του Αλέκου Χατζηκώστα //
Ο πατέρας ήταν σίγουρος: «Θα γίνει πόλεμος , θα το δείτε. Την πείνα του ’41 θα ξαναζήσουμε».
Και αν τακτικά μας φοβέριζε για να τρώμε όλο μας το φαγητό, με τις αναφορές για την πείνα της κατοχής, τώρα φαίνεται ότι οι φόβοι του για νέο πόλεμο δεν απείχαν από την πραγματικότητα.
Μέρες του Ιούλη του 1974. Η Χούντα με τον «αόρατο δικτάτορα» τον Ιωαννίδη στο τιμόνι, έδειχνε πανίσχυρη. Αν και οι ειδήσεις που έρχονταν από τους ξένους σταθμούς που άκουγε σταθερά στο ραδιόφωνο που είχε εγκατεστημένο στην κρεβατοκάμαρα, άλλα έλεγαν.
Παρασκευή 19 Ιουλίου 1974. Το BBC μεταδίδει ότι σε λιγότερο από 20 ώρες η Τουρκία θα εισβάλει στην Κύπρο. Οι ενδείξεις σύμφωνα με το ρεπορτάζ του σταθμού πολλές, ευδιάκριτες . «Στη Μερσίνα, στρατεύματα επιβιβάζονται στα αποβατικά σκάφη. Στη Λευκωσία, η ΤΟΥΡΔΥΚ βρίσκεται σε πλήρη επιφυλακή και ο Ντενκτάς διατάζει το κλείσιμο όλων των διοδίων από και προς τους τουρκοκυπριακούς θύλακες.»
Ο πατέρας δεν ανησυχούσε για τον εαυτό του. Είχε περάσει το ηλικιακό όριο για πιθανή κλήση της κλάσης του. Για το φορτηγό και τη δουλειά που θα έχανε ανησυχούσε πιο πολύ και «τα γραμμάτια που θα έπρεπε να πληρωθούν στην ώρα τους».
Με το άκουσμα της είδησης, δεν έκλεισε μάτι όλο το βράδυ. Πρωί – πρωί, με το φορτηγό ξεκίνησε όχι για δρομολόγιο αλλά για ψώνια. Ήταν από τις λίγες φορές που δεν πήρε την μητέρα μαζί.
«Άσε συ, γυναίκα, δεν ξέρεις από αυτά», της είπε και της έκοψε κάθε όρεξη για ν’ αντιδράσει. Τι και αν όλα τα χρόνια η μητέρα ήταν ο οικονόμος του σπιτιού, αυτή που κρατούσε τα χρήματα που έβγαζε, που πλήρωνε τους λογαριασμούς, που έκανε μαζί της τα ψώνια ‚εκτός από τα αλλαντικά που πάντα αυτός τα έφερνε περιχαρής τα Σάββατα, μαζί με τις μπύρες που ήταν η αδυναμία του.
Στις 8.30 π.μ είχε ήδη γυρίσει στο σπίτι περιχαρής, σαν τους ανθρώπους που έχουν κάνει το καθήκον τους.
«Γυναίκα, ψώνισα από τον μεγαλομπακάλη, χοντρικής. Έτσι έχουμε και κέρδος»
Και άρχισε να κατεβάζει από την καρότσα τα ψώνια και να τα κουβαλά στην αποθήκη.
Δύο σακιά αλεύρι. Ένα τσουβάλι ζάχαρη. Δέκα τενεκέδες λάδι. Δύο σακιά όσπρια. Χαρτιά υγείας.
Εντύπωση έκανε της μητέρας ένα τσουβάλι που ήταν πιο βαρύ από τα άλλα.
Δεν την άφησε να το ανοίξει, μόνο τις είπε:
«Πήρα και ένα τσουβάλι πράσινα σαπούνια. Αν θα γίνει πόλεμος, όπως τότε στην κατοχή, να δούμε πώς θα γλυτώσουμε από τις ψείρες;».
Τα γεγονότα όμως έτρεχαν. Την ίδια ώρα στην Αθήνα στις 8.30 το πρωί της 20ής Ιουλίου, τρεις ολόκληρες ώρες μετά την εκδήλωση της τουρκικής επιδρομής κατά της Κύπρου, συνεδρίασε το Πολεμικό Συμβούλιο και δεν έλαβε καμιά απόφαση να κτυπηθούν οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις ούτε με ενισχύσεις από την Ελλάδα ούτε καν από την Εθνική Φρουρά. Έδωσε μόνο διαταγή γενικής επιστράτευσης προς εκφοβισμό των Τούρκων και για άσκηση πίεσης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στις 9 π.μ το ραδιόφωνο αρχίζει να μεταδίδει ανακοίνωση για επιστράτευση χωρίς όμως περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις κλάσεις και τα σώματα που επιστρατεύονται..
Στην γειτονιά επικρατεί κατάσταση παροξυσμού. Οι γυναίκες κλαίνε και οι άνδρες ψάχνουν τα στρατιωτικά τους έγγραφα. Οι ανακοινώσεις από το ραδιόφωνο μπερδεύουν , αντί να ξεδιαλύνουν τα πράγματα. Στα μαγαζιά της πόλης, όσα δεν έχουν κλείσει, επικρατεί το αδιαχώρητο. Τα παιδιά ετοιμάζονται να παίξουν πόλεμο. Αυτή τη φορά όχι «καουμπόηδες – ινδιάνοι», αλλά «Έλληνες- Τούρκοι».
Μόνο ο πατέρας με εκείνο το αιώνιο χαμόγελο να λέει της μητέρας:
«Είδες που με κορόιδευες; Το φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν».
Στη συνέχεια αφού μάζεψε στη καρότσα τους γείτονες κατευθύνθηκε στο γειτονικό στρατόπεδο. Γύρισε πίσω την επόμενη μέρα χωρίς το φορτηγό, που επιστρατεύτηκε στη θέση του και του επιστράφηκε τον επόμενο μήνα.
Όσο για τα σαπούνια κράτησαν 15 χρόνια, για να θυμίζουν στην οικογένεια την επιστράτευση του 1974 και τα ευτράπελά της.
_________________________________________________________________________________________________
Αλέκος Α. Χατζηκώστας Δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Η Άλλη Άποψη της Ημαθίας» και του alli-apopsi.gr. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες, περιοδικά και site εδώ και δεκαετίες, ενώ έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε μια σειρά ιστορικά συνέδρια και ημερίδες. Έχει εκδώσει 7 βιβλία και συμμετέχει σε συλλογικούς τόμους.