Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σαρίδης Άριξ: Ζωή και Φανή

Ευλο­γη­μέ­νη, της προ­ό­δου άφθαρ­τη και μακάρια,
άθλια της αρπα­γής θλιμ­μέ­νη και τσακισμένη.
Σε μια γυά­λα και για θόλο το θεϊ­κό φώς,
στης αβύσ­σου τη γωνιά και το φανά­ρι συντροφιά.

Σε στο­λί­ζουν ζωή οι αρλε­κί­νοι θεατές,
της την έχουν υφαρ­πά­ξει προ πολλού,
της άνω­θεν αρά­δας οι κύριοι θηρευτές.
Στη θέα­ση σου το βήμα τους χάσκει,
στη δικιά της από αναι­σθη­σία πάσχει.

Κάθε τόσο στο άψυ­χο βλέμ­μα σου προσφεύγουν,
κάθε τόσο το δικό της αποφεύγουν.
Νέα με Κορ­μί! Μα τι Μπού­στο! Prima Νέα και Πάντα Νέα,
θα είναι πάντα βρο­με­ρή, με το μπά­σταρ­δο στο στή­θος μάνα.

Νέοι, καλαί­σθη­τοι, ευτυ­χι­σμέ­νοι. Χτες! Τώρα! Αύριο!
Κάθε βιτρί­να καθρέ­φτης και επι­θυ­μία Σας.
Τι ωραία στά­ση «να ξεχά­σεις και να ξεχαστείς»,
μα πάντα σου το χαλά­νε, οι ίδιοι και οι ίδιοι. Οι…

Βρο­με­ροί! Άπλυ­τοι! Ανθρω­ποει­δείς επαίτες!

(σιω­πή)

Τόνος ο πόνος…
και πάλι μόνος.
Μια και ακό­μα μια
σακού­λα στο χέρι θες να έχεις.
Μα κατά βάθος δε διαφέρεις,
απ’ τη δυσο­σμία που αποφεύγεις.

(Η φωτο­γρα­φία που συνο­δεύ­ει το ποί­η­μα από πολ­λούς απο­δί­δε­ται στον γνω­στό ‑άγνω­στης ταυ­τό­τη­τας- Βρε­τα­νό πολι­τι­κό ακτι­βι­στή-καλ­λι­τέ­χνη Bansky. ενώ σύμ­φω­να με το εθνι­κό γκα­λε­ρί της Αυστρα­λί­ας στον καλ­λι­τέ­χνη ονό­μα­τι MEEK)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο