Στα τέσσερα χρόνια της κατοχής της Γιουγκοσλαβίας από τον φασιστικό Άξονα, από το 1941 ως το 1945, αναπτύχθηκε το μεγαλύτερο — σε έκταση και σε ανθρώπινο δυναμικό — λαϊκό απελευθερωτικό κίνημα αντίστασης στην Ευρώπη, οι Παρτιζάνοι, που απελευθέρωσαν τη Γιουγκοσλαβία χωρίς τη βοήθεια ή την παρουσία στο έδαφος της χώρας κάποιου από τους τρεις μεγάλους συμμαχικούς στρατούς (ΗΠΑ-Αγγλία-ΕΣΣΔ). Το ένοπλο κίνημα των Παρτιζάνων κατόρθωσε να καθηλώσει 30 ως 40 γερμανικές μεραρχίες και συνέβαλε σημαντικά στη νίκη των λαών για τη συντριβή του φασισμού, κι έγινε ο φορέας της (χρονικά) δεύτερης επιτυχούς σοσιαλιστικής επανάστασης στην ιστορία. Τον τιτάνιο αγώνα των λαών της Γιουγκοσλαβίας για λευτεριά, ενότητα, ισότητα, αδελφότητα και ανεξαρτησία, τον τραγούδησε και τον απαθανάτισε η λαϊκή μούσα των εθνών αυτών σε άπειρα τραγούδια, τόσο κατά τη διάρκεια του αντιφασιστικού πολέμου όσο και μετά, στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία. Επιλέξαμε 15 από αυτά, τα πιο “σημαδιακά”, που απεικονίζουν τις διάφορες στιγμές και στάδια του μεγαλειώδους αγώνα των Παρτιζάνων από το 1941 ως το 1945.
Στις 6 του Απρίλη 1941, οι φασιστικές δυνάμεις του Άξονα (Γερμανία, Ιταλία, Ουγγαρία και Βουλγαρία) εισβάλουν, ταυτόχρονα, στην Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα. Ο γιουγκοσλαβικός στρατός, αποδιοργανωμένος, συντρίφτηκε και παραδόθηκε άνευ όρων στις 17 Απρίλη του 1941. Η Γιουγκοσλαβία κατακερματίστηκε. Το Γ΄ Ράιχ απέσπασε μέρη της χώρας, το ίδιο και η φασιστική Ιταλία, η Βουλγαρία και η Ουγγαρία. Τον Απρίλη του 1941 δημιουργήθηκαν: το «Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας» διοικούμενο από τους στυγνούς φασίστες δολοφόνους Ουστάσι, το «Ανεξάρτητο Βασίλειο του Μαυροβουνίου», η λεγόμενη «Συμβουλευτική της Σλοβενίας», και στις 30 Απρίλη εγκαθίσταται η κυβέρνηση του δωσίλογου Μίλαν Ατσίμοβιτς «κομισάριου της Σερβίας», κλπ.
Στις 27 Ιούνη 1941 ιδρύεται το Γενικό Στρατηγείο των εθνικοαπελευθερωτικών παρτιζάνικων σωμάτων της Γιουγκοσλαβίας με επικεφαλής τον Γιόσιπ Μπροζ Τίτο. Στις 4 Ιούλη 1941 το ΠΓ του ΚΚΓ αποφάσισε την έναρξη της ένοπλης πάλης ενάντια στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους. Η πρώτη αυθόρμητη ένοπλη εξέγερση ξεκίνησε εκείνο τον Ιούλη στην περιοχή Κόρντουν (Kordun) της Κροατίας, όπου το φασιστικό καθεστώς των Ουστάσι είχε αρχίσει τις μαζικές δολοφονίες Σέρβων (που αποτελούσαν την πλειονότητα των κατοίκων) αλλά και όλων των αντιφασιστών. Τότε γράφτηκε και το πρώτο παρτιζάνικο τραγούδι, το “Na Kordunu grob do groba” (Στο Κόρντουν από μνήμα σε μνήμα) από την Desanka Ćuić-Kačar, που περιγράφει τον πόνο μιας μάνας που γυρίζει από μνήμα σε μνήμα στο Κόρντουν για να βρει πού έχουν θάψει τον εκτελεσμένο παρτιζάνο γιο της:
Η γενικευμένη εξέγερση, όμως, ξεκίνησε από το Μαυροβούνιο τον Αύγουστο του 1941, υπό την καθοδήγηση του ΚΚΓ, σε συνεργασία και με τμήματα των Τσέτνικ (αρχικά αντιστασιακή μοναρχική ένοπλη οργάνωση του Ντράζα Μιχαήλοβιτς που μετά τον πρώτο χρόνο του πολέμου έγινε δοσιλογική). Η εξέγερση αυτή είχε αποτέλεσμα να απελευθερωθεί ένα σημαντικό μέρος του Μαυροβουνίου και της νοτιοδυτικής Σερβίας, η πρώτη περιοχή που απελευθερωνόταν από τον Άξονα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Στις απελευθερωμένες περιοχές ιδρύθηκε η “Δημοκρατία του Ούζιτσε” που διήρκεσε για 3 περίπου μήνες, και συγκροτήθηκαν νέα δημοκρατικά όργανα εξουσίας – οι Λαϊκές Απελευθερωτικές Επιτροπές. Τότε ήταν που γράφτηκε το “Sa Ovčara i Kablara” που ήταν ο ύμνος της πρώτης εκείνης απελευθερωμένης παρτιζάνικης δημοκρατίας:
To Σεπτέμβρη του 1941 η εξέγερση επεκτάθηκε και στη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, με τον ξεσηκωμό στο Ντρβαρ και τη Μπόσανσκα Κράινα. Το φθινόπωρο του 1941 οι Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι είχαν κιόλας απελευθερώσει πάνω από 40 πόλεις και σημαντικές περιοχές της Σερβίας και της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, και είχαν ενώσει στην απελευθερωμένη ζώνη τις περιοχές Κόρντουν, Βοσνίας, Μπάνια και Λίκα (“Kordun, Bosna, Banija i Lika” όπως μαρτυρούν οι στίχοι του τρίτου τραγουδιού). Οι δυναμικές αυτές εξεγέρσεις ανάγκασαν τους Κροάτες φασίστες να παραδώσουν στους Ιταλούς τη διοίκηση των περιοχών της Λίκα και της Μπόσανσκα Κράινα (δυτική Βοσνία και Ερζεγοβίνη). Τον αγώνα των παρτιζάνων του Ντρβαρ περιγράφει το τραγούδι της 6ης Προλεταριακής Μεραρχίας Λίκα “Kad je bila borba kod Drvara” (η μεραρχία Λίκα έπαιξε αποφασιστικό ρόλο τρία χρόνια αργότερα στην υπεράσπιση του αρχηγείου του Τίτο στο Ντρβαρ ενάντια στην έβδομη και τελευταία κατά σειρά οργανωμένη επίθεση των Γερμανών):
Τον ίδιο εκείνο Σεπτέμβρη ιδρύθηκε στην Ανατολική Βοσνία το “Κοινό Γενικό Επιτελείο των παρτιζάνικων και στρατιωτικών αποσπασμάτων της Βοσνίας” για το συντονισμό των επιχειρήσεων των Παρτιζάνων και των Τσέτνικ. Τη διοίκηση είχαν από κοινού 3 Παρτιζάνοι και 3 Τσέτνικ (οι Παρτιζάνοι ήταν ο γνωστός και από τις επαφές του με τον ΕΛΑΣ Σβέτοζαρ Βουκμάνοβιτς “Τέμπο”, ο Ρόντολιουμπ Τσολάκοβιτς και ο Σλόμπονταν Πρίντσιπ “Σέλιο”, ενώ οι Τσέτνικ ήταν οι Γ. Ντάνγκιτς, Π. Τζουκάνοβιτς και Σ. Μιχαήλοβιτς). Το επιτελείο αυτό είχε έδρα το βουνό Ρομάνια κοντά στο Σαράγεβο. Σύμφωνα με όλες τις πηγές, το τραγούδι “Na sred gore Romanije” τραγουδιόταν τότε και από τις δυο αντιστασιακές ομάδες, με μόνη διαφορά στους στίχους το ότι οι Παρτιζάνοι τραγουδούσαν “crveni se barjak vije” (η κόκκινη σημαία κυματίζει) ενώ οι Τσέτνικ “četnički se barjak vije” και αντίστοιχα οι Παρτιζάνοι ευχαριστούσαν τον Τίτο ενώ οι Τσέτνικ τον Ντράζα. Δυστυχώς, η παρτιζάνικη εκδοχή δεν υπάρχει στο Youtube κι έτσι βάζουμε αυτή των Τσέτνικ:
Με το που έφυγε όμως το 1941, οι ουσιαστικές διαφορές μεταξύ Τσέτνικ και Παρτιζάνων έγιναν εμφανείς. Οι μοναρχικοί αντικομμουνιστές και Σέρβοι εθνικιστές Τσέτνικ δε δέχονταν στις μονάδες τους μη-Σέρβους μαχητές, δε δέχονταν πολιτική καθοδήγηση, προχωρούσαν σε εκτελέσεις αμάχων μη-Σέρβων (αλλά και Σέρβων αντιφασιστών) στα χωριά και τις πόλεις που καταλάμβαναν, και από ένα σημείο και μετά δεν έδειχναν καμιά διάθεση να πολεμήσουν τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, αντίθετα έδειχναν όλο και πιο εχθρική διάθεση προς τους Παρτιζάνους. Η οριστική ρήξη ήρθε την άνοιξη του 1942, όταν οι Τσέτνικ του Ράντε Ράντιτς δολοφόνησαν τον παρτιζάνο καπετάνιο Μλάντεν Στογιάνοβιτς. Ο Μλάντεν, ένας υπέροχος άνθρωπος όπως παραδέχονταν και αντίπαλοί του, ήταν γιατρός, και στην προπολεμική Γιουγκοσλαβία είχε αποκτήσει τη φήμη ότι θεράπευε χωρίς πληρωμή τους φτωχούς και άπορους. Μέλος του ΚΚΓ, το 1941 κατατάχτηκε εθελοντικά στους Παρτιζάνους και έγινε καπετάνιος στο βουνό Κοζάρα της δυτικής Βοσνίας. Η αγάπη του λαού στο πρόσωπό του αποτυπώθηκε και στο τραγούδι “Ide Mladen vodi partizane” (Να, ο Μλάντεν οδηγεί τους παρτιζάνους) του 1942:
Από τα μέσα του 1942, οι δυνάμεις των Τσέτνικ πέρασαν ανοιχτά και σχεδόν ολοκληρωτικά στις τάξεις του ένοπλου δοσιλογισμού και συνεργασίας με τους φασίστες κατακτητές — τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Κροάτες Ουστάσι. Βάζοντας τον αντικομμουνισμό και τον οπορτουνισμό πάνω από τον αντιφασισμό, οι ηγέτες τους προσχώρησαν στο στρατόπεδο εκείνων που αγωνίζονταν ενάντια στην απελευθέρωση των λαών της Γιουγκοσλαβίας. Το γεγονός αυτό έκανε πολλούς αντάρτες που αρχικά πολεμούσαν στο πλευρό των Τσέτνικ να περάσουν στις τάξεις των Παρτιζάνων, μιας και αυτοί ήταν πλέον η μόνη δύναμη που μαχόταν ενεργά κατά του φασισμού. Μερικοί μεμονωμένοι Τσέτνικ διοικητές, όπως ο Μαυροβούνιος Πάβλε Τζούρισιτς (για τον οποίο είναι γραμμένο το τραγούδι “Đurišiću mlad majore”) διατήρησαν μεν εκεχειρία με Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές, αλλά συνέχισαν να πολεμούν τους Κροάτες φασίστες, σε μια μάχη με τους οποίους σκοτώθηκε και ο Τζούρισιτς:
Έτσι, στα τέλη του 1942 οι Παρτιζάνοι ήταν ουσιαστικά η μόνη πανεθνική δύναμη στη Γιουγκοσλαβία που μαχόταν για τη λευτεριά απέναντι σε όλους: απέναντι σε Γερμανούς, Ιταλούς, Βουλγάρους και Ούγγρους κατακτητές και σε Κροάτες, Σλοβένους και Σέρβους φασίστες συνεργάτες τους. Στο τέλος του 1942 ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έφτανε στις 150.000 άνδρες. Οι κατακτητές και οι συνεργάτες τους (οι «Ουστάσι» του Πάβελιτς, η «Μιλίτσια» του Νέντιτς, και οι «Τσέτνικ» του Μιχαήλοβιτς), διέθεταν 830.000 άνδρες. Τότε είναι που γράφτηκε το θρυλικό “Po šumama i gorama” (Μέσα από βουνά και δάση), το τραγούδι-σήμα κατατεθέν του γιουγκοσλαβικού αντάρτικου, που είναι για τους Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές ό,τι ο Ύμνος του ΕΑΜ για τους Έλληνες. Η μελωδία είναι βασισμένη σε τραγούδι του Ρώσικου Εμφυλίου, και την ίδια μελωδία έχει το δικό μας ΕΛΑΣίτικο τραγούδι “Από Κάμπους και Λαγκάδια”:
Στις αρχές του 1943 οι Γερμανοί και Ιταλοί κατακτητές, υποστηριζόμενοι από ισχυρές δυνάμεις Κροατών Ουστάσι και Σέρβων Τσέτνικ, όλοι με βαρύ γερμανικό οπλισμό, εξαπολύουν ολομέτωπη επίθεση με σκοπό τη διάλυση των Παρτιζάνων. Με τις εχθρικές δυνάμεις να έχουν αριθμητική υπεροχή 6 εναντίον 1 των Παρτιζάνων, το κίνημα του Τίτο αντιμετωπίζει τον πιο μεγάλο κίνδυνο για την ύπαρξή του. Οι ενωμένες αξονικές δυνάμεις καταφέρνουν σημαντικά πλήγματα στους αντάρτες, δεν πετυχαίνουν όμως τον αντικειμενικό τους στόχο που είναι η διάλυση των Παρτιζάνων, καθώς στην κορύφωση των επιχειρήσεων, στον ποταμό Νερέτβα, ο Τίτο ξεδιπλώνει όλη τη στρατιωτική του ιδιοφυία, καταφέρνοντας να παραπλανήσει τους Γερμανούς και να περάσει τη γέφυρα του ποταμού συντρίβοντας τους Τσέτνικ στην άλλη πλευρά. Η μάχη αυτή είναι διπλής σημασίας, καθώς με τιτάνια αυταπάρνηση οι Παρτιζάνοι καταφέρνουν και να σώσουν τους τραυματίες τους, που είχαν μείνει στην απέναντι πλευρά της γέφυρας, από τη σύλληψη και το βέβαιο θάνατο στα χέρια των Γερμανών ναζί. Γι’ αυτό και η μάχη αυτή είναι γνωστή και ως “μάχη για τους τραυματίες”. Εδώ είναι η συγκλονιστική σκηνή από την επική γιουγκοσλαβική ταινία του 1969 “Η Μάχη του Νερέτβα” με το τραγούδι “Padaj silo i nepravdo”:
Παρ’ όλα αυτά, δυο μόλις μήνες μετά τη μάχη στον ποταμό Νερέτβα και ενώ οι Παρτιζάνοι μόλις είχαν προλάβει να ανασυνταχθούν στο Μαυροβούνιο, οι Γερμανοί και Ιταλοί εξαπολύουν νέα μεγάλη επίθεση το Μάη του 1943. Στόχος των κατακτητών είναι να κυκλώσουν τους Παρτιζάνους στις άγονες εκτάσεις του οροπεδίου Ντουρμίτορ και να τους αναγκάσουν σε συμβατική μάχη για να τους συντρίψουν. Ο κίνδυνος είναι και πάλι τεράστιος, αλλά και πάλι χάρη στην ιδιοφυία του Τίτο και τη σθεναρή τους αντίσταση, οι αντάρτες καταφέρνουν να ξεγλιστρήσουν από τον κλοιό και να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους βόρεια, στις όχθες του ποταμού Σουτιέσκα στην ανατολική Βοσνία. Οι δυνάμεις του Άξονα και πάλι αποτυγχάνουν στο σκοπό τους να διαλύσουν τους παρτιζάνους. Η νίκη αυτή του γιουγκοσλαβικού απελευθερωτικού κινήματος σηματοδοτεί σημείο καμπής στην ιστορία του πολέμου, αφού αφ’ ενός οι κατοχικές δυνάμεις στη Γιουγκοσλαβία — μετά και την πτώση του Μουσολίνι το καλοκαίρι του 1943 — δεν έχουν πια τη δυνατότητα για μεγάλες αντι-ανταρτικές επιχειρήσεις, και αφ’ ετέρου οι δυτικοί σύμμαχοι, αντιλαμβανόμενοι το δοσιλογισμό των Τσέτνικ, αποσύρουν τη διπλωματική τους βοήθεια από το κίνημα του Μιχαήλοβιτς και αναγνωρίζουν ως συμμαχική δύναμη το αντάρτικο του Τίτο. Για τη μάχη στον ποταμό Σουτιέσκα (που κι αυτή έγινε ταινία το 1973) γράφτηκε το τραγούδι “Kraj Sutjeske hladne vode”:
Στην άμυνα των ανταρτών εναντίον αυτής της επίθεσης, στον ποταμό Σουτιέσκα στην ανατολική Βοσνία, σκοτώνεται ο ηρωικός Μαυροβούνιος καπετάνιος Σάβα Κοβάσεβιτς και τραυματίζεται ο ίδιος ο Τίτο — ο μόνος πολιτικός ηγέτης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που τραυματίστηκε σε μάχη. Για τον γενναίο Κομαντάντ Σάβα, που αγαπήθηκε όσο κανείς άλλος πλην του Τίτο από τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας, και για τον ηρωικό του θάνατο στον ποταμό Σουτιέσκα, γράφτηκαν πολλά τραγούδια, κι εμείς επιλεξαμε τα δύο δημοφιλέστερα. Το ένα είναι το “Komandant Sava”, που δανείστηκε τη μελωδία του από το τραγούδι του ρωσικού εμφυλίου για τον καπετάνιο Σορς του Κόκκινου Στρατού:
Το δεύτερο είναι το συγκλονιστικό “Sivi Sokole” που τελειωνει με τους στίχους “Δουλέψαμε, δουλεύουμε και θα δουλέψουμε, σύντροφε Τίτο σου ορκιζόμαστε πως θα νικήσουμε!”. Εδώ και με αγγλικούς υπότιτλους:
Στις 29 του Νοέμβρη του 1943, την ίδια μέρα που στην Τεχεράνη οι ηγέτες των Συμμάχων συσκέπτονταν για το μέλλον του πολέμου, στο Γιάιτσε της Βοσνίας το Αντιφασιστικό Εθνικοαπελευθερωτικό Συμβούλιο της Γιουγκοσλαβίας ανακήρυσσε την ίδρυση της Δημοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας (DFJ) που ακριβώς δύο χρόνια μετά θα μετονομαστεί σε Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (SFRJ). Ο εθνικός ύμνος του νέου κράτους επιλέχθηκε να είναι ο ύμνος του πανσλαβικού κινήματος από τις επαναστάσεις του 1848, το “Hej, Slaveni”:
Την ίδια εκείνη μέρα, το Αντιφασιστικό Εθνικοαπελευθερωτικό Συμβούλιο ανακοινώνει την προαγωγή του αρχηγού των Παρτιζάνων, Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, στο βαθμό του Στρατάρχη, σαν δείγμα ευγνωμοσύνης των λαών της Γιουγκοσλαβίας για τη συμβολή του στις στρατιωτικές νίκες του απελευθερωτικού κινήματος. Το τραγούδι “Uz Maršala Tita” (Με τον Στρατάρχη Τίτο) που γράφτηκε το 1944 από τους Βλάντιμιρ Νάζορ και Όσκαρ Ντάνον, είναι ένα μόνο δείγμα αυτής της λαϊκής ευγνωμοσύνης:
Τον Αύγουστο του 1944 η δύναμη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, είχε φτάσει σε 15 σώματα με 50 μεραρχίες, 30 ανεξάρτητες ταξιαρχίες και 130 μονάδες ανταρτών. Σύνολο 500.000 άνδρες. Με την αποχώρηση των Γερμανών και την απελευθέρωση του Βελιγραδίου τον Οκτώβρη, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, που είναι πια ένας τακτικός στρατός, ξεκινάει τις μεγάλες του επιθετικές επιχειρήσεις για την απελευθέρωση των εδαφών εκείνων που κατείχαν οι Κροάτες φασίστες. Πρώτα απελευθερώνεται το Σαράγεβο και στη συνέχεια οι Παρτιζάνοι περνούν μέσα από την οροσειρά Βέλεμπιτ, την καρδιά της Κροατίας, για την κατάληψη του Ζάγκρεμπ. Το Μάη του 1945, μαζί με το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, όλη η αχανής έκταση από τα βόρεια ελληνικά σύνορα μέχρι το νότιο άκρο της Αυστρίας κι από τα δυτικά σύνορα της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας ως την Αδριατική, βρίσκεται υπό τον έλεγχο της λαϊκά απελευθερωμένης σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας. Σύγχρονο με τη φάση αυτή του πολέμου είναι το τραγούδι “Razvila se jedna jela vita”:
Η θυσία που πρόσφεραν στον μεγάλο αντιφασιστικό αγώνα οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας ήταν εξαιρετικά μεγάλη. Στη διάρκεια του πολέμου έπεσαν στο μέτωπο και τα μετόπισθεν πάνω από 50.000 μέλη του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, (ανάμεσά τους και 10 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του) και πολύ περισσότερα μέλη της Ένωσης της Κομμουνιστικής Νεολαίας της Γιουγκοσλαβίας. Έδωσαν τη ζωή τους 305.000 αντιφασίστες αγωνιστές. Πάνω από 425.000 στρατιώτες και αξιωματικοί τραυματίστηκαν. Ακόμα περισσότερα ήταν τα θύματα από τον αστικό πληθυσμό. Οι θυσίες των λαών της Γιουγκοσλαβίας ανέρχονται συνολικά σε πάνω από 1.700.000 δολοφονημένους και σκοτωμένους. Ο πόλεμος προκάλεσε στη χώρα τρομερές καταστροφές. Πάνω από 26% των κατοίκων έμειναν άστεγοι, 36% της βιομηχανίας καταστράφηκε ολοκληρωτικά, 223 ορυχεία καταστράφηκαν ή έπαθαν σοβαρές ζημιές.
Κι όμως η νίκη ήταν δική τους! Οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας είχαν καταφέρει να ενώσουν ξανά το κράτος εκείνο που είχε διαιρέσει σε τόσα κομμάτια ο φασιστικός Άξονας και να υπερνικήσουν όχι μόνο έναν πάνοπλο εχθρό αλλά και κάθε τοπικό εθνικισμό, και να προσδώσουν στη Νέα Γιουγκοσλαβία την ταυτότητα του σοσιαλισμού, της ενότητας, της αδελφότητας και της δημοκρατίας. Τη σημασία της νίκης αυτού του τόσο πατριωτικού και ταυτόχρονα τόσο διεθνιστικού αγώνα αποδίδει τέλεια η τελευταία στροφή του τραγουδιού “Od Vardara po do Triglava” (Απ’ το Βαρδάρη ως το Τρίγκλαβ) που γράφτηκε μετά τον πόλεμο:
Για σένα τόσο αίμα χύθηκε
των λαών η πάλη σε λευτέρωσε
των εργατών το χέρι σε ξανάχτισε
να ζεις χαρούμενη και λεύτερη
με την αγάπη μας να σ’ οδηγεί
Γιουγκοσλαβία, Γιουγκοσλαβία!
Αντ. Π.