Γράφει ο Πάνος Αλεπλιώτης //
Η Ναζιστική εποχή της Γερμανίας ήταν ένα από τα μελανότερα κεφάλαια στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ευτυχώς για την ανθρωπότητα, “Τα χίλια χρόνια Ράιχ” του Χίτλερ διήρκεσαν μόνο δώδεκα χρόνια πριν σαρωθούν από τον Κόκκινο Στρατό. Και τότε η Γερμανία ήταν μια από τις κορυφαίες οικονομίες του κόσμου, πράγμα που σήμαινε ότι πολλές εταιρείες – κάποιες από αυτές είναι ακμάζουσες και σήμερα – ήταν περισσότερο από ευτυχείς να κάνουν “δουλειές” με τους Ναζί. Ήταν οι Huggo Boss, IBM, Κodak, Ζήμενς, Fanta!!!!, Assosient Press!, BMW, Foklsvangen, Bayern και Ford. Εξαιρούμε από αυτή την αφήγηση τις πολεμικές βιομηχανίες που ήταν οι μεγάλοι κερδισμένοι της εποχής των Ναζί για να ασχοληθούμε μόνο με τις μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις. Θα κάνουμε μόνο μια μικρή ιστορική παρένθεση και για τους υπόλοιπους Γερμανούς επιχειρηματίες, για το πως και γιατί δίνεται ένα χρίσμα ..
Η πρόταση να σχηματίσει ο Χίτλερ τον Γενάρη του 33 κυβέρνηση εγκρίθηκε από τους εκπροσώπους της βαριάς βιομηχανίας, του εμπορίου και των μεγάλων τραπεζών. Έτσι στις 20 Φεβρουαρίου του 1933 στο Βερολίνο μία εβδομάδα πριν τον εμπρησμό του Ραιχστάγκ και δύο εβδομάδες πριν τις εκλογές τρομοκρατίας στις 5 Μάρτη συνάντησαν τον Χίτλερ οι Hjalmar Schacht, Albert Vögler, Friedrich Flick, Krupp von Bohlen, Georg von Schnitzler, Carl Bosch, Hugo Boss και άλλοι πολλοί που οι απόγονοί τους ακόμη κυριαρχούν. Ο Χίτλερ τους ανέλυσε πως ο στόχος του ήταν να κυριαρχήσει απολυταρχικά στην Επικράτεια, να συντρίψει τον κοινοβουλευτισμό, να διαλύσει με την βία κάθε μορφή αντιπολίτευσης και να ξαναδημιουργήσει τον Στρατό που δεν επιτρεπόταν από τις συνθήκες του Α’ Παγκοσμίου. Καθησυχασμένοι από τις δηλώσεις και βλέποντας μπροστά τους να απλώνονται τα κέρδη από την πολεμική βιομηχανία έκαναν ένα μικρό έρανο με στόχο τα 3 εκατομμύρια μάρκα για να ενισχύσουν τον ηγέτη στις εκλογές. Μαζεύτηκαν τελικά 7 εκατομμύρια. Ακόμη κι αν κάποιοι δεν ήθελαν τον Χίτλερ σαν πρόσωπο η προοπτική του κέρδους ξεπέρασε την αριστοκρατική τους ανατροφή. Αμείφθηκαν με το παραπάνω.
Hugo Boss
Αρχίζουμε με την Hugo Boss. Σήμερα, η Hugo Boss είναι μια παγκοσμίως γνωστή μάρκα ρούχων πολυτελείας, η οποία φημίζεται για τις φανταχτερές της γραβάτες και τα κλασικά κουστούμια αλλά και άλλα ρούχα και αρώματα, με περίπου 1100 ιδιόκτητα καταστήματα σε όλο τον κόσμο με στοιχεία του 2016. Υπήρξε μια εποχή που κάποιος Γιάπις ( yuppie) δεν ήταν “cool” εάν δεν είχε στην γκαρνταρόμπα του Hugo Boss πουκάμισα, κοστούμια, κάλτσες, γυαλιά ηλίου, κολόνια και σανδάλια. Λιγότερη «cool» είναι η ιστορία του ιδρυτή της εταιρείας, του σχεδιαστή μόδας Hugo Ferdinand Boss (1885–1948). Ήταν ενθουσιώδης Ναζί που αφιέρωσε το ταλέντο του να κάνει τα τσιράκια του Χίτλερ να φαίνονται όσο το δυνατόν περισσότερο στιλάτα. Η Boss ιδρύθηκε σαν μια οικογενειακή επιχείρηση με εργοστάσιο ρούχων το 1923 και μια από τις πρώτες μεγάλες συμβάσεις που πήρε ήταν η παροχή στολών εφόδου στα Τάγματα Εφόδου, SA, του ναζιστικού κόμματος τα περιβόητα“Καφέ πουκάμισα”. Ο Boss εντάχθηκε τελικά στο Ναζιστικό κόμμα και όταν οι Ναζί άρπαξαν την εξουσία το 1933, σαν ενεργό μέλος του κόμματος, χρηματοδότης του Χίτλερ και ένθερμος υποστηρικτής της πολιτικής του, ήταν μέσα στα πράγματα και κοντά στις αποφάσεις όταν το νέο καθεστώς άρχισε την ανάθεση συμβάσεων σε ρούχα και στολές. Έτσι η εταιρεία παρήγαγε, εκτός από τις στολές για τα Καφέ Πουκάμισα , τα μαύρα ρούχα των SS και τις μαύρες-και-καφέ στολές της νεολαίας του Χίτλερ.
Η παραγωγή συνεχίστηκε και επεκτάθηκε κατά τη διάρκεια του β ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τότε, ο Hugo Boss ανέλαβε να εξοπλίσει με στολές τα Ες Ες , τους SA, την νεολαία του Χίτλερ, τους εργαζόμενους στους γερμανικούς σιδηρόδρομους, τους ταχυδρομικούς υπαλλήλους, καθώς και στο Γερμανικό Στρατό, το Ναυτικό, και την αεροπορία. Όσο η πολεμική σύγκρουση μαινόταν, ο Hugo Boss χρησιμοποίησε στο εργοστάσιό του, σαν σκλάβους, εκατοντάδες εργάτες που είχαν συλληφθεί από τους Ναζί και ήταν στον δρόμο για τα Στρατόπεδα συγγέντρωσης, κυρίως από την Πολωνία και την Γαλλία, για να καλύψει την αυξημένη παραγωγή.
Για τους εργάτες-σκλάβους οι συνθήκες εργασίας ήταν φοβερές. Τρέφονταν ανεπαρκώς, είχαν ανεπαρκή ιατρική φροντίδα και ζούσαν σε άθλιους στρατώνες γεμάτους με ψείρες και ψύλλους. Κατά τη διάρκεια αεροπορικών επιδρομών, δεν τους επιτρεπόταν να πηγαίνουν στα καταφύγια, αλλά έπρεπε να παραμείνουν στο εργοστάσιο. Εκείνοι που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν στέλνονταν σε ακόμη πιο φοβερά μέρη, όταν συλλαμβανόταν, όπως το Άουσβιτς.
Μετά τον πόλεμο, κατά τη διαδικασία του Απο-ναζισμού, ο Hugo Boss τιμωρήθηκε με βαριά πρόστιμα, του επιβλήθηκε στέρηση των δικαιωμάτων ψήφου και του απαγορεύτηκε να έχει ο ίδιος επιχείρηση. Άσκησε έφεση, και κατάφερε να μειωθούν τις κυρώσεις, αλλά η απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος παρέμεινε. Έτσι μετέφερε την ιδιοκτησία και τη διαχείριση της εταιρείας στον γαμπρό του. Το όνομα της φίρμας παρέμεινε όμως το ίδιο. Έτσι επί χρόνια η εταιρεία Hugo Boss, δικαιολογημένα, δεν ήταν πρόθυμη να γιορτάζει τον ιδρυτή της ή να αναφέρεται στην ιστορία της. Το 1999, η εταιρεία τελικά συμφώνησε να συνεισφέρει σε ένα ταμείο για την αποζημίωση των σκλάβων-εργαζομένων. Η αφήγηση θα συνεχιστεί και με τις άλλες εταιρίες που επένδυσαν στον φασισμό και θησαύρισαν πάνω στα πτώματα και στην δυστυχία εκατομμυρίων ανθρώπων.
________________________________________________________________________________________________
Πάνος Αλεπλιώτης Δημοτικός σύμβουλος Πυλαίας Θεσσαλονίκης 87/90 και 99/2002. Αντιδήμαρχος Πυλαίας από το 1987 έως και το 1990 και από το 1999 έως και το 2000. Εργάστηκε σαν γεωλόγος, περιβαλλοντολόγος και χωροτάκτης στην Ελλάδα και στην Σουηδία