Φόρο τιμής σε όσους και όσες έδωσαν τη ζωή τους ή έμειναν ανάπηροι στα πεδία των μαχών, είτε μάτωσαν στις φυλακές και τις εξορίες αγωνιζόμενοι για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους φασίστες, για τη συντριβή του φασιστικού ιμπεριαλισμού αποτίει η Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας με αφορμή τη συμπλήρωση 80 χρόνων από την ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ).
Ήταν 27 Σεπτέμβρη του 1941, που σε ένα σπίτι της Νεάπολης Εξαρχείων στην Αθήνα, το ΚΚΕ, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, η Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας υπέγραψαν το ιδρυτικό του ΕΑΜ.
Αφού κάνει αναφορά στο χρονικό ίδρυσης και δράσης του ΕΑΜ την περίοδο της κατοχής και της απελευθέρωσης, η ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ σημειώνει: «Η αντίσταση και η απελευθέρωση από την τριπλή φασιστική κατοχή ήταν έργο του ΕΑΜ. Η αθάνατη εποποιία του αντιστασιακού αγώνα, μια από τις πιο λαμπρές σελίδες της νεότερης Ιστορίας γράφτηκαν με την προσφορά, με τις θυσίες των εργατικών — λαϊκών δυνάμεων μέσα από τις γραμμές των ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΕΛΑΝ, ΟΠΛΑ, με την πρωτοπόρα δράση και το αίμα των κομμουνιστών, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ. Χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες έδωσαν τη ζωή τους. Η Καισαριανή, το Κούρνοβο, το Χαϊδάρι, ο Αϊ Στράτης είναι μερικοί μόνο από τους τόπους θυσίας.
Τελείως αντίθετη ήταν η στάση του αστικού πολιτικού κόσμου. Ένα τμήμα του, οι γνωστοί “Κουίσλιγκ” επέλεξαν το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ένα άλλο τμήμα κατέφυγε στο Κάιρο και άλλο στο Λονδίνο, αμέσως μόλις οι Γερμανοί μπήκαν στην Ελλάδα, έχοντας εναποθέσει την απελευθέρωση της Ελλάδας στη σύμμαχό τους Αγγλία. Κάποιοι αστοί πολιτικοί κάθισαν σπίτι τους, ενώ ελάχιστες προσωπικότητες πήραν μέρος στην αντίσταση. Βεβαίως ολόκληρος ο αστικός πολιτικός κόσμος εναπόθετε τις ελπίδες του στην Αγγλία για να αντιμετωπίσει τον “κομμουνιστικό κίνδυνο”.
Αποδείχτηκε ότι και στα χρόνια της Κατοχής υπήρξαν δύο αντίθετοι κόσμοι. Τους αστούς τους ενδιέφερε μόνο η διατήρηση της εξουσίας τους και μετά την απελευθέρωση. Αποδείχτηκε ότι κανένας λαός δεν μπορεί να εμπιστευτεί την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας του στα αστικά κόμματα και την αστική τάξη. Τα συμφέροντα της εργατικής τάξης πριν, κατά τη διάρκεια του Β΄ΠΠ και μετά από τη λήξη του ήταν και είναι εκ διαμέτρου αντίθετα από τα συμφέροντα της αστικής τάξης.
Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ αντιμετώπισαν και την ντόπια ένοπλη αντίδραση με τις οργανώσεις της, τη “Χ” του Γρίβα, την ΠΑΟ, τους ΜΑΥδες, τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας και άλλες που ανέπτυσσαν τρομοκρατική δράση ενάντια στο λαό και την οργανωμένη από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αντιστασιακή πάλη. Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ αντιμετώπισαν επίσης και τον ΕΔΕΣ του Ζέρβα, την ΕΚΚΑ που ήταν τα αγγλόφιλα αντίβαρα των αστικών δυνάμεων στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ
Η ταξική πάλη διεξαγόταν ασίγαστα και την περίοδο της απελευθερωτικής πάλης, άλλωστε αντικειμενικά έμπαινε το ζήτημα της εξουσίας μετά την απελευθέρωση. Το ΕΑΜ καλούσε σε δράση για καλύτερες μέρες και όχι μόνο για την απελευθέρωση. Βεβαίως, η εργατική τάξη με τα φτωχά λαϊκά στρώματα δεν κατάφεραν να κατακτήσουν την εξουσία. Το ΚΚΕ παρά την τεράστια συνεισφορά του και τον πρωταγωνιστικό του ρόλο δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας. Ο τιτάνιος αγώνας εκείνης της περιόδου δεν οδήγησε στη διπλή απελευθέρωση από την ξενική ιμπεριαλιστική κατοχή και από την εγχώρια αστική πολιτική εξουσία, από το καπιταλιστικό σύστημα, τη μήτρα που γεννά την αδικία και την καταπίεση, τον φασισμό και τον πόλεμο.
Η πείρα εκείνης της περιόδου δείχνει ότι η εργατική τάξη πρέπει να είναι έτοιμη να χτίσει το δικό της μέτωπο με τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα για να υπερασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα και να βγει νικητής από τον πόλεμο. Να βγει νικητής η εργατική τάξη με τους συμμάχους της και όχι η αστική τάξη. Η αντιφασιστική πάλη σήμερα συνδέεται με την αντιιμπεριαλιστική αντιπολεμική πάλη, με τον αγώνα για την ικανοποίηση των σύγχρονων εργατικών, λαϊκών αναγκών κόντρα στον σάπιο καπιταλισμό».
Ολόκληρη η ανακοίνωση ΕΔΩ.
«Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης», του Νίκου Μόττα