Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Χρήστος Δημούλας: «Το γνήσιο όνομα μιας αιτίας»

Πρω­ϊ­νό ηλιόλουστο,σε πίστε­ψε βαθιά
μία καρ­διά μεγά­λη που ‘χε φτέ­ρα αντί για χέρια
και πέτα­γε και βού­τα­γε στην άπλα των πελάγων
νερό να πιει και μάλα­μα το μάτι να χορτάσει.
Μα σαν εξά­πλω­νε το βρά­δυ στ’ ουρα­νού το παραθύρι
η αλή­θεια στα όνει­ρα του,του άνοι­γε την πόρτα.
Και εικό­νες πέρ­να­γα­νε μέσα στο μυα­λό του
που την ημέ­ρα συλ­λο­γιό­τα­νε σαν τι να ‘θέλαν να του πούνε.
Φτώχεια,παρακμή και πόλε­μοι τριγύρω
όλα ανά­κα­τα και σε σει­ρά πάσχι­ζε να τα βάλει
με σπου­δές και μόρ­φω­ση καθώς ήταν μπολιασμένο.
Και το κακό ξηγή­θη­κε μες στην συνεί­δη­σή του
εκμε­τάλ­λευ­ση το συμπέ­ρα­σμα που του έβγα­ζε η σκέψη.
Νοσο­κο­μεία ρημα­διό με άδι­κους θανάτους
γέλια κρυμ­μέ­να σε σαγό­νια που τα βάραι­νε το χρήμα
κι ένας λαός και μία Γη,άφραγκη πλειοψηφία.
Βού­λια­ζε η ανθρω­πιά μα στον αφρό η αυταπάτη
πάρ­τι διοργάνωνε,τι κι αν οι φτω­χοί πεθαίναν
μέσα δήθεν ενη­μέ­ρω­σης βαστά­γα­νε καλά το ίσο.
Όμορ­φο ετού­το το παι­δί που πήρε το πτυχίο
τάχα τι να έφται­ξε και ψάχνει φαγη­τό στους κάδους
και γραμ­μή για την κλι­νι­κή δεν μπό­ρε­σε να πιάσει.
Ένας ιός το έκλει­σε με το στα­νιό στο σπίτι
πάνω που χλι­μί­ντρι­ζε η νιό­τη του για της Ζωής το γιούργια
και τώρα βλέ­πει συνα­δέλ­φους του απ’το γυα­λί να κλαίνε
που αντί για υγεία έχου­νε από­λυ­ση στο πέτο.
Κορω­νο­ϊ­ός βαφτί­στη­κε η υπο­κρι­σία μες στην πλάση
μα εξα­πα­τή­σεις και δίκαιες φωνές δεί­ξα­νε και πάλι την αλήθεια
πως το ίδιο από χρό­νια έχει όνομα,Καπιταλισμό το λένε.
Και τότε ο νέος συνει­δη­τά έγι­νε επαναστάτης
την εκμε­τάλ­λευ­ση του ανθρώ­που από άνθρω­πο να την καταργήσει.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο