Ευθύς εξαρχής χωρίς δεύτερη σκέψη: προμηθευτείτε το –από κάθε πλευρά, εξαιρετικό βιβλίο (392 σελ) και μελετήστε το!!
Υπενθυμίζουμε πως
Η «Σύγχρονη Εποχή» και ο Σύλλογος «Εμείς που σπουδάσαμε στο Σοσιαλισμό» διοργανώνουν εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου «Σοβιετικοί Ιστορικοί για την Αρχαία Ελλάδα: Οικονομία – Κοινωνία – Πολιτική», την Τετάρτη 25 Οκτώβρη, στις 7 μμ. στο Café-Βιβλιοπωλείο της «Σύγχρονης Εποχής».
Θα μιλήσουν:
- Τηλέμαχος Λουγγής, ιστορικός μεσαιωνολόγος, ομότιμος διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ).
- Απόστολος Χαρίσης, δρ. Φιλοσοφίας, απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Κιέβου, πρόεδρος του Συλλόγου «Εμείς που σπουδάσαμε στο Σοσιαλισμό».
- Μάνος Δημητρίου, ιστορικός αρχαιολόγος, απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Λένινγκραντ, μέλος του Συλλόγου «Εμείς που σπουδάσαμε στο Σοσιαλισμό».
Για να πάρουμε μια πρώτη ιδέα (αναφέρεται στο προλογικό σημείωμα της έκδοσης) _…ο σύλλογος «Εμείς που σπουδάσαμε στο σοσιαλισμό», θέλοντας να παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό μέρος της έρευνας της σοβιετικής επιστήμης για την αρχαιοελληνική ιστορία, μετέφρασε από τα ρωσικά ένα μεγάλο μέρος του δίτομου έργου Αρχαία Ελλάδα[1]. Πρόκειται για ένα συλλογικό έργο, αποτελούμενο από δεκαέξι μελέτες, από τις οποίες ο ανά χείρας τόμος περιλαμβάνει το Εισαγωγικό Σημείωμα και εφτά από αυτές.
Κίνητρο για την παρούσα έκδοση είναι η παρουσία λιγοστών σοβιετικών επιστημονικών εργασιών μεταφρασμένων στα ελληνικά για την περίοδο του 12ου — 4ου αιώνα. Οι λίγες υπάρχουσες παλιότερες μεταφράσεις είναι πεπαλαιωμένες και μη χρηστικές στο μεγαλύτερο βαθμό για τις σύγχρονες ανάγκες μας.
Αυτή η συστηματική και συλλογική σοβιετική προσπάθεια της δεκαετίας του 1980 ήταν η τελευταία προσέγγιση και ουσιαστικότερη στην ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας λίγο πριν την ανατροπή των σοσιαλιστικών σχέσεων στην ΕΣΣΔ. Η συγγραφική ομάδα αποτελείται από κορυφαία μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας της ΕΣΣΔ.
Οι μελέτες διαπραγματεύονται μέσα από τις τελευταίες επιγραφικές, αρχαιολογικές και φιλολογικές πηγές, καθώς και με βάση τις σύγχρονες ιστοριογραφικές απόψεις, τα ακόλουθα θέματα:
- Στην Εισαγωγή, ο Γ. Κοσιλένκο διερευνά με συστηματικό τρόπο την ίδρυση και ανάπτυξη της Πόλεως[2] και τις διαφορές των όρων «Πόλις» και «κράτος».
- Ο ίδιος (στο Κεφάλαιο 3) εξετάζει την Πόλιν ως κοινωνικοπολιτική οργάνωση των πολιτών και την αλληλεπίδρασή της στο κράτος, ως κοινωνικοοικονομικό οργανισμό.
- Στο Κεφάλαιο 1, η Γ. Πολιακόβα μελετά τις βαθιές εσωτερικές κι εξωτερικές αλλαγές που συντελέστηκαν κατά το 12ο — 8ο αιώνα.
- Η Σπάρτη, ως τύπος Πόλεως (Κεφάλαιο 2), με τις αρχαϊκές δομές στην κοινωνική οργάνωση αναλύεται σε βάθος από τον Γ. Αντρέγιεφ.
- Στο Κεφάλαιο 4, ο Β. Αντρέγιεφ παρουσιάζει το βασικότερο παραγωγικό τομέα της οικονομίας της Αρχαίας Αθήνας στον 5ο-4ο αιώνα, τη γεωργία.
- Στο Κεφάλαιο 5, ο Μ. Κοντρατιούκ αξιολογεί τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε η αθηναϊκή ηγεμονία (Αρχή) στην οικονομία και δημοκρατία της Αθήνας, αλλά και των συμμάχων της.
- Στο Κεφάλαιο 6, η Λ. Γκλούσκινα αποσαφηνίζει τα βαθύτερα αίτια της κοινωνικοοικονομικής κρίσης τον 4ο αιώνα για την Πόλιν-κράτος.
- Στο Κεφάλαιο 7, ο Ε. Φρολόφ ερευνά την ιδέα του «πανελληνισμού», που κυριαρχεί τον 4ο αιώνα, σε αντίθεση με τις συμμαχίες ή ηγεμονίες, που επικρατούσαν τον 5 ο αιώνα.
- Η παρούσα έκδοση παρουσιάζει στο ελληνικό κοινό νέο ιστοριογραφικό υλικό για την εμφάνιση, ανάπτυξη και κρίση της πόλης-κράτους, αποτελώντας ταυτόχρονα μια κριτική της αστικής ιστοριογραφίας από τη μεριά των Σοβιετικών ιστορικών. Οι μελέτες της συλλογής στηρίζονται και αναπτύσσουν τη σοβιετική μαρξιστική μεθοδολογία έρευνας της δουλοκτητικής κοινωνίας και οικονομίας.
Η συλλογή μπορεί να είναι μια σημαντική πηγή γνώσης για το ευρύ κοινό και ταυτόχρονα ένα σημαντικό εργαλείο έρευνας για ιστορικούς, αρχαιολόγους, φιλολόγους, φοιτητές.
Στη μετάφραση και τελική διατύπωση των κειμένων της παρούσας έκδοσης συνέβαλαν τα μέλη της μεταφραστικής ομάδας: ΜάνοςΔημητρίου, Χρυσούλα Κάρτσακα, Βούλα Κοντούλη, Γιώργος Μαγγανάς, Κατιφένεια Παρασκευά και Αποστολής Χαρίσης.
_ Το Γενικό Συμβούλιο του Συλλόγου «Εμείς που σπουδάσαμε στο σοσιαλισμό»
(επίλογος ‑σελ 372–375)
Συμπέρασμα _
Το ιστορικό παράδοξο του πανελληνισμού
Η ιδεολογία και η πολιτική του πανελληνισμού στην αλληλεξάρτησή τους αποτελούν αναμφίβολα μια από τις πιο χαρακτηριστικές και, μπορούμε να πούμε, τις πιο κύριες πλευρές της ιστορικής ανάπτυξης της Ελλάδας στον αιώνα της ύστερης Κλασικής Εποχής και των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων. Ως ιδεολογικό φαινόμενο, υπήρξε ένα καθαρά ελληνικό δημιούργημα- συνιστούσε απάντηση στην κατάσταση κρίσης του 4ου αιώνα, μια απάντηση καθολική, που πρότεινε τη λύση τόσο των εσωτερικών κοινωνικο-πολιτικών προβλημάτων, τα οποία αντιμετώπιζε κάθε πόλη-κράτος, όσο και των δυσκολιών της εξωτερικής πολιτικής, που αφορούσαν τις σχέσεις του ελληνικού κόσμου και του βαρβαρικού περιβάλλοντος. Επεξεργασμένη από στοχαστές και συγγραφείς της υστεροκλασικής περιόδου σε μια μορφοποιημένη θεωρία, η πανελλήνια ιδέα προϋπέθετε την εγκαθίδρυση συναίνεσης και ειρήνης μεταξύ των Ελλήνων, τη συνένωση των μέχρι τότε εχθρικών πόλεων λέων και τη διεξαγωγή από κοινού μιας κατακτητικής εκστρατείας στην Ανατολή, με στόχους αφενός την απαλλαγή μια για πάντα από το «βαρβαρικό» κίνδυνο και, αφετέρου, ακόμα περισσότερο, την επίλυση, σε βάρος των ασιατικών χωρών των προβλημάτων της Ελλάδας (εξασφάλιση απασχόλησης & εισοδήματος για τις μάζες των μισθοφόρων, εξαγωγή του πλεονάζοντος αγροτικού πληθυσμού σε νέα καλλιεργήσιμα εδάφη και επίτευξη με αυτόν τον τρόπο κοινωνικής ειρήνης και ευημερίας στην Ελλάδα).
Ερχόμενη σε αλληλεπίδραση με μια άλλη ιδέα, η γένεση της οποίας εεπίσης αποτέλεσμα αναζητήσεων διεξόδου από την κατάσταση δηλαδή με τη μοναρχική ιδέα, η πανελλήνια ιδέα ενσωμάτωσε τελικά ως στοιχείο της τη σκέψη για τον ηγετικό ρόλο κάποιου από τους Έλληνες τυράννους ή, τελικά, του Μακεδόνα βασιλιά. Στο πλαίσιο αυτό, ωστόσο, οι ιδεολόγοι του πανελληνισμού, έχοντας ζήσει και διαπαιδαγωγηθεί στο κοινονικοπολιτικό περιβάλλον της Πόλεως και γι’ αυτό μη ικανοί να αποκοπούν από τον παραδοσιακό τρόπο σκέψης της Πόλεως, δεν κουράζονταν να τονίζουν ότι ένας τέτοιος μονάρχης θα αναλάβει το ρόλο του πρωτεργάτη ηγέτη και ευεργέτη των Ελλήνων, οι οποίοι, υπό την ηγεσία του, θα διατηρήσουν τη διάρθρωση της Πόλεως και τον τρόπο ζωής της.
Έτσι, το πρόγραμμα του πανελληνισμού χαρακτηριζόταν όχι μόνο από τη φυσική επίλυση όλων των οδυνηρών προβλημάτων σε συνδυασμό ‑των εσωτερικών, όπως και των εξωτερικών προβλημάτων και της επίλυσης των πρώτων διαμέσου της επίλυσης των δεύτερων- αλλά και από μια αλλόκοτη σύμπλεξη εντελώς διαφορετικών επιδιώξεων: Επιδιώξεων του συνόλου των πολιτών και εκείνων των κοινωνικών ελίτ, δημοκρατικών και μοναρχικών. Σε αυτήν την περίπλοκη, αμαλγαματική φύση του πανελληνισμού, οφειλόταν αναμφίβολα η υπεροχή του ως θεώρησης έναντι άλλων, πιο μερικών και περιορισμένων μέσα στις αρχές τους θεωρήσεων. Σε αυτήν όμως οφειλόταν και η ριζική απορία112 του πανελλήνιου προγράμματος που έθετε υπό αίρεση τη δυνατότητα της πρακτικής του υλοποίησης. Το πρόβλημα συνίστατο ακριβώς στο πώς μπορούσαν να συνενωθούν πράγματα που είναι δύσκολο ή και γενικώς αδύνατο να συνενωθούν: Η τοπική αυτοτέλεια και το αυτεξούσιο της πόλης-κράτους με την εγκαθίδρυση μιας καθολικής σταθερής τάξης πραγμάτων· η ελευθερία και αυτονομία των δημοκρατιών των πόλεων με την ηγεμονία του μοναρχικού κράτους. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και μια κύρια εξωτερική συνθήκη, δηλαδή το νικηφόρο πόλεμο με τους «βάρβαρους». Αν και η κατάσταση των πραγμάτων στην Περσία, όπως και η εμπειρία κάποιων τυχοδιωκτικών περιπετειών (των Μυρίων, του Αγησιλάου), ενέπνεαν ισχυρές ελπίδες επιτυχίας, εν τούτοις το ρίσκο μιας οικουμενικής κλίμακας σύγκρουσης ήταν μεγάλο και η επιτυχία δεν ήταν εξασφαλισμένη από τα πριν.
Όπως και να ’χει, αυτήν τη θεώρηση κήρυτταν τον 4ο αιώνα πολλοί Έλληνες, που εκπροσωπούσαν ποικίλα κοινωνικά στρώματα και πολιτικές ομάδες· συνεπείς δημοκράτες και πατριώτες της ιδιαίτερης Πόλεως-πατρίδας τους, όπως κι εκείνοι που συμπαθούσαν την αριστοκρατία ή τη μοναρχία και είχαν μολυνθεί με τον κοσμοπολιτισμό. Αν θέλουμε, μπορούμε να φέρουμε παραδείγματα εκφράσεων υπέρ του πανελληνισμού ακόμα και από έναν τέτοιο Αθηναίο πατριώτη όπως ο Δημοσθένης.113 Εν τούτοις είναι γεγονός ότι εκείνοι που επεξεργάστηκαν πιο επίμονα κι εμπεριστατωμένα την πανελλήνια ιδέα ήταν ον πνευματικοί εκπρόσωποι της ελίτ των Πόλεων, της εύπορης και ευγενούς αριστοκρατίας της ελληνικής κοινωνίας η οποία, σε αντίθεση με τους δημοκράτες, ήταν λιγότερο δεσμευμένη με τις αντιλήψεις περί της ελευθερίας και ανεξαρτησίας της Πόλεως και πιο ανοιχτή στις νέες, κοσμοπολιτιστικές και μοναρχικές αντιλήψεις, που με φυσικό τρόπο έτειναν να προσεγγίζουν τον πανελληνισμό. Άλλωστε, αυτή η ανοιχτή διάθεση της ελίτ της Πόλεως για την πρόσληψη καινούργιων ιδεών που ήταν σε αντίθεση με τις κλασικές παραδοσιακές ιδέες ποτέ δεν αναπτυσσόταν σε απόλυτο βαθμό σε ανθρώπους που έζησαν και μεγάλωσαν στο πλαίσιο της Πόλεως. Απεναντίας, συνδυαζόταν με τη διατήρηση μιας σειράς παλιών στάσεων και να πώς αυτό το αμάλγαμα παλιού και καινούργιου, που βρήκε σε έναν ορισμένο βαθμό αντανάκλαση στη θεώρηση του πανελληνισμού, έκανε δυνατή την κατά περίπτωση αποδοχής της, ακόμη και από κάποιους πολύ θερμούς ζηλωτές των παραδόσεων της Πόλεως.
Ωστόσο η υπόθεση δεν περιοριζόταν στη διακήρυξη και στην προπαγάνδα μιας ιδέας. Στην ύστερη κλασική περίοδο, ο πανελληνισμός, λόγω της ιδιαίτερης δημοφιλίας του, μετατρέπεται σε ένα ιδιόμορφο ύφος που χαρακτηρίζει πλήθος ενεργειών σε πανελλήνια κλίμακα, γίνεται ιδιότητα της κρατικής πολιτικής κάθε κράτους που καταφέρνει να έχει επιτυχίες στην πανελλήνια αρένα. Ήδη ο Περικλής, ο ηγέτης της αθηναϊκής δημοκρατίας του 5ου αιώνα, προσπάθησε να ενισχύσει τις αξιώσεις της Πόλεως του για ηγεμονία στην Ελλάδα με την αναφορά σε κάποιου είδους πανελλήνιο πρόγραμμα. Αργότερα αυτή η γραμμή συνεχίστηκε από τη Σπάρτη, και στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και μετά από αυτόν, στη δύσκολη περίοδο της υπεράσπισης της κατακτημένης ηγετικής θέσης της, στον αγώνα ενάντια στην Περσία και τους Έλληνες ανταγωνιστές που την υποστήριζαν. Με την αποδυνάμωση των ηγετικών Πόλεων της Ελλάδας η σκυτάλη του πανελληνισμού πέρασε στα χέρια των νεαρών και πιο ισχυρών αριστοκρατικών κρατών, δηλαδή των νεότερων τυραννιών και, τελικά, στη μακεδονική μοναρχία. Σε αυτήν τη διαδικασία είναι προφανές ότι ο βαθμός ανάπτυξης της πανελλήνιας πολιτικής ήταν σε ευθεία αναντιστοιχία με τις παραδόσεις της Πόλεως. Σε κάθε περίπτωση, οι φορείς της αυταρχικής εξουσίας και δημιουργοί των νέων μοναρχικών κρατών είχαν μεγαλύτερη επιτυχία στην εφαρμογή στην πράξη αυτού του προγράμματος, σε σύγκριση με τις κυβερνήσεις των δημοκρατιών των Πόλεων.
Από το εύρος των χρήσεων του πανελληνισμού στην κρατική πολιτική χρειάζεται όμως να διακρίνουμε το βαθμό αποτελεσματικότητάς του στην κρατική οικοδόμηση. Εδώ συναντάμε ένα φαινομενικό παράδοξο: Πλατύτερα από κάθε άλλον ‑στην κλίμακα όλης της Ελλάδας και με την επεξεργασία εντυπωσιακών εξωτερικών μορφών- η πολιτική του πανελληνισμού χρησιμοποιήθηκε από τους Μακεδόνες βασιλιάδες. Αυτό εξηγείται λόγω της ανεξαρτησίας τους από τις παραδόσεις της Πόλεως, επειδή οι Μακεδόνες βασιλιάδες, παρά τη συγγένειά τους με τους Έλληνες, βρίσκονταν έξω από το παραδοσιακό ελληνικό πολιτικό σύστημα και, επομένως, ήταν πιο ελεύθεροι να χρησιμοποιήσουν μια νέου ύφους πολιτική. Κορύφωση αυτής της πολιτικής αποτέλεσαν η συγκρότηση της Συμμαχίας της Κορίνθου ‑μιας δομής πιο επεξεργασμένης απ’ όλες τις παλιές συμμαχίες- και η οργάνωση της κοινής κατακτητικής εκστρατείας στην Ανατολή, που ολοκληρώθηκε με την πλήρη καθυπόταξη της ασιατικής ηπείρου. Όμως όλες αυτές οι επιτυχίες, κατά το μέρος εκείνο που αφορούσε ειδικά τους Έλληνες, ήταν απελπιστικά σημαδεμένες από τον εγωισμό και τη βία των Μακεδόνων βασιλιάδων, για τους οποίους ο πανελληνισμός, όπως αποδείχτηκε, ήταν απλώς ένα βοηθητικό μέσο, ένα διπλωματικό “tour de force“4 για την επίτευξη των δικών τους κρατικών στόχων. Η ίδια η έλλειψη δέσμευσης με τις παραδόσεις της Πόλεως, η οποία επέτρεψε την πλατιά χρήση των συνθημάτων και των μορφών του πανελληνισμού από τους Μακεδόνες βασιλιάδες, αποδείχτηκε ταυτόχρονα και η αιτία του εγγενώς ασύμβατου χαρακτήρα της μακεδονικής μοναρχίας με τον κόσμο των ελληνικών Πόλεων ‑ενός ασύμβατου που οδήγησε σε κατάρρευση115 ολόκληρο το φτιαγμένο με τόση τέχνη οικοδόμημα, αμέσως μόλις έφυγαν από τη ζωή οι ισχυροί άμεσοι δημιουργοί του. Το παράδοξο και ταυτόχρονα η τραγωδία της ελληνικής ιστορίας συνίστατο στο ότι ήταν αδύνατο να υπερνικηθούν, να ξεπεραστούν οι παραδόσεις της Πόλεως, σε ένα πλαίσιο αμιγώς ελληνικό· από την άλλη μεριά, το διά της ξένης θέλησης και των ξένων δυνάμεων ξεπέρασμα του παλιού, που είχε τη μορφή μιας πλήρους ρήξης με τα θεμελιακά στοιχεία της Πόλεως, ήταν καταδικασμένο σε σύντομη κατάρρευση ‑τουλάχιστον μέχρι την επέμβαση της Ρώμης στα ελληνικά πράγματα, μια επέμβαση που ήταν πιο ισχυρή και, ίσως, και πιο ευέλικτη σε σχέση με τις ελληνικές κοινότητες που βρέθηκαν υπό την εξουσία της.
- Σ.τ.Μ.: Με την αρχαία ελληνική έννοια, δηλαδή έλλειψη πόρου, αδιέξοδο.
- Για μια κρίση περί του πανελληνισμού ‑αρκετά προβληματικού- του Δημοσθένη, βλ. Η. Β. Dunkel, «Was Demosthenes a Panhellenist?», CIPh, 1938, XXXIII, σελ. 291–305. W. Jaeger, Demosthenes, der Staatsmann und sein Werden, B., 1939. J. Luccioni, Demosthene et le panhellenisme, P., 1961. G. Bockisch, «Der Panhellenismus bei Isokrates und Demosthenes», στο Actes de la Xlle Conference Internationale d’etudes classiques «Eirene» (1972), Bucure ti, Amsterdam, 1975, σελ. 239–246..
- Σ.τ.Μ.: Στα γαλλικά στο πρωτότυπο.
- Σ.τ.Μ.: Κραχ, κατά λέξη στο πρωτότυπο.
[1] ο ξενόγλωσσος τίτλος… Μόσχα 1983.
[2] Στο ρωσικό πρωτότυπο χρησιμοποιούνται οι όροι «Πόλις» στα ελληνικά με την έννοια της μορφής πολιτικής οργάνωσης και «Πόλη» με την έννοια των οικιστικών λειτουργιών. Στη μετάφραση διατηρήσαμε για την πρώτη περίπτωση τη λέξη «Πόλις» και για τη δεύτερη περίπτωση τη λέξη «πόλη».