Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

130 χρόνια από τη γέννηση του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

Στις 19 Ιου­λί­ου 1893 γεν­νιέ­ται ο Σοβιε­τι­κός ποι­η­τής και καλ­λι­τέ­χνης Βλα­ντι­μίρ Μαγια­κόφ­σκι, μέλος του Κόμ­μα­τος των Μπολ­σε­βί­κων από το 1908.

Η λογο­τε­χνι­κή του δρά­ση άρχι­σε από τα χρό­νια της Επα­νά­στα­σης. Στους στί­χους του εκφρά­ζε­ται το μίσος του για τους εμπό­ρους του πολέ­μου, η έντο­νη δια­μαρ­τυ­ρία του ενά­ντια στη βία.

Από τις πρώ­τες μέρες της επα­νά­στα­σης του 1917 ο Μαγια­κόφ­σκι βρέ­θη­κε ανά­με­σα στους λογο­τέ­χνες που έγρα­ψαν με προ­λε­τα­ρια­κό περιε­χό­με­νο. Η επα­νά­στα­ση θα τον συνε­πά­ρει: «Αυτή είναι η δική μου επα­νά­στα­ση. Πήγα στο Σμόλ­νι. Δού­λε­ψα. Έκα­να κάθε είδους δου­λειά». Σε αυτή την περί­ο­δο ανή­κει «το κόκ­κι­νο διαβατήριο».

Από 1919 έως το 1924 εργά­ζε­ται στα Παρά­θυ­ρα του Τηλε­γρα­φι­κού Πρα­κτο­ρεί­ου Ρωσί­ας (ΡΟΣΤΑ) εκλαϊ­κεύ­ο­ντας με καλ­λι­τε­χνι­κό τρό­πο τους σκο­πούς της επα­νά­στα­σης. Βρί­σκε­ται στην ακμή της δημιουρ­γί­ας του. Σημα­ντι­κά έργα έγρα­ψε ο Μαγια­κόφ­σκι από την περί­ο­δο του εμφυ­λί­ου πολέ­μου όπως το ποί­η­μα «150.000.000». Μεγά­λο ρόλο στη δημιουρ­γία του Μαγια­κόφ­σκι έπαι­ξε η δου­λειά του στις εφη­με­ρί­δες «Ισβέ­στια» και «Κομ­σο­μόλ­σκα­για Πρά­βδα» από το 1922–1929. Έγρα­ψε πολ­λά σατι­ρι­κά ποι­ή­μα­τα και έμμε­τρες πολι­τι­κές επιφυλλίδες.

Στο έργο του ποι­η­τή τερά­στιο μέρος κατα­λα­μνά­νουν θέμα­τα παρ­μέ­να από τις μάχες την περί­ο­δο της επα­νά­στα­σης και την σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση. Σε τέτοια θέμα­τα είναι αφιε­ρω­μέ­να τα ποι­ή­μα­τα «Βλα­ντί­μιρ Ιλίτς Λένιν» που γρά­φτη­κε το 1924 και το «Καλά» στα 1927. Η «Ωδή στην Επα­νά­στα­ση» και το «Αρι­στε­ρό Εμβατήριο».

Ζωντα­νός σαν πρώτα
Μας καλεί ο Λένιν:
Προλετάριοι
Στη μάχη συνταχτείτε
Τη στερνή!
Στυλώστε
Οι δού­λοι τις πλάτες
Ορθοί οι γονατισμένοι!
Των προλετάριων
Η στρατιά,

Παρα­τά­ξου εμπρός!
Αυτός είν’ ο πόλεμος
Στα αλήθεια
Ο πιο τρανός
Απ’ όσους γνώ­ρι­σε η ιστορία.

Στα τελευ­ταία χρό­νια της ζωής του ο Μαγια­κόφ­σκι έστρε­ψε την προ­σο­χή του στη δρα­μα­τουρ­γία. Εκτός από κινη­μα­το­γρα­φι­κά σενά­ρια, έγρα­ψε τα δρά­μα­τα «Κλοπ» και «Βάνια».
Όλη του την ποι­η­τι­κή δημιουρ­γία ο Μαγια­κόφ­σκι την εκθέ­τει ο ίδιος λίγο πριν από το θάνα­τό του στον πρό­λο­γο του ποι­ή­μα­τος «Μ’ όλη τη φωνή».

Η ποί­η­ση του Μαγια­κόφ­σκι, το θέα­τρο («Μυστή­ριο Μπουφ», «Ο κοριός» που ανέ­βη­κε από τον Μέγερ­χολντ σε μου­σι­κή Σοστα­κό­βιτς), η σάτι­ρά του, αγγί­ζουν τον επα­να­στα­τη­μέ­νο λαό, που τοπο­θε­τεί τον Μαγια­κόφ­σκι στο υψη­λό­τε­ρο βάθρο της συνεί­δη­σής του.

Ο Μαγια­κόφ­σκι κατα­γρά­φε­ται στη συνεί­δη­ση των ανθρώ­πων ως ο ποι­η­τής που ορα­μα­τί­στη­κε και περιέ­γρα­ψε όσο λίγοι το φωτει­νό μέλ­λον της ανθρω­πό­τη­τας. Σίγου­ρα, το αστρα­πο­βό­λο έργο του Μαγια­κόφ­σκι είναι μια από τις πρό­νοιες που φρο­ντί­ζει να κρα­τά η Ιστο­ρία για τις μεγά­λες στιγ­μές της.

Με τα σπου­δαία ανθρώ­πι­να γνω­ρί­σμα­τα της ποί­η­σής του δια­σφα­λί­ζε­ται η δια­χρο­νι­κό­τη­τά της, η αθα­να­σία της.

vladimir mayakovsky

Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, Ξελασπώστε το μέλλον

Το μέλ­λον δε θα ‘ρθει
από μονά­χο του, έτσι νέτο σκέτο,
αν δεν πάρου­με μέτρα
κι εμείς.

Από τα βράγ­χια, κομ­σο­μό­λε, άρπα­ξε το!
Απ’ την ουρά του, πιο­νιέ­ροι, εσείς.

Η κομ­μού­να
δεν είναι μια βασι­λο­πού­λα του παρα­μυ­θιού, που λες,
για να την ονειρεύεσαι
τις νυχτιές.

Μέτρη­σε,
καλοσκέψου,
σημάδεψε –
και τρά­βα, βήμα­τα τα βήματα,
έστω και πάνω σε μικροζητήματα.

Δεν είναι μόνον
ο κομμουνισμός
στη γη,
στα κάθι­δρα εργο­στά­σια εκείνα.

Είναι και μέσ’ στο σπίτι,
στο τρα­πε­ζά­κι μπρος,
στις σχέσεις,
στη φαμίλια,
στην καθη­με­ρι­νή ρουτίνα.

Εκεί­νος κει,
που ολημερίς
τρι­ζο­βο­λά­ει βλαστήμιες
σαν κάρο κακογρασωμένο
εκεί­νος που,
σαν ολο­λύ­ζει η μπαλαλάικα,
χλω­μιά­ζει ευθύς,
αυτός
το μπόι του μέλλοντος
δεν το ‘χει φτασμένο.

Πόλε­μος
δεν είναι μόνο, όπως θαρ­ρείς εσύ,
να λες ναι, ναι,
στα μέτωπα
με βολές πολυβόλου.

Της φαμί­λιας,
του σπιτικού,
η επίθεση,
για μας μικρό­τε­ρη απειλή
δεν είναι διόλου.

Εκεί­νος που υποτάχτηκε
στην πίε­ση της φαμίλιας,
κοιμάται
μέσ’ στη μακαριότητα
ρόδων φτιαγ­μέ­νων με χαρτί, -
αυτός δεν έφτα­σε το μπόι
της προσήλιας,
της δυνα­τής ζωής εκείνης
που θα ‘ρτει.

Σαν τη φλοκάτα
και το χρό­νο επίσης,
ο σκό­ρος της καθημερινότητας
τον κατα­τρώ­ει στιγ­μή στιγμή.

Το μει­νε­σμέ­νο ρούχο
των ημε­ρών μας για ν’ αερίσεις,
ε, κομ­σο­μό­λε, τίνα­ξε το εσύ.

μτφρ. Γιάν­νης Ρίτσος (1909–1990)

Βλα­ντί­μιρ Μαγια­κόφ­σκι: «Ωδή στην Επανάσταση»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο