Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πάμε θέατρο: Felicità \ Θέατρο Αλκυονίς με Μυρτώ Αλικάκη & Γιάννη Σοφολόγη — της Σεμίνας Διγενή

Felicità _θα πει “Ευτυ­χία”, κάτι άπια­στο που από πάντα και νυν και αεί ζητού­σαν οι άνθρω­ποι στις κοι­νω­νί­ες της εκμε­τάλ­λευ­σης, της μονα­ξιάς και του ωχα­δερ­φι­σμού. Κι όταν κάποιοι τόλ­μη­σαν το άλμα στους ουρα­νούς και πάλι …
Felicità
ήταν κι ένα σιν­γκλ 45άρι βινύ­λιο (3:12λ) των Al Bano και Romina Power, που κυκλο­φό­ρη­σε το 1982 στην Ιτα­λία και έπαι­ζε στο φουλ στα τραν­ζί­στορ και τα πικάπ της επο­χής _ κατέ­λα­βε και τη 2η θέση στο _ήδη μισο­εκ­φυ­λι­σμέ­νο Φεστι­βάλ του Σαν Ρέμο. Το μοτί­βο ακού­γε­ται και ξανα­κού­φε­ται –όχι τυχαία, στην παράσταση
Σε μια χώρα πατρί­δα του ευρω­κο­μου­νι­σμού _ακόμη τότε στο φόρ­τε του, λίγο πριν το θάνα­το του Enrico Berlinguer και την απο­διά­λυ­ση του πάλαι ποτέ κρα­ταιού ΚΚ

Γρά­φει ο \\ Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Τα λόγια συνή­θη …καν­τσο­νέ­τα επο­χής: Ευτυ­χία … είναι να κρα­τιέ­σαι χέρι χέρι, να πηγαί­νεις μακριά \  ευτυ­χία είναι το αθώο βλέμ­μα σου ανά­με­σα στους ανθρώ­πους, ευτυ­χία _ ευτυχία_ ευτυ­χία είναι ένα μαξι­λά­ρι από πού­που­λα, το νερό του ποτα­μού που κελα­ρύ­ζει …η βρο­χή που πέφτει πίσω από τις κουρ­τί­νες, ένα ποτή­ρι κρα­σί με ένα σάντουιτς, μια νότα στο συρ­τά­ρι σου \ να τρα­γου­δάς με δύο φωνές πόσο μου αρέ­σεις, ευτυ­χία κλπ. κλπ.

Μια άλλη _γνωστή στους παλιό­τε­ρους _1985 τρα­γού­δη­σε ο Καλο­γιάν­νης “και μου είπες δει­λά πως σε λεν Ευτυ­χία \ κι έτσι απλά ξεκι­νή­σα­με \ τη ζωή να γνω­ρί­σου­με \ Και που λες Ευτυ­χία \ ευτυ­χία δε βρή­κα­με \ λίγα μόνο στοι­χεία ευτυ­χί­ας χαρή­κα­με \ δε μας πέσαν λαχεία τυχε­ροί δε σταθήκαμε
και που λες Ευτυ­χία ευτυ­χία δε βρήκαμε …

Ο οργι­σμέ­νος βάρ­δος της Μεγά­λης Οκτω­βρια­νής Σοσια­λι­στι­κής κοσμο­γο­νί­ας Βλα­ντί­μιρ Μαγια­κόφ­σκι, ακρο­βά­της στις πιο ακραί­ες πραγ­μα­τι­κό­τη­τες, νυμ­φί­ος του έρω­τα, της επα­νά­στα­σης και του θανά­του κατα­θέ­τει τον προ­σω­πι­κό χάρ­τη των αισθη­μά­των του ποτι­σμέ­νο στις ανα­θυ­μιά­σεις των ανα­μνή­σε­ών του. Νομάς ο ίδιος, ρου­φού­σε το μέλ­λον και μεθού­σε από το παρελ­θόν, κρυ­φα­κού­γο­ντας πάντα το παρα­μι­λη­τό της Μού­σας του… αγκο­μα­χη­τό πριν από την αδυ­σώ­πη­τη σιγή. “Σύν­νε­φο με παντε­λό­νια”, η αίγλη του ονεί­ρου και η εν κενώ αναμονή.

Ο Μαγια­κόφ­σκι αρνού­με­νος την επι­δο­τού­με­νη επα­νά­στα­ση και φλερ­τά­ρο­ντας ενα­γω­νί­ως με τη σιω­πή του Έρω­τα κατα­θέ­τει ως άσω­τος μνη­στή­ρας την εξο­μο­λό­γη­σή του μέσα στο εκτυ­φλω­τι­κό φως της ψυχής του και γελά­ει βρο­ντε­ρά από τα ερεί­πια των αστε­ρι­σμών, γνω­ρί­ζο­ντας πολύ καλά πώς ήταν άντρας, μα και συνά­μα ένα σύν­νε­φο με παντε­λό­νια που θα τρα­γου­δά­ει αιώ­νια στις σιω­πές του φεγ­γα­ριού… _άλλες επο­χές

Felicità \ Θέατρο Αλκυονίς

Είδα­με την παρά­στα­ση μια ετε­ρό­κλη­τη _ηλικιακά και πολι­τι­κά παρέα με δια­φο­ρε­τι­κή φυσι­κά οπτι­κή ο καθέ­νας μας … άλλοι με τα έντο­να στοι­χεία θρί­λερ, άλλοι σαν παρά­τολ­μο πεί­ρα­μα και παι­χνί­δι, όπου οι ήρω­ες, ένας άνδρας και μία γυναί­κα (ο _“αναπάντεχα”, πολύ καλός στο ρόλο του Γιάν­νης Σοφο­λό­γης και η γνω­στή μας πολι­σχυ­δής Μυρ­τώ Αλι­κά­κη), εναλ­λάσ­σο­νται σε ρόλους θύτη — θύμα­τος µε απρό­βλε­πτες συνέπειες.

Η υπό­θε­ση σίγου­ρα πρω­τό­τυ­πη: Μια γυναί­κα καλεί στο σπί­τι της έναν νεα­ρό δια­νο­μέα και του προ­τεί­νει να “αγο­ρά­σει” 24 ώρες από την ζωή του. Έτσι, αρχί­ζει ένα παι­χνί­δι, με αστα­μά­τη­το κυνη­γη­τό θεα­τρι­κών ρόλων, πίσω από τους οποί­ους κρύ­βο­νται και φανε­ρώ­νο­νται και χάνο­νται στο βάθος του χρό­νου οι πραγ­μα­τι­κές επι­θυ­μί­ες, τα τραύ­μα­τα και οι προ­θέ­σεις των ηρώ­ων. Καθώς το βρά­δυ προ­χω­ρά, “σκο­ντά­φτουν” ξανά και ξανά πάνω στην ιδέα της ευτυ­χί­ας και του χρό­νου… ευτυ­χία είναι να ξεχνάς ή να θυμά­σαι; Μπο­ρεί να κάνει διορ­θω­τι­κές κινή­σεις ο χρόνος;

Φαί­νε­ται ένα μυστι­κό πίσω από την “τυχαία” συνά­ντη­ση τους, αλλά υπάρ­χει; Ερω­τη­μα­τι­κά συνε­χώς μέχρι την τελευ­ταία στιγ­μή με σασπένς, ειρω­νεία και flashback

Τη μου­σι­κή υπο­γρά­φει ο συν­θέ­της Θέμης Καρα­μου­ρα­τί­δης, τα κοστού­μια ο σχε­δια­στής Από­στο­λος Μητρό­που­λος και τα σκη­νι­κά ο Δημή­τρης Πολυ­χρο­νιά­δης _ Σκη­νο­θε­σία: Λητώ Τρια­ντα­φυλ­λί­δου _
Σκη­νι­κά: Δημή­τρης Πολυ­χρο­νιά­δης _ Κου­στού­μια: Από­στο­λος Μητρό­που­λος _ Φωτι­σμοί: Σεμί­να Παπα­λε­ξαν­δρο­που­λου _ Βίντεο: Κάρο­λος Πορ­φύ­ρης _Βοηθός σκη­νο­γρά­φου: Άννα Σάπ­κα _Θέατρο ΑΛΚΥΟΝΙΣ, Ιου­λια­νού 42, Αθή­να — Τηλ: 2108828100

Σεμίνας Διγενή Felicità _κριτικές+ Σημείωμα συγγραφέα

Μεταξύ βιβλίου και παράστασης

Στα συν το ευρη­μα­τι­κό λιτό σκη­νι­κό: μια ημι­διά­φα­νη κυμα­τι­στή κουρ­τί­να, που τρέ­χει σε έναν στρογ­γυ­λό σιδη­ρό­δρο­μο. Ο θεα­τής βλέ­πει μισό­θο­λα τους πρω­τα­γω­νι­στές να χάνο­νται και να ξανα εμφα­νί­ζο­νται, ενώ βίντεο προ­βάλ­λο­νται πάνω της, λει­τουρ­γώ­ντας όπως πρέ­πει “υβρι­δι­κά” μετα­ξύ θεά­τρου και κινη­μα­το­γρα­φι­κής παρά­στα­σης με την περ­σό­να της Λαί­δης Μάκ­βεθ του Σαίξ­πηρ να έχει ελά­χι­στη σχέ­ση με τα πραγ­μα­τι­κά γεγο­νό­τα της ιστο­ρί­ας (της Σκω­τί­ας _στην περί­πτω­σή μας με την υπό­θε­ση), βασα­νι­ζό­με­νη από τις τύψεις και τρο­με­ρές νευ­ρι­κές κρί­σεις, σηκώ­νε­ται από το κρε­βά­τι της και ως υπνο­βά­της αντι­λαμ­βά­νε­ται ότι τα χέρια της είναι αιμα­το­βαμ­μέ­να και καταρ­ρέ­ει (πεθαί­νει).

Στην αιώ­νια _υποτίθεται μάχη άνδρα γυναί­κας, όπου το ασθε­νές φύλο είναι πάντα χαμέ­νο σε μια παγί­δα με εναλ­λα­γές, χωρίς τέλος μακριά από τους αστι­κούς καθω­σπρε­πι­σμούς, με την μονα­ξιά _σύγχρονο κοι­νω­νι­κό φαι­νό­με­νο (το επι­ση­μά­να­με και παρα­πά­νω) να ρίχνει βαρύ ένα ομι­χλώ­δες πέπλο.

Προ­σω­πι­κά –κάποια στιγ­μή μάλ­λον αδό­κι­μα “πήγα” στη Σονά­τα του Σελη­νό­φω­τος (Ρίτσος) [ανοι­ξιά­τι­κο βρά­δι. Μεγά­λο δωμά­τιο παλιού σπι­τιού. Μια ηλι­κιω­μέ­νη γυναί­κα, ντυ­μέ­νη στα μαύ­ρα, μιλά­ει σ’ έναν νέο. Απ’ τα δυό παρά­θυ­ρα μπαί­νει ένα αμεί­λι­κτο φεγ­γα­ρό­φω­το… \  Άφη­σε με να ρθω μαζί σου. Τί φεγ­γά­ρι από­ψε! \ Είναι καλό το φεγ­γά­ρι, — δε θα φαί­νε­ται \ πού άσπρι­σαν τα μαλ­λιά μου. Το φεγ­γά­ρι θα κάνει πάλι χρυ­σά τα μαλ­λιά μου. Δε θα κατα­λά­βεις \ Άφη­σε με να ρθω μαζί σου.

(παρέν­θε­ση)
Όπου φυσι­κά θα λεί­πει το “δια ταύ­τα” Όταν έχει φεγ­γά­ρι μεγα­λώ­νουν οι σκιές μες στο σπί­τι, \ αόρα­τα χέρια τρα­βούν τις κουρ­τί­νες \ ένα δάχτυ­λο αχνό γρά­φει στη σκό­νη του πιά­νου \ λησμο­νη­μέ­να λόγια — δε θέλω να τ’ ακού­σω. Σιώπα.
(…)
Άφη­σε με να ρθω μαζί σου \ α…α, φεύ­γεις; Καλη­νύ­χτα. Όχι, δε θα ρθω. Καλη­νύ­χτα. \ Εγώ θα βγω σε λίγο. Ευχα­ρι­στώ. Για­τί, επι­τέ­λους, πρέ­πει \ να βγω απ’ αυτό το τσα­κι­σμέ­νο σπίτι.
Πρέ­πει να δω λιγά­κι πολι­τεία,— όχι, όχι το φεγ­γά­ρι — την πολι­τεία με τα ροζια­σμέ­να χέρια της, την πολι­τεία του μερο­κά­μα­του, \ την πολι­τεία πού ορκί­ζε­ται στο ψωμί και στη γρο­θιά της \ την πολι­τεία πού όλους μας αντέ­χει στη ράχη της \ με τις μικρό­τη­τές μας, τις κακί­ες, τις έχτρες μας \ με τις φιλο­δο­ξί­ες, την άγνοια μας και τα γερα­τειά μας, — ν’ ακού­σω τα μεγά­λα βήμα­τα της πολι­τεί­ας, να μην ακούω πια τα βήμα­τά σου \ μήτε τα βήμα­τα του Θεού, μήτε και τα δικά μου βήμα­τα. Καληνύχτα.

(ξανα­γυρ­νώ­ντας στην παράσταση)
Κεντρι­κοί χαρα­κτή­ρες, λοι­πόν, μοιά­ζουν σαφώς προδιαγε­γραμμένοι, καθη­με­ρι­νοί, χωρίς ανα­μο­νή ανα­τρο­πών, αν και κάτι δεί­χνει να κινεί­ται στην πορεία σε μάλ­λον ανε­παί­σθη­τη κλι­μά­κω­ση, ιχνη­λά­τη­σης, μέσα από οικειό­τη­τες και ψεύ­τι­κες εξο­μο­λο­γή­σεις σαν (όπως έγρα­ψε κάποιος) “ενερ­γο­ποί­η­ση μιας βρα­δυφλεγούς βόμ­βας, που δεν θα σκά­σει ενώ­πιον του θεα­τή, στο τέλος του έργου” σε ένα είδος πει­ρα­μα­τι­σμού, που ωθεί τον θεα­τή να δει τον εαυ­τό του: προ­σω­πι­κά δεν μας συνέ­βη, η Felicità θα μας πήγε εκεί που ήθε­λε ίσως αν ήμουν γυναί­κα … αλλά και πάλι το Αν ήμουν γυναί­κα” του Αζίζ Νεσίν με βάζει στη θέση μου.

Συμπέρασμα: δείτε την παράσταση!!

Το βιβλίο Felicità κυκλο­φο­ρεί από την Κάπα Εκδο­τι­κή με “διάρ­θρω­ση”…

      • Εκεί­νη
      • Εκεί­νος
        · Πάλι εκείνη
        ·       Πάλι εκείνος
        ·       Ο καιρός
        ·       Felicità [η αρχή της ιστο­ρί­ας] ·       Το πείραμα
        ·       Το παιχνίδι
        ·       Η ανίχνευση
        ·       Ο έρωτας
        ·       Η λαί­δη Μάκβεθ
        ·       Η επιθυμία
        ·       Η αποκάλυψη
        ·       Το video
        · ΜΑΖΙ;

ΕΚΕΙΝΗ_ Απρί­λης και χιονίζει.
Ο και­ρός είναι ανά­πο­δος. Η πρό­βα στο θέα­τρο είναι για τις πέντε το από­γευ­μα. Δεν θέλει να οδη­γή­σει μες στα χιό­νια. Δεν έχει καν μελε­τή­σει τις σκη­νές που θα δου­λέ­ψουν από­ψε. Η πρε­μιέ­ρα είναι σ’ έναν μήνα. Ούτε η φωτο­γρά­φι­ση έγι­νε όπως τη φαντά­στη­κε. Πρέ­πει να μειώ­σει και τη διάρ­κεια της παρά­στα­σης, του­λά­χι­στον οκτώ λεπτά.
Όλα φαί­νο­νται δυσοί­ω­να, όταν τα σκέ­φτε­ται κανείς ανά­σκε­λα. Ο άντρας από πάνω της έχει γίνει μού­σκε­μα. Είναι γύρω στα πενή­ντα, με ωραία μαλ­λιά, γκρί­ζα και κυμα­τι­στά. Στο σώμα του δια­κρί­νε­ται αξιο­ση­μεί­ω­τη εμπει­ρία γυμναστηρίου.

Εκεί­νη σκέ­φτε­ται την πιθα­νό­τη­τα να ανα­βά­λει την πρό­βα, αλλά δεν βρί­σκει κανέ­να άλλο­θι με αξιώσεις.
Δέκα­τη έκτη πρό­βα κι όλα μοιά­ζουν ακό­μη ασύν­δε­τα. Ίσως δεν έπρε­πε να δεχτεί να σκη­νο­θε­τή­σει αυτό το έργο. Τουλάχι­στον όχι αυτή την περί­ο­δο, που κάτι πολύ σοβα­ρό την καί­ει. Νιώ­θει συνε­χώς φόβο.

Αισθά­νε­ται παγιδευμένη.
Ο άντρας με τα κυμα­τι­στά μαλ­λιά παλεύ­ει ακό­μη. Το χιό­νι χορεύ­ει έξω.
Ωραία χορο­γρα­φία, σκέ­φτε­ται. Ποιητική!

Πρέ­πει να έχει πάει δώδε­κα και μισή το μεση­μέ­ρι, θέλει επει­γόντως έναν διπλό καφέ και να ξανα­δεί τις σημειώ­σεις της. Νομί­ζει πως ξεκι­νά­ει κι ένας πονοκέφαλος.
Ο άντρας τρα­ντά­ζε­ται για λίγα δευ­τε­ρό­λε­πτα, εκεί­νη κάνει πως αγκο­μα­χά­ει σαν να μην έχει ανά­σα, και εκεί­νος, με τη βεβαιό­τη­τα πως τέλειω­σαν μαζί, σωριά­ζε­ται δίπλα της. Λαχα­νια­σμέ­νος, τη ρωτάει:
«Σ’ άρεσε;»

ΕΚΕΙΝΟΣ: Στην πιτσα­ρία «Dolce vita», με σήμα τη φωτο­γρα­φία του Μαρ­τσέ­λο Μαστρο­γιά­νι και της Ανί­τα Έκμπεργκ στη Φοντά­να ντι Τρέ­βι, οι παραγ­γε­λί­ες πέφτουν βρο­χή. Η αξία του μερα­κλή Ιτα­λού ιδιο­κτή­τη (που φέρ­νει κάπως στον Ούγκο Τονιά­τσι) έχει ανα­γνω­ρι­στεί στην ευρύ­τε­ρη περιο­χή και η επι­χεί­ρη­ση μεγα­λουρ­γεί. Τα delivery boys πηγαι­νο­έρ­χο­νται ασταμάτητα.

Το πιο όμορ­φο απ’ όλα κάνει ένα σύντο­μο διά­λειμ­μα για τσι­γάρο και μετά ένα τηλεφώνημα.
«Πού είσαι;»
[Φωνή.] «Φεύ­γω τώρα από σχολή».
«Μ’ αγα­πάς σήμερα;»
«θα σου πω το βράδυ».
Το αγό­ρι απαι­τεί αυστη­ρά: «Τώρα θέλω».
Η Φωνή αλλά­ζει τόνο. «Τώρα είσαι βρο­μιά­ρης και μυρί­ζεις αυτές τις αηδί­ες που ταΐ­ζε­τε τον κόσμο».
«Μόνο καθα­ρό μ’ αγαπάς;»
«Μόνο φρε­σκο­πλυ­μέ­νο, για την ακρίβεια!»
Το αγό­ρι παι­χνι­διά­ρι­κα: «Άντε γαμήσου!»
Και η Φωνή χαμο­γε­λα­στά: «Αχ… ευχα­ρι­στώ. Σε περι­μέ­νω. Φέρε και μια “τέσ­σε­ρα τυριά”».

Βιβλίο _

Το VIDEO
Ο πίνων μεθά και ο παί­ζων χάνει _Αξίωμα

Στο βίντεο ο χρό­νος κάνει όπι­σθεν και όλα ξεκι­νούν από την αρχή:
«Καλη­σπέ­ρα, ευχα­ρι­στώ, μισό λεπτό».
«Δεν πει­ρά­ζει, κυρία, την άλλη φορά… Μην…»
«Όχι, όχι, θα βρω, μισό λεπτό, δεν θα υπάρ­ξει άλλη φορά, τελεί­ω­σαν τα ψέμα­τα, ξεκι­νάω δίαι­τα μεθαύριο».
«Μα δεν τη χρειάζεστε».
«Ορί­στε;»…

«Περά­στε…» «Τρέ­χει» το βίντεο πιο μετά. Βλέ­πει τη Μάρ­θα να γελά­ει συνέ­χεια. Το Felicità ξανα­κού­γε­ται στο σπί­τι κι εκεί­νη το τρα­γου­δά­ει και το χορεύ­ει. Μοιά­ζει σαν να ποζά­ρει σε αόρα­τες κάμε­ρες, σαν να πρω­τα­γω­νι­στεί σε βίντεο κλιπ… Τον ξαναρωτάει:

__«Έχεις ιδέα τι λένε τα λόγια;»
__«Δεν ξέρω ιταλικά».
__«Λένε στο περί­που πως “ευτυ­χία είναι να κρα­τιέ­σαι απ’ το χέρι στον μακρύ δρό­μο. Η ευτυ­χία είναι η αθώα ματιά σου στη μέση του κόσμου”.

»Κι ύστε­ρα λέει κάπου: «
“Η ευτυ­χία είναι ν’ αφή­νεις ένα σημεί­ω­μα μες στο συρ­τά­ρι. Ευτυ­χία είναι μια νύχτα εκπλή­ξε­ων με ανοι­χτό το φως και το ράδιο να παί­ζει. Η ευτυ­χία είναι ένα απρό­σμε­νο τηλεφώνημα”.

ΜΑΖΙ;
Μετά το παι­χνί­δι, ο βασι­λιάς και το πιό­νι πάνε στο ίδιο κουτί.
Ιτα­λι­κή παροι­μία “Quando finisce la partita il re ed il pedone finiscono nella stessa scatola”

Απέ­να­ντι από τη μισά­νοι­χτη μπαλ­κο­νό­πορ­τα ένα αερά­κι που μπαί­νει ξαφ­νι­κά κάνει το κατα­κόκ­κι­νο φόρε­μα _τη στο­λή της χαράς- να κινεί­ται σε έναν παρά­ξε­νο χορό.
Το τρα­γού­δι Felicità δυνα­μώ­νει και η Μάρ­θα με τον Άγγε­λο ίσως τελι­κά ταξι­δέ­ψουν κάπου που επι­τέ­λους θα είναι μαζί
Μπο­ρεί όμως και όχι ακόμη.
Ακού­γε­ται η σει­ρή­να του ασθε­νο­φό­ρου που πλησιάζει…

Περισσότερα + Video

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο