Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όταν ο Jean-Paul Sartre αρνήθηκε το Νόμπελ…

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας // 

Ήταν 22 Οκτώ­βρη 1964 όταν ο Jean-Paul Sartre αρνή­θη­κε να παρα­λά­βει το βρα­βείο Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας για το έργο του που ήταν “πλού­σιο σε ιδέ­ες, με πνεύ­μα ελευ­θε­ρί­ας και ανα­ζή­τη­ση της αλήθειας”.

Σε πρω­το­σέ­λι­δο ρεπορ­τάζ της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (23/10) δια­βά­ζου­με: « Ο Σατρ επλη­ρο­φο­ρή­θη την είδη­σιν της βρα­βεύ­σε­ως του ενώ εγευ­μά­τι­ζε μετά της κ. Σιμόν ντε Μπω­βουάρ εις μικρόν εστια­τό­ριον των Παρι­σί­ων. Οι πελά­ται του εστια­το­ρί­ου δεν αντε­λή­φθη­σαν ότι είχον πλη­σί­ον των τον βρα­βευ­θέ­ντα με το βρα­βείο Νόμπελ, ο οποί­ος δεν εξε­δή­λω­σεν ούτε έκπλη­ξιν ούτε συγκί­νη­σιν. Ο Σατρ εδή­λω­σεν ότι προς το παρόν ουδέν έχει να είπη, συνέ­χι­σε την συνο­μι­λί­αν του μετά της κ. Σιμόν ντε Μπω­βουάρ και ήνα­ψε σιγαρ­ρέ­τον ανα­μέ­νων τον τυρόν.»

Σε πρω­το­σέ­λι­δο της «ΕΛΕΥΕΘΕΡΙΑΣ» (24/10) διαβάζουμε:

«Δεν θέλω να γίνω ένας «θεσμός». Δεν θέλω να γίνω…Νόμπελ. Θέλω να παρα­μεί­νω Jean-Paul Sartre». Μάλι­στα σε δήλω­ση του στην εφη­με­ρί­δα της Στοκ­χόλ­μης «Ντά­γκενς Νίε­τερ» προ­σθέ­τει ότι «βεβαί­ως απορ­ρί­πτω τας 273.000 κορώ­νας (1.576.000 δρχ.) επει­δή δεν επι­θυ­μώ να κατα­στώ θεσμός τόσον εις την Ανα­το­λήν όσον και εις την Δύσιν. Εις ουδέ­να δύνα­ται να ζητη­θή να απο­ρί­ψη τας αρχάς του, αλλά τις δια­μοι­ρά­ζε­ται με τους άλλους συντρό­φους του δια 273.000 κορώ­νας. Δια τον λόγον αυτόν κατέ­στη εις εμέ δύσκο­λον να λάβω το βρα­βεί­ον και θα το αρνηθώ».

Και συνε­χί­ζει το σχε­τι­κό ρεπορ­τάζ: Εξ’ άλλου εις Παρι­σί­ους ο κ. Σατρ εδή­λω­σε χθες προς Σου­η­δόν δημο­σιο­γρά­φον ότι πάντο­τε ηρνεί­το τας επι­σή­μους δικα­ρί­σεις και ότι λυπεί­ται πολύ διό­τι η όλη υπό­θε­σις έλα­βε την μορ­φήν σκαν­δά­λου, προ­σθέ­σας ότι τού­το εγέ­νε­το διό­τι δεν είχεν επαρ­κώς πλη­φο­ρη­θή περί του τι ακρι­βώς συνέ­βη. «Δεν είναι δι’ εμέ το ίδιον, είπεν ο κ. Σατρ, να υπο­γρά­φω τα έργα μου με το όνο­μά μ ου Ζαν Πωλ Σάτρ ή να υπο­γρά­φω αυτά με το Ζαν Πωλ Σάτρ, βρα­βευ­θείς διά του Βρα­βεί­ου Νόμπελ».

Θεα­τρι­κός συγ­γρα­φέ­ας, μυθι­στο­ριο­γρά­φος, σενα­ριο­γρά­φος, κρι­τι­κός λογο­τε­χνί­ας και πολι­τι­κός ακτι­βι­στής, ο Γάλ­λος Σαρτρ ήταν ένας από τους πρω­τα­γω­νι­στές της γαλ­λι­κής φιλο­σο­φί­ας του 20ου αιώ­να και η κινη­τή­ριος δύνα­μη πίσω από τον υπαρ­ξι­σμό. Όταν οι φήμες άρχι­σαν να κυκλο­φο­ρούν ότι ήταν στην κούρ­σα για το βρα­βείο, ο Σαρτρ έγρα­ψε αμέ­σως στην Σου­η­δι­κή Ακα­δη­μία για να τους ενη­με­ρώ­σει ότι ήθε­λε να απο­συρ­θεί το όνο­μά του από τις υποψηφιότητες.

Αγνο­ώ­ντας ότι δε μπο­ρού­σε να γίνει καμία δια­βού­λευ­ση μετα­ξύ της ακα­δη­μί­ας και των υπο­ψη­φί­ων, ο Σαρτρ τιμή­θη­κε τελι­κά με το Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας στις 22 Οκτω­βρί­ου, ο ίδιος αρνή­θη­κε να το παρα­λά­βει, επι­κα­λού­με­νος προ­σω­πι­κούς και αντι­κει­με­νι­κούς λόγους σε μια δήλω­ση που έκα­νε στο σου­η­δι­κό Τύπο.

Να θυμί­σου­με ακό­μη ότι το 1939, ο Σαρτρ υπη­ρέ­τη­σε στο γαλ­λι­κό στρα­τό ως μετε­ω­ρο­λό­γος, πριν συλ­λη­φθεί από τα γερ­μα­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα το 1940. Πέρα­σε εννέα μήνες, ως αιχ­μά­λω­τος πολέ­μου και το 1945, όταν του προ­σφέρ­θη­κε το ύψι­στο βρα­βείο, να γίνει δηλα­δή μέλος της λεγε­ώ­νας της τιμής (Légion d’ honneur), αρνήθηκε.

vivlio mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο