Πρωϊνό ηλιόλουστο,σε πίστεψε βαθιά
μία καρδιά μεγάλη που ‘χε φτέρα αντί για χέρια
και πέταγε και βούταγε στην άπλα των πελάγων
νερό να πιει και μάλαμα το μάτι να χορτάσει.
Μα σαν εξάπλωνε το βράδυ στ’ ουρανού το παραθύρι
η αλήθεια στα όνειρα του,του άνοιγε την πόρτα.
Και εικόνες πέρναγανε μέσα στο μυαλό του
που την ημέρα συλλογιότανε σαν τι να ‘θέλαν να του πούνε.
Φτώχεια,παρακμή και πόλεμοι τριγύρω
όλα ανάκατα και σε σειρά πάσχιζε να τα βάλει
με σπουδές και μόρφωση καθώς ήταν μπολιασμένο.
Και το κακό ξηγήθηκε μες στην συνείδησή του
εκμετάλλευση το συμπέρασμα που του έβγαζε η σκέψη.
Νοσοκομεία ρημαδιό με άδικους θανάτους
γέλια κρυμμένα σε σαγόνια που τα βάραινε το χρήμα
κι ένας λαός και μία Γη,άφραγκη πλειοψηφία.
Βούλιαζε η ανθρωπιά μα στον αφρό η αυταπάτη
πάρτι διοργάνωνε,τι κι αν οι φτωχοί πεθαίναν
μέσα δήθεν ενημέρωσης βαστάγανε καλά το ίσο.
Όμορφο ετούτο το παιδί που πήρε το πτυχίο
τάχα τι να έφταιξε και ψάχνει φαγητό στους κάδους
και γραμμή για την κλινική δεν μπόρεσε να πιάσει.
Ένας ιός το έκλεισε με το στανιό στο σπίτι
πάνω που χλιμίντριζε η νιότη του για της Ζωής το γιούργια
και τώρα βλέπει συναδέλφους του απ’το γυαλί να κλαίνε
που αντί για υγεία έχουνε απόλυση στο πέτο.
Κορωνοϊός βαφτίστηκε η υποκρισία μες στην πλάση
μα εξαπατήσεις και δίκαιες φωνές δείξανε και πάλι την αλήθεια
πως το ίδιο από χρόνια έχει όνομα,Καπιταλισμό το λένε.
Και τότε ο νέος συνειδητά έγινε επαναστάτης
την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο να την καταργήσει.