Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ρέκβιεμ για έναν «αριστερό» υπηρέτη του κεφαλαίου

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Εμφα­νί­στη­κε ως δήθεν πολι­τι­κός «μεσ­σί­ας» εν και­ρώ καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μι­κής κρί­σης, σκόρ­πι­σε αυτα­πά­τες επί αυτα­πα­τών, δια­σύ­ρο­ντας, ποδο­πα­τώ­ντας και κου­ρε­λιά­ζο­ντας κάθε έννοια της «Αρι­στε­ράς». Αντι­πο­λι­τεύ­τη­κε ως αντι­μνη­μο­νια­κός και κυβέρ­νη­σε ως μνη­νο­νια­κό­τε­ρος των μνημονιακών.

Επι­χεί­ρη­σε να αντι­γρά­ψει το παπαν­δρεϊ­κό ΠΑΣΟΚ και κατέ­λη­ξε να γίνει το σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό κακέ­κτυ­πο της Νέας Δημο­κρα­τί­ας, ψηφί­ζο­ντας στη Βου­λή τα μισά της νομοσχέδια.

Στο όνο­μα της «αρι­στε­ρής κυβέρ­νη­σης» ανέ­λα­βε να βγά­λει σε πέρας την πιο βρώ­μι­κη δου­λειά για λογα­ρια­σμό του κεφα­λαί­ου, με πλη­θώ­ρα αντερ­γα­τι­κών-αντι­λαϊ­κών νόμων.

Θα «έσκι­ζε» τα μνη­μό­νια, αλλά τελι­κά έφε­ρε άλλο ένα, χει­ρό­τε­ρο απ’ τα άλλα. Γι΄αυτό και για άλλα πολ­λά, άλλω­στε, δέχθη­κε δημό­σια τις ευχα­ρι­στί­ες επι­φα­νών καπι­τα­λι­στών, όπως του Λάτση.

Ξεκί­νη­σε την πολι­τι­κή του καριέ­ρα ως τζά­μπα «επα­να­στά­της» και κατέ­λη­ξε να γίνει ο καλύ­τε­ρος μαθη­τής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Μετα­πή­δη­σε από τους ύμνους στον Φιντέλ Κάστρο στον «δια­βο­λι­κά καλό» Τραμπ και από τα «Go Back κυρία Μέρ­κελ» στο «καλω­σήρ­θες Άγκε­λα» με ευλυ­γι­σία που θα ζήλευε και η Νάντια Κομανέτσι.

Έδω­σε πολι­τι­κή διά­στα­ση στην έννοια της «κωλο­τού­μπας», μετα­τρέ­πο­ντας μέσα σε μια νύχτα, το «Όχι» του δημο­ψη­φί­σμα­τος σε «Ναι», έχο­ντας προη­γου­μέ­νως εξα­πα­τή­σει το λαό με κάλ­πι­κα διλήμματα.

Χωρίς ίχνος ντρο­πής, έφτα­σε στο σημείο να ανα­γο­ρεύ­σει την αμε­ρι­κα­νο­να­τοι­κής κοπής Συμ­φω­νία των Πρε­σπών σε… «αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κή πρά­ξη». Την ίδια στιγ­μή που συνυ­πέ­γρα­φε την «Στρα­τιω­τι­κή Συμ­φω­νία Ελλά­δας-ΗΠΑ», επε­κτεί­νο­ντας το δίκτυο των αμε­ρι­κα­νι­κών βάσε­ων στην ελλη­νι­κή επικράτεια.

Όταν χρειά­στη­κε, ως πρω­θυ­πουρ­γός, δεν δίστα­σε να στεί­λει τα ΜΑΤ να ξυλο­φορ­τώ­σουν συντα­ξιού­χους, απερ­γούς, φοι­τη­τές αλλά και τους δια­δη­λω­τές που… απει­λού­σαν το άγαλ­μα του σφα­γέα Τρούμαν.

Επι­χεί­ρη­σε, με θρά­σος που δια­κρί­νει τους χει­ρό­τε­ρους πολι­τι­κούς και­ρο­σκό­πους, να «ξεπλύ­νει» τις αμαρ­τί­ες του καπη­λευό­με­νος την ιστο­ρία και τους αγώ­νες του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος. Από τα στε­φά­νια στο Σκο­πευ­τή­ριο της Και­σα­ρια­νής μέχρι την παρου­σία του στα εγκαί­νια του μου­σεί­ου του κομ­μου­νι­στή ήρωα Νίκου Μπε­λο­γιάν­νη.

Παράλ­λη­λα με την καπη­λεία του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος επι­δί­δο­νταν σε αντι­κομ­μου­νι­σμό, άλλο­τε συγκε­κα­λυμ­μέ­νο και άλλο­τε ξεδιά­ντρο­πο. Όπως το Μάη του 2019, ανή­με­ρα της 74ης επε­τεί­ου της Μεγά­λης Αντι­φα­σι­στι­κής Νίκης των Λαών, όταν συνυ­πέ­γρα­φε στο Σίμπιου της Ρου­μα­νί­ας την κατά­πτυ­στη αντι­κομ­μου­νι­στι­κή δια­κή­ρυ­ξη του Ευρω­παϊ­κού Συμ­βου­λί­ου περί «Σιδη­ρούν Παραπετάσματος».

Στα λόγια καμώ­νο­νταν τον πολέ­μιο του φασι­σμού και της ακρο­δε­ξιάς, αλλά στην πρά­ξη έβα­λε πλά­τη για το «ξέπλυ­μα» τους. Συγκυ­βερ­νώ­ντας με τους ΑΝΕΛ του Καμ­μέ­νου, καθυ­στε­ρώ­ντας τη δίκη για τη ναζι­στι­κή-εγκλη­μα­τι­κή Χρυ­σή Αυγή και άλλο­τε συμ­μα­χώ­ντας σε Σωμα­τεία και Εργα­τι­κά Κέντρα με χρυ­σαυ­γί­τες και άλλα φασιστοειδή.

Ο απερ­χό­με­νος πρό­ε­δρος του ΣΥΡΙΖΑ πολι­τεύ­τη­κε ως κλασ­σι­κός, σοσιαλ­δη­μο­κρά­της δημα­γω­γός, στη βάση του «άλλα λέω, άλλα εννοώ και άλλα κάνω». Υπήρ­ξε χρή­σι­μος για το κεφά­λαιο και την αστι­κή τάξη, τα συμ­φέ­ρο­ντα της οποί­ας υπη­ρέ­τη­σε και θα ξαναυ­πη­ρε­τή­σει, από όποια θεση του ζητη­θεί, εάν και όταν χρειαστεί.

Από αυτό εδώ το βήμα έχου­με εκφρά­σει την πεποί­θη­ση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσί­πρα υπήρ­ξε ότι πιο συμ­βι­βα­σμέ­νο, εκφυ­λι­σμέ­νο και χυδαίο εμφα­νί­στη­κε στις γραμ­μές της ταξι­κής πάλης την τελευ­ταία τρια­κο­ντα­ε­τία. Σήμε­ρα, με την απο­χώ­ρη­σή του από την ηγε­σία του κόμ­μα­τός του, το επα­να­λαμ­βά­νου­με, υπο­γραμ­μί­ζο­ντας κάθε λέξη.

Εν τέλει, αν είναι κάτι θετι­κό που άφη­σε πίσω του ο Αλ. Τσί­πρας, αυτό είναι ένα και μονα­δι­κό: Συνέ­βα­λε στο δια­λυ­θούν, έστω σε ενα τμή­μα των εργα­ζό­με­νων και του λαού, οι αυτα­πά­τες περί «αρι­στε­ρής-προ­ο­δευ­τι­κής κυβέρ­νη­σης» στο έδα­φος του καπι­τα­λι­σμού. Απέ­δει­ξε ότι καμία «αρι­στε­ρή κυβέρ­νη­ση», ασχέ­τως προ­θέ­σε­ων, δε μπο­ρεί να αλλά­ξει τους συσχε­τι­σμούς υπέρ του λαού όσο παρα­μέ­νει άθι­κτη η μήτρα όλων των κακών, το βάρ­βα­ρο εκμε­ταλ­λευ­τι­κό σύστημα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο