­ζε, μετα­ξύ άλλων, Federico García Lorca και τον Ezra Pound και γρά­φτη­κε στη Νομι­κή Σχο­λή του Μιλά­νου, αφιε­ρώ­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να χρό­νο στην τζαζ και ακού­γο­ντας Γάλ­λους τρα­γου­δο­ποιούς, … Jacques Brel, Georges Brassens και Charles Aznavour. Για να αφο­σιω­θεί ολο­κλη­ρω­τι­κά στη μου­σι­κή, αφή­νει τις σπου­δές του (έμε­ναν δύο μαθή­μα­τα για το πτυχίο).
Το 1960 ο Giorgio Gaber ηχο­γρά­φη­σε ένα 45άρι, το «Bella», ντε­μπού­το του Lauzi, ως συνθέτης.

Ritornerai…

Η αρχή της καριέ­ρας του ως τρα­γου­δο­ποιός γίνε­ται το 1962 με το ψευ­δώ­νυ­μο Miguel e i Caravana όταν ηχο­γρα­φεί δύο τρα­γού­δια στη Γενο­βέ­ζι­κη γλώσ­σα, με βρα­ζι­λιά­νι­κους ήχους (λόγω της ομοιό­τη­τας μετα­ξύ δια­λέ­κτου της Γένο­βας και Πορ­το­γα­λι­κών) , A Bertoela και O frigideiro («Το ψυγείο»), χωρίς ιδιαί­τε­ρη επι­τυ­χία, που όμως του ανοί­γει τις πόρ­τες του καμπα­ρέ: τον καλούν στο Derby Club του Μιλά­νου για να κάνει κάποιες παραστάσεις.
Η επι­τυ­χία με το πραγ­μα­τι­κό του όνο­μα έρχε­ται με τα τρα­γού­δια: Ritornerai (θα γυρί­σεις), Ti ruberò (θα σε κλέ­ψω), Margherita, Viva la libertà (Ζήτω η Ελευ­θε­ρία) και Il poeta (ο ποι­η­τής ‑γρά­φτη­κε το 1963 και θεω­ρεί­ται από τους κρι­τι­κούς μανι­φε­στο της σχο­λής της Γένο­βας), που θα τρα­γου­δή­σει σε πρώ­τη εκτέ­λε­ση ο Gino Paoli.
Το τρα­γού­δι έμει­νε και­ρό στο συρ­τά­ρι αφού δεν είχε λάβει τη «βίζα» των λογο­κρι­τών, λόγω της άρνη­σης να αφαι­ρε­θεί η γραμ­μή που ανα­φε­ρό­ταν στην αυτο­κτο­νία του πρω­τα­γω­νι­στή και τα «χρη­στά ήθη» της επο­χής δεν επέ­τρε­παν τέτοια.

Η μόνη του συμ­με­το­χή στο Φεστι­βάλ του Σαν Ρέμο ήταν το 1965 με το τρα­γού­δι Il tuo amore, ένα βαλς γαλ­λι­κής ατμό­σφαι­ρας, το οποίο αγνο­εί­ται από την κρι­τι­κή επι­τρο­πή και δεν γίνε­ται καν δεκτό στον τελικό.
Ο Λάου­τσι ταρά­χτη­κε πολύ από την αυτο­κτο­νία του φίλου του Τέν­κο, κατά τη διάρ­κεια του φεστι­βάλ Σαν Ρέμο 1967, τόσο που θα μιλή­σει ρητά γι’ αυτό μόνο πολ­λά χρό­νια αργό­τε­ρα και θα επι­κρί­νει επί­σης τον μετα­θα­νά­τιο αφιέ­ρω­μα του Fabrizio De André στην Preghiera in gennaio (Προ­σευ­χή τον Ιανουά­ριο), την οποία είδε σχε­δόν ως συγ­γνώ­μη για την ακραία χει­ρο­νο­μία Ο τρα­γου­δι­στής θα αρνη­θεί επί­σης, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, ότι το τρα­γού­δι Il poeta ήταν αφιε­ρω­μέ­νο στον αδι­κο­χα­μέ­νο φίλο του, όπως γρά­φτη­κε χρό­νια νωρί­τε­ρα. Αντί­θε­τα, μάλ­λον εμπνεύ­στη­κε από τα μυθι­στο­ρή­μα­τα του Piero Chiara (Πιέ­ρο Κιά­ρα) φίλος του Λαού­τσι, με τον οποίο, μετά το 1956, όταν μετα­κό­μι­σε στο Βαρέ­ζε, ξεκί­νη­σε μια συνερ­γα­σία ως διορ­θω­τής των βιβλί­ων του.

Στην ρομα­ντι­κή φλέ­βα ο Lauzi εναλ­λάσ­σει συχνά χιου­μο­ρι­στι­κά τρα­γού­δια, όπως το προ­α­να­φερ­θέν O frigideiro και το Garibaldi blues. Αυτή η πτυ­χή του δημιουρ­γι­κού του ταλέ­ντου θα τον οδη­γή­σει αργό­τε­ρα σε συνερ­γα­σία με κωμι­κούς και stand-up κωμι­κούς όπως ο Lino Toffolo και ο Enzo Jannacci, για τους οποί­ους έγρα­ψε πολ­λά τρα­γού­δια, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του Il metrò e Ragazzo padre (το μετρό και το παι­δί πατέ­ρας), καθώς και παι­δι­κά τρα­γού­δια, όπως το διά­ση­μο Johnny Bassotto e La tartaruga (ο Johnny Bassotto και η Χελώ­να). Στα μέσα της 10ετίας του εξή­ντα με τους Jannacci, Toffolo και το δίδυ­μο Cochi & Renato, εντά­χθη­κε στο Gruppo Motore, που γεν­νή­θη­κε στο καμπα­ρέ του Μιλά­νου Cab 64 και στη συνέ­χεια μέχρι τα μέσα της 10ετίας 1970, στο cabaret Derby Club.

Τα τελευ­ταία χρό­νια της ζωής του, παρά την ταλαι­πω­ρία από την εκφυ­λι­στι­κή αρρώ­στεια που τον είχε χτυ­πή­σει (σοβα­ρή μορ­φή της νόσου του Πάρ­κιν­σον), ο Λάου­τσι δια­τη­ρεί άθι­κτο το εξαι­ρε­τι­κό του μπρίο, τον οίστρο και την ειλι­κρί­νεια του καλ­λι­τέ­χνη και την σε υπερ­θε­τι­κό βαθ­μό αίσθη­ση ειρω­νεί­ας, που τον φέρ­νει ακό­μη και να απευ­θυν­θεί με ένα γράμ­μα στον Mr. Parkinson (σσ. ο James Parkinson, που πρώ­τος έκα­νε σχε­τι­κές μελέ­τες με τη νόσο έζη­σε δυο αιώ­νες νωρί­τε­ρα 1755–1824).
Σε αυτό το πλαί­σιο, προ­ω­θεί διά­φο­ρες πρω­το­βου­λί­ες για τη συγκέ­ντρω­ση κεφα­λαί­ων για τη μελέ­τη και τη βοή­θεια των ασθε­νών με Πάρ­κιν­σον με μια σει­ρά από ειδι­κά αφιε­ρω­μέ­νους δίσκους και ποιήματα.
Παρα­χω­ρεί τα πνευ­μα­τι­κά δικαιώ­μα­τα σε ένα από αυτά, το La mano (το χέρι –για την ακρί­βεια La mia mano a farfalla – το χέρι μου στυλ πετα­λού­δας, με προ­φα­νή συμ­βο­λι­σμό) για να χρη­σι­μο­ποι­η­θεί ελεύ­θε­ρα ως gadget, τυπω­μέ­νο σε δια­φη­μι­στι­κά αντι­κεί­με­να και αφί­σες της Ιτα­λι­κής Ένω­σης νόσου πάρ­κιν­σον, όπου ο στί­χος περι­γρά­φει τον τρό­μο του χεριού του λόγω της νευ­ρο­εκ­φυ­λι­στι­κής παθο­λο­γί­ας. Ο Λάου­ζι υπήρ­ξε ένας άνθρω­πος ενά­ντια στο ρεύ­μα και, ανά­με­σα στα πάθη του, εκτός από τη μου­σι­κή και τη λογο­τε­χνία, ήταν η πολι­τι­κή, το ποδό­σφαι­ρο και η ανα­ζή­τη­ση μανι­τα­ριών, τόσο που αυτο­προσ­διο­ρί­στη­κε ως ένας «ποι­η­τής μανι­τα­ριών». Ο Ivano Fossati (Ivano Alberto Fossati Ιτα­λός ποπ τρα­γου­δι­στής από τη Γένο­βα, μέλος του progressive rock συγκρο­τή­μα­τος Delirium που έχει συνερ­γα­στεί με Fabrizio De André, Riccardo Tesi, Anna Oxa, Mia Martini, Ornella Vanoni, Shirley Bassey, Francesco De Gregori, Menudo, Mina κά) τον απο­κά­λε­σε «πραγ­μα­τι­κό αντι­κομ­φορ­μι­στή»: ξεκι­νώ­ντας από την πολι­τι­κή στην οποία εντρύ­φη­σε τα τελευ­ταία χρό­νια (σσ. υπήρ­ξε πάντα φιλε­λεύ­θε­ρος αστός, στέ­λε­χος μάλι­στα στο Partito Liberale — PLI, μάλι­στα όταν κάπο­τε τον κάλε­σαν στο Festival της Unità αρνή­θη­κε ζητώ­ντας «να φρο­ντί­σουν για την απε­λευ­θέ­ρω­ση από τα γκου­λάγκ των σοβιε­τι­κών καλ­λι­τε­χνών που ήταν φυλα­κι­σμέ­νοι εκεί» … άλλο που δε θέλα­νε οι Ιτα­λοί οπορ­του­νι­στές), “την κατά­βρι­σκε” επί­σης να γρά­φει σε εφη­με­ρί­δες και σε ιστο­σε­λί­δες επί παντός επι­στη­τού, πέρα από τις μου­σι­κές πτυ­χές των πραγμάτων.

Του άρε­σε να δια­φο­ρο­ποιεί­ται από άλλους τρα­γου­δο­ποιούς, μη σνο­μπά­ρο­ντας  να ερμη­νεύ­σει κομ­μά­τια άλλων, ενώ έγρα­φε και ο ίδιος για τρί­τους τρα­γού­δια τα οποία μερι­κές φορές ερμή­νευε αργό­τε­ρα (όπως με το Piccolo uomo). Θα αρνη­θεί και έναν ρόλο στην ται­νία του Federico Fellini Il Casanova …κάνο­ντας τον άρρω­στο. Η στά­ση του απέ­να­ντι στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή τον έκα­νε πολύ γνω­στό και σ’ εκεί­να τα μέρη τόσο που  ο Gabriel García Márquez, του ζήτη­σε αυτό­γρα­φο μετά από μια παράσταση.

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο