Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΤΑΜΑΡΑ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΟΥ: Η ΛΙΧΟΥΔΟΧΩΡΑ

Παρου­σιά­ζει ο Θανά­σης Ν. Καρα­γιάν­νης //
e‑mail:[email protected] http//:thkaragia.vix.com/main

ΤΑΜΑΡΑ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΟΥ

Η ΛΙΧΟΥΔΟΧΩΡΑ

Σύγ­χρο­νη Επο­χή, Αθή­να 2012, σελ. 109 

Βιβλία για παι­διά και για όλες τις ηλι­κί­ες (βρε­φι­κή, προ­νη­πια­κή, νηπια­κή, παι­δι­κή, προ­ε­φη­βι­κή και εφη­βι­κή) έχουν εκδο­θεί και κυκλο­φο­ρή­σει –εδώ και δεκα­ε­τί­ες (περισ­σό­τε­ρο από έναν αιώ­να)– και στη χώρα μας από κατα­ξιω­μέ­νους λογο­τέ­χνες, αλλά και από μετριό­τη­τες, οι οποί­οι ατά­λα­ντοι καθώς είναι υπερ­τι­μούν τον εαυ­τό τους και νομί­ζουν ότι είναι λογο­τέ­χνες ή ότι δια­θέ­τουν συγ­γρα­φι­κό τάλα­ντο. Και δε φταί­νε, βέβαια, απο­κλει­στι­κά αυτοί, οι οποί­οι θεω­ρούν ότι το βιβλίο που απευ­θύ­νε­ται σε νήπια, παι­διά ή εφή­βους είναι ένα εύκο­λο είδος για προ­σω­πι­κή προ­βο­λή και οικο­νο­μι­κό κέρ­δος. Φταί­νε και οι εκδό­τες που εκδί­δουν μέτρια έως κακά ποιο­τι­κά βιβλία για παι­διά, φταί­νε οι ανη­μέ­ρω­τοι και απρο­βλη­μά­τι­στοι σχε­τι­κά με το είδος γονείς που τ’ αγο­ρά­ζουν και όσοι τα προ­βάλ­λουν σε εκδη­λώ­σεις, που οργα­νώ­νο­νται από ανί­δε­ους αισθη­τι­κά και παι­δα­γω­γι­κά συμπα­τριώ­τες μας. Τα θέμα­τα που δια­πραγ­μα­τεύ­ο­νται οι συγ­γρα­φείς σε αυτά τα βιβλία είναι πολ­λά και διά­φο­ρα. Πολ­λά, βέβαια, τα είδη και οι κατη­γο­ρί­ες των βιβλί­ων για νήπια, παι­διά και εφή­βους: Ποί­η­ση, Διή­γη­μα, Μυθι­στό­ρη­μα, Παρα­μύ­θια, Μύθοι, Μυθο­λο­γία, Θέα­τρο, Βιβλία γνώ­σε­ων (εγκυ­κλο­παι­δι­κά-επι­στη­μο­νι­κά) κ.ά.

Υπάρ­χουν, όμως, βιβλία για παι­διά –όλων των ειδών και κατη­γο­ριών λογο­τε­χνί­ας και βιβλί­ου– τα οποία είναι καλά, πολύ καλά ή και πραγ­μα­τι­κά «δια­μά­ντια». Βέβαια, το καλό φαί­νε­ται να είναι υπο­κει­με­νι­κό. Δεν είναι, όμως, όταν αξιο­λο­γεί­ται με επι­στη­μο­νι­κά και αισθη­τι­κά κρι­τή­ρια και όχι μόνο εμπο­ρι­κά από ορι­σμέ­νους εκδό­τες ή από κάποιους παρουσιαστές-«κριτικούς», οι οποί­οι αγνο­ούν βασι­κές αρχές της αισθη­τι­κής, της επι­στή­μης, της λογο­τε­χνί­ας, της ποιό­τη­τας των βιβλί­ων, της παι­δα­γω­γι­κής και της ψυχο­λο­γί­ας του ανα­πτυσ­σό­με­νου ανθρώπου.

Υπάρ­χει η άπο­ψη ότι τα βιβλία για παι­διά δε θα πρέ­πει ν’ ασχο­λού­νται με την πολι­τι­κή (με πολι­τι­κά, κοι­νω­νι­κά, οικο­νο­μι­κά κ.ά. σχε­τι­κά προ­βλή­μα­τα και ζητή­μα­τα). Την αντί­θε­τη από αυτή την άπο­ψη την έχουν αυτοί που πιστεύ­ουν ότι τα παι­διά από μικρά πρέ­πει να ενη­με­ρώ­νο­νται και να προ­βλη­μα­τί­ζο­νται –ποσο­τι­κά και ποιο­τι­κά– ανά­λο­γα με την ηλι­κία τους, στα­δια­κά και μεθο­δι­κά, μέσα από τις επι­στή­μες και τη λογο­τε­χνία, για όλα τα θέμα­τα που αφο­ρούν τη ζωή και τα προ­βλή­μα­τα των ανθρώ­πων και της κοι­νω­νί­ας. Πιστεύ­ουν ότι έτσι δια­παι­δα­γω­γεί­ται σωστά– και μέσα από την τέχνη και τη λογο­τε­χνία, επί τω προ­κει­μέ­νω– ένα νήπιο, παι­δί ή έφη­βος, από μικρό με όχη­μα την επι­στή­μη και την τέχνη, χωρίς «προ­πα­γαν­δι­στι­κή» διά­θε­ση, για όλα τα ζητή­μα­τα που τον αφο­ρούν για όλη του τη ζωή.

Τέτοια άπο­ψη έχουν και οι εκδό­σεις «Σύγ­χρο­νη Επο­χή», που πριν από μερι­κά χρό­νια εξέ­δω­σαν δύο βιβλία της συγ­γρα­φέα Ταμά­ρας Καζαν­τζί­δου, τα οποία τα κατα­τάσ­σω –ίσως κατα­χρη­στι­κά– στις παρα­μυ­θια­κές κοι­νω­νι­κο-πολι­τι­κές νου­βέ­λες ή στα κοι­νω­νι­κο-πολι­τι­κά παραμύθια.

Εδώ, θα παρου­σιά­σω συνο­πτι­κά, το πρώ­το βιβλίο της: Η Λιχου­δο­χώ­ρα, το οποίο –κατά τη γνώ­μη μου– δεν πρέ­πει ν’ απου­σιά­ζει από καμία παι­δι­κή και σχο­λι­κή βιβλιο­θή­κη, κατάλ­λη­λο για παι­διά 7–11 χρό­νων, αλλά και για γονείς και εκπαι­δευ­τι­κούς, οι οποί­οι ελπί­ζω ότι θα «συλ­λά­βουν» τα κοι­νω­νι­κά μηνύ­μα­τα του παρα­μυ­θιού, καθώς και τις πολι­τι­κές προ­ε­κτά­σεις του, λίαν απα­ραί­τη­τες για τη στα­δια­κή δια­παι­δα­γώ­γη­ση του παι­διού στη δια­μόρ­φω­ση κοι­νω­νι­κής και πολι­τι­κής (ως πολίτης/πολίτις) συνεί­δη­σης, η οποία δυστυ­χώς απου­σιά­ζει ή είναι πέρα για πέρα λαν­θα­σμέ­νη και επι­κίν­δυ­νη για τα ατο­μι­κά, οικο­γε­νεια­κά και κοι­νω­νι­κά του συμ­φέ­ρο­ντα, για την ικα­νο­ποί­η­ση των ανθρώ­πι­νων ανα­γκών του.

Πρό­κει­ται για ένα βιβλίο, το οποίο προ­τεί­νω να δια­βα­στεί στα­δια­κά από εκπαι­δευ­τι­κούς μέσα στην αίθου­σα διδα­σκα­λί­ας ή από γονείς, μαζί με τα παι­διά και ανά κεφά­λαιο να δημιουρ­γεί­ται κατάλ­λη­λη ατμό­σφαι­ρα για συζή­τη­ση, χωρίς φυσι­κά να εξά­γο­νται «αφο­ρι­στι­κά» συμπε­ρά­σμα­τα και «από­λυ­τες» κρί­σεις από τη μια ή από την άλλη, ενδε­χο­μέ­νως, οπτι­κή γωνία, από ενή­λι­κες ανα­γνώ­στες, οι οποί­οι θεω­ρούν ότι γνω­ρί­ζουν τα πάντα και φυσι­κά την από­λυ­τη αλή­θεια. Προ­τεί­νω συζή­τη­ση με τα παι­διά, τα οποία προ­σπα­θού­με με παι­δα­γω­γι­κό τακτ να ερμη­νεύ­σουν, να υπο­θέ­σουν, να προ­τεί­νουν, να δια­φω­νή­σουν, να συμπε­ρά­νουν, πριν από την εξέ­λι­ξη και την τελι­κή έκβα­ση του μύθου. Προ­τεί­νω, επί­σης, να δώσου­με στα παι­διά την ευκαι­ρία να μας εξη­γή­σουν όσα αυτά βλέ­πουν και αντι­λαμ­βά­νο­νται –με την οξυ­δέρ­κεια και την καθα­ρό­τη­τα που τα δια­κρί­νει– πίσω από τις λέξεις και τις γραμ­μές και πίσω και πέρα από την εικο­νο­γρά­φη­ση. Είναι βέβαιο, ότι όσο ανα­πτύσ­σε­ται και καλ­λιερ­γεί­ται περισ­σό­τε­ρο η κρι­τι­κή τους ικα­νό­τη­τα, όλο και περισ­σό­τε­ρο θα γίνουν ικα­νά ν’ αντι­λαμ­βά­νο­νται και να ερμη­νεύ­ουν κοι­νω­νι­κά ζητή­μα­τα, που αρκε­τοί από τους ενή­λι­κες αδυ­να­τούν, λόγω του ότι οι ίδιοι δέχτη­καν στην παιδική/σχολική ηλι­κία τους μια αυταρ­χι­κή, μονο­διά­στα­τη, αντιε­πι­στη­μο­νι­κή και αντι­δια­λε­κτι­κή αγω­γή. Έτσι, η θετι­κή αυτή εξέ­λι­ξη στην ανά­πτυ­ξη της προ­σω­πι­κό­τη­τάς τους να μας εκπλήσ­σει και να μας κάνει περή­φα­νους ως γονιούς ή εκπαι­δευ­τι­κούς, διό­τι θα αισθα­νό­μα­στε χαρά και ικα­νο­ποί­η­ση ότι συμ­βάλ­λα­με κι εμείς μέσα από τα καλά βιβλία και θεά­μα­τα, που τους δώσα­με την ευκαι­ρία να έρθουν σε επα­φή μαζί τους, σημα­ντι­κά και ουσια­στι­κά στη θετι­κή αυτή ανά­πτυ­ξη και εξέ­λι­ξή τους.

Δεν πρέ­πει δε να παρα­γνω­ρί­ζου­με την αλή­θεια ότι αρκε­τοί κατέ­χου­με γενι­κές και εξει­δι­κευ­μέ­νες επι­στη­μο­νι­κές και κοι­νω­νι­κές γνώ­σεις, αλλά φιλο­σο­φι­κά, επι­στη­μο­νι­κά και πολι­τι­κά είμα­στε λίγο έως πολύ αμόρ­φω­τοι, χωρίς κρι­τι­κή και επι­στη­μο­νι­κή σκέ­ψη και κρί­ση, χωρίς πολι­τι­κή σκέ­ψη, που προ­ϋ­πο­θέ­τει γνώ­σεις Φιλο­σο­φί­ας, Πολι­τι­κής Οικο­νο­μί­ας, Κοι­νω­νιο­λο­γί­ας, Ιστο­ρί­ας από καθα­ρά επι­στη­μο­νι­κή οπτι­κή γωνία, χωρίς μετα­φυ­σι­κές και ανορ­θο­λο­γι­κές αντι­λή­ψεις και από­ψεις, που δημιουρ­γούν σύγ­χυ­ση και θολούρα.

Το παρόν βιβλίο είναι η εξέ­λι­ξη ενός παρό­μοιου ιδε­ο­λο­γι­κά φορ­τι­σμέ­νου βιβλί­ου για παι­διά: Κάπο­τε στην Ποντι­κού­πο­λη, του αξιό­λο­γου και πολυ­γρά­φου συγ­γρα­φέα-λογο­τέ­χνη και για παι­διά και εφή­βους, Μάνου Κοντο­λέ­ων, αν και η υπό­θε­ση του έργου είναι παρό­μοια, αλλά όχι ακρι­βώς ίδια. Στο παρελ­θόν, έχουν εκδο­θεί και άλλα παρό­μοια βιβλία για μικρό­τε­ρα ή μεγα­λύ­τε­ρα παι­διά, παρα­μύ­θια, ιστο­ρί­ες και μυθι­στο­ρή­μα­τα, τα οποία έθε­ταν κοι­νω­νι­κά, οικο­νο­μι­κά, ταξι­κά και πολι­τι­κά ζητή­μα­τα, με δια­κρι­τι­κό­τη­τα και με βάση τις αρχές της αισθη­τι­κής και της παι­δα­γω­γι­κής, με σκο­πό να προ­βλη­μα­τί­σουν ιδε­ο­λο­γι­κά τα παι­διά και να συμ­βάλ­λουν από τη μεριά τους στην κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή δια­παι­δα­γώ­γη­ση των παι­διών. Δεν έχει νόη­μα εδώ να παρα­θέ­σω ένα κατά­λο­γο συγ­γρα­φέ­ων και τίτλων. Ίσως, αυτό να γίνει κάποια άλλη φορά σε μια ιδιαί­τε­ρη μελέ­τη γι’ αυτή την κατη­γο­ρία βιβλί­ων για παι­διά και εφή­βους και να δοθούν συγκε­κρι­μέ­να θέμα­τα και βιβλία προς ενη­μέ­ρω­ση γονιών και εκπαι­δευ­τι­κών, απα­ραί­τη­τα για την πιο επι­τυ­χή εκπλή­ρω­ση του ρόλου και του καθή­κο­ντός τους, γονεϊ­κού ή εκπαι­δευ­τι­κού, αντί­στοι­χα.  

Θ’ αντι­γρά­ψω το κεί­με­νο του οπι­σθό­φυλ­λου του βιβλί­ου και στη συνέ­χεια θα παρα­θέ­σω κάποιες σκέ­ψεις και από­ψεις μου ακό­μη, σχε­τι­κές με την υπό­θε­ση και την αξία του παρό­ντος βιβλίου:

«Σε ένα μακρι­νό πλα­νή­τη ζουν οι εργα­τι­κοί Λιχού­δη­δες, οι αχόρ­τα­γοι κοι­λα­ρά­δες και οι παι­χνι­διά­ρη­δες φρουτοδράκοι…

Οι Λιχού­δη­δες δου­λεύ­ουν για τους κοι­λα­ρά­δες: Φτιά­χνουν γλυ­κά και μαζεύ­ουν φρού­τα. Κρυ­φό τους όνει­ρο είναι να φάνε τούρτα.

Οι κοι­λα­ρά­δες κάνουν τα πάντα για να μεγα­λώ­νει η κοι­λιά τους.

Οι μέρες κυλά­νε μονό­το­να, ώσπου οι προ­ε­τοι­μα­σί­ες για τα γενέ­θλια της χαζο­βιό­λας πρι­γκί­πισ­σας οδη­γούν σε μια μεγά­λη μάχη!

Ποιος νίκη­σε;

Και για­τί εξα­φα­νί­στη­καν τα λαχανικά;

Για­τί ο κοι­λα­ράς Τερη­δό­νας δε θέλει να πλέ­νει τα δόντια του;

Και πώς ένα ατύ­χη­μα έκα­νε άνω κάτω μια ολό­κλη­ρη χώρα, τη Λιχου­δο­χώ­ρα;»

Βέβαια, μπο­ρεί να δια­τυ­πω­θούν και άλλα ερω­τή­μα­τα, όπως:

Πώς ήταν και πώς δού­λευε το μεγα­λύ­τε­ρο εργο­στά­σιο της Λιχου­δο­χώ­ρας, το φημι­σμέ­νο «ζαχα­ρό­κο­σμος»;

Ποιοι είναι οι εργά­τες Μελισ­σού­λα, Καβου­ρά­κος, Κορ­δε­λί­τσα, Συν­νε­φού­λης κ.ά., ποιο ρόλο παί­ζουν στο παρα­μύ­θι, πώς ενερ­γούν και πώς ενερ­γο­ποιού­νται, ποια είναι τα συναι­σθή­μα­τά τους και ποιες πρω­το­βου­λί­ες παίρνουν;

Ποιοι είναι οι κοι­λα­ρά­δες Τερη­δό­νας και Περο­νό­σπο­ρος και πώς συμπε­ρι­φέ­ρο­νται στους εργάτες;

Ποια είναι η κακο­μα­θη­μέ­νη Λιχου­δο­πρι­γκί­πισ­σα, που κάποιοι υπο­τε­λείς της την απο­κα­λούν «λιχου­δο­τά­τη» και «φακι­δο­τά­τη»; Και ποια είναι τα δύο γιγά­ντια χαϊ­δε­μέ­να γου­ρού­νια της;

Ποιο ρόλο παί­ζει ο λιχου­δο­γρά­φος Κεραυ­νού­λης ενά­ντια στους κοι­λα­ρά­δες και για­τί τον κυνη­γούν οι γαϊδουράγκαθοι;

Τι είναι οι φρουτοδρακοδρομίες;

Ποιος είναι ο Λαβύρινθος;

Πώς ο Κεραυ­νού­λης βρή­κε ίσως το τελευ­ταίο δια­σω­θέν βιβλίο με την ιστο­ρία της Λιχου­δο­χώ­ρας και πώς δια­βά­ζο­ντάς το μαζί με τους εργά­τες ανα­κα­λύ­πτουν την καλ­λιέρ­γεια των λαχα­νι­κών στο παρελ­θόν, η οποία τώρα έχει απα­γο­ρευ­τεί; Για­τί άραγε;

Τα ερω­τή­μα­τα είναι πολ­λά ακό­μη, ως προς την εξέ­λι­ξη του μύθου, αλλά και άλλα που θα δημιουρ­γη­θούν με το διά­βα­σμα, τα οποία στα­δια­κά θα απα­ντιού­νται ενμέ­ρει με συνε­χή διά­λο­γο παι­διών-γονιών-εκπαι­δευ­τι­κών, ίσως και συγ­γρα­φέα (δι’ αλλη­λο­γρα­φί­ας, έντυ­πης ή ηλε­κτρο­νι­κής, μαζί της).

Βέβαια, το παρα­μύ­θι μας έχει πολύ δρό­μο ακό­μη, πολ­λές περι­πέ­τειες και απρό­ο­πτα, εκπλή­ξεις, εξε­λί­ξεις, αγω­νία κ.ά.

Κι ένα δικό μου, καθο­ρι­στι­κό και ουσια­στι­κό ερώ­τη­μα: Θ’ αφή­σουν οι εργά­τες της Λιχου­δο­χώ­ρας να παρα­μεί­νει η ίδια δυσά­ρε­στη γι’ αυτούς κατά­στα­ση ή θα θελή­σουν να την αλλά­ξουν και πώς;

Η συγ­γρα­φέ­ας κινεί­ται με φόντο το παρα­μυ­θια­κό χωρό­χρο­νο για να μιλή­σει στους μικρούς ανα­γνώ­στες της για σημε­ρι­νά θέμα­τα, που απα­σχο­λούν τους γονείς τους, τις οικο­γέ­νειές τους και την κοι­νω­νία, γενι­κό­τε­ρα, για την εκμε­τάλ­λευ­ση, την αδι­κία, τη φτώ­χεια, τις αντι­δη­μο­κρα­τι­κές και αντι­λαϊ­κές πρά­ξεις των κατε­χό­ντων την εξου­σία και το χρήμα.

Πρό­κει­ται για ένα πρω­τό­τυ­πο θεμα­το­λο­γι­κά βιβλίο, σύγ­χρο­νο, ρεα­λι­στι­κό (γεμά­το συγ­χρό­νως με φαντα­στι­κά δρώ­με­να), το οποίο ενώ ανα­πτύσ­σει τη φαντα­σία του παιδιού/αναγνώστη, το προ­βλη­μα­τί­ζει, του γεν­νά απο­ρί­ες και ερω­τή­μα­τα, του ενερ­γο­ποιεί το συναί­σθη­μα, τη λογι­κή και την κρι­τι­κή σκέ­ψη και του μαθαί­νει –μέσα από το παρα­μύ­θι– ποιο και πώς είναι το σύγ­χρο­νο «παρα­μύ­θι» που που­λά­νε κάποιοι στους ανθρώ­πους της δου­λειάς και του μόχθου. Το παι­δί αρχί­ζει να υπο­ψιά­ζε­ται από μικρό, πώς δου­λεύ­ει το κοι­νω­νι­κό και οικο­νο­μι­κό σύστη­μα που καλεί­ται ν’ αντι­με­τω­πί­σει –και για­τί όχι– μετά από ανά­λο­γη οργά­νω­ση και δρά­ση ν’ ανα­τρέ­ψει όταν δημιουρ­γη­θούν οι κατάλ­λη­λες συν­θή­κες και με τη δική του, φυσι­κά, προ­σω­πι­κή συμ­βο­λή και συλ­λο­γι­κή δράση.

Υπάρ­χει, όμως, και συνέ­χεια του παρα­μυ­θιού, στο δεύ­τε­ρο βιβλίο της συγ­γρα­φέα, το οποίο ελπί­ζου­με να παρου­σιά­σου­με σε επό­με­νο σημεί­ω­μά μας.

Τα θαυ­μά­σια γεμά­τα δημιουρ­γι­κή φαντα­σία σχέ­δια του βιβλί­ου ανή­κουν στον Ιάκω­βο Βάη και τα εντυ­πω­σια­κά έντο­να χρώ­μα­τα στον Κων­στα­ντί­νο Ρουγ­γέ­ρη. Στο βιβλίο υπάρ­χουν 14 ολο­σέ­λι­δες έγχρω­μες εικό­νες και άλλες 4 δισέ­λι­δες, οι οποί­ες βοη­θούν σημα­ντι­κά στη μεγα­λύ­τε­ρη κατα­νό­η­ση του κει­μέ­νου, και δημιουρ­γούν ακό­μη αφόρ­μη­ση για περαι­τέ­ρω εικο­νο­πλα­σία στα παιδιά/αναγνώστες.

Συγ­χα­ρη­τή­ρια στη Σύγ­χρο­νη Επο­χή και στην Τυπο­εκ­δο­τι­κή ΑΕ για το υπέ­ρο­χο εκδο­τι­κό απο­τέ­λε­σμα και σε όλους τους εργα­ζό­με­νους στις εκδό­σεις, άξιους συντε­λε­στές της έκδοσης.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο