Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το δώρο του στρατιώτη στη γυναίκα του, κι άλλα τέσσερα αντιπολεμικά ποιήματα του Μπέρτολντ Μπρεχτ

Γρά­φει ο Ειρηναί­ος Μαρά­κης  //

Με αφορ­μή τη νέα όξυν­ση των ιμπε­ρια­λι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών μετα­ξύ Ελλά­δας και Τουρ­κί­ας κι έχο­ντας έναν ακό­μη­νε­κρό πιλό­το της πολε­μι­κής αερο­πο­ρί­ας, τον Γιώρ­γο Μπαλ­τα­δώ­ρο, σε αυτό το κλί­μα έντα­σης και κλι­μα­κού­με­νης προ­κλη­τι­κό­τη­τας (πιθα­νό το ενδε­χό­με­νο θερ­μού επει­σο­δί­ου, μικρής ή μεγα­λύ­τε­ρης έντα­σης, με την Τουρ­κία) και ενώ παράλ­λη­λα κλι­μα­κώ­νε­ται η ιμπε­ρια­λι­στι­κή επέμ­βα­ση στη Μέση Ανα­το­λή με τη νέα επί­θε­ση με πυραύ­λους που εξα­πέ­λυ­σαν ΗΠΑ, Γαλ­λία και Βρε­τα­νία, δημο­σιεύ­ου­με σήμε­ρα στο περιο­δι­κό Ατέ­χνως πέντε αντι­πο­λε­μι­κά ποι­ή­μα­τα του Μπέρ­τολντ Μπρεχτ, σε ανθο­λό­γη­ση του Κώστα Μηλ­τιά­δη από την δίγλωσ­ση έκδο­ση σε γερ­μα­νι­κά και ελλη­νι­κά των εκδό­σε­ων Κορόν­τζη που κυκλο­φό­ρη­σε το 2009.

Σε αυτό το αφιέ­ρω­μα γνω­στά και λιγό­τε­ρο γνω­στά ποι­ή­μα­τα του Μπρεχτ, μελο­ποι­η­μέ­να ή όχι, κατα­φέρ­νουν να φέρουν στην επι­φά­νεια το παρά­λο­γο και τη ματαιό­τη­τα του πολέ­μου δια­χρο­νι­κά, που ποτέ και που­θε­νά δεν ήταν για το καλό της εργα­ζό­με­νης πλειο­ψη­φί­ας, όπως θέλει η αστι­κή προ­πα­γάν­δα να το παρου­σιά­σει – και στη χώρα μας, αλλά που εξυ­πη­ρε­τού­σε και εξυ­πη­ρε­τεί τα συμ­φέ­ρο­ντα των ιμπε­ρια­λι­στι­κών κρα­τών και των πολυ­ε­θνι­κών. Όμως δεν θα προ­χω­ρή­σου­με σε περισ­σό­τε­ρη ανά­λυ­ση, τα ποι­ή­μα­τα μιλά­νε από μόνα τους – θα αρκε­στού­με μόνο να σημειώ­σου­με πως η εργα­τι­κή τάξη και ο λαός που δεν έχουν κανέ­να συμ­φέ­ρον από τον πόλε­μο, από το να θυσια­στεί η νεο­λαία της χώρας μας, οι λαοί σε Ελλά­δα και Τουρ­κία θέλουν και μπο­ρούν να ζήσουν ειρη­νι­κά και ότι είναι οι μόνοι που μπο­ρούν να στα­μα­τή­σουν τα πολε­μο­κά­πη­λα σχέ­δια των αστι­κών τάξε­ων της περιο­χής και ευρύτερα.

Το ποί­η­μα «Το δώρο του στρα­τιώ­τη στη γυναί­κα του», που δίνει το όνο­μα του στο σημε­ρι­νό αφιέ­ρω­μα, γρά­φτη­κε το 1939 και όπως σημειώ­νει ο Κώστας Μηλ­τιά­δης είναι το πρώ­το ποί­η­μα του Μπρεχτ που δημο­σιεύ­τη­κε στα ελλη­νι­κά, στο περιο­δι­κό «Εφη­με­ρί­δα των Ποι­η­τών» (τεύ­χος 2, Ιού­νιος 1956) και το οποίο συνέ­βαλ­λε στο να ακου­στεί για πρώ­τη φορά στη χώρα μας το όνο­μα και ο λόγος του Γερ­μα­νού ποι­η­τή. Στην έκδο­ση του Κορόν­τζη τις απο­δό­σεις των ποι­η­μά­των του Μπρεχτ υπο­γρά­φουν ξεχω­ρι­στά και δια­κρι­τά ονό­μα­τα της νεο­ελ­λη­νι­κής ποί­η­σης και λογο­τε­χνί­ας όπως οι Νίκος Παπ­πάς, Ρίτα Μπού­μη Παπά, Νάντια Βαλα­βά­νη, Μάριος Πλω­ρί­της, Οδυσ­σέ­ας Ελύ­της, Πέτρος Μάρ­κα­ρης, Μαρία Λουί­ζα Κωνσταντινίδου. 

Δια­βά­ζου­με στον πρό­λο­γο της έκδο­σης ότι «Ο Μπρεχτ είναι ποι­η­τής, πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα. Όσο τερά­στιο κι αν είναι το ενδια­φέ­ρον που προ­κά­λε­σαν τα κεί­με­νά του σαν εκφρά­σεις των προ­βλη­μά­των και ανη­συ­χιών της επο­χής, σαν πολι­τι­κοί λίβε­λοι, σαν μανι­φέ­στα σκη­νι­κής μεταρ­ρύθ­μι­σης, ή κοι­νω­νι­κά ντο­κου­μέ­ντα, κεί­νο που τα ξεχω­ρί­ζει είναι το στοι­χείο του «μνη­μειώ­δους λόγου». Αυτή είναι η πρω­ταρ­χι­κή τους σπου­δαιό­τη­τα. Κάθε άλλη αξία που μπο­ρεί να περιέ­χουν υπο­γραμ­μί­ζε­ται και πηγά­ζει απ’ το στοι­χείο αυτό. Τα θεα­τρι­κά έργα του Μπρεχτ μπο­ρεί να τα συζη­τή­σεις και να τα μιμη­θείς σαν πρό­τυ­πα ενός νέου είδους δρα­μα­τι­κής κατα­σκευ­ής, ή σκη­νι­κής τεχνι­κής. Εντού­τοις, η βασι­κή τους αξία έγκει­ται στην ποι­η­τι­κή ιδιό­τη­τά τους. Η νέα δρα­μα­τι­κή σύμ­βα­ση που αντι­προ­σω­πεύ­ουν γίνε­ται αισθη­τή, πάνω απ’ όλα, απ’ τη γοη­τεία της γλώσ­σας της και το ποι­η­τι­κό όρα­μα του κόσμου που μετα­δί­δει. Χωρίς τη σφρα­γί­δα της μεγα­λο­σύ­νης που τους απο­τυ­πώ­νει η ποί­η­σή τους, τα έργα αυτά δεν θα μπο­ρού­σαν ποτέ να εξα­σκή­σουν μια τέτοια επί­δρα­ση. Ούτε καν θα τα πρό­σε­χε κανείς. Το ίδιο συμ­βαί­νει και με τις ιδέ­ες του Μπρεχτ, σε άλλες περιο­χές. Οι ιδέ­ες του απο­κτούν μια σπου­δαιό­τη­τα, μονά­χα σαν ιδέ­ες ενός μεγά­λου ποι­η­τή. (…)». Με τη σει­ρά μας θα συμπλη­ρώ­να­με πως ακρι­βώς η πολι­τι­κή και κοι­νω­νι­κή, πλή­ρως ταξι­κή, οξυ­δέρ­κεια του Μπρεχτ σε αγα­στή συνερ­γα­σία με το ποι­η­τι­κό του κρι­τή­ριο, οδή­γη­σε στο περά­σει στο χαρ­τί με τρό­πο ειρω­νι­κό και στο­χα­στι­κό, με μέθο­δο κρι­τι­κή και βαθύ­τα­τα ανθρω­πι­στι­κή κι αντι­πο­λε­μι­κή, η φρι­κα­λε­ό­τη­τα του πολέ­μου, των ιμπε­ρια­λι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών, δημιουρ­γώ­ντας έργα υψη­λής αισθη­τι­κής χωρίς όμως να περιο­ρί­ζο­νται στα πλαί­σια μιας απλής και οπωσ­δή­πο­τε στεί­ρας, δημο­σιο­γρα­φι­κής ανα­πα­ρα­γω­γής της πραγματικότητας. 

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ (ΑΝΝΑ, ΜΗΝ ΚΛΑΙΣ)

Από­δο­ση: Μάριος Πλωρίτης

Μιλά­νε για και­ρούς δοξα­σμέ­νους, και πάλι
(Άννα, μην κλαις)
Θα γυρέ­ψου­με βερε­σέ απ’ το μπακάλη.

Μιλά­νε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα, μην κλαις)
Στο ντου­λά­πι δεν έχει ψίχα ψωμί.

Μιλά­νε για νίκες που το μέλ­λον θα φέρει
(Άννα, μην κλαις)
Εμέ­ναν όμως δε με βάζουν στο χέρι.

Ο στρα­τός ξεκινά
(Άννα, μην κλαις)
Σαν γυρί­σω ξανά
θ’ ακο­λου­θώ άλλες σημαίες.

(1936)

ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ

Από­δο­ση: Οδυσ­σέ­ας Ελύτης)

Τέσ­σε­ρις στρα­τη­γοί κινάν και παν
για πόλε­μο στο μακρι­νό το Ιράν.
Ο πρώ­τος από πόλε­μο δεν κάτεχε,
ο δεύ­τε­ρος τις κακου­χί­ες δεν άντεχε,
ο τρί­τος ήταν υπο­κεί­με­νο γελοίο
κι ο τέταρ­τος φοβό­τα­νε το κρύο.
Τέσ­σε­ρις στρα­τη­γοί κινάν και παν
αλλά δε φτά­νου­νε ποτέ στο Ιράν.

ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ

Από­δο­ση:  Ρίτα Μπού­μη Παπά

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Απ’ την παλιά πρω­τεύ­ου­σα την Πράγα;
Από την Πρά­γα της έστει­λε ψηλά μποτίνια,
Ένα χαι­ρε­τι­σμό και τα ψηλά μποτίνια
Αυτό της έστει­λε δώρο από την Πράγα.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Απ’ τη Βαρ­σο­βία και τις όχθες του Βιστούλα;
Απ’ τη Βαρ­σο­βία της έστει­λε δώρο μια λινή μπλούζα,
Παρά­ξε­νη, πολύ­χρω­μη, μια μπλού­ζα πολωνέζα!
Αυτό της έστει­λε δώρο απ’ τις όχθες του Βιστούλα.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Απ’ το Όσλο και τη Δανία;
Ένα μικρό γου­να­ρι­κό για το λαιμό,
Με την ελπί­δα πως ο γού­νι­νος για­κάς θα της αρέσει.
Αυτό της έστει­λε δώρο απ’ τη Δανία και το Όσλο.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Από το Ρότερ­νταμ το πλού­σιο και χορτάτο;
Από το Ρότερ­νταμ της έστει­λε δώρο ένα καπέλο.
Τρέ­λα της πάει το ολλαν­δέ­ζι­κο καπέλο.
Αυτό της έστει­λε δώρο από το Ρότερνταμ.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Από το Βέλ­γιο και τις Βρυξέλες;
Δαντέ­λες σπά­νιες της έστειλε,
Ω, κι αυτή να’ χει σπά­νιες δαντέλες!
Αυτό της έστει­λε δώρο από το Βέλγιο.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Απ’ το Παρί­σι “πόλη του Φωτός”;
Απ΄το Παρί­σι της έστει­λε μετα­ξω­τό φουστάνι
Να σκά­σει από τη ζήλεια η γειτόνισσα.
Αυτό της έστει­λε δώρο από το Παρίσι.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Από την Τρί­πο­λη κει κάτω της Λιβύης;
Από την Τρί­πο­λη της έστει­λε δώρο μια καδενίτσα
Με φυλα­κτό στη χάλ­κι­νη αλυσιδίτσα.
Αυτό της έστει­λε δώρο από την Τρίπολη.

Και τι έστει­λε ο φαντά­ρος στη γυναί­κα του
Απ’ την απέ­ρα­ντη γη της Ρωσίας;
Απ’ τη Ρωσία της έστει­λε ένα μαύ­ρο κρέπι
Για το μνη­μό­συ­νό του, κρέ­πι χήρας-
Αυτό της έστει­λε δώρο από την Ρωσία.

(1939)

ΣΤΡΑΤΗΓΕ. ΤΟ ΤΑΝΚ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΜΗΧΑΝΗΜΑ

Από­δο­ση: Μάριος Πλωρίτης

Θερί­ζει δάση ολό­κλη­ρα, κι εκα­το­ντά­δες άντρες αφανίζει
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:
χρειά­ζε­ται οδηγό.

Στρα­τη­γέ, το βομ­βαρ­δι­στι­κό σου είναι πολυδύναμο.
Πετά­ει πιο γρή­γο­ρα απ’ τον άνε­μο, κι απ’ τον ελέ­φα­ντα σηκώνει
             βάρος πιο πολύ
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:
Χρειά­ζε­ται πιλότο.

Στα­τη­γέ, ο άνθρω­πος είναι χρή­σι­μος πολύ.
Ξέρει να πετά­ει, ξέρει να σκοτώνει.
Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:
Ξέρει να σκέφτεται.

(1939)

Ο ΑΔΕΡΦΟΣ ΜΟΥ Ο ΑΕΡΟΠΟΡΟΣ

Από­δο­ση: Νίκος Παππάς

Ήταν αερο­πό­ρος ο αδερ­φός μου.
Του δώσα­νε ένα χάρ­τη κάποια μέρα.
Έκα­νε τα μπα­γκά­ζια του. Η πορεία
ήταν σημειω­μέ­νη: προς τον Νότο.

Ένας κατα­κτη­τής ο αδερ­φός μου.
Ανά­γκη έχει ο λαός μας από χώρο
Να κάνου­με δικά μας ξένα εδάφη
Τ’ό­νει­ρο το παλιό το χρυσοφόρο.

Κατέ­κτη­σε το χώρο ο αδερ­φός μου
Σ’ο­ρει­νούς όγκους της Γκουανταράμα.
Μάκρος έχει ένα μέτρο και ογδόντα
Και βάθος ένα μέτρο και πενήντα.

 _______________________________________________________________________________________________________

Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο