Γράφει ο Βασίλης Λιόγκαρης //
Άλλο και τούτο πάλι, ο δρόμος προς τον πάτο της κοινωνίας μας συνεχίζεται. Η φθορά και η παρακμή φαίνεται πως ακόμη δεν έχουν πιάσει ταβάνι.
Σκέφτομαι πως ο μιμητισμός κινδυνεύει να γίνει της μόδας και τρέχα γύρευε. Έχεις κάτι προσωπικό με κάποιον; Βουτάς ένα μπουκάλι καυστικό υγρό και βουρ στα μούτρα και ότι θέλει ας επακολουθήσει. Μέχρι εκεί φθάσαμε. Το παράδειγμα, οι ιερείς, ποιμένες και καθοδηγητές της θρησκευτικής και όχι μόνο ζωής μας.
Μέσα στον ίδιο το χώρο της αγιοσύνης, μέσα στην Ιερά σύνοδο.
Το κακό είναι ελκυστικό και προβάλλεται πολύ για θέαση και ακρόαση. Είναι ένα είδος εκδικητικό που τρώγεται κρύο.
Έτσι λοιπόν ο …σεβαστός μας ιερέας θεώρησε αθώο και αδικημένο αυτόν και πήρε ένα μπουκάλι με καυστικό υγρό ( βρήκε και τον τρόπο0 και το χρησιμοποίησε, αντί για αγιασμό. Αποτέλεσμα; Επτά μητροπολίτες, αστυνομικούς και δικηγόρους να κινδυνεύουν. Στα μούτρα τα γένια και τα ράσα…φοβάμαι μήπως γενικευτεί το κακό. Είναι ένα είδος ευρηματικό και εύκολο.
Ως εδώ και μη παρέκει. Το πράγμα είναι ανεξέλεγκτο και εξελίσσεται ραγδαίως. Σιγοντάρουν και σ’ αυτό οι αντιδραστικές χρονοβόρες εξουσίες. Το λεγόμενο «Πολιτικό Κατεστημένο»!
Θα πει κάποιος: καλά για να υπάρχει το βιτριόλι σε κάτι πρέπει να είναι χρήσιμο.
Και βέβαια: Βιτριόλι στην εκμετάλλευση. Βιτριόλι στην τρομοκρατία, την αδικία, την ανισότητα, την αστυνομοκρατία. Βιτριόλι στην φτώχεια, την ανεργία, τις απολύσεις. Βιτριόλι στην πανδημία, στον κακό μας δαίμονα, να απαλλαγούμε!!!
Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς πρόσφυγες, εργάτες, πολυφαμελίτες. Έζησε στα πρώτα παιδικά του χρόνια τη λαίλαπα της κατοχής και μεταφέρει τις τραυματικές αυτές εμπειρίες στα γραφτά του. Σπούδασε θέατρο και για ένα διάστημα δούλεψε σ’ αυτό. Αργότερα απορροφήθηκε από την παραγωγική διαδικασία όπου εργάστηκε σε διάφορες βιομηχανίες. Ο Βασίλης Λιόγκαρης είναι συγγραφέας της γενιάς και της τάξης του. Είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
«Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης», του Νίκου Μόττα