Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το να μην είσαι κομμουνιστής είναι ανθρώπινο. Το να είσαι όμως αντικομμουνιστής είναι απάνθρωπο»

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Το χθε­σι­νό εμε­τι­κό αντι­κομ­μου­νι­στι­κό παρα­λή­ρη­μα του βου­λευ­τή Μπο­γδά­νου στη Βου­λή μας έφε­ρε ξανά στο νου την φρά­ση εκεί­νη του Αγγ. Αντω­νό­που­λου από το βιβλίο «Οι επι­βά­τες του φεγ­γα­ριού»: «Το να μην είναι κανείς κομ­μου­νι­στής είναι ανθρώ­πι­νο. Το να είναι όμως κανείς αντι­κομ­μου­νι­στής είναι απάνθρωπο».

Ασφα­λώς ο αντι­κομ­μου­νι­σμός δεν είναι και­νούρ­γιο φαι­νό­με­νο: Πάνε 173 χρό­νια από τότε που οι Μαρξ και Ένγκελς κατήγ­γει­λαν μέσα από το «Μανι­φέ­στο του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος» την συστρά­τευ­ση όλων των τότε αντι­δρα­στι­κών δυνά­με­ων σε ιερό πόλε­μο ενά­ντια στον κομ­μου­νι­σμό. Έκτο­τε ο αντι­κομ­μου­νι­σμός, σε όλες του τις εκφάν­σεις, απο­τε­λεί εργα­λείο για την επι­βί­ω­ση της αστι­κής εξουσίας.

Ο αντι­κομ­μου­νι­σμός απο­τε­λεί τον συν­δε­τι­κό κρί­κο όλων όσων υπε­ρα­σπί­ζο­νται την δια­τή­ρη­ση της αστι­κής εξου­σί­ας και την στα­θε­ρό­τη­τα του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος, ανε­ξαρ­τή­τως του επί μέρους πολι­τι­κού χρω­μα­τι­σμού τους. Η δρά­ση των κομ­μου­νι­στών, η δρά­ση του οργα­νω­μέ­νου εργα­τι­κού-λαϊ­κού κινή­μα­τος, κατα­φέρ­νει να ενώ­νει φαι­νο­με­νι­κά ετε­ρό­κλη­τες πολι­τι­κές ομά­δες: φιλε­λεύ­θε­ρους και πατε­ντα­ρι­σμέ­νους Ναζί, κεντρώ­ους και ακρο­δε­ξιούς, «έγκρι­τους» αστούς δημο­σιο­λό­γους και χου­ντι­κές σκου­πι­δο­φυλ­λά­δες. Μπρο­στά στη θέα του σφυ­ρο­δρέ­πα­νου οι όποιες δια­φο­ρές παρα­με­ρί­ζο­νται, καθώς αυτό που προ­έ­χει είναι η υπε­ρά­σπι­ση των «ιερών και όσιων» της αστι­κής εξουσίας.

Αυτά τα «ιερά και όσια» της εξου­σί­ας της αστι­κής τάξης υπεράσπιζαν:

— ο «εθνάρ­χης» Ελευ­θέ­ριος Βενι­ζέ­λος όταν θέσπι­σε το περή­φη­μο ιδιώ­νυ­μο που απο­τέ­λε­σε την μήτρα των μετέ­πει­τα αντι­κομ­μου­νι­στι­κών διώξεων.
— ο «γέρος της Δημο­κρα­τί­ας» Γεώρ­γιος Παπαν­δρέ­ου και οι Άγγλοι ιμπε­ρια­λι­στές-σύμ­μα­χοι του όταν αιμα­το­κυλ­λού­σαν τον λαό της Αθή­νας το Δεκέμ­βρη του 1944 προ­κει­μέ­νου να μην έρθουν οι κομ­μου­νι­στές στην εξουσία.
— ο Κανελ­λό­που­λος όταν καλω­σό­ρι­ζε τον Αμε­ρι­κα­νό στρα­τη­γό Βαν Φλιτ το 1945 με το αλλή­στου μνή­μης «Στρα­τη­γέ μου, ιδού ο στρα­τός σας».
— ο Πλα­στή­ρας όταν, επί πρω­θυ­πουρ­γί­ας του, κατα­δι­κά­ζο­νταν από «έκτα­κτο στρα­το­δι­κείο» και εκτε­λού­νταν ο κομ­μου­νι­στής ήρω­ας Νίκος Μπε­λο­γιάν­νης και οι σύντρο­φοι του.
— οι μετεμ­φυ­λια­κές αστι­κές κυβερ­νή­σεις όταν επί των οποί­ων «άνθι­σαν» τα πιστο­ποι­η­τι­κά κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μα­των».

Τα ίδια «ιερά και όσια» της αστικής εξουσίας υπεράσπιζαν, μεταξύ άλλων, επίσης:

— οι φασί­στες-δικτά­το­ρες Πάγκα­λος και Μετα­ξάς που εξα­πέ­λυ­σαν σωρεία διώ­ξε­ων, φυλα­κί­σε­ων και εξο­ριών ενά­ντια στους κομμουνιστές.
— ο Χίτλερ και το Εθνι­κο­σο­σια­λι­στι­κό Κόμ­μα της Γερ­μα­νί­ας όταν ανα­λάμ­βα­νε την εξου­σία τον Γενά­ρη του 1933.
— ο φασί­στας Φράν­κο όταν πραγ­μα­το­ποιού­σε το στρα­τιω­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα ενά­ντια στην Δεύ­τε­ρη Κοι­νο­βου­λευ­τι­κή Δημο­κρα­τία τον Ιού­λη του 1936.
— ο δικτά­το­ρας Σου­χάρ­το της Ινδο­νη­σί­ας όταν εξα­πέ­λυε τους αντι­κομ­μου­νι­στι­κούς διωγ­μούς του 1965–1966 που υπο­λο­γί­ζε­ται ότι οδή­γη­σαν στο θάνα­το σχε­δόν 1 εκα­τομ­μύ­ριο ανθρώπους.
— τα χου­ντι­κά απο­βρά­σμα­τα όταν επέ­βα­λαν την επτα­ε­τή στρα­τιω­τι­κή δικτα­το­ρία ώστε να «απο­φευ­χθεί η πορεία της χώρας προς τον κομμουνισμόν».
— ο φασί­στας Πινο­σέτ όταν το 1973 ανέ­τρε­πε με στρα­τιω­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα – και με τις ευλο­γί­ες των ΗΠΑ – την εκλεγ­μέ­νη κυβέρ­νη­ση Αλιέ­ντε στην Χιλή.

Εδώ πρέ­πει να κάνου­με έναν δια­χω­ρι­σμό: Είναι άλλο πράγ­μα η ιδε­ο­λο­γι­κή δια­φω­νία με την κομ­μου­νι­στι­κή κοσμο­θε­ω­ρία όταν εκφρά­ζε­ται με πολι­τι­κά επι­χει­ρή­μα­τα και άλλο πράγ­μα ο αντι­κομ­μου­νι­σμός. Στις καπι­τα­λι­στι­κές κοι­νω­νί­ες είναι εύλο­γο το κόμ­μα της εργα­τι­κής τάξης (Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα) και οι κομ­μου­νι­στές να δέχο­νται πόλε­μο από την άρχου­σα αστι­κή τάξη και τους πολι­τι­κούς εκπρο­σώ­πους της. Έχει ωστό­σο απο­δει­χθεί ιστο­ρι­κά ότι αυτός ο πόλε­μος είναι αντι­κει­με­νι­κά αδύ­να­τον να μεί­νει απο­κλει­στι­κά σε ιδε­ο­λο­γι­κά και πολι­τι­κά πλαί­σια. Το κεφά­λαιο, γνω­ρί­ζο­ντας πολύ καλά ότι η εργα­τι­κή τάξη και το Κόμ­μα της είναι οι «νεκρο­θά­φτες» του, επι­στρα­τεύ­ει και θα επι­στρα­τεύ­ει πάντα τον αντι­κομ­μου­νι­σμό ως όπλο ανά­σχε­σης της εργα­τι­κής-λαϊ­κής πάλης.

Ο αντι­κομ­μου­νι­σμός, ωστό­σο, ξεπερ­νά τα όρια του ιδε­ο­λο­γι­κού και πολι­τι­κού πολέ­μου. Στη­ρί­ζε­ται στην συκο­φα­ντία, το ψέμα, την δια­στρέ­βλω­ση, την αλλοί­ω­ση της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας. Ένα τέτοιο φαι­νό­με­νο χυδαί­ας δια­στρέ­βλω­σης και αλλοί­ω­σης της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας είναι μετα­ξύ άλλων και το ανι­στό­ρη­το και αντε­πι­στη­μο­νι­κό τερα­τούρ­γη­μα της «θεω­ρί­ας των δύο άκρων».

Ο αντι­κομ­μου­νι­σμός είναι νύχι-κρέ­ας με το αστι­κό πολι­τι­κό σύστη­μα, απο­τε­λώ­ντας βασι­κό όπλο στην προ­σπά­θεια της αστι­κής τάξης να θωρα­κί­σει την δικτα­το­ρία του κεφα­λαί­ου. Αυτός είναι ο σκο­πός της αντι­κομ­μου­νι­στι­κής επί­θε­σης, είτε αυτή εκφρά­ζε­ται «ραφι­να­ρι­σμέ­να», είτε με ωμό και πρω­τό­γο­νο τρό­πο. Είτε την εκφρά­ζουν τα φασι­στοει­δή του πεζο­δρο­μί­ου, είτε οι «σοβα­ροί χρυ­σαυ­γί­τες» της Βου­λής και των τηλε­ο­πτι­κών πλατό.

150 χρό­νια από την πρώ­τη «έφο­δο στον ουρα­νό», την Παρι­σι­νή Κομ­μού­να, είναι πλέ­ον αδιαμ­φι­σβή­τη­τα απο­δε­δειγ­μέ­νο πως ο κομ­μου­νι­σμός, η κοσμο­α­ντί­λη­ψη του επι­στη­μο­νι­κού σοσια­λι­σμού, απο­τε­λεί την πιο πρω­το­πό­ρα, την πιο επα­να­στα­τι­κή και ελπι­δο­φό­ρα θεω­ρία που γέν­νη­σε η ανθρω­πό­τη­τα. Αν ο σοσια­λι­σμός-κομ­μου­νι­σμός ήταν κάτι «ξεπε­ρα­σμέ­νο» και «απο­τυ­χη­μέ­νο» όπως ισχυ­ρί­ζο­νται, τότε η αστι­κή τάξη δεν θα σπα­τα­λού­σε τόσο αντι­κομ­μου­νι­στι­κό δηλη­τή­ριο για τον πολεμήσει.

Είναι, λοι­πόν, ξεκά­θα­ρη η απά­ντη­ση: Πυρο­βο­λούν το παρελ­θόν και το παρόν, στο­χεύ­ο­ντας το μέλ­λον. Γνω­ρί­ζουν πολύ καλά ότι την ιστο­ρία τη γρά­φουν με την πάλη τους οι λαοί. Ξέρουν ότι ο τρο­χός της ιστο­ρί­ας γυρί­ζει και πως το σάπιο σύστη­μα που υπε­ρα­σπί­ζο­νται – αυτό που γεν­νά τη φτώ­χεια, την ανερ­γία, την εκμε­τάλ­λευ­ση, το φασι­σμό, τους πολέ­μους – δεν έχει κανέ­να μέλλον.

Όσους «κασιδιάρηδες», «τζήμερους» και «μπογδάνους» κι’ αν γεννήσει το σύστημα, θα ‘ρθει η στιγμή που θα ανθρωπέψει ο άνθρωπος. Θα φροντίσουμε εμείς γι’ αυτό.

che guevara 008

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο