Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΤΟ ΕΙΚΑΣΤΙΚΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ PERFORMANCE — ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Γρά­φει ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος //
Ζωγρά­φος, Λογο­τέ­χνης, Θεω­ρη­τι­κός της τέχνης.

Με βάση τη θεω­ρη­τι­κή και πρα­κτι­κή σχέ­ση της Ζωής με την Τέχνη και το αισθη­τι­κό αίτη­μα για ταύ­τι­σή τους, η εικα­στι­κή παρά­στα­ση-performance είναι μια νέα εικα­στι­κή μορ­φή που επι­τυγ­χά­νει την ταύ­τι­ση αυτή. Το αισθη­τι­κό απο­τέ­λε­σμα είναι βέβαια «στιγ­μιαίο» αφού υπάρ­χει όσο διαρ­κεί η εικα­στι­κή παρά­στα­ση. Μόνο η φωτο­γρα­φι­κή μηχα­νή, η βιντε­ο­κά­με­ρα και η κινη­μα­το­γρα­φία δίνουν την δυνα­τό­τη­τα για κατα­γρα­φή της δρά­σης και για διά­σω­ση των εικα­στι­κών εικό­νων της  performance, ενώ η αισθη­τι­κή συγκί­νη­ση που προ­ξε­νεί απο­μέ­νει δυνη­τι­κή στη μνή­μη των συμμετεχόντων .

Performance, λοι­πόν είναι μια παρά­στα­ση με συγκε­κρι­μέ­νο, ή αφη­ρη­μέ­νο θέμα, που κάθε εκφρα­στι­κή της δρά­ση συντε­λεί­ται μέσω της προ­έ­κτα­σης των εικα­στι­κών εκφρα­στι­κών μέσων στο χώρο. Η πολ­λα­πλό­τη­τα των μέσων έκφρα­σης που μπο­ρούν να χρη­σι­μο­ποι­η­θούν κατά τη δια­δι­κα­σία-τελε­τουρ­γία της performance δίνει στον καλ­λι­τέ­χνη  τη δυνα­τό­τη­τα να πολ­λα­πλα­σιά­σει τις αισθη­τι­κές και ψυχι­κές συγκι­νή­σεις, απέ­να­ντι στις μετα­πλά­σεις του αντι­κει­με­νι­κού κόσμου. Η όλη δια­δι­κα­σία βασί­ζε­ται στις θεω­ρί­ες για την ιδε­α­τή αλλά και πρα­κτι­κή ταύ­τι­ση του έργου τέχνης και ζωής.

Στην ευρύ­τε­ρη έννοια της performance «παρά­στα­σης» ανή­κουν και άλλες συνα­φείς μορ­φές τέχνης, όπως η body art και το happening.

Body art, σωμα­τι­κή τέχνη – τέχνη για το σώμα ή με το σώμα. Είναι η περί­πτω­ση, που το ίδιο το σώμα του καλ­λι­τέ­χνη ή κάποιου μοντέ­λου γίνε­ται το έργο τέχνης, που εκτί­θε­ται στο κοι­νό, όπως και τα “άψυ­χα” έργα του παρελ­θό­ντος. Το ανθρώ­πι­νο σώμα είναι ο καλύ­τε­ρης ποιό­τη­τας καμ­βάς για το πινέ­λο ενός ζωγρά­φου, που σχε­διά­ζει, χαρά­ζει, χρω­μα­τί­ζει πάνω του τις ιδέ­ες του, ακο­λου­θώ­ντας πολ­λές φορές την ανα­το­μία και τις αισθη­τι­κές λύσεις, που του προ­σφέ­ρει τελι­κά το ίδιο το σώμα. Το σώμα που σαν σινιά­λο ζωντα­νής ύπαρ­ξης γίνε­ται όργα­νο απε­λευ­θέ­ρω­σης από κάθε είδους κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κά ταμπού.  Επί­σης το happening-συμ­βάν, ένα γεγο­νός τυχαίο ή προ­με­λε­τη­μέ­νο, που ο αυτο­σχε­δια­σμός και το απροσ­δό­κη­το χαρα­κτη­ρί­ζουν την εκτέ­λε­σή του με τη συμ­με­το­χή και των θεα­τών. Επί­σης πολ­λές από τις ακραί­ες και βίαιες δρά­σεις που προ­έ­κυ­ψαν είχαν αφε­τη­ρία τους  την οργι­σμέ­νη ιδε­ο­λο­γι­κή  σύγκρου­ση των καλ­λι­τε­χνών με τον αντι­κει­με­νι­κό κόσμο. Όπως και το κίνη­μα της Arte Povera, που επι­χεί­ρη­σε να απο­συν­θέ­σει τα όρια του καλ­λι­τε­χνι­κού έργου, ευτε­λί­ζο­ντας την υλι­κή του υπό­στα­ση με τη χρή­ση και αξιο­ποί­η­ση των φθη­νών υλι­κών, αλλά και την ταχεία ανά­πτυ­ξη της εννοιο­λο­γι­κής τέχνης, που με το δια­νοη­τι­κό πρό­ταγ­μα της επι­δί­ω­ξε να ανα­τρέ­ψει την επι­κρα­τού­σα  έννοια “έργο τέχνης” και η performance με αμε­σό­τη­τα και δυνα­μι­σμό συντέ­λε­σε στην κυριαρ­χία αντι­συμ­βα­τι­κών δεδο­μέ­νων. Αυτά τα συμ­βά­ντα-δρά­σεις και στη σημε­ρι­νή επο­χή δια­δρά­σεις-interactions, δια­φέ­ρουν βέβαια από τη θεα­τρι­κή πρά­ξη, τις μεθό­δους ερμη­νεί­ας και τους στό­χους της.

BODY ART, ΤΟ ΣΩΜΑ-ΚΑΜΒΑΣ

BODY ART, ΤΟ ΣΩΜΑ-ΚΑΜΒΑΣ

Στην εξε­λι­κτι­κή πορεία του ανθρώ­που και των τεχνών η σύν­δε­ση ζωής–έργου τέχνης είναι πάντο­τε παρού­σα, και ιστο­ρι­κο­κοι­νω­νι­κά το φαι­νό­με­νο της performance μπο­ρεί να ανα­χθεί στις πρώ­τες ανθρώ­πι­νες κοι­νω­νί­ες. Όπως η Τέχνη γενι­κό­τε­ρα, έχει άμε­ση συγ­γέ­νεια με τις μαγι­κές-θρη­σκευ­τι­κές τελε­τουρ­γί­ες. Η εμφά­νι­ση του “δια­κο­σμη­μέ­νου” με σύμ­βο­λα εξορ­κι­σμού και γονι­μό­τη­τας ατό­μου δεν γίνε­ται εν τη μονώ­σει, αλλά ενώ­πιον και με τη σύμπρα­ξη της ομά­δας στις πρω­τό­γο­νες κοι­νω­νί­ες. Η παρά­δο­ση αυτή με ποι­κί­λες και πολ­λα­πλές παραλ­λα­γές και απο­κλί­σεις έφθα­σε μέχρι τις μέρες μας. Βασι­κά παρα­δείγ­μα­τα τα επι­ζω­γρα­φι­σμέ­να σώμα­τα και πρό­σω­πα των ιθα­γε­νών. Βέβαια σε αυτό το ιδιό­τυ­πο και άκρως ενδια­φέ­ρον είδος ενός οιο­νεί body art εκτός από τα στοι­χεία της δοξα­σί­ας δια­κρί­νε­ται και μια τάση “ωραιο­ποί­η­σης” και καλ­λι­τε­χνι­κής έκφρα­σης του εαυ­τού τους. Γενι­κά δια­πι­στώ­νε­ται ότι στην εξε­λι­κτι­κή πορεία των τεχνών η σύν­δε­ση της ζωής και του έργου τέχνης είναι με διά­φο­ρες μεθό­δους πάντο­τε παρού­σα. Από τα πραγ­μα­τι­κά μοντέ­λα οι καλ­λι­τέ­χνες οδη­γού­νται σε συν­θέ­σεις κόσμων, μύθων και κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κών κατα­στά­σε­ων, ανά­λο­γα με την επο­χή και τις ιδέ­ες που τη διέ­πουν. Για πρώ­τη φορά όμως η επι­τα­γή για μια «ζωντα­νή τέχνη» ανα­πτύ­χθη­κε μαζί με την αναρ­χι­κή τάση του καλ­λι­τέ­χνη για τη λήξη της σχέ­σης κράτος–εκκλησία–παραγγελία–έργ ο‑διακόσμηση χώρου και τον προ­σα­να­το­λι­σμό της καλ­λι­τε­χνι­κής δρά­σης σε ανε­ξάρ­τη­τα υπερ­ρε­α­λι­στι­κά και φου­του­ρι­στι­κά πεδία.

Οι εικα­στι­κοί performers με την ευρύ­τε­ρη έννοια του τίτλου εμφα­νί­ζο­νται απ’ τις πρώ­τες δεκα­ε­τί­ες του 20ου αιώ­να. Οι Ρώσοι της avant-garde/πρω­το­πο­ρί­ας, ο κορυ­φαί­ος ποι­η­τής και ιδιό­τυ­πος περ­φόρ­μερ Mayakovsky, οι φου­του­ρι­στές με το futurist manifesto, το δυνα­μι­κό αντιε­ξου­σια­στι­κό κίνη­μα του «Ντα­νταϊ­σμού», με τις ανα­τρε­πτι­κές και ριζο­σπα­στι­κές τάσεις τους δια­τυ­πω­μέ­νες και γρα­πτά στα μανι­φέ­στα τους, έδω­σαν τις θεω­ρη­τι­κές ανα­φο­ρές, αλλά και τις πρα­κτι­κές εφαρ­μο­γές των νέων εκφρα­στι­κών μέσων που έχουν και πολι­τι­κές απο­χρώ­σεις ανά­λο­γες των κοσμο­θε­ω­ριών της επο­χής τους.

Όταν ο Hugo Ball, o Hans Richter, o  Tristan Tzara, o Hans Arp και άλλοι σημα­ντι­κοί καλ­λι­τέ­χνες συνέ­λα­βαν την ιδέα για μια παρά­στα­ση τύπου «καμπα­ρέ», με τρα­γού­δια, απαγ­γε­λί­ες κει­μέ­νων, εκθέ­σεις έργων και διά­φο­ρα νού­με­ρα, σε δωμά­τιο που νοί­κια­σαν στη Ζυρί­χη, ίδρυ­σαν το πρώ­το Performance Center στην ιστο­ρία. Κατό­πιν η κυκλο­φο­ρία του φυλ­λα­δί­ου  Cabaret Voltaire, η διά­δο­ση των «ντα­νταϊ­στι­κών» κει­μέ­νων και η ίδρυ­ση της γκα­λε­ρί Dada, συνέ­τει­ναν στην εξά­πλω­ση του κινή­μα­τος. Το Dada δεν ήταν ένα απλό καλ­λι­τε­χνι­κό κίνη­μα, αλλά ένα κίνη­μα γενι­κό­τε­ρης κοι­νω­νι­κής ανα­θε­ώ­ρη­σης και δια­μαρ­τυ­ρί­ας. Στό­χος, βέβαια, δεν ήταν μόνο η θετι­κή δια­τύ­πω­ση τάσε­ων με σκο­πό τον σκαν­δα­λι­σμό της αστι­κής τάξης, αλλά και η θεω­ρη­τι­κή παρα­δο­χή ακό­μη και της κατα­στρο­φής σαν είδος δημιουργίας.

NAM JUNE PAIK, PERFORMANCE, FLUXUS FESTIVAL

NAM JUNE PAIK, PERFORMANCE, FLUXUS FESTIVAL

Η σχε­δόν ταυ­τό­χρο­νη ανά­πτυ­ξη του φου­του­ρι­στι­κού και του σου­ρε­α­λι­στι­κού κινή­μα­τος, με την επί­τευ­ξη της πλή­ρους απο­σύν­δε­σης του καλ­λι­τέ­χνη από την παρά­δο­ση, με έντο­νη εμβέ­λεια, συνέ­τει­ναν στην εμφά­νι­ση και απο­δο­χή νεω­τε­ρι­στι­κών μορ­φών εικα­στι­κής έκφρα­σης. Όμως, η εμπέ­δω­ση του φαι­νο­μέ­νου των happenings και των performance ουσια­στι­κά γίνε­ται με την ανά­πτυ­ξη της Pop Art. Επι­τα­γή της είναι η αμε­σό­τη­τα της τέχνης. Έτσι, πολ­λοί εκφρα­στές της, εκτός από την προ­σθή­κη πραγ­μα­τι­κών αντι­κει­μέ­νων στα έργα τους, κάτι που είχαν κάνει πρώ­τοι οι «ντα­νταϊ­στές», όπως ο Kurt Schwitters, πρό­σθε­σαν στα έργα τους στοι­χεία ζωντα­νής παράστασης.

Προς το τέλος της δεκα­ε­τί­ας του 1950 είναι η χρυ­σή επο­χή των happenings. Οι καλ­λι­τέ­χνες δημιουρ­γούν περι­στα­τι­κά, συνή­θως αυτο­σχέ­δια, που σε ατμό­σφαι­ρα αμε­σό­τη­τας και πολ­λές φορές προ­κλη­τι­κό­τη­τας και αυτο­τι­μω­ρί­ας συντα­ρά­ζουν το κοι­νό. Ιδιαί­τε­ρα στην Αμε­ρι­κή το happening έγι­νε επί­ση­μα παρα­δε­κτό σαν νέο εικα­στι­κό είδος και άρχι­σε να διδά­σκε­ται η τεχνι­κή του σε πανε­πι­στή­μιο της Καλι­φόρ­νιας. Στον ευρω­παϊ­κό χώρο όμως η διεύ­ρυν­ση των μορ­φών εικα­στι­κής δρά­σης συνε­χί­ζε­ται με πιο εγκε­φα­λι­κές και ιδιό­τυ­πες παρα­στά­σεις. Παρά­δειγ­μα οι «ανθρω­πο­με­τρί­ες» του Yves Klein, που χρη­σι­μο­ποιώ­ντας γυμνά γυναι­κεία σώμα­τα βου­τηγ­μέ­να στο χρώ­μα, έφτια­χνε πίνα­κες με την συνο­δεία μου­σι­κής ενώ­πιον του κοι­νού, σε γκα­λε­ρί και άλλους χώρους.

Αυτές και άλλες παρεμ­φε­ρείς εκδη­λώ­σεις στό­χο τους είχαν να κατα­δεί­ξουν, ότι ο καλ­λι­τέ­χνης μπο­ρεί να υπερ­βεί τα φυσιο­λο­γι­κά του όρια και ότι ο καθέ­νας, ακό­μη και ο ίδιος ο κόσμος, μπο­ρού­σε να θεω­ρη­θεί σαν έργο τέχνης. Σε αυτές τις ευρω­παϊ­κές performance υπήρ­χε περισ­σό­τε­ρη θεω­ρη­τι­κή σκέ­ψη και λιγό­τε­ρη τάση επί­δει­ξης και “εφφέ”.

Ήδη, όμως, στη δεκα­ε­τία του 1960 το κίνη­μα Fluxus, με τις αναρ­χι­κές και επα­να­στα­τι­κές επι­τεύ­ξεις, σε διε­θνές επί­πε­δο, έδω­σε μια νέα προ­έ­κτα­ση στο αμε­ρι­κά­νι­κο happening, με τη συμ­με­το­χή στο κίνη­μα εκπρο­σώ­πων όλων των εικα­στι­κών-εκφρα­στι­κών μορ­φών. Εκπρό­σω­ποι του οι: George Maciounas, ο οποί­ος έγρα­ψε και το μανι­φέ­στο fluxus, Tomas Schmit,  Wolf Vo stell, Ben Vautier, Nam June Paik, Dick Higgins,Yoko Ono, και άλλοι. Γενι­κά το fluxus, όπως φανε­ρώ­νει η λατι­νι­κή ρίζα flux-ροή, με βάση τις θεω­ρί­ες του Marcel Duchamp, του John Cage και τη φιλο­σο­φία ζεν, είχε στό­χο τη δημιουρ­γία μιας ροής ανά­με­σα σε δια­φο­ρε­τι­κές μορ­φές έκφρα­σης, όπως τα εικα­στι­κά, η μου­σι­κή, η λογο­τε­χνία, το θέα­τρο, το design, η αρχι­τε­κτο­νι­κή, κ.α. επι­χει­ρώ­ντας να καταρ­γη­θούν τα στε­γα­νά μετα­ξύ των τεχνών, να απο­δο­μη­θεί η παρα­δο­σια­κή έννοια του έργου τέχνης, και να στε­ριώ­σει μια ουσια­στι­κή δια­λε­κτι­κή σχέ­ση μετα­ξύ τέχνης και ζωής, αλλά κύρια την απαλ­λα­γή του ατό­μου από κάθε φυσι­κή, δια­νοη­τι­κή και πολι­τι­κή αναστολή.

HAPPENING- ΣΥΜΒΑΝ ΤΟΥ WOLF WOSTELL

HAPPENING- ΣΥΜΒΑΝ ΤΟΥ WOLF WOSTELL

Από το 1963 προ­σχώ­ρη­σε στο fluxus ο Joseph Beuys (1921–1986). Η μικρή ιδιαί­τε­ρη ανα­φο­ρά στη συμ­βο­λή του στην παρα­γω­γή αξέ­χα­στων εικα­στι­κο-φιλο­σο­φι­κών συν­θέ­σε­ων που υπήρ­ξε τερά­στια είναι απα­ραί­τη­τη για την προ­σέγ­γι­ση του φαι­νο­μέ­νου μετα­σχη­μα­τι­σμού της τέχνης και του ανθρώ­που που επε­χεί­ρη­σε, πάντο­τε με οπτι­κή του το μέλ­λον. Στην ποι­κι­λό­τρο­πη δομή και λει­τουρ­γία της υπε­ρα­νή­συ­χης επο­χής μας, προ­σπά­θη­σε με το έργο του και την εν γένει στά­ση του απέ­να­ντι στη Ζωή και την Τέχνη να δημιουρ­γή­σει κάτι σαν “ουρά­νιο τόξο” στην ανθρώ­πι­νη σκέ­ψη και στο τραύ­μα, ίσως αθε­ρά­πευ­το, της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νί­ας. Ένας απ’ τους πιο ενδια­φέ­ρο­ντες και πρω­το­πό­ρους «καλ­λι­τέ­χνες»  ο  Beuys , που η ευρύ­τη­τα της αντί­λη­ψης του και η ιδιά­ζου­σα συμπε­ρι­φο­ρά του απο­κτά ιδιαί­τε­ρο βάρος σήμε­ρα, που τα κάθε λογής τραύ­μα­τα της μετα-καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας πλήτ­τουν θανά­σι­μα την κοι­νω­νία μας. Το πολυ­ε­πί­πε­δο έργο του γίνε­ται εν δυνά­μει αισθη­τι­κός φάρος στα αδιέ­ξο­δα της επο­χής μας.

Επό­με­νο ήταν το fluxus να προ­κα­λέ­σει ποι­κί­λες αντι­δρά­σεις, που κυρί­ως είχαν σαν απο­τέ­λε­σμα την επι­στρο­φή μεγά­λης μερί­δας των εικα­στι­κών τεχνών και ιδιαί­τε­ρα της ζωγρα­φι­κής σε πιο συντη­ρη­τι­κές φόρ­μες, σαν αντί­θε­ση των παρα­δο­σια­κών καλ­λι­τε­χνών στους εξτρε­μι­στές του κινή­μα­τος και να στρέ­ψει ένα μέρος της σύγ­χρο­νης τέχνης στη στεί­ρα εμπο­ρι­κο­ποι­η­μέ­νη παρα­γω­γή φορ­μα­λι­στι­κών “μετα­μο­ντέρ­νων” απο­μι­μή­σε­ων, που άκμα­σαν διε­θνώς στη χρη­μα­τι­στη­ρια­κά και εν μέρει πολι­τι­στι­κά παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νη κοι­νω­νία του ανα­πτυγ­μέ­νου κόσμου.

Οι οπτι­κές εικό­νες όμως, είτε ζωντα­νές, είτε κατα­σκευα­σμέ­νες στο χώρο και η σχέ­ση τους με τη φωτο­γρα­φι­κή απο­τύ­πω­ση, την κινη­μα­το­γρα­φη­μέ­νη δρά­ση και την βιντε­ο­γρα­φι­κή τέχνη (videoart), έχουν πλέ­ον περιο­ρί­σει τη λει­τουρ­γία και  τη θέση του αναρ­τη­μέ­νου στον τοί­χο ζωγρα­φι­κού πίνα­κα και κάθε παρα­δο­σια­κή προ­σέγ­γι­ση και εκδο­χή για το έργο τέχνης στον κατοι­κή­σι­μο ή δημό­σιο  χώρο ανεπιστρεπτί…

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ EST, ANTI-PERFORMANCE, Κ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ EST, ANTI-PERFORMANCE, Κ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ

Την ίδια περί­που επο­χή  εμφα­νί­ζο­νται οι δια­μορ­φώ­σεις «περι­βάλ­λο­ντος» με τη βοή­θεια της μηχα­νι­κής και της τεχνο­λο­γί­ας, όπως ο Christo/ Valley Curtain 1970–72, και άλλοι, που έβα­λαν την σφρα­γί­δα τους στο χώρο της performance, των happenings και των περιβαλλόντων.

Ανα­φέ­ρω ενδει­κτι­κά τους: John  Cage, Claes Oldendurg, Atsuko  Tanaka, Wolf  Vostell, Allan Kaprow, Chris Burden, Hermann Nitsch, Gilbert and George, Robert Morris, Dennis  Oppenheim, Andy Warhol, Zhang Huan, Marina Abramovic κ.α.

Παράλ­λη­λα με την ευρω­παϊ­κή άνθι­ση των actions και των performance, το happening  συνε­χί­ζει να απα­σχο­λεί πολ­λούς πρω­το­πο­ρια­κούς καλ­λι­τέ­χνες. Πολ­λές φορές τέτοιες παρα­στά­σεις κατα­λή­γουν σε σεξουα­λι­κές και αυτο­κα­τα­στρο­φι­κές ακρό­τη­τες και η έντο­νη βίω­ση μιας κατά­στα­σης από τους performers οδη­γεί σε πανι­κό το κοι­νό που τις παρα­κο­λου­θεί σε πανε­πι­στή­μια ή στα Performance Center. Αν και πολ­λές περι­πτώ­σεις δεν έγι­ναν ευρύ­τε­ρα γνω­στές, ο πόθος του καλ­λι­τέ­χνη για την ουσια­στι­κή ταύ­τι­ση έργου τέχνης και ζωής είχε φτά­σει στην κορύ­φω­σή του.

Σήμε­ρα, σε πόλεις του Εξω­τε­ρι­κού λει­τουρ­γούν τα λεγό­με­να Performance Center, είτε οργα­νω­μέ­να σε ειδι­κούς χώρους, είτε αυτο­σχέ­δια, όπως θα’ λεγα ότι είναι το προ­αύ­λιο του Beaubourg στο Παρί­σι. Στην Αθή­να δεν ευδο­κί­μη­σε κάτι ανά­λο­γο. Η κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κή δομή της χώρας μας δεν επι­δε­χό­ταν εξτρε­μι­σμούς, ούτε είχε ανά­γκη από πολ­λές καλ­λι­τε­χνι­κές ανα­ζη­τή­σεις. Ήδη από τις αρχές του 1960  νεο­έλ­λη­νες καλ­λι­τέ­χνες, που είχαν σπου­δά­σει στο εξω­τε­ρι­κό και είχαν διε­θνείς εικα­στι­κές προ­σλή­ψεις και  εμπει­ρί­ες  δίνουν την προ­σω­πι­κή τους άπο­ψη, σχε­τι­κά με την performance, το happening, το Ζωντα­νό Εικα­στι­κό Έργο (tableau vivante), αλλά και την mail-art, την λετρι­στι­κή (letter) τέχνη, την εννοιο­λο­γι­κή τέχνη (conceptual art) και την τέχνη στο περι­βάλ­λον (environments).

ΜΟΥΣΕΙΑΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ FLUXUS

ΜΟΥΣΕΙΑΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ FLUXUS

Όλες αυτές οι Παρα­στά­σεις και τα συνα­φή συμ­βά­ντα που έγι­ναν στον τόπο μας, αρκε­τές φορές συν­δε­δε­μέ­να νοη­μα­τι­κά με την προ­βο­λή των τερά­στιων προ­βλη­μά­των των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών και της επι­βί­ω­σης του ανθρώ­που, δεν πήραν ποτέ τον χαρα­κτή­ρα κάποιου κινή­μα­τος, αλλά εμφα­νί­στη­καν μεμο­νω­μέ­να και αντι­με­τώ­πι­σαν αρκε­τές φορές τον εμπαιγ­μό του απλη­ρο­φό­ρη­του παρα­δο­σια­κού κοι­νού ιδιαί­τε­ρα τα πρώ­τα χρό­νια της εμφά­νι­σης τους στην εγχώ­ρια καλ­λι­τε­χνι­κή ζωή. Παρό­λα αυτά εντυ­πω­σιά­ζουν τους ειδή­μο­νες τα μου­σι­κά δρώ­με­να, υπερ­βα­τι­κά έργα του συν­θέ­τη σύγ­χρο­νης μου­σι­κής Γιάν­νη Χρή­στου, για (ηθο­ποιό, πια­νί­στα, τρα­γου­δι­στή κ.α), οργα­νι­κό σύνο­λο και μαγνη­το­ται­νία, έργα ιδιαί­τε­ρης έμπνευ­σης, που σφρά­γι­σαν θετι­κά την δεκα­ε­τία του 1970.

Όμως στην  δεκα­ε­τία του 1980 οι περι­πτώ­σεις performance στην Ελλά­δα, σε αντί­θε­ση με τα κέντρα κουλ­τού­ρας του εξω­τε­ρι­κού, είναι ελά­χι­στες. Σημα­ντι­κή εξαί­ρε­ση και πάλι οι μου­σι­κές- ηχη­τι­κές παρα­στά­σεις του συν­θέ­τη Γιάν­νη Χρή­στου σε επα­νά­λη­ψη από τους συνερ­γά­τες του. Βέβαια γίνο­νται αρκε­τές προ­σπά­θειες εξοι­κεί­ω­σης του φαι­νο­μέ­νου των νέων εικα­στι­κών τρό­πων και μέσων με το κοι­νό από τα ξένα Μορ­φω­τι­κά Ινστι­τού­τα, ιδιαί­τε­ρα το Γαλ­λι­κό Ινστι­τού­το, το Ινστι­τού­το Γκαί­τε και το Βρε­τα­νι­κό Συμ­βού­λιο καθώς  και  από κάποιες γκα­λε­ρί της Αθή­νας και της Θεσ­σα­λο­νί­κης. Θετι­κό επί­τευγ­μα της περιό­δου η παρα­δο­χή της φωτο­γρα­φί­ας σαν σημα­ντι­κής τέχνης και οι εκθέ­σεις φωτο­γρα­φι­κών έργων σε γκα­λε­ρί, καθώς και οι πρώ­τες προ­βο­λές της εξε­λισ­σό­με­νης video-art.

Τα ζωντα­νά έργα όμως και γενι­κά οι εικα­στι­κές παρα­στά­σεις ήταν χλια­ρά απο­δε­κτά, στην φτω­χή, σε σχέ­ση με άλλους τόπους, εικα­στι­κή παρά­δο­ση της σύγ­χρο­νης Ελλά­δας και οι αφορ­μές δημιουρ­γί­ας τέτοιων συμ­βά­ντων καθώς και οι πιθα­νό­τη­τες απο­δο­χής ήταν μηδα­μι­νές. Η ανα­ζω­πύ­ρω­ση του φαι­νο­μέ­νου των ζωντα­νών εικα­στι­κών εικό­νων και δρά­σε­ων έγι­νε δυνα­μι­κό­τε­ρη στη δεκα­ε­τία του 1990 με κάποιες μεμο­νω­μέ­νες και περι­θω­ρια­κές από­πει­ρες αναρ­χι­κής αντί­λη­ψης που προ­φή­τευ­σαν τα εκφρα­στι­κά διλήμ­μα­τα των ανε­ξάρ­τη­των καλ­λι­τε­χνών και προ­ε­κτεί­νε­ται μέχρι τις μέρες μας… Όσο για το ανέ­κα­θεν δημο­φι­λές body art, έχει επιρ­ροή στον κόσμο της μόδας και εξαι­τί­ας των εντυ­πώ­σε­ων που προ­ξε­νεί το συνα­ντού­με σε επι­δεί­ξεις με εμπο­ρι­κά μοντέ­λα, από underground γκα­λε­ρί και σχο­λές μακι­γιάζ και κομ­μω­τι­κής μέχρι τις…θερινές ντι­σκο­τέκ. Όλα πλέ­ον τεί­νουν να γίνουν δεκτά μέσα από μια «γοη­τευ­τι­κή» δια­δι­κα­σία εξί­σω­σης και διεύ­ρυν­σης των ορί­ων και της συμ­με­το­χής του κοινού…

DOCUMEΝΤΑ 14, ΚΑΣΣΕΛ-ΑΘΗΝΑ, ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΟΜΟΝΟΙΑΣ.

DOCUMEΝΤΑ 14, ΚΑΣΣΕΛ-ΑΘΗΝΑ, ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΟΜΟΝΟΙΑΣ.

Γενι­κά μέχρι σήμε­ρα έχουν συμ­βεί πολ­λές, ποι­κί­λες, αμφι­λε­γό­με­νες και αδιά­φο­ρες αρκε­τές φορές performance, σε συν­δυα­σμό με video-art, πολυ­μέ­σα και δια­δρα­στι­κές κατα­στά­σεις, που οι πλέ­ον αξιο­ση­μεί­ω­τες είναι περισ­σό­τε­ρο θεα­τρι­κές, χορευ­τι­κές, μου­σι­κές ερμη­νεί­ες, με χρή­ση κάποιων στοι­χεί­ων εικα­στι­κής performance. Στην πλειο­ψη­φία τους φανε­ρώ­νουν «μιμη­τι­κό» χαρα­κτή­ρα των επι­τεύ­ξε­ων των πρω­το­πό­ρων του είδους…Η performance σήμε­ρα υπάρ­χει σαν είδος και καθιε­ρώ­θη­κε από την πρω­το­πο­ρία σαν μια ανε­ξάρ­τη­τη, ιδιό­τυ­πη δια­δρα­στι­κή συχνό­τη­τα έκφρασης.

Όσον αφο­ρά το εκθε­σια­κό παρόν αυτών των performance σε πολυ­δά­πα­νες κρα­τι­κές και ιδιω­τι­κές διε­θνείς συν­διορ­γα­νώ­σεις από την OUTLOOK του 2003, ενδιά­με­σες ψηφια­κές και πολυ­συλ­λε­κτι­κές Μπιε­νά­λε μέχρι και την πρό­σφα­τη DOCUMENTA 14 στην Αθή­να, είναι μάλ­λον χλια­ρό, αρκε­τές φορές κενό και επι­δερ­μι­κό, παρά τις σεξι­στι­κές προ­βο­λές, τις “ακραί­ες” επι­ση­μάν­σεις που ελά­χι­στους πλέ­ον σοκά­ρουν, τις πολι­τι­κές συνι­στώ­σες και τις ποι­κί­λες ευρη­μα­τι­κό­τη­τες, αξιό­λο­γες ή αδιά­φο­ρες που τις συνι­στούν. Η μάστι­γα της εκφρα­στι­κής παρακ­μής των ζωντα­νών έργων βασί­ζε­ται στη διορ­γά­νω­ση και επι­μέ­λεια τους από “επι­με­λη­τές” που εκπρο­σω­πούν εται­ρεί­ες και οργα­νι­σμούς, οι οποί­οι επι­δέ­ξια καλ­λιερ­γούν την αισθη­τι­κή σύγ­χυ­ση, ώστε κάθε ανε­ξάρ­τη­τη και πηγαία περί­πτω­ση να προ­σχω­ρή­σει στους δικούς τους κανό­νες επι­βο­λής και προ­βο­λής ή δια­φο­ρε­τι­κά να χαθεί, με απώ­τε­ρο στό­χο το οικο­νο­μι­κό τους όφε­λος. Σε αυτό συμ­βάλ­λει και το έλλειμ­μα ικα­νής παι­δεί­ας και ερευ­νη­τι­κών πρα­κτι­κών μεθό­δων των νέων ιστο­ρι­κών τέχνης, που σχε­δόν απλά ανα­τρέ­χουν μόνο σε δια­δι­κτυα­κά αρχεία…

Στη μεγά­λη και αδυ­σώ­πη­τη περι­πέ­τεια της ανα­κά­λυ­ψης του υπο­κει­με­νι­κού καλ­λι­τε­χνι­κού “εαυ­τού” και της δια­δι­κα­σί­ας της εικα­στι­κής έκφρα­σης, η performance με τη δύνα­μη της ζωντα­νής διά­στα­σης, μπο­ρεί να αιμα­το­δο­τεί και να ζωο­γο­νεί τα είδω­λα της καλ­λι­τε­χνι­κής προ­σω­πι­κό­τη­τας των δημιουρ­γών, που στην αλή­θεια εκφρά­ζουν με αμε­σό­τη­τα την υπαρ­ξια­κή αλή­θεια και την ανθρώ­πι­νη δημιουρ­γι­κό­τη­τα. Βιώ­νου­με ήδη τον προ­βλη­μα­τι­κό 21ο αιώ­να, με το ζωντα­νό κλη­ρο­δό­τη­μα του 20ου, στον οποίο για πρώ­τη φορά η ανα­τρε­πτι­κή τάση και θεώ­ρη­ση των καλ­λι­τε­χνών, οδή­γη­σε σε μια πολυ­μορ­φι­κή, ενί­ο­τε ακραία και άνευ ορί­ων εκφρα­στι­κή κατά­θε­ση. Αυτή η ορια­κή κατά­λη­ξη και δυνη­τι­κή κατά­στα­ση πορεί­ας απε­λευ­θέ­ρω­σε και ανα­μό­χλευ­σε προ­ο­δευ­τι­κά τις αισθη­τι­κές ανα­ζη­τή­σεις και με τη διαρ­κή έρευ­να έδω­σε νέες προ­ο­πτι­κές στις έννοιες του χώρου, της εικό­νας, του χρό­νου, της συμ­με­το­χι­κής καλ­λι­τε­χνι­κής δια­δι­κα­σί­ας. Η χρή­ση και η κυριαρ­χία του καλ­λι­τέ­χνη επί των τεχνο­λο­γι­κών μέσων έκφρα­σης και η ζωντα­νή σύμπρα­ξη καλ­λι­τέ­χνη και κοι­νού σε δια­δρα­στι­κά πεδία ‑πέρα από τα δεδο­μέ­να του εκλο­γι­κευ­μέ­νου τεχνο­λο­γι­κού συστή­μα­τος-φλερ­τά­ρει και σήμε­ρα με την υπέρ­βα­ση των εκφρα­στι­κών ορί­ων και δυνη­τι­κά ανά­γει τη σκέ­ψη και την πρά­ξη στην αρχε­τυ­πι­κή “ουσία” της Τέχνης.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο