Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Υπαρξιακές αγωνίες, σάτιρα, ξιφομαχίες, παιδικές φιλίες και Τζέισον Στέιθαμ ‑Φωτο_Βίντεο

Πρώ­τη εβδο­μά­δα μετά τις γιορ­τές και έξι νέες ται­νί­ες κάνουν πρε­μιέ­ρα. Το δρα­μα­τι­κό και βρα­βευ­μέ­νο στις Κάν­νες, με τη Χρυ­σή Κάμε­ρα «Το Δέντρο με τις Χρυ­σές Πετα­λού­δες», η σάτι­ρα «Ονει­ρι­κό Σενά­ριο», με τον Νίκο­λας Κέιτζ, η βίαιη περι­πέ­τεια «Ο Μελισ­σο­κό­μος», με τον Τζέι­σον Στέι­θαμ, η γαλ­λι­κή υπερ­πα­ρα­γω­γή «Οι Τρεις Σωμα­το­φύ­λα­κες: Μιλαί­δη», το ουμα­νι­στι­κό δρά­μα «Θαύ­μα: Λευ­κό Που­λί» και το εξαι­ρε­τι­κό και πολυ­βρα­βευ­μέ­νο animation «Ο Φίλος μου το Ρομπότ» από σήμε­ρα στις κινη­μα­το­γρα­φι­κές αίθου­σες όλης της χώρας.

Το Δέντρο με τις Χρυ­σές Πετα­λού­δες   (“Inside the Yellow Cocoon Shell”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, βιετ­να­μέ­ζι­κης και γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Φαμ Τιεν Άν, με τους Λε Φονγκ Βου, Νγκου­γέν Τιν, Βου Νγκονγκ Μαν, Ντί­λαν Μπε­σό κα.   Υπαρ­ξια­κό δρά­μα, ποι­η­τι­κής έμπνευ­σης και σκη­νο­θε­τι­κής από­δο­σης και ταυ­τό­χρο­να ένα αφή­γη­μα υπνω­τι­στι­κό, μια συναρ­πα­στι­κή ται­νία περι­πλά­νη­σης σε απά­τη­τα μονο­πά­τια της φύσης, της απώ­λειας και της πίστης. Ένα φιλμ, ξεχω­ρι­στό, που συνα­ντά το σινε­μά του Ταρ­κόφ­σκι, καθώς οι ιδέ­ες για τη ζωή και τον θάνα­το, τα ερω­τή­μα­τα που θέτει και ο στο­χα­σμός πάνω στη θρη­σκευ­τι­κή πίστη, συν­δέ­ο­νται με εικό­νες απα­ρά­μιλ­λης ομορ­φιάς, εκμε­ταλ­λευό­με­νες το φυσι­κό φως, την παρ­θέ­να φύση, το ομι­χλώ­δες τοπίο.

Ο νεα­ρός Βιετ­να­μέ­ζος σκη­νο­θέ­της Φαμ Τιεν Αν, που ζει στην Αμε­ρι­κή, σε αυτό το υπο­βλη­τι­κό και γεμά­το αυτο­πε­ποί­θη­ση ντε­μπού­το του, θα ξαφ­νιά­σει ευχά­ρι­στα, θα κερ­δί­σει τη Χρυ­σή Κάμε­ρα στο πρό­σφα­το φεστι­βάλ των Καν­νών, ως πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νος σκη­νο­θέ­της και θα αφή­σει πολ­λές υπο­σχέ­σεις για το μέλλον.

Το σενά­ριο, που υπο­γρά­φει ο σκη­νο­θέ­της, δια­θέ­τει ως βάση και εκκί­νη­ση μία απλή ιστο­ρία. Μετά από ένα τρο­χαίο που στοι­χί­ζει τη ζωή στην κου­νιά­δα του και αφή­νει ορφα­νό τον μικρό ανι­ψιό του, ένας 30χρονος άντρας φεύ­γει από τη Σαϊ­γκόν και επι­στρέ­φει στη γενέ­τει­ρά του στην επαρ­χία. Κατά τη διάρ­κεια της περι­πλά­νη­σής του ο άντρας θα δια­λο­γι­στεί, θα παλέ­ψει με τα δικά του φαντά­σμα­τα, θα προ­βλη­μα­τι­στεί για τη θρη­σκευ­τι­κή πίστη, την ανά­μνη­ση του χαμέ­νου αδελ­φού του και θα συνα­ντή­σει έναν παλαιό έρω­τά του. Τα πρώ­τα δείγ­μα­τα της κινη­μα­το­γρα­φι­κής του ματιάς θα εμφα­νι­στούν από την εντυ­πω­σια­κή εναρ­κτή­ρια σεκάνς, που καθο­ρί­ζει και την τρο­χιά πάνω στην οποία θα κινη­θεί η ται­νία. Αμέ­τρη­τες εκτε­τα­μέ­νες λήψεις, θα βάλουν σε ενέρ­γεια σκέ­ψεις για το πεπρω­μέ­νο, την αιώ­νια ζωή και τη χρι­στια­νι­κή πίστη, τα στε­ρε­ό­τυ­πα, την απο­ξέ­νω­ση, την απώλεια.

Μεγά­λα θέμα­τα, που είναι φανε­ρό ότι ορι­σμέ­νες φορές έχει δυσκο­λία να δια­χει­ρι­στεί ο νεα­ρός σκη­νο­θέ­της, καθώς οι υπνω­τι­στι­κές και επι­κές σεκάνς δεν μπο­ρούν να καλύ­ψουν πάντα τους υπαρ­ξια­κούς προ­βλη­μα­τι­σμούς του, να ηλε­κτρί­σουν τον θεα­τή, να τον κάνουν κοι­νω­νό των οικου­με­νι­κών ζητη­μά­των που θέτει.   Ικα­νο­ποι­η­τι­κές ερμη­νεί­ες, που στά­ζουν από μελαγ­χο­λι­κή διά­θε­ση και ται­ριά­ζουν ομο­λο­γου­μέ­νως με την γκρί­ζα υγρα­σία της ατμόσφαιρας.

Με λίγα λόγια… Μετά από ένα τρο­χαίο που οδη­γεί την κου­νιά­δα του στον θάνα­το και αφή­νει ορφα­νό τον πεντά­χρο­νο ανι­ψιό του, ένας άντρας τριά­ντα χρό­νων φεύ­γει από τη Σαϊ­γκόν και επι­στρέ­φει στη γενέ­τει­ρά του στην επαρ­χία. Κατά τη διάρ­κεια μιας περι­πλά­νη­σης, ο ταξι­διώ­της παλεύ­ει με τα δικά του φαντά­σμα­τα: τον αγνω­στι­κι­σμό του, τον σκε­πτι­κι­σμό του απέ­να­ντι στη θρη­σκευ­τι­κή πίστη, την ανά­μνη­ση του αδερ­φού του που είχε εξα­φα­νι­στεί εδώ και και­ρό, αλλά και την επα­φή με έναν έρω­τα από το παρελ­θόν του που επέ­λε­ξε να γίνει μοναχή.

Ονει­ρι­κό Σενά­ριο   (“Dream Scenario”) Κωμω­δία φαντα­σί­ας, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Κρί­στο­φερ Μπόρ­γκλι, με τους Νίκο­λας Κέιτζ, Τζού­λιαν Νίκολ­σον, Ντί­λαν Γκε­λού­λα, Μάικλ Σέρα κα. Καυ­στι­κή και αρκού­ντως δια­σκε­δα­στι­κή σάτι­ρα, έως ένα σημείο, του 38χρονου Νορ­βη­γού Κρί­στο­φερ Μπόρ­γκλι, που απο­τε­λεί και το ντε­μπού­το του στην Αμε­ρι­κή, για την επιρ­ροή των «δια­ση­μο­τή­των» και την «κουλ­τού­ρα της ακύ­ρω­σης» σε έναν κόσμο που συγ­χέ­ει το ψηφια­κό με το πραγ­μα­τι­κό περι­βάλ­λον και απο­μα­κρύ­νε­ται συνε­χώς από την αλη­θι­νή ζωή.

Ωστό­σο, η ται­νία που η ευρη­μα­τι­κό­τη­τά της εξα­ντλεί­ται στο πρώ­το μέρος, απέ­κτη­σε σε μεγά­λο βαθ­μό την απο­δο­χή και ένα μεγα­λύ­τε­ρο ενδια­φέ­ρον λόγω της ύπαρ­ξης του Νίκο­λας Κέιτζ στον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο. Ο Αμε­ρι­κά­νος ηθο­ποιός, με τη μετε­ω­ρι­κή πορεία στο σινε­μά, παί­ζο­ντας κατά κύριο λόγο σε αδιά­φο­ρες ή ανό­η­τες ται­νί­ες τις περα­σμέ­νες δεκα­ε­τί­ες, αλλά παρα­μέ­νο­ντας πάντα συμπα­θής ως ένας γοη­τευ­τι­κός ηττη­μέ­νος της κινη­μα­το­γρα­φι­κής βιο­μη­χα­νί­ας, εδώ, πετώ­ντας κάθε χαρα­κτη­ρι­στι­κό του ήρωα, αλλά και το μεγα­λύ­τε­ρο κομ­μά­τι από το τρι­χω­τό της κεφα­λής του, θα κάνει ακό­μη μία προ­σπά­θεια, για να ξεφύ­γει από τα τετριμ­μέ­να, να ανα­ζω­ο­γο­νή­σει την καριέ­ρα του.  Υπο­δυό­με­νος τον Πολ Μάθιους, έναν βαρε­τό μεσή­λι­κα, με υπαρ­ξια­κά προ­βλή­μα­τα, ακα­δη­μαϊ­κό και οικο­γε­νειάρ­χη, που η ζωή του αλλά­ζει δρα­στι­κά όταν εμφα­νί­ζε­ται ανε­ξή­γη­τα στα όνει­ρα πολ­λών ανθρώ­πων και απο­κτά ανα­πά­ντε­χη φήμη. Μόνο που τα όνει­ρα, με πρω­τα­γω­νι­στή τον Μάθιους, μετα­τρέ­πο­νται γρή­γο­ρα σε εφιάλ­τες και θα πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σει την περί­ερ­γη αυτή συν­θή­κη, αλλά και τη φήμη του.

Ο Κέιτζ, βρί­σκει την ευκαι­ρία να απλώ­σει σαν βού­τυ­ρο στο ψωμί του, την ερμη­νευ­τι­κή του δει­νό­τη­τα πάνω στο ρόλο ενός ανθρώ­που που έρχε­ται σε επα­φή με το παρά­λο­γο, τη ματαιο­δο­ξία και τη φήμη, αλλά από τα μισά της ται­νί­ας τον εγκα­τα­λεί­πει το σενά­ριο. Το στό­ρι χάνει τη διεισ­δυ­τι­κό­τη­τά του και απλώς βάζει στο μπλέ­ντερ τις ιδέ­ες του πρώ­του μέρους και τις λοξές ματιές του σκη­νο­θέ­τη στο σινε­μά του παρα­λό­γου. Το πρώ­το μέρος, πάντως, είναι απο­λαυ­στι­κό, ξεκαρ­δι­στι­κό, με αρκε­τά εύστο­χα ευρή­μα­τα και παρα­τη­ρή­σεις για τον καπι­τα­λι­σμό, την κοι­νω­νία της επι­φά­νειας, τα πιό­νια της επιρ­ρο­ής. Η ται­νία, παρό­τι σπα­τα­λά αρκε­τό από τον χρό­νο της με υπερ­βο­λές, επι­τη­δευ­μέ­νους παρα­λο­γι­σμούς και κου­ρα­στι­κές επα­να­λή­ψεις, έχει το ενδια­φέ­ρον της και απο­κτά μεγα­λύ­τε­ρη χάρη κυρί­ως στον Κέιτζ, που ισορ­ρο­πεί θαυ­μά­σια μετα­ξύ κωμι­κού και τρα­γι­κού και με φυσι­κό­τη­τα παίρ­νει στους ώμους του όλη την ται­νία του Μπόρ­γκλι, ο οποί­ος δεί­χνει ότι πρέ­πει να δια­νύ­σει αρκε­τό δρό­μο ακό­μη, για να μπει στον κατά­λο­γο των σημα­ντι­κών δημιουργών.

Με λίγα λόγια… Τα πάντα στη ζωή του Πολ Μάθιους, ενός βαρε­τού ακα­δη­μαϊ­κού και οικο­γε­νειάρ­χη, ανα­τρέ­πο­νται καθώς εκα­τομ­μύ­ρια άγνω­στοι αρχί­ζουν ξαφ­νι­κά να τον βλέ­πουν στα όνει­ρά τους. Όταν όμως αυτές οι νυχτε­ρι­νές επι­σκέ­ψεις πάρουν εφιαλ­τι­κή τρο­πή, ο Πολ ανα­γκά­ζε­ται να τα βγά­λει πέρα με την ανα­πά­ντε­χη φήμη του.

 Ο Μελισ­σο­κό­μος (“The Beekeeper”) _καμιά σχέ­ση με Αγγε­λό­που­λο: Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης και βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2024, σε σκη­νο­θε­σία Ντέι­βιντ Άγιερ, με τους Τζέι­σον Στέι­θαμ, Τζος Χάτσερ­σον, Άμπερ Σιέ­να, Τέι­λορ Τζέιμς, Έμι Ρέι­βερ Λάμπ­μαν, Τζέ­ρε­μι Άιρονς κα. Ο Τζέι­σον Στέι­θαμ επι­στρέ­φει και είναι έτοι­μος «να τα κάψει όλα» στο πέρα­σμά του, σε αυτή την ομο­λο­γου­μέ­νως δια­σκε­δα­στι­κή περι­πέ­τεια εκδί­κη­σης, της οποί­ας υπο­γρά­φει τη σκη­νο­θε­σία ο έμπει­ρος στις δυνα­μι­κές περι­πέ­τειες, αλλά μάλ­λον αρκε­τά ανα­λώ­σι­μος, Ντέι­βιντ Άγιερ των επι­τυ­χη­μέ­νων εμπο­ρι­κά «Fury» και «Ημέ­ρα Εκπαίδευσης».

Ακό­μη μία τυπι­κή, ιδιαι­τέ­ρως σπι­ντά­τη, περι­πέ­τεια από τον Στέι­θαμ, που τα βάζει μόνος του με όλους και τα πάντα για να απο­νεί­μει δικαιο­σύ­νη. Έχο­ντας να αντι­με­τω­πί­σει ένα στρα­τό από «καθάρ­μα­τα» θα χρη­σι­μο­ποι­ή­σει όλα τα κόλ­πα του και βεβαί­ως τις γρο­θιές του, φτιά­χνο­ντας ακό­μη έναν ύμνο στο ναό της απε­νε­χο­ποι­η­μέ­νης κλω­τσο­πα­τι­νά­δας. Ένας πρώ­ην μυστι­κός πρά­κτο­ρας, που εργά­ζε­ται ως μελισ­σο­κό­μος, όταν η γει­τό­νισ­σά του χάνει τις οικο­νο­μί­ες της πέφτο­ντας θύμα μίας ηλε­κτρο­νι­κής απά­της και στη συνέ­χεια αυτο­κτο­νεί, θα πάρει το νόμο στα χέρια του. Ο πρώ­ην μυστι­κός πρά­κτο­ρας, θα αντι­δρά­σει καί­γο­ντας ένα από τα γρα­φεία της εται­ρεί­ας που ήταν στο όνο­μα μιας γυναί­κας και θεω­ρού­σε οικο­γέ­νειά του. Αλλά η επι­χεί­ρη­ση είναι πολύ μεγα­λύ­τε­ρη από κάποια συμ­μο­ρία απα­τε­ώ­νων, καθώς τα μεγά­λα αφε­ντι­κά βρί­σκο­νται ιδιαι­τέ­ρως ψηλά, ακό­μη και σε κυβερ­νη­τι­κά πόστα. Όταν θα συνει­δη­το­ποι­ή­σουν με ποιον έχουν να κάνουν θα είναι όμως πολύ αργά. Γι’ αυτούς.

Περαι­τέ­ρω συστά­σεις μάλ­λον είναι περιτ­τές, όταν ο Στέι­θαμ ανα­λαμ­βά­νει δρά­ση και αρχί­ζει να αφή­νει στο πέρα­σμά του κομ­μα­τια­σμέ­νους και συντρίμ­μια. Εντά­ξει, τα κλι­σέ συνα­γω­νί­ζο­νται και τις μπου­νο­κλω­τσιές του μονα­χι­κού, βεβαί­ως βεβαί­ως, ήρωα, αλλά έχουν την πλά­κα τους και απο­κτούν και μία γεύ­ση, ειδι­κά αν συνο­δεύ­ο­νται από αλμυ­ρά, μπύ­ρες και ανα­ψυ­κτι­κά. Ο Τζέι­σον είναι πάντα ο Στέι­θαμ και δεν θα απο­γοη­τεύ­σει τους φανα­τι­κούς θαυ­μα­στές του, με τα κατορ­θώ­μα­τά του και τα ανε­πα­νά­λη­πτα ιλα­ρο­τρα­γι­κά δρα­μα­τι­κά του δια­λείμ­μα­τα, ανά­με­σα στο ξυλο­φόρ­τω­μα που παραδίδει.

Με λίγα λόγια… Η βίαιη εκστρα­τεία εκδί­κη­σης ενός άνδρα απο­κτά εθνι­κές δια­στά­σεις όταν απο­κα­λύ­πτε­ται ότι είναι ένας πρώ­ην πρά­κτο­ρας μιας πανί­σχυ­ρης και μυστι­κής οργά­νω­σης, γνω­στής ως «Οι Μελισσοκόμοι».

Οι Τρεις Σωμα­το­φύ­λα­κες: Μιλαί­δη (“Les Trois Mousquetaires: Milady”) Περι­πέ­τεια επο­χής, γαλ­λι­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Μαρ­τέν Μπουρ­μπου­λόν, με τους Φραν­σουά Σιβίλ, Εύα Γκριν, Βεν­σάν Κασέλ, Bίκι Κρι­πς, Πιο Μαρ­μαΐ, Ρομέν Ντου­ρίς, Λουί Γκα­ρέλ κα. Θεα­μα­τι­κή, χορ­τα­στι­κή και ευκο­λο­χώ­νευ­τη ψυχα­γω­γι­κή περι­πέ­τεια επο­χής, που θα ταί­ρια­ζε να προ­βλη­θεί περισ­σό­τε­ρο τις ημέ­ρες των αργιών. Πρό­κει­ται για το δεύ­τε­ρο κεφά­λαιο της διά­ση­μης ιστο­ρί­ας, που ακο­λου­θεί πιστά ο Μπουρ­μπου­λόν και έρχε­ται να συμπλη­ρώ­σει τους «Τρεις Σωμα­το­φύ­λα­κες: Ντ’ Αρτα­νιάν», όπως είχε κάνει και ο Ρίτσαρντ Λέστερ το 1973, με την περί­φη­μη ηρω­ι­κή τριά­δα των Μάικλ Γιορκ, Όλι­βερ Ριντ και Ρίτσαρντ Τσά­μπερ­λεϊν και την Ράκελ Γου­έλς στα καλύ­τε­ρά της.

Με δεδο­μέ­νο ότι και τα δυο κεφά­λαια γυρί­στη­καν ταυ­τό­χρο­να, η ται­νία κρα­τά τη συνο­χή της, καθώς ο Μπουρ­μπου­λόν («Άιφελ», «Με τον Μπα­μπά ή τη Μαμά;») έχει συνο­λι­κή άπο­ψη και ξέρει να απο­φεύ­γει σε μεγά­λο βαθ­μό τις επα­να­λή­ψεις, με τις υπο­πλο­κές ή τις αφη­γη­μα­τι­κές μανιέ­ρες. Άλλω­στε, το δίδυ­μο Ματιέ Ντε­λα­πόρτ και Αλε­ξά­ντρ Ντε Λα Πατε­λιέρ, που ανέ­λα­βαν το σενά­ριο έχουν την εμπει­ρία να διη­γη­θούν το θρυ­λι­κό μυθι­στό­ρη­μα του Αλέ­ξαν­δρου Δου­μά, δίνο­ντας τις βάσεις στον σκη­νο­θέ­τη να απλώ­σει κινη­μα­το­γρα­φι­κά μία θεα­μα­τι­κή νοσταλ­γι­κή περι­πέ­τεια επο­χής, χωρίς να κου­ρά­σει ή να προ­δώ­σει, προς χάριν της εμπο­ρι­κό­τη­τας, το αρχι­κό κεί­με­νο. Από το Λού­βρο μέχρι τα ανά­κτο­ρα του Μπά­κιγ­χαμ και από τις τρώ­γλες του Παρι­σιού μέχρι την πολιορ­κία της Λα Ροσέλ μια χού­φτα ανδρών και γυναι­κών ενώ­νουν τα ξίφη τους αλλά και το πεπρω­μέ­νο τους με εκεί­νο της Γαλ­λί­ας, που είναι διχα­σμέ­νη από θρη­σκευ­τι­κούς πολέ­μους και νιώ­θει την απει­λή της εισβο­λής από την Αγγλία.

Μια υπερ­πα­ρα­γω­γή, που δικαιώ­νει, σε κάποιο βαθ­μό, τα χρή­μα­τά της, αλλά και τη φήμη του έργου, καθώς ο Μπουρ­μπου­λόν κατα­φέρ­νει να διευ­θύ­νει το πρω­το­κλα­σά­το και αξιό­πι­στο καστ, καθώς και τις σκη­νές με τις εντυ­πω­σια­κές μάχες. Και συνά­μα να επι­δει­κνύ­ει την πιστή ανα­πα­ρά­στα­ση της επο­χής, τον πλού­το της παρα­γω­γής, με τα προ­σεγ­μέ­να σκη­νι­κά και κοστού­μια και να κρα­τά τους υψη­λούς ρυθ­μούς της έντα­σης και του ενδια­φέ­ρο­ντος μέχρι τέλους. Παράλ­λη­λα, όμως, εύκο­λα γίνε­ται αντι­λη­πτό ότι ο 45χρονος σκη­νο­θέ­της απο­φεύ­γει να τολ­μή­σει, να μπει κάτω από τα κοστού­μια, να λερώ­σει το αίμα των ηρώ­ων του. Οι ηθο­ποιοί, όπως ανα­με­νό­ταν, είναι αρκε­τά ικα­νο­ποι­η­τι­κοί, απο­δί­δο­ντας τους χαρα­κτή­ρες πάνω σε στέ­ρε­ες βάσεις, τις οποί­ες οι παρα­γω­γοί είναι έτοι­μοι να αξιο­ποι­ή­σουν από την πλευ­ρά τους, σχε­διά­ζο­ντας να προ­χω­ρή­σουν σε ένα φραν­τσάιζ ξιφομαχιών.

Με λίγα λόγια… O Ντ’ Αρτα­νιάν ανα­γκά­ζε­ται να ενώ­σει τις δυνά­μεις του με τη Μιλαί­δη για να σώσει την Κον­στάνς, η οποία απή­χθη μπρο­στά στα μάτια του. Αλλά καθώς ο πόλε­μος κηρύσ­σε­ται και ο Άθως, ο Πόρ­θος και ο Άρα­μις έχουν ήδη εντα­χθεί στο μέτω­πο, ένα μυστι­κό από το παρελ­θόν γκρε­μί­ζει παλιές συμμαχίες.

Θαύ­μα: Λευ­κό Που­λί (“White Bird”) Δρα­μα­τι­κή περι­πέ­τεια επο­χής, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2024, σε σκη­νο­θε­σία Μαρκ Φόρ­στερ, με τους Αριέ­λα Γκλέι­σερ, Ορλά­ντο Σβου­έρντ, Μπράις Γκάι­σαρ, Ελεν Μίρεν, Τζί­λιαν Άντερ­σον κα.  Άτυ­πη συνέ­χεια της ται­νί­ας «Θαύ­μα», βασι­σμέ­νης εκ νέου στο ομώ­νυ­μο εικο­νο­γρα­φη­μέ­νο μπεστ σέλερ της Ρ. Τζ. Παλά­τσιο, αλλά αυτή τη φορά υπό τη στι­βα­ρή σκη­νο­θε­τι­κή διεύ­θυν­ση του Μαρκ Φόρ­στερ. Εννο­εί­ται ότι απαι­τού­νται και πάλι αρκε­τά χαρ­το­μά­ντι­λα για τους άκρα­τους μελο­δρα­μα­τι­σμούς και τα ηφαι­στειώ­δη μηνύ­μα­τα ουμα­νι­σμού, ηρω­ι­σμού και μεγα­λο­σύ­νης. Δεν είναι τυχαίο άλλω­στε ότι τα βιβλία της Παλά­τσιο δια­νέ­μο­νται στα σχο­λεία των ΗΠΑ.   Πάντως, ο Φόρ­στερ, περιό­ρι­σε στο μέτρο του δυνα­τού όλες αυτές τις υπερ­βο­λι­κές γλυ­κά­δες, τα στε­ρε­ό­τυ­πα της πολι­τι­κής ορθό­τη­τας και τους μελο­δρα­μα­τι­σμούς, εκμε­ταλ­λευό­με­νος και το στό­ρι που θέλει μια για­γιά για να συνε­φέ­ρει τον εγγο­νό της από τα συναι­σθη­μα­τι­κά του αδιέ­ξο­δα, να του διη­γεί­ται τη δική της ιστο­ρία όταν ήταν παι­δί, στην κατε­χό­με­νη από τους ναζί, Γαλ­λία και τη θυσία ενός αγο­ριού για να τη σώσει από τα στρα­τό­πε­δα συγκέντρωσης.

Ο πολύ­πει­ρος Φόρ­στερ («Ένας Άνθρω­πος που τον Έλε­γαν Όττο», «Quantum of Solace», «Ψάχνο­ντας τη Χώρα του Ποτέ»), χωρίς να βγά­ζει από το πρώ­το πλά­νο τα θετι­κά μηνύ­μα­τα καλο­σύ­νης και ανε­κτι­κό­τη­τας, θα προ­σθέ­σει και στιγ­μές αγω­νί­ας, αλλά και μιας τρυ­φε­ρό­τη­τας, που θα συγκι­νή­σει το νεα­νι­κό κοι­νό. Με δυο κου­βέ­ντες, μία καλο­κουρ­δι­σμέ­νη ται­νία, για όλη την οικο­γέ­νεια, που βρί­θει από ουμα­νι­στι­κά διδάγ­μα­τα και θα προ­σφέ­ρει τελι­κώς και δυο ώρες ψυχα­γω­γί­ας, ενώ ικα­νο­ποι­η­τι­κά γρά­φουν στη μεγά­λη οθό­νη και οι νεα­ροί πρωταγωνιστές.

Με λίγα λόγια… Ο Τζού­λιαν παλεύ­ει να βρει πού ανή­κει από τότε που απο­βλή­θη­κε από το σχο­λείο του, εξαι­τί­ας της συμπε­ρι­φο­ράς του σε ένα άλλο παι­δί. Για να αλλά­ξει τη ζωή του, η για­γιά του Τζού­λιαν απο­κα­λύ­πτει τελι­κά τη δική της ιστο­ρία θάρ­ρους: κατά τη διάρ­κεια της νιό­της της στην κατε­χό­με­νη από τους Ναζί Γαλ­λία, ένα αγό­ρι την προ­στα­τεύ­ει από θανά­σι­μο κίν­δυ­νο. Βρί­σκουν την αγά­πη σε έναν εκπλη­κτι­κό, μαγι­κό κόσμο δικής τους δημιουρ­γί­ας, ενώ η μητέ­ρα του αγο­ριού ρισκά­ρει τα πάντα για να την κρα­τή­σει ασφαλή.

Προ­βάλ­λε­ται ακό­μη η ται­νία:  Ο Φίλος μου το Ρομπότ (“Robot Dreams”) Παι­δι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, ισπα­νο­γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία του Πάμπλο Μπέρ­γκερ. Μια ευχά­ρι­στη έκπλη­ξη, που αξιο­ποιεί το όμορ­φο σενά­ριο, το οποίο, σημειω­τέ­ον, δεν δια­θέ­τει δια­λό­γους. Απλό παρα­δο­σια­κό σχέ­διο, χωρίς εντυ­πω­σια­σμούς και ψηφια­κές υπερ­βο­λές, αλλά κυρί­ως αγνά συναι­σθή­μα­τα και ένας ύμνος για τη φιλία.

Ενός μονα­χι­κού σκύ­λου στο Μαν­χά­ταν, της δεκα­ε­τί­ας του ’80, που έχει βαρε­θεί και δημιουρ­γεί το δικό του φίλο, ένα ρομπότ, με το οποίο γίνο­νται αχώ­ρι­στοι. Βρα­βείο καλύ­τε­ρης ται­νί­ας κινου­μέ­νων σχε­δί­ων στα Ευρω­παϊ­κά Βρα­βεία Κινη­μα­το­γρά­φου 2023 και αρκε­τές ακό­μη δια­κρί­σεις σε πολ­λά φεστι­βάλ, ενώ μπο­ρεί να διεκ­δι­κή­σει και το Όσκαρ.

Χάρης Ανα­γνω­στά­κης
Λεπτο­μέ­ρειες στη συν­δρο­μη­τι­κή σελί­δα του ΑΠΕ-ΜΠΕ ©

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο