Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οι 20 κανόνες του Φεστιβάλ

Γρά­φει ο Σφυ­ρο­δρέ­πα­νος //

Θα μπο­ρού­σαν να είναι 42, όσα και τα χρό­νια του θεσμού, αλλά ας μην είμα­στε υπερ­βο­λι­κοί. Έχου­με και λέμε.

-Ο χώρος του Φεστι­βάλ είναι αχα­νής και το σήμα του κινη­τού πολ­λές φορές χάνε­ται μέσα στο πλή­θος. Οπό­τε να έχεις πάντα σημεία-καβά­τζα για να βρε­θείς με τους δικούς σου. Πχ στη λαϊ­κή σκη­νή, κάτω από το ταμπλό με τον Μπε­λο­γιάν­νη. Ή να κρα­τάς ένα μπα­λό­νι “ούτε γου­λιά”, από τους απερ­γούς της Κόκα-κόλα, για να σε βρί­σκουν οι άλλοι πιο εύκολα.

-Αν παρό­λα αυτά βρεις σήμα, ήσυ­χο χώρο για να ακούς και συνεν­νοη­θείς, πχ έρχο­μαι σε πέντε λεπτά, βάλε καλού-κακού κι άλλα δέκα, για τους γνω­στούς που σίγου­ρα θα συνα­ντή­σεις στο δρόμο.

-Μην αφή­νεις για αύριο κάτι που μπο­ρείς να κάνεις-πάρεις σήμε­ρα (πχ ένα βιβλίο, ένα μπλου­ζά­κι, μια κον­κάρ­δα, μια έκθε­ση). Ποτέ δεν ξέρεις αν θα το βρεις στη θέση του την άλλη μέρα ή αν θα έχει τελειώ­σει, κλεί­σει ή έχει πολύ κόσμο και δε βολεύει.

-Μην αφή­νεις ποτέ μόνη της την καρέ­κλα σου, αν θες να την ξανα­δείς. Ακό­μα κι αν γρά­φει πάνω της το όνο­μά σου, δε θα την πάρεις πίσω ούτε με λύτρα.

-Η Πέμ­πτη είναι το νέο Σάβ­βα­το και η προ­σέ­λευ­ση του κόσμου είναι μαζι­κή. Αλλά Παρα­σκευή πρωί (λα-λα-λα-λα) δεν είναι το νέο πρωί της Κυρια­κής κι οι εργα­ζό­με­νοι έχουν πρω­ι­νό ξύπνη­μα, οπό­τε το Φεστι­βάλ λήγει από τη 1.30.

-Η πρώ­τη μέρα είναι η καλύ­τε­ρη για να γυρί­σεις το χώρο πιο άνε­τα, χωρίς να γίνε­ται πανι­κός από κόσμο. Και η καλύ­τε­ρη ώρα για βιβλιό­τσαρ­κα είναι είτε πολύ νωρίς, είτε πολύ αργά, που σπά­ει ο κόσμος ή είναι στις συναυλίες.

-Βάλε σημά­δι πού έχεις παρ­κά­ρει ή πέτα πετρα­δά­κια πίσω σου, για να μην ψάχνεις το αμά­ξι μία ώρα μετά, αφού φύγεις από το χώρο.

-Φυσι­κά και πάνε με όλα τα μαύ­ρα παπού­τσια σου. Ποιος σου λέει όμως πως θα παρα­μεί­νουν μαύ­ρα όλο το βρά­δυ σε ένα χώρο με χαλί­κι και χώμα;
Και τα άσπρα μια χαρά είναι. Αλλά όχι όταν έχει βρέ­ξει-βρέ­χει-θα βρέ­ξει, για­τί θα γεμί­σουν λασπου­ριά. Μπρος γκρε­μός και πίσω ρέμα.

-Μάνα θα πάω στο Φεστιβάλ.
-Ζακέ­τα να πάρεις
Επι­βάλ­λε­ται. Αλλιώς εσύ θα κλαις.

-Έλα μωρέ, δε χρειά­ζε­ται ομπρέ­λα. Καλός είναι ο και­ρός.
Κλα­σι­κό λάθος. Κάθε χρό­νο, θα βρε­θεί πάντα ένας να το κάνει.
Αλλά το Φεστι­βάλ είναι παντός και­ρού. Singing in the rain, που λέει και το τραγούδι.

-Βασί­λης Παπα­κων­στα­ντί­νου. Κάπο­τε ήταν ένας κανό­νας από μόνος του. Πλέ­ον όχι. Κάνου­με αγρα­νά­παυ­ση, για να μας λεί­ψει και να τον ξαναφέρουμε.

-Σχε­δόν κάθε χρο­νιά θα συμ­με­τέ­χει ένα όνο­μα που θα ξενί­σει κάποιους, ή κάποιος καλ­λι­τέ­χνης που μπο­ρεί να πει-να του ξεφύ­γει κάτι περί­ερ­γο. Δε βαριέ­σαι, κάπο­τε θα τα θυμό­μα­στε και θα γελάμε.

-Κι άλλο, κι άλλο…
Ναι, αλλά πρέ­πει να παί­ξουν κι οι επό­με­νοι. Οπότε…
-Γεια σας, καλή αντάμωση!

-Λου­κου­μά­δες υπάρ­χουν πολ­λοί. Πάγκος της ΚΝΕ όμως μόνο ένας. Με τη μυστι­κή συντα­γή για νόστι­μους, ταξι­κούς λου­κου­μά­δες, που μετα­φέ­ρε­ται από ΓΓ σε ΓΓ κι από δρουί­δη σε δρουίδη.

-Πες όχι στο ψευ­το­δί­λημ­μα σου­βλά­κι ή λου­κά­νι­κο. Πάρε και τα δύο.

-Αν είναι να πάρεις μαντί­λες, μπλου­ζά­κια, κον­κάρ­δες, κτλ, κάν’ το στη Διε­θνού­πο­λη. Θα πάνε για καλό, επα­να­στα­τι­κό σκοπό.

-Οι συζη­τή­σεις κι οι συναυ­λί­ες γίνο­νται όλες μαζί. Αν τρέ­χεις να προ­λά­βεις για να δεις λίγο απ’ όλα, δε θα σου μεί­νει τίπο­τα. Αλλά αν μεί­νεις ακί­νη­τος σε ένα μέρος και δε γυρί­σεις το χώρο, πώς θα πάρεις γεύ­ση από το Φεστι­βάλ και τη μαγεία του;

-Μην γκρι­νιά­ζεις για το κρύο, την κού­ρα­ση, κτλ. Κάπο­τε θα τα θυμά­σαι και θα γελάς.

-Το επό­με­νο Φεστι­βάλ αργεί πολύ, για αυτό φρό­ντι­σε να χορ­τά­σεις το φετι­νό, όσο μπορείς.

-Το πιο όμορ­φο Φεστι­βάλ μας δεν το έχου­με ζήσει ακόμα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο