Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Φιλιάτες, απ’ την αδιάβαστη άβυσσο

Γρά­φει η Ζωή Δικταί­ου //

Χέρια Χαρούλα ΒερίγουΓεν­ναιό­δω­ρη η φύση, ανα­πνοή στ’ απόβροχο,
πεύ­κο, βασι­λι­κός, δυοσμαρίνι,
αφήνεσαι,
πριν θολώ­σουν τα νερά τού Καλαμά,
να σε αγγί­ξει εδώ το φως
στο λακ­κά­κι τού λαιμού
να στα­θεί πολύ­χρυ­σο στο δαχτυλίδι
αυτό που σού χάρι­σε κάπο­τε στα Γιάννινα,
αιτία κι αφορ­μή στα χαλάσματα
πριν χάσει, ό,τι κερδίζει.Φιλιάτες απ’ την αδιάβαστη άβυσσο 1

Γεν­ναιό­δω­ρη η φύση, σιω­πή τού πόθου,
αθά­να­τα όλα τα μπα­κί­ρια «στη χώρα τού κασσίτερου»
κι εσύ να δέχεσαι
στο πλη­γω­μέ­νο κεφά­λαιο ζωής
να συμπλη­ρώ­σει μια λέξη ακό­μη η αγάπη,
όταν ξεπερ­νώ­ντας τα όρια
επι­θυ­μείς στις ήσυ­χες ώρες
την εμπει­ρία τού­της τής μικρής επαρ­χια­κής πόλης.

Φιλιά­τες ψιθύ­ρι­σαν οι φτέ­ρες στο δάσος
ώρα που ο ήλιος γέρ­νει κατά τη Γιτά­νη τού φθινοπώρου
και συνα­ντιού­νται τ’ αντίθετα,
ώρα που κλεί­νουν τα παράθυρα
και τα κλα­ρί­να λαλούν μελ­λού­με­να τραγούδια
για τα παλιά λείψανα. Φιλιάτες απ’ την αδιάβαστη άβυσσο 2

Κάποιες φορές οι ίδιες οι λέξεις
μου­λια­σμέ­νες στον παλιό ασβέστη
καλούν αναπάντεχα
στις σκου­ρια­σμέ­νες χαραμάδες
μαζί με τα τοπία που χάθηκαν,
εκεί­να τα δικά σου φαντάσματα
με τα που­λιά και τα σύν­νε­φα στη ρεματιά.

Με τη σφεντόνα,
πετρο­βο­λώ­ντας κάλ­πι­κα πεπρωμένα,
ανεκ­πλή­ρω­τους χρη­σμούς, μου­σκε­μέ­νες προφητείες,
μικρές βοτσα­λω­τές πέτρες
κρυμ­μέ­νες στις χρυ­σές πευκοβελόνες,
άσω­τες σκέψεις,
μην τα φιλάς τα χέρια μου σκυφτός,
τώρα το ξέρεις καλά, απλο­ποιώ­ντας την ταυ­τό­τη­τά σου
την ψυχή την οδη­γεί η ίδια η ύπαρξη,
στα­φύ­λι στην ξερολιθιά
κλή­μα στην αγκα­λιά σου.

Φιλιά­τες. Βουί­ζει ο άνε­μος από­ψε στο έμπα τής πόλης,
άδεια­σε η πλα­τεία από φωνές,
γήι­νη θλί­ψη τα σιδε­ρέ­νια τρα­πε­ζά­κια, τα άδεια ποτήρια,
τα ξεχα­σμέ­να κέρματα,
το κλει­στό περίπτερο,
η γκρε­μι­σμέ­νη καμινάδα,
τα νυχτο­λού­λου­δα τού κήπου,
τα περι­πλα­νώ­με­να σ’ αγαπώ.

Ένα βήμα πίσω, στο χάνι τού Μικρούλη,
συναγ­μέ­νες λέξεις στο κιτρι­νι­σμέ­νο σημειωματάριο,
ο χρό­νος θεριστής,
άκαρ­πος ύπνος, καρ­τε­ρούν τα όνειρα,
χιλιό­μορ­φες μάγισ­σες μοι­ρά­ζουν τις ρούγες,
ασπρό­μαυ­ρες φωτογραφίες,
τα πρώ­τα κόκ­κι­να φύλλα
κυνη­γώ­ντας την αιωνιότητα
χορεύ­ουν λιγω­μέ­να στο καλ­ντε­ρί­μι τού μαχαλά.

Φιλιά­τες, απ’ την αδιά­βα­στη άβυσσο
στην ανορ­θό­γρα­φη ζωή,
αναλ­φά­βη­τη, ντυ­μέ­νη την αθω­ό­τη­τα κατάσαρκα,
στον αρα­μπά με τα στοι­χειά τού τόπου,
ελεύθερη,
με μια φέτα φεγ­γά­ρι στο χέρι, γλίστρησα,
άγρια μέλισσα
στη μαγεία τού γέλιου σου
κι είπες, εδώ σαν θέλεις ειρη­νεύ­ουν οι ψυχές
και σού ψιθύρισα,
στον κερ­δι­σμέ­νο χρόνο
σέβε­σαι αλλιώς,
περι­φρο­νείς αλλιώς, χωρίς ενοχές,
Φιλιά­τες, περα­σμέ­να μεσάνυχτα…

🔹 Αύριο, εν ονό­μα­τι της αγά­πης | Ζωή Δικταίου
▪️▪️ Στη μνή­μη τής Σταυ­ρού­λας Δημητρίου|Φιλιάτες, 4 Σεπτέμ­βρη 2021


Χαρούλα Βερίγου Ζωή Δικταίου Bio Βιογ

Χαρούλα Βερίγου [Ζωή Δικταίου]

🔹  Γεν­νή­θη­κα στον Άγιο Νικό­λαο της Κρή­της το 1962 και μεγά­λω­σα στο Τζερ­μιά­δων του Ορο­πε­δί­ου Λασι­θί­ου. Εκεί έμα­θα τα πρώ­τα μου γράμ­μα­τα. Δεν έγι­να δασκά­λα όπως ονει­ρευό­μουν. Η ζωή με έφε­ρε στην Κέρ­κυ­ρα, όπου για τριά­ντα τρία χρό­νια εργά­στη­κα ως Διοι­κη­τι­κός Υπάλ­λη­λος στη Σχο­λή Του­ρι­στι­κής Εκπαίδευσης.

🔹  Με γοη­τεύ­ουν τα για­σε­μιά, τα φεγ­γά­ρια, τα βλέμ­μα­τα, τα δακρυ­σμέ­να μάτια, τα κιτρι­νι­σμέ­να χαρ­τά­κια της θύμη­σης, οι ξεχα­σμέ­νοι δρό­μοι, τα βου­νά, τα ξέφτια από τις δαντέ­λες του παλιού και­ρού. Όπως ανα­πνέω, μιλάω, ονει­ρεύ­ο­μαι, συμ­φι­λιώ­νο­μαι με τη ζωή και τον θάνα­το, έτσι και γρά­φω. Ακου­μπώ στο παρελ­θόν κι όμως η λέξη που με ορί­ζει είναι το «Αύριο». Πιστεύω στην αγάπη.

🔹  Αγα­πώ τον πεζό λόγο κι ας επι­στρέ­φω πάντο­τε στην ποί­η­ση. Ως «Χαρού­λα Βερί­γου» γοη­τεύ­ο­μαι από τη μνή­μη της Όστριας και την περη­φά­νια της Κρή­της. Ως «Ζωή Δικταί­ου» επι­στρέ­φω την ευγνω­μο­σύ­νη μου στο Ιόνιο φως και στη βροχή.

Στί­χοι μου έχουν μελο­ποι­η­θεί από τον Νίκο Ανδρου­λά­κη, τον Γιώρ­γη Κοντο­γιάν­νη, τον Ανδρέα Ζιά­κα, τον Γιάν­νη Νικο­λά­ου, τον Αλέ­ξαν­δρο Χατζη­νι­κο­λι­δά­κη και τον Θοδω­ρή Καστρινό.

Ζωή Δικταίου FaceBook

Εργο­γρα­φία

  • Λασί­θι, Τόπος Μέγας – Η κού­πα των θεών, Αφή­γη­μα, Δεκέμ­βριος 2020
  • Αύριο, αφή αλμύ­ρας οι λέξεις, Ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή, Νοέμ­βριος 2020
  • Αθι­βο­λή γαρύ­φαλ­λο και θύμη­ση κανέλ­λα, Διη­γή­μα­τα, Νοέμ­βριος 2019
  • Αύριο στά­χυα οι λέξεις, Ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή, Σεπτέμ­βριος 2018
  • Οι άλλες ν’ απλώ­νουν ρού­χα κι εσύ τρια­ντά­φυλ­λα, Διη­γή­μα­τα, Φεβρουά­ριος 2018
  • Μια κούρ­σα για τη Χαρι­γέ­νεια, Μυθι­στό­ρη­μα, Μάιος 2017
  • Αύριο, νυχτώ­νει φθι­νό­πω­ρο, Μυθι­στό­ρη­μα, Ιού­νιος 2015
  • Ιστο­ρί­ες για φεγ­γά­ρια, Παι­δι­κή Λογο­τε­χνία, Εκδό­σεις: Έψι­λον, 1996, Αθήνα

Ζωή Δικταίου Να χα μια χούφτα θάλασσα σ΄ένα γυαλί κλεισμένη

Προ­σω­πι­κές ποι­η­τι­κές συλλογές 

Συμ­με­το­χές σε συλ­λο­γι­κά έργα


facebook logo click

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο