Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

“3.000 νύχτες ‑Παλαιστίνη” _στην Καισαριανή

Η οργά­νω­ση συντα­ξιού­χων της πόλης, μαζί με την τοπι­κή ΟΓΕ, στα πλαί­σια του αγώ­να στο πλάι του λαού της Παλαι­στί­νης _με τη σωστή πλευ­ρά της ιστο­ρί­ας, αλλά και της 8ης Μάρ­τη –παγκό­σμια μέρας της γυναί­κας διορ­γά­νω­σαν μια επι­τυ­χη­μέ­νη εκδή­λω­ση στην αίθου­σα πολ­λα­πλών εκδη­λώ­σε­ων της δημαρ­χεί­ου Και­σα­ρια­νής _θυμίζουμε σσ. πως πλέ­ον έχου­με εκεί δήμαρ­χο της ΛαΣυ τον κομ­μου­νι­στή Ηλία Στα­μέ­λο. Μέσα σε αγω­νι­στι­κό κλί­μα μίλη­σαν, εκ μέρους των συντα­ξιού­χων η επι­κε­φα­λής Δώρα Βαγε­νά και επό την ΟΓΕ Και­σα­ρια­νής η Άννα Γκαρ­τζο­πού­λου. Στη συνέ­χεια προ­βλή­θη­κε η πολυ­βρα­βευ­μέ­νη ται­νία  “3.000 νύχτες”

(3000 Layla) ΟΓΕ Καισαριανής _3.000 νύχτες ‑Παλαιστίνη

(παρου­σί­α­ση των διοργανωτών)
Η Λαγιάλ Ασφούρ, νεα­ρή δασκά­λα σε σχο­λείο της Παλαι­στί­νης, συλ­λαμ­βά­νε­ται από τους Ισραη­λι­νούς με την κατη­γο­ρία δήθεν υπό­θαλ­ψης νεα­ρού Παλαι­στί­νιου χαρα­κτη­ρι­σμέ­νου ως “τρο­μο­κρά­τη”, και οδη­γεί­ται βίαια και με συνο­πτι­κές δια­δι­κα­σί­ες σε ισραη­λι­νή φυλα­κή. Η απο­κά­λυ­ψη της εγκυ­μο­σύ­νης της δεν πτο­εί στο ελά­χι­στο τους διώ­κτες της. Η Λαγιάλ θα  γεν­νή­σει στη φυλα­κή, όπου και θα ζήσει στο πλάι της ο Νουρ για 24 μήνες. Οι Ισραη­λι­νοί απο­σπά­σουν βίαια το αγο­ρά­κι από τη μητέ­ρα του μόλις κλεί­σει τα δύο, ενώ η Λαγιάλ θα συνε­χί­σει ν’ αντι­στέ­κε­ται πίσω απ’ τα σίδε­ρα από κοι­νού με τις συμπα­τριώ­τισ­σες συγκρα­τού­με­νές της. Το νέο, χωρίς προη­γού­με­νο στην ιστο­ρία, έγκλη­μα των Ισραη­λι­νών στη Γάζα, ο βομ­βαρ­δι­σμός του αρα­βι­κού νοσο­κο­μεί­ου Al_Ahli με 500 νεκρούς, καθι­στά τού­τη την ται­νία που απο­τέ­λε­σε και το ντε­μπού­το της Παλαι­στί­νιας σκη­νο­θέ­τι­δας Μάι Μάσ­ρι στη μεγά­λη οθό­νη, κάτι παρα­πά­νω από επί­και­ρη, όχι μόνο για συμ­βο­λι­κούς λόγους.

«Απη­χεί αυτά που συμ­βαί­νει σήμε­ρα στη Γάζα, […] και το θέμα των παι­διών και των προ­σφύ­γων όπως επί­σης και της νέας γενιάς που δεν ξεχνούν την Παλαι­στί­νη, είναι πολύ δυνα­τό. Παρα­μέ­νουν σαν μέρος της συλ­λο­γι­κής μνή­μης, της δια­τή­ρη­σης της μνή­μης, και της κατα­γρα­φής της ιστο­ρί­ας που δεν έχει γρα­φτεί», λέει η ίδια η Μάσ­ρι, ανα­φε­ρό­με­νη στην επι­λο­γή του θέμα­τός της. Η συν­θή­κη που προ­σεγ­γί­ζει είναι αυτή μιας ακραί­ας βαρ­βα­ρό­τη­τας από την πλευ­ρά των διω­κτών, της αήθους βίας ενός κρά­τους-τρο­μο­κρά­τη, και από την άλλη, της αντί­στα­σης αδά­μα­στων αντρών και γυναι­κών, που με τις πρά­ξεις, τις αντι­δρά­σεις, τη συλ­λο­γι­κή στά­ση τους απέ­να­ντι στους Ισραη­λι­νούς κατα­πιε­στές τους, δηλώ­νουν κάθε στιγ­μή το πνεύ­μα στο οποίο υπο­κλί­νε­ται η σύμπα­σα ανθρω­πό­τη­τα: «Πεθαί­νου­με αλλά δεν γονα­τί­ζου­με».

Η Μάσ­ρι περι­γρά­φει αυτήν τη συν­θή­κη με ντο­κου­με­ντα­ρί­στι­κο ρεα­λι­σμό, όπου η αντί­θε­ση ανά­με­σα στη φασί­ζου­σα νοο­τρο­πία των Ισραη­λι­νών δεσμο­φυ­λά­κων και την περη­φά­νια των έγκλει­στων Παλαι­στι­νί­ων γυναι­κών απη­χεί­ται απ’ την αρχή ως το τέλος της φορ­τι­σμέ­νης αφή­γη­σής της, τη δια­σπά περι­στα­σια­κά με έξο­χες ονει­ρι­κές πινε­λιές: η σκη­νή όπου το ξύλι­νο που­λά­κι που ανα­παύ­ε­ται στην παλά­μη του κοι­μι­σμέ­νου στο κελί αγο­ριού ζωντα­νεύ­ει και πετά μακριά, συμ­βο­λι­κή αντα­νά­κλα­ση του “πετάγ­μα­τος” του λαού προς την ελευ­θε­ρία, κυριεύ­ει την καρ­διά κι αιχ­μα­λω­τί­ζει τις αισθή­σεις. Επι­λέ­γει παράλ­λη­λα να φωτί­σει χωρίς κραυ­γα­λέ­ες αιχ­μές την αλλη­λεγ­γύη που συνέ­χει τον λαό της και την ανθρω­πιά που καλ­λιερ­γεί­ται σχε­δόν αντα­να­κλα­στι­κά. Τον Νουρ αγκα­λιά­ζει προ­στα­τευ­τι­κά η στορ­γή όλων των “αδερ­φά­δων” συγκρα­του­μέ­νων της μητέ­ρας του, γίνε­ται το παι­δί ολο­νών. Μια ακό­μα σκη­νή που εγγρά­φε­ται ανε­ξί­τη­λα στη μνή­μη του θεα­τή: Αυτή όπου οι Παλαι­στί­νιοι άντρες κρα­τού­με­νοι δηλώ­νουν τη συμπα­ρά­στα­σή τους στις συντρό­φισ­σές τους απερ­γούς πεί­νας, σηκώ­νο­ντας κάτω απ’ το φρά­χτη τις γρο­θιές τους. «Με το αίμα μας και την ψυχή μας σε λυτρώ­νου­με, Παλαι­στί­νη

Η ίδια η Μάσ­ρι, από τους πρώ­τους Παλαι­στί­νιους κινη­μα­το­γρα­φι­στές που κατέ­γρα­φε τη ζωή στην Παλαι­στί­νη υπό ισραη­λι­νή κατο­χή και τον εμφύ­λιο πόλε­μο στο Λίβα­νο, είναι απο­κα­λυ­πτι­κή στις συνε­ντεύ­ξεις της: «Κύρια έμπνευ­ση για το “3000 Νύχτες” υπήρ­ξε η πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία μιας νεα­ρής Παλαι­στί­νιας που γέν­νη­σε το παι­δί της σε ισραη­λι­νή φυλα­κή. Έχο­ντας μόλις γίνει μητέ­ρα και η ίδια, θέλη­σα να κατα­νο­ή­σω τι σημαί­νει να φέρ­νεις στον κόσμο ένα παι­δί “αλυ­σο­δε­μέ­νο” και να το μεγα­λώ­νεις πίσω απ’ τα σίδε­ρα.[…]

Θέλη­σα να δώσω μια τρα­χιά ντο­κου­με­ντα­ρί­στι­κη χροιά που θα αντι­στοι­χού­σε με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα την οποία κατέ­γρα­φε και θα της προ­σέ­δι­νε μια δια­κρι­τή οπτι­κή και αισθη­τι­κή μορ­φή. […] Η εμπει­ρία της φυλα­κής κρού­ει μια δυνα­τή χορ­δή στην ψυχή των Παλαι­στι­νί­ων, καθώς συνι­στά μια εξαι­ρε­τι­κά ευρεία συλ­λο­γι­κή εμπει­ρία. […] Πάνω από 800.000 άντρες, γυναί­κες και παι­διά έχουν φυλα­κι­στεί από το 1967 — 20% περί­που του πλη­θυ­σμού στις κατε­χό­με­νες περιο­χές. Εκα­το­ντά­δες παι­διά, κάποια τόσο μικρά όπως 12 χρο­νών, έχουν συλ­λη­φθεί από το ξεκί­νη­μα του ξεση­κω­μού του ντό­πιου πλη­θυ­σμού, χώρια όσους έχουν σκο­τω­θεί ή τραυ­μα­τι­στεί. Η εμπει­ρία της φυλα­κής βιώ­νε­ται βαθιά από τους Παλαι­στί­νιους, όχι μόνο σε φυσι­κό επί­πε­δο αλλά και σε ψυχο­λο­γι­κό. Ο περιο­ρι­σμός, τα όρια, τα τεί­χη, είναι μέρος της καθη­με­ρι­νό­τη­τάς τους. Σκαν­δα­λώ­δες παρά­δειγ­μα η Γάζα, που θεω­ρεί­ται η μεγα­λύ­τε­ρη ανοι­χτή φυλα­κή στον κόσμο. […] Από τη 10ετία του ’70, πάμπολ­λες Παλαι­στί­νιες μητέ­ρες έφε­ραν στον κόσμο τα παι­διά τους φορώ­ντας χει­ρο­πέ­δες κι αλυ­σο­δε­μέ­νες στα κρε­βά­τια τους. Γνώ­ρι­σα κάποια απ’ αυτά τα παι­διά. […] Η γέν­νη­σή τους συνι­στά ισχυ­ρή μαρ­τυ­ρία ελπί­δας. […] Σ’ ό,τι αφο­ρά εμέ­να το χρέ­ος που νιώ­θω είναι να δώσω φωνή σ’ αυτούς που τη στε­ρού­νται, να παρου­σιά­σω μ’ έναν αισθη­τι­κά άρτιο τρό­πο τα πολι­τι­κά και κοι­νω­νι­κά προ­βλή­μα­τα των Παλαι­στι­νί­ων. […] Έχου­με την υπο­χρέ­ω­ση να δια­τη­ρή­σου­με τη μνή­μη ζωντα­νή, να προ­ά­γου­με τις πολι­τι­κές συζη­τή­σεις και αντι­πα­ρα­θέ­σεις μετα­ξύ των ανθρώ­πων, αξιο­ποιώ­ντας την παγκό­σμια γλώσ­σα του κινη­μα­το­γρά­φου κι επί­σης να εμπνεύ­σου­με τους ανθρώ­πους. Αυτός είναι ο ρόλος μας κι είναι μεγάλος.

 

24 διε­θνείς βρα­βεύ­σεις 🎥  γι’ αυτήν την αξιο­θαύ­μα­στη από κάθε άπο­ψη κινη­μα­το­γρα­φι­κή κατά­θε­ση, φάρο της ανθρώ­πι­νης αξιο­πρέ­πειας και του συλ­λο­γι­κού είναι. 

Ατέχνως infoΚάποιες ακό­μη πληροφορίες
Το 3.000 Nights _3.000 νύχτες είναι ται­νία του 2015 διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής σε σκη­νο­θε­σία _όπως ήδη ανα­φέρ­θη­κε Μάι Μάσ­ρι. Προ­βλή­θη­κε στο τμή­μα Σύγ­χρο­νος Παγκό­σμιος Κινη­μα­το­γρά­φος του Διε­θνούς Φεστι­βάλ Κινη­μα­το­γρά­φου του Τορό­ντο (2015) και επι­λέ­χθη­κε ως η ιορ­δα­νι­κή συμ­με­το­χή (σσ. αφού για τον ξεφτι­σμέ­νο θεσμό των όσκαρ παλαι­στι­νια­κό κρά­τος δεν υπάρ­χει) για την Καλύ­τε­ρη Ξενό­γλωσ­ση Ται­νία στα 89α Όσκαρ αλλά (φυσι­κά _βλ. ΗΠΑ ΝΑΤΟ _ΕΕ κλπ “πρό­θυ­μοι”) δεν προτάθηκε.

Η νεα­ρή δασκά­λα Layal ζει με τον σύζυ­γό της, Farid, στην κατε­χό­με­νη Nablus της Δυτι­κής Όχθης της Παλαι­στί­νης. Ετοι­μά­ζο­νται να φύγουν για τον Κανα­δά σε ανα­ζή­τη­ση μιας νέας ζωής, όταν Layal συλ­λαμ­βά­νε­ται και κατη­γο­ρεί­ται ψευ­δώς ότι βοή­θη­σε ένα έφη­βο αγό­ρι που είναι ύπο­πτο “τρο­μο­κρα­τί­ας” (επί­θε­ση σε στρα­τιω­τι­κό σημείο ελέγ­χου). Όταν αρνεί­ται να κατα­θέ­σει ενα­ντί­ον του αγο­ριού στο δικα­στή­ριο, η Layal κατη­γο­ρεί­ται ότι ήταν συνερ­γός και κατα­δι­κά­ζε­ται σε 8 χρό­νια φυλά­κι­ση παρά την ένθερ­μη υπε­ρά­σπι­ση δικη­γό­ρου υπε­ρά­σπι­σης των ανθρω­πί­νων δικαιω­μά­των της.

Μετα­φέ­ρε­ται στη συνέ­χεια σε μια ισραη­λι­νή γυναι­κεία φυλα­κή υψί­στης ασφα­λεί­ας όπου συνα­ντά έναν τρο­μα­κτι­κό κόσμο στον οποίο οι Παλαι­στί­νιοι πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι φυλα­κί­ζο­νται μαζί με ισραη­λι­νούς εγκλη­μα­τί­ες. Αφού έγι­νε μάρ­τυ­ρας μιας άγριας αντι­πα­ρά­θε­σης μετα­ξύ των δύο πλευ­ρών και της επί­θε­σης από μια γυναί­κα τοξι­κο­μα­νή, η Layal ανα­κα­λύ­πτει ότι είναι έγκυος. Ο άντρας της δεν θέλει να κάνει το παι­δί τους στη φυλα­κή και της λέει ότι φεύ­γει για τον Κανα­δά, ενώ ο διευ­θυ­ντής της φυλα­κής, Ruti την πιέ­ζει να κάνει έκτρω­ση και να γίνει σπιού­να του κατα­σκο­πεύ­ο­ντας τους Παλαι­στί­νιους κρα­τού­με­νους. Τραυ­μα­τι­σμέ­νη και προ­δο­μέ­νη, η Layal φτά­νει στον πάτο, αλλά με την υπο­στή­ρι­ξη των γυναι­κών γύρω της, βρί­σκει τη δύνα­μη να υπε­ρα­σπι­στεί τον εαυ­τό της και να παλέ­ψει γι αυτήν και το παι­δί της.

 

Η Layal ετοι­μό­γεν­νη μετα­φέ­ρε­ται αλυ­σο­δε­μέ­νη σε ένα στρα­τιω­τι­κό νοσο­κο­μείο όπου γεν­νά το αγο­ρά­κι της που το ονο­μά­ζει Nour. Καθώς παλεύ­ει να μεγα­λώ­σει τον γιο της πίσω από τα κάγκε­λα, κατα­φέρ­νει να βρει μια αίσθη­ση ελπί­δας και ένα νόη­μα στη ζωή της. Στο ιατρείο στο ανδρι­κό τμή­μα του σωφρο­νι­στι­κού κατα­στή­μα­τος, συνα­ντά τον Ayman, έναν φυλα­κι­σμέ­νο Παλαι­στί­νιο για­τρό που τη βοη­θά να τα βγά­λει πέρα και να βρει ξανά την αγάπη.

Οι συν­θή­κες στις φυλα­κές επι­δει­νώ­νο­νται και οι Παλαι­στί­νιες απο­φα­σί­ζουν να ξεκι­νή­σουν μια μεγά­λη απερ­γία πεί­νας. Ο Ruti προει­δο­ποιεί τη Layal να μην συμ­με­τά­σχει στην απερ­γία και απει­λεί να της πάρει τον Νουρ, την ίδια ώρα ο Rihan, ένας Παλαι­στί­νιος κρα­τού­με­νος _χαφιές που συνερ­γά­ζε­ται κρυ­φά με τις αρχές των φυλα­κών, την προ­τρέ­πει να συνερ­γα­στεί με τον Ruti. Η Layal είναι τρο­μο­κρα­τη­μέ­νη μήπως χάσει τον γιο της, αλλά σε μια στιγ­μή αλή­θειας ξεπερ­νά το φόβο της και συμ­με­τέ­χει στην απερ­γία, ενώ οι φρου­ροί στέλ­νο­νται να της πάρουν το παι­δί με τη βία. Κλεί­νο­νται όλες οι γυναί­κες στα κελιά δημιουρ­γώ­ντας ανθρώ­πι­νο φράγ­μα, ενώ ένο­πλοι στρα­τιώ­τες με μάσκες αερί­ων εισβάλ­λουν στη φυλα­κή ενά­ντια στις γυναί­κες με ρόπα­λα και δακρυ­γό­να. Ο Ayman και οι άνδρες κρα­τού­με­νοι συμ­με­τέ­χουν στην εξέ­γερ­ση στο πλάι των γυναι­κών. Η είδη­ση χτυ­πά τα πρω­το­σέ­λι­δα. Οι γυναί­κες κατα­φέρ­νουν να γίνουν δεκτά κάποια  αιτή­μα­τά τους και αρκε­τοί κρα­τού­με­νοι απε­λευ­θε­ρώ­νο­νται αλλά η Layal δεν είναι ανά­με­σά τους. Είναι κατα­δι­κα­σμέ­νη να εκτί­σει ολό­κλη­ρη τη φυλά­κι­σή της. Πρέ­πει να βρει τη δύνα­μη να παλέ­ψει για τον εαυ­τό της, το παι­δί της και την ημέ­ρα που θα επανενωθούν.

 

🇵🇸 Η πολυ­βρα­βευ­μέ­νη Mai Masri, σκη­νο­θέ­τι­δα, σενα­ριο­γρά­φος και παρα­γω­γός είναι πασί­γνω­στη εκτός από το 3000 Layla (3.000 νύχτες _2015)_μεταξύ άλλων για τα “μικρά δια­μά­ντια” της _ Wild Αγριο­λού­λου­δα: Γυναί­κες στο Νότιο Λίβα­νο (1987) Παι­διά της φωτιάς (1991)_Χαμένα όνειρα_ Suspended Dreams (1992) Hanan Ashrawi: A Woman of Her Time (Μια γυναί­κα στον και­ρό της ‑1996) Children of Shatila (Τα παι­διά της Σατί­λα _1998) Όνει­ρα και φόβοι στα σύνο­ρα (2001) Yaumiyat Beirut: haqa’eq wa akadheeb wa (αλή­θεια & δικαιο­σύ­νη _2006) 33 yaoum (2007) Hlam al-manfa Beirut fi Ain Al-Assifa (2021)

Η Μάι Μάσ­ρι (γενν. στο Αμμάν της Ιορ­δα­νί­ας 2‑Α­πρ-1959) δημιουρ­γεί κυρί­ως ντο­κι­μα­ντέρ που επι­κε­ντρώ­νο­νται στους καθη­με­ρι­νούς αγώ­νες της ζωής των γυναι­κών και των παι­διών που ζουν στα κατε­χό­με­να παλαι­στι­νια­κά εδά­φη και στον Λίβα­νο. Έχει λάβει πάνω από 60 διε­θνή βρα­βεία για τις ται­νί­ες της και χαι­ρε­τί­ζε­ται ως πρω­το­πό­ρος στην 7η τέχνη της Μέσης Ανατολής.

Είναι κόρη του Munib Masri από τη Nablus και μιας Αμε­ρι­κα­νί­δας και πέρα­σε τα πρώ­τα παι­δι­κά της χρό­νια στο Αμμάν και στη Ναμπλούς μετα­κο­μί­ζο­ντας στη Βηρυ­τό όταν ήταν στην πρώ­τη δημο­τι­κού. Η Masri εισή­χθη στην πολι­τι­κή νωρίς στη ζωή της μέσω του πατέ­ρα της, Munib al-Masri στε­νού φίλου με τους ηγέ­τες της Οργά­νω­σης για την Απε­λευ­θέ­ρω­ση της Παλαι­στί­νης, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των Yasser Arafat και Khalil al-Wazir. Η πολι­τι­κή έπαι­ξε μεγά­λο ρόλο στην οικο­γέ­νειά της καθώς ο πατέ­ρας της ενερ­γού­σε ως υπουρ­γός στην Ιορ­δα­νία τη δεκα­ε­τία του 1970.

Το 1976 επι­σκέ­φτη­κε το Μπέρ­κλεϋ όπου παρα­κο­λού­θη­σε μια θεω­ρη­τι­κή διά­λε­ξη για το σινε­μά που τη γοή­τευ­σε και την οδή­γη­σε να ακο­λου­θή­σει εκπαί­δευ­ση στον κινη­μα­το­γρά­φο. Απο­φοί­τη­σε από το Κρα­τι­κό Πανε­πι­στή­μιο του Σαν Φραν­σί­σκο το 1981 με πτυ­χίο “Bachelor of Arts στην παρα­γω­γή και την τεχνι­κή ται­νιών” αμέ­σως μετά, επέ­στρε­ψε στη Βηρυ­τό και άρχι­σε να κάνει ταινίες.

Η Masri γνώ­ρι­σε τον σύζυ­γό της, τον Λιβα­νέ­ζο σκη­νο­θέ­τη Jean Chamoun, το 1977, ενώ επι­σκε­πτό­ταν τη Βηρυ­τό στις καλο­και­ρι­νές της δια­κο­πές από το κολέ­γιο. Το ζευ­γά­ρι συν­δέ­θη­κε μέσω της κοι­νής τους αγά­πης για τη δημιουρ­γία ται­νιών, και στη συνέ­χεια, η Masri πήγε στο Σαν Φραν­σί­σκο για να τελειώ­σει με το το πτυ­χίο της και επέ­στρε­ψε στη Βηρυ­τό το 1981. Εκεί­νη την επο­χή είχε ξεκι­νή­σει μια ακό­μη ισραη­λι­νή εισβο­λή στον Λίβα­νο και εκεί­νο το καλο­καί­ρι, το ζευ­γά­ρι τρά­βη­ξε συγκλο­νι­στι­κά πλά­να κάτω από επι­κίν­δυ­νες συν­θή­κες, τα οποία αργό­τε­ρα θα χρη­σι­μο­ποιού­σαν στις ται­νί­ες τους Αγριο­λού­λου­δα: Γυναί­κες στο Νότιο Λίβα­νο (1986), Χαμέ­να όνει­ρα (1992), Κάτω από τα ερεί­πια (1983) και Πολε­μι­κή γενιά (1989). Το 1986 η Masri και ο Jean Chamoun παντρεύ­τη­καν και ίδρυ­σαν την Nour Productions. Το 2017, Chamoun, πέθα­νε μετά από μακρά μάχη με τη νόσο Αλτσχάι­μερ. Η συνερ­γα­σία του ζευ­γα­ριού οδή­γη­σε στην παρα­γω­γή 15 συνο­λι­κά ται­νιών, οι οποί­ες έδω­σαν φωνή σε ιστο­ρί­ες των εκεί λαών

Μετά την πρώ­τη τους ται­νία, το 1983, η Masri και ο Chamoun αγό­ρα­σαν τον δικό τους εξο­πλι­σμό που τους επέ­τρε­πε να παρά­γουν ται­νί­ες χαμη­λού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού με τους δικούς τους όρους. Έζη­σαν στο Παρί­σι για ένα χρό­νο για να δικτυω­θούν έξω από την αρα­βι­κή κινη­μα­το­γρα­φι­κή βιο­μη­χα­νία, προ­κει­μέ­νου να μπο­ρούν να παρά­γουν και να δια­νέ­μουν ται­νί­ες στο εξωτερικό.

ΚΚΕ ΚΟ ΑΤΤΙΚΗΣ: Καμιά απο­στο­λή εκτός συνό­ρων! Μεγά­λο συλ­λα­λη­τή­ριο τη Δευ­τέ­ρα 11-Μάρ­τη στο Σύνταγμα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο