«Τα 6- 7 έχουν συντηρήσεις, τα 20 παραμένουν στις περιφερειακές βάσεις, σε ακριτικά σημεία, τα είναι 20 περιφερειακά σε 12 βάσεις και παραμένουν εκεί για να μπορούν να προφυλάξουν ένα νέο μέτωπο σε αυτές τις περιοχές, από αυτά τα 40 που παραμένουν, δεν πετάνε και τα 40 μαζί, πετάνε σχεδόν τα μισά, τα υπόλοιπα ανεφοδιάζονται για να μπορούν να πετάξουν μετά», είπε ο Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων, Νίκος Χαρδαλιάς, σήμερα αναφερόμενος στα εναέρια μέσα. Ουσιαστικά παραδέχτηκε ότι μόνο 20 εναέρια μέσα ήταν διαθέσιμα για Αττική, Εύβοια και Πελοπόννησο.
Επιχειρώντας να απαντήσει στη σκληρή κριτική από τους κατοίκους της Εύβοιας, ο Νίκος Χαρδαλιάς απέδωσε το ότι δεν επιχειρούσαν τα εναέρια μέσα στο «τεράστιο πέπλο καπνού». «Από την πρώτη στιγμή είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση» υποστήριξε.
Ταυτόχρονα προσπάθησε να κρύψει τη γύμνια του κρατικού μηχανισμού στο να προστατεύσει τα σπίτια και την περιουσία του λαού επικαλούμενος τον αριθμό των πυρκαγιών (586 φωτιές σε οκτώ ημέρες) και στις καιρικές συνθήκες («Από τις χειρότερες καιρικές συνθήκες τα τελευταία 40 χρόνια» όπως είπε) τη στιγμή που πλήθος είναι τα ερωτηματικά για την καθυστερημένη αντίδραση του μηχανισμού και τις λάθος επιλογές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πυρκαγιά στη Βαρυμπόμπη (σ.σ. από την Πυροσβεστική δείχνουν ως υπεύθυνη τη ΔΕΗ). Εκδηλώθηκε σε απόσταση αναπνοής από το στρατιωτικό αεροδρόμιο Τατοΐου, όπου σταθμεύουν πυροσβεστικά ελικόπτερα και αεροσκάφη. Το πρωί της 3ης Αυγούστου στο Τατόι βρίσκονταν τουλάχιστον δύο ελικόπτερα Ερικσον αλλά και δύο αεροσκάφη τύπου Air Tractors, ενώ εντός της εγκατάστασης υπάρχουν τέσσερις υδατοδεξαμενές για ανεφοδιασμό με νερό. Εάν η εκδήλωση της φωτιάς έγινε άμεσα αντιληπτή και ταυτόχρονα δόθηκε εντολή για απογείωση εναερίων μέσων, τα ελικόπτερα και τα αεροσκάφη από το Τατόι θα χρειάστηκαν τουλάχιστον 20 λεπτά έως ότου επιχειρήσουν στο μέτωπο.
Σε αυτό το διάστημα, πάντως, η πυρκαγιά είχε προλάβει να «απλώσει», όπως λένε τα στελέχη της Πυροσβεστικής και οι από αέρος ρίψεις νερού δεν έφεραν αποτέλεσμα. «Εκείνη την ημέρα στην Αττική είχαμε διαθέσιμα 4 Ερικσον και τα Καναντέρ 415. Δεν μπόρεσαν όμως να κάνουν τίποτα, η φωτιά ήταν μη αντιμετωπίσιμη λόγω των υψηλών θερμοκρασιών και της ξηρασίας» δήλωσε στην «Κ» υψηλόβαθμος αξιωματικός της Πυροσβεστικής. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές ενημέρωσης, πάντως, μεσολάβησαν όχι 20 λεπτά που είναι ο μίνιμουμ χρόνος ανταπόκρισης, αλλά 44 λεπτά έως ότου γίνουν οι πρώτες ρίψεις νερού από αέρος στο μέτωπο, γι’ αυτό και η φωτιά πρόλαβε και έγινε ανεξέλεκτη.
Ο κ. Χαρδαλιάς ισχυρίστηκε ότι η πυρκαγιά στη Βαρυμπόμπη ξέφυγε επειδή υπήρχαν ισχυροί άνεμοι – ενώ είναι κοινώς γνωστό ότι επικρατούσε άπνοια.
Επίσης αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι τελικά δεν υπήρχε εναέρια επιτήρηση στην έναρξη της φωτιάς στη Βαρυμπόμπη. Όπως δικαιολογήθηκε, οι δύο τράκτορες που κανονικά περιπολούν από τις 11 το πρωί έως τις 2.30 το μεσημέρι, εκείνη την ημέρα δεν ήταν στον αέρα καθώς το υψηλότερο σημείο της θερμοκρασίας αναμενόταν στις 3–3.30. Η φωτιά όμως ανακοινώθηκε στις 13.22. Μάλιστα, ο Ν. Χαρδαλιάς επέμεινε ότι υπήρχαν ισχυροί άνεμοι στην περιοχή, κάνοντας λόγο για ριπές 6 μποφόρ.
Κάτοικοι και στελέχη της αυτοδιοίκησης στην Εύβοια καταγγέλλουν ότι από την πρώτη στιγμή μετά την έναρξη της φωτιάς στη Λίμνη, την περασμένη Τρίτη, δεν υπήρξε κινητοποίηση, καθώς επελέγη να δοθεί βάρος στα μέτωπα της Αττικής και εν συνεχεία της Αρχαίας Ολυμπίας.
Δεν αξιολόγησαν σωστά τον κίνδυνο η Πυροσβεστική και η Πολιτική Προστασία» τόνισε στην «Κ» ο αντιπεριφερειάρχης Εύβοιας Γιώργος Κελαϊδίτης. «Η προσοχή έπεσε στη Βαρυμπόμπη με συνέπεια επί τέσσερις ημέρες να μην υπάρχει εναέρια υποστήριξη». Αλλά και στο έδαφος, λέει ο κ. Κελαϊδίτης, οι υδροφόρες της Πυροσβεστικής δεν ξεπερνούσαν τις 50 σε ένα μέτωπο δεκάδων χιλιομέτρων που εκτεινόταν στους Δήμους Μαντουδίου και Ιστιαίας.
Κι όμως για τον κ. Χαρδαλιά ο κρατικός μηχανισμός ήταν έτοιμος όπως επανέλαβε και σήμερα!!!