Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σύνδρομο της Στοκχόλμης: 50 χρόνια μετά, ένας μύθος που αντέχει

“Πέστε κάτω στο πάτω­μα! Το πάρ­τυ ξεκι­νά­ει!”. Φωνά­ζο­ντας στα αγγλι­κά, ο Γιαν-Έρικ Όλσον μπή­κε στις 23 Αυγού­στου του 1973 σε μια τρά­πε­ζα της Στοκ­χόλ­μης, έχο­ντας κάνει χρή­ση ναρ­κω­τι­κών ουσιών, ταραγ­μέ­νος και κρα­τώ­ντας ένα αυτό­μα­το οπλοπολυβόλο.

Έτσι ξεκί­νη­σε ένα δρά­μα ομη­ρεί­ας που έμελ­λε να διαρ­κέ­σει έξι ημέ­ρες και να δώσει όνο­μα στον όρο “Σύν­δρο­μο της Στοκχόλμης”–μια παγκό­σμιας χρή­σης έννοια που περι­γρά­φει τον συναι­σθη­μα­τι­κό δεσμό που ανα­πτύσ­σουν όμη­ροι με τους απα­γω­γείς τους.

Ο ‘Ολσον, γνω­στός με το υπο­κο­ρι­στι­κό “Γιαν”, συνέ­λα­βε ομή­ρους τέσ­σε­ρις εργα­ζό­με­νους στην τράπεζα–τρεις γυναί­κες και έναν άνδρα.

Αστυ­νο­μι­κοί και δημο­σιο­γρά­φοι πολύ σύντο­μα κατέ­κλυ­σαν την πλα­τεία έξω από το υπο­κα­τά­στη­μα της Kreditbanken και ελεύ­θε­ροι σκο­πευ­τές ακρο­βο­λί­στη­καν στα γει­το­νι­κά κτί­ρια με τις κάν­νες των όπλων τους στραμ­μέ­νες προς την τράπεζα.

Ο Όλσον χρη­σι­μο­ποί­η­σε δύο ομή­ρους ως ανθρώ­πι­νες ασπί­δες και απεί­λη­σε να τους σκοτώσει.

“Αργό­τε­ρα, σκε­φτό­μουν συχνά την παρά­λο­γη κατά­στα­ση στην οποία βρε­θή­κα­με. Τρο­μο­κρα­τη­μέ­νοι και ανά­με­σα σε δύο απει­λές θανάτου–από τη μια η αστυ­νο­μία και από την άλλη ο ληστής”, θυμά­ται η Κρι­στίν Ένμαρκ, πρώ­ην όμη­ρος και τότε 23 ετών στο βιβλίο της με τίτλο “Έγι­να το Σύν­δρο­μο της Στοκχόλμης”.

«Φοβόμουν για την ζωή μου»

Ο Όλσον δια­τύ­πω­σε αρκε­τά αιτή­μα­τα, ζητώ­ντας τρία εκα­τομ­μύ­ρια σου­η­δι­κές κορώ­νες (σχε­δόν 700.00 δολά­ρια εκεί­νη την επο­χή) αλλά και να μετα­φερ­θεί στην τρά­πε­ζα ένας από τους πιο δια­βό­η­τους ληστές τρα­πε­ζών στη χώρα, που βρι­σκό­ταν στη φυλα­κή, ο Κλαρκ Όλοφσον.

Προ­κει­μέ­νου να επι­κρα­τή­σει ηρε­μία η σου­η­δι­κή κυβέρ­νη­ση συμφώνησε.

Ολό­κλη­ρη η χώρα παρα­κο­λου­θού­σε μου­δια­σμέ­νη το εξε­λισ­σό­με­νο δρά­μα, ένα από τα μεγα­λύ­τε­ρα ειδη­σε­ο­γρα­φι­κά γεγο­νό­τα που μετα­δό­θη­κε σε απευ­θεί­ας μετά­δο­ση από την σου­η­δι­κή τηλεόραση.

“Όταν έφθα­σε, ο Κλαρκ Όλοφ­σον πήρε τον έλεγ­χο της κατά­στα­σης, εκεί­νος ήταν που έκα­νε τις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις με την αστυ­νο­μία”, θυμά­ται ο 73χρονος Μπέρ­τιλ Έρικ­σον, φωτοει­δη­σε­ο­γρά­φος που κάλυ­ψε την κρί­ση, σε συνέ­ντευ­ξή του στο AFP.

“Ήταν πολύ χαρι­σμα­τι­κός. Ήταν καλός ομι­λη­τής”, λέει.

Ο Όλσον ηρέ­μη­σε μόλις έφτα­σε ο Όλοφ­σον και η Κρι­στίν Ένμαρκ είδε σύντο­μα στο πρό­σω­πο του τελευ­ταί­ου τον σωτή­ρα της.

“Υπο­σχέ­θη­κε ότι θα φρό­ντι­ζε να μην μου συμ­βεί κάτι και απο­φά­σι­σα να τον πιστέ­ψω. Ήμουν 23 ετών και φοβό­μουν για την ζωή μου”, γρά­φει η ίδια στο βιβλίο της.

Κατά την διάρ­κεια της ομη­ρεί­ας της μίλη­σε τηλε­φω­νι­κώς πολ­λές φορές με τις αρχές σοκά­ρο­ντας τον κόσμο όταν βγή­κε έξω από την τρά­πε­ζα υπε­ρα­σπι­ζό­με­νη τους απα­γω­γείς της.

“Δεν φοβά­μαι ούτε ελά­χι­στα τον Κλαρκ και τον άλλο τύπο, την αστυ­νο­μία φοβά­μαι. Το κατα­λα­βαί­νε­τε; Τους εμπι­στεύ­ο­μαι από­λυ­τα”, είπε στον τότε πρω­θυ­πουρ­γό Ούλοφ Πάλ­με σε ένα από τα τηλε­φω­νή­μα­τα αυτά.

“Είτε το πιστεύ­ε­τε, είτε όχι, περ­νά­με πολύ ωραία εδώ”, είπε εξη­γώ­ντας ότι “έλε­γαν ιστο­ρί­ες” και “έπαι­ζαν ντάμα”.

“Ξέρε­τε τι φοβά­μαι; Ότι η αστυ­νο­μία θα μας κάνει κάτι, θα εισβά­λει στην τρά­πε­ζα ή κάτι τέτοιο¨.

Η κρί­ση έλη­ξε την έκτη ημέ­ρα όταν η αστυ­νο­μία πέτα­ξε δακρυ­γό­να μέσα στην τρά­πε­ζα και απε­λευ­θέ­ρω­σε τους ομή­ρους υπο­χρε­ώ­νο­ντας τον Όλσον και τον Όλοφ­σον να παραδοθούν.

«‘Δεν είναι ψυχιατρική διάγνωση»

Ο ψυχί­α­τρος Νιλς Μπέ­γε­ροτ ήταν μέλος της δια­πραγ­μα­τευ­τι­κής ομά­δας. Έργο του ήταν να ανα­λύ­σει την συμπε­ρι­φο­ρά των ληστών και των ομή­ρων και τελι­κώς επι­νό­η­σε τον όρο “Το Σύν­δρο­μο της Στοκχόλμης”.

Εκεί­νη την επο­χή οι γυναί­κες όμη­ροι θεω­ρή­θη­κε ότι συμπε­ρι­φέρ­θη­καν σαν να τους έχουν κάνει μάγια, κάτι σαν πλύ­ση εγκεφάλου.

Έκτο­τε όμως οι ψυχί­α­τροι εγκα­τέ­λει­ψαν αυτή την άποψη.

Το Σύν­δρο­μο της Στοχ­κόλ­μης “δεν είναι μια ψυχια­τρι­κή διά­γνω­ση”, λέει ο Κρί­στο­φερ Ραμ, ψυχί­α­τρος στο Ινστι­τού­το Καρο­λίν­σκα και συγ­γρα­φέ­ας του επι­στη­μο­νι­κού άρθρου “Το Σύν­δρο­μο της Στοκ­χόλ­μης: Ψυχια­τρι­κή Διά­γνω­ση ή Αστι­κός Μύθος;”.

Μάλ­λον ο όρος χρη­σι­μο­ποιεί­ται για να περι­γρά­ψει έναν “αμυ­ντι­κό μηχα­νι­σμό που βοη­θά­ει το θύμα” να δια­χει­ρι­στεί μια τραυ­μα­τι­κή κατά­στα­ση, όπως εξη­γεί στο AFP.

Η Σεσί­λια Άσε, καθη­γή­τρια σπου­δών φύλου στο πανε­πι­στή­μιο της Στοκ­χόλ­μης, δήλω­σε ότι οι δηλώ­σεις της Ένμαρκ και των άλλων γυναι­κών στην διάρ­κεια της ομη­ρεί­ας ερμη­νεύ­τη­καν από τις αρχές “με μια πολύ σεξουα­λι­κο­ποι­η­μέ­νη διά­στα­ση, σαν να είχαν μαγευ­τεί” και να είχαν χάσει κάθε ικα­νό­τη­τα να σκε­φτούν λογι­κά μόνες τους.

Αυτή η άπο­ψη πυρο­δο­τή­θη­κε και από φήμες για σχέ­ση μετα­ξύ της Ένμαρκ και του Όλοφσον.

Παρό­τι οι δυό τους συνή­ψαν ερω­τι­κή σχέ­ση χρό­νια αργό­τε­ρα, δεν υπάρ­χει καμία ένδει­ξη που να υπο­δη­λώ­νει ότι υπήρ­ξε κάτι ανά­με­σά τους μέσα στην τράπεζα.

“Δεν υπήρ­χε αγά­πη ή σωμα­τι­κή έλξη από την πλευ­ρά μου. Ήταν η ευκαι­ρία μου για επι­βί­ω­ση και με προ­στά­τευε από τον Γιαν”, έγρα­ψε η Ένμαρκ, η οποία απο­τέ­λε­σε την έμπνευ­ση για τον χαρα­κτή­ρα της “Κίκι” στη σει­ρά του Netflix “Κλαρκ”.

Η Άσε υπο­στη­ρί­ζει ότι το Σύν­δρο­μο της Στοκ­χόλ­μης είναι “μια κατα­σκευα­σμέ­νη έννοια” που χρη­σι­μο­ποιεί­ται για να εξη­γή­σει πως συμπε­ρι­φέ­ρο­νται οι όμη­ροι όταν οι αρχές και οι κυβερ­νή­σεις δεν κατα­φέρ­νουν να τους προστατεύσουν.

Οι όμη­ροι της Στοκ­χόλ­μης, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, “ενήρ­γη­σαν υπερ­βο­λι­κά λογι­κά”, δήλω­σε η ίδια στο AFP.

“Κάλε­σαν δημο­σιο­γρά­φους, έδω­σαν μάχη (με την αστυ­νο­μία και με πολι­τι­κούς) να αφή­σουν τους ληστές να τους συνο­δεύ­σουν εκτός της τρά­πε­ζας. Αντι­προ­σω­πεύ­α­με μια πραγ­μα­τι­κή απει­λή για τους ομή­ρους”, παρα­δέ­χτη­κε ο επι­θε­ω­ρη­τής της αστυ­νο­μί­ας Έρικ Ρόνε­γκαρντ σε ένα βιβλίο που κυκλο­φό­ρη­σε έτη μετά.

“Με τόσους αστυ­νο­μι­κούς να έχουν περι­κυ­κλώ­σει την τρά­πε­ζα, υπήρ­χε ο κίν­δυ­νος κάποιος από τους ομή­ρους να φάει καμιά σφαίρα”.

Σε μια ένδει­ξη της απο­γο­ή­τευ­σής τους απέ­να­ντι στους χει­ρι­σμούς της αστυ­νο­μί­ας, οι όμη­ροι αργό­τε­ρα αρνή­θη­καν να κατα­θέ­σουν κατά των απα­γω­γέ­ων τους.

Οι περισ­σό­τε­ροι άνθρω­ποι μπο­ρούν να ταυ­τι­στούν με αυτή την έννοια σε ψυχο­λο­γι­κό επί­πε­δο, εξη­γεί ο Ραμ, σημειώ­νο­ντας ότι οι συναι­σθη­μα­τι­κοί δεσμοί με κάποιον που συνι­στά απει­λή είναι συχνοί και σε κακο­ποι­η­τι­κές σχέσεις.

Η κατα­νό­η­ση της ψυχο­λο­γι­κής αντί­δρα­σης ενός θύμα­τος βοη­θά­ει ακό­μη να το απαλ­λά­ξεις από τις τύψεις, καταλήγει.

Κώστας Καρυω­τά­κης ΑΠΑΝΤΑ μια άλλη ανάγνωση

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο