Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέθανε ο Κώστας Βουτσάς

Έφυ­γε από τη ζωή ο Κώστας Βου­τσάς σε ηλι­κία 88 ετών.

Ο αγα­πη­μέ­νος ηθο­ποιός  τις τελευ­ταί­ες εβδο­μά­δες είχε εισα­χθεί στην καρ­διο­λο­γι­κή κλι­νι­κή του νοσο­κο­μεί­ου Αττι­κόν μετά από καρ­δια­κό επει­σό­διο και νοση­λευό­ταν στη ΜΕΘ  με  λοί­μω­ξη του αναπνευστικού.

Γοη­τευ­τι­κός, πλη­θω­ρι­κός, στό­φα μεγά­λου ηθο­ποιού, ο Κώστας Βου­τσάς διέ­γρα­ψε τερά­στια, επι­τυ­χη­μέ­νη καριέ­ρα 70 ετών. Ήταν από τους σταρ που σημά­δε­ψαν τον ελλη­νι­κό κινηματογράφο.

Σπου­δαί­ος κωμι­κός, άφη­σε ανε­ξί­τη­λο στίγ­μα στο ρόλο του αγα­θού Κων­στα­ντι­νου­πο­λί­τη με «Το Ανθρω­πά­κι» (1969) ενώ το αυθόρ­μη­το επι­φώ­νη­μα του «Φσστ μποινγκ», στο μιού­ζι­καλ «Κάτι να καί­ει» (1964), έγρα­ψε ιστο­ρία στον εγχώ­ριο κινηματογράφο.

Σθε­να­ρός υπο­στη­ρι­κτής του, εξαρ­χής, υπήρ­ξε ο σκη­νο­θέ­της Γιάν­νης Δαλια­νί­δης, με τον οποίο τον συνέ­δεε μακρό­χρο­νη φιλία κι εκτίμηση.

Ήταν το 1961, όταν με την εμφά­νι­ση του στον «Κατή­φο­ρο» από­κτη­σε ευρεία ανα­γνω­ρι­σι­μό­τη­τα για να απο­γειω­θεί στη συνέ­χεια ως ο από­λυ­τος πρω­τα­γω­νι­στής σε ται­νί­ες που έφτα­ναν να κόβουν έως και 650 χιλιά­δες εισι­τή­ρια την δεκα­ε­τία 60 και 70. Κι ήταν το 1984 που ο νέος ελλη­νι­κός κινη­μα­το­γρά­φος βρή­κε στο πρό­σω­πο του Κώστα Βου­τσά τον ιδα­νι­κό ερμη­νευ­τή που θα ενσάρ­κω­νε τα όνει­ρα και τις επι­θυ­μί­ες ενός καθη­με­ρι­νού ανθρώπου(«Ο έρω­τας του Οδυσ­σέα», του Βασί­λη Βαφέα ).

Ο Κώστας Βου­τσάς (Σαβ­βό­που­λος ήταν το οικο­γε­νεια­κό του όνο­μα) γεν­νή­θη­κε τον Δεκέμ­βριο του 1931 στην Αθή­να, σε προ­σφυ­γι­κή οικο­γέ­νεια με κατα­γω­γή από τους Επι­βά­τες της Ανα­το­λι­κής Θρά­κης, που σήμε­ρα ανή­κουν στο έδα­φος της Τουρκίας.Μεγάλωσε στην Θεσ­σα­λο­νί­κη, όπου εγκα­τα­στά­θη­κε η οικο­γέ­νεια του. Ο πατέ­ρας του εργά­στη­κε ως εργά­της οδο­ποι­ΐ­ας κι ο μικρός Κώστας επι­νό­η­σε διά­φο­ρες δου­λειές του ποδα­ριού για επι­βί­ω­ση. Στα χρό­νια της Κατο­χής μοί­ρα­ζε προ­κη­ρύ­ξεις στους κινη­μα­το­γρά­φους μαζί με άλλα «Αετό­που­λα» της ΕΠΟΝ.

Μετά τον πόλε­μο, ασχο­λή­θη­κε με διά­φο­ρες μορ­φές αθλη­τι­σμού, όπως στί­βο, κωπη­λα­σία, βόλεϊ και μπά­σκετ. Η πρώ­τη του θεα­τρι­κή εμπει­ρία, όπως έχει πει, ήταν στα σχο­λι­κά του χρό­νια όταν ο προ­πο­νη­τής του τον είχε στεί­λει για προ­πό­νη­ση στη Μηχα­νιώ­να κι έλα­βε μέρος στην παρά­στα­ση της καστα­σκή­νω­σης. Έκα­νε ένα αρνη­τι­κό σχό­λιο για το παι­δί που υπο­δύ­ο­νταν τον μεθυ­σμέ­νο κι όταν ο υπεύ­θυ­νος του θεα­τρι­κού τον προ­κά­λε­σε αν μπο­ρεί να το κάνει καλύ­τε­ρα βρέ­θη­κε τελι­κά με τον ρόλο.

Σε ηλι­κία 18 ετών σπού­δα­σε στη Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή του Μακε­δο­νι­κού Ωδεί­ου, συμ­με­τεί­χε σε επι­θε­ω­ρή­σεις στο Στρα­τιω­τι­κό Θέα­τρο Θεσ­σα­λο­νί­κης κι αφού περι­πλα­νή­θη­κε με τα μπου­λού­κια δύο χρό­νια σε χωριά και κωμο­πό­λεις της Μακε­δο­νί­ας « η Καλή Καλό (καλ­λι­τε­χνι­κό ψευ­δώ­νυ­μο της θεα­τρί­νας Καλ­λιό­πης Δαμ­βέρ­γη) τον κατέ­βα­σε Αθή­να» έχει πει ο ίδιος. Έδω­σε εξε­τά­σεις για να πάρει την άδεια ασκή­σε­ως επαγ­γέλ­μα­τος, την οποία τελι­κά του έδω­σαν στην τρί­τη προ­σπά­θεια αφού η επι­τρο­πή τον είχε απορ­ρί­ψει δύο φορές, επει­δή δεν «έκα­νε για ηθο­ποιός» όπως του είχαν πει.

Η πρώ­τη ται­νία που συμ­με­τεί­χε, ως κομπάρ­σος, ήταν στην κωμω­δία «Ο μπα­μπάς εκπαι­δεύ­ε­ται» (1953, του Γιώρ­γου Λαζαρίδη).Ακολούθησε η συμ­με­το­χή του στην ται­νία του Αλέ­κου Σακελ­λά­ριου «Η κυρά μας η μαμή» (1958) με την οποία μπή­κε πρώ­τη φορά στα στού­ντιο της Φίνος Φιλμ, «Για την αγά­πη της βοσκο­πού­λας» του Φρί­ξου Ηλιά­δη (1959), η «Αλί­κη στο Ναυτικό»(1960, Αλέ­κος Σακελ­λά­ριος), «Κατή­φο­ρος» (1961, Γιάν­νης Δαλια­νί­δης), «Ο φίλος μου ο Λευ­τε­ρά­κης» (1962, Αλέ­κος Σακελ­λά­ριος ) κ.ά. Συνο­λι­κά 70 ταινίες,

Στη μικρή οθό­νη πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε το 1973 στο σίριαλ «Βαριε­τέ« της τότε ΥΕΝΕΔ.Ε για να ακο­λου­θή­σουν πολ­λές εμφα­νί­σεις σε τηλε­ο­πτι­κές σει­ρές όπως «Ο Ανδρο­κλής και τα λιο­ντά­ρια του», «Για μια θέση στον ήλιο», «Γιού­γκερ­μαν», «Δέκα Μικροί Μήτσοι»,«Επτά θανά­σι­μες πεθε­ρές», «Η πολυ­κα­τοι­κία» κ.ά.

Ο Κώστας Βου­τσάς έχει τρεις κόρες- τη Σάντρα από τον γάμο του με την Έρρι­κα Μπρό­γιερ, την ηθο­ποιό Θεο­δώ­ρα και τη Νικο­λέτ­τα από τον γάμο του με την Θεα­νώ Παπα­σπύ­ρου και έναν γιό, τον τετρά­χρο­νο Φοί­βο, από τον γάμο του το 2016 με την ηθο­ποιό Αλί­κη Κατσαβού.

Παρέ­μει­νε ενερ­γός και δρα­στή­ριος μέχρι τέλους, απο­λαμ­βά­νο­ντας την αγά­πη του κόσμου που παρέ­μει­νε πιστό σε όλες του τις παρα­στά­σεις, με πιο πρό­σφα­τες την «Σμύρ­νη μου αγα­πη­μέ­νη» της Μιμής Ντε­νί­ση έως την τελευ­ταία, την παι­δι­κή «Στα­χτο­πού­τα» του Σαρλ Περώ, στο θέα­τρο Broadway.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο