Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Άλογο και άνθρωπος πριν από χιλιάδες χρόνια: πώς βρήκαν το δρόμο τους ο ένας στον άλλο;

Συγ­γρα­φείς: Vera Klontza-Jaklova, Romilda Nevěčná, Manolis Klontzas

[ Τα κεί­με­να απο­τε­λούν μέρος από σει­ρά αντί­στοι­χων δημο­σιεύ­σε­ων στο περιο­δι­κό της Ιππο­λο­γι­κής Ομο­σπον­δί­ας της Τσε­χί­ας “JEZDECTVÍ” ]

Στο προη­γού­με­νο άρθρο, ασχο­λη­θή­κα­με με το ζήτη­μα της εξέ­λι­ξης του αλό­γου και της εξά­πλω­σής του κατά την “Πλει­στό­και­νο” και την πρώ­ι­μη “Ολό­και­νο επο­χή”- στην πρώ­τη φάση της που ονο­μά­ζε­ται “greenland”. Η τελευ­ταία αυτή φάση στην βάση της πολι­τι­στι­κής περιο­δο­λό­γη­σης ταυ­τί­ζε­ται με την ύστε­ρη Επο­χή του Λίθου. Στο κεί­με­νο, θα ξεκι­νή­σου­με ένα ταξί­δι σε μια στιγ­μή (ή μάλ­λον μια περί­ο­δο) όταν τόσο ο άνθρω­πος όσο και το άλο­γο απο­φά­σι­σαν ότι η συνερ­γα­σία ήταν δυνατή.

Έχε­τε προ­σπα­θή­σει ποτέ να απα­ντή­σε­τε στο ερώ­τη­μα πώς θα έμοια­ζε η κοι­νω­νία μας χωρίς εξη­με­ρω­μέ­να άλο­γα; Ή, μήπως, πως γνω­σια­κά έφτα­σε στο επί­πε­δο να σκε­φτεί κάποιος πρό­γο­νός μας ότι ένα άλο­γο θα μπο­ρού­σε να είναι μέλος της ευρύ­τε­ρης κοι­νό­τη­τας των ζώων — συγκά­τοι­κων με τις ανθρώ­πι­νες κοι­νό­τη­τες; Όταν ο άνθρω­πος απο­φά­σι­σε “να φέρει κοντά του” τα άλο­γα, πώς το έκα­νε; Πόσο διήρ­κε­σε αυτή η δια­δι­κα­σία; Πόσο περί­πλο­κο ήταν; Πού συνέ­βη αυτή η πολι­τι­στι­κή αλλη­λε­πί­δρα­ση για πρώ­τη φορά; Ή, για­τί οι άνθρω­ποι αισθάν­θη­καν την ανά­γκη να εντά­ξουν στην ζωή τους, στον τρό­πο παρα­γω­γής τους άγρια ζώα, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των αλό­γων; Τέτοιου χαρα­κτή­ρα πολι­τι­στι­κές μετα­βά­σεις τι επί­δρα­ση έχουν ή μπο­ρεί να έχουν στην περιο­δο­λό­γη­ση του ιστο­ρι­κού χρό­νου, πολύ περισ­σό­τε­ρο στην περιο­δο­λό­γη­ση του φυσι­κοι­στο­ρι­κού χρό­νου; Μπο­ρεί η σύγ­χρο­νη η επι­στή­μη, ή σύγ­χρο­νη αρχαιο­λο­γία μέσω των υλι­κών στοι­χεί­ων και της νεκρής πολι­τι­στι­κού χαρα­κτή­ρα ύλης να απα­ντή­σει σε τέτοια και παρό­μοια ερω­τή­μα­τα; Αν και σκο­πός του κει­μέ­νου δεν είναι η συζή­τη­ση για τέτοιου μεθο­δο­λο­γι­κού χαρα­κτή­ρα θέμα­τα, εντού­τοις αξί­ζει να θέτου­με τέτοια ερωτήματα.

Άλογο ως θήραμα

Η σχέ­ση μετα­ξύ ανθρώ­που και αλό­γου δεν ξεκί­νη­σε στην ίδια βάση με τις άλλες πολι­τι­στι­κές σχέ­σεις των ανθρώ­πι­νων κοι­νω­νιών — ζώων. Η σχέ­ση αυτή καθο­ρί­ζο­νταν από τον κυρί­αρ­χο για την δοσμέ­νη φυσι­κή ιστο­ρι­κή επο­χή μετα­βο­λι­σμό των οικο­συ­στη­μά­των. Έτσι ο άνθρω­πος της Επο­χής του Λίθου αφε­τη­ρια­κά έβλε­πε τα άλο­γα όπως όλα τα άλλα ζώα, δηλα­δή ως πηγή τρο­φής και πρώ­των υλών (δέρ­μα­τα, δόντια, οστά).

Με βάση το οστε­ο­λο­γι­κό αρχαιο­λο­γι­κού χαρα­κτή­ρα υλι­κό, τις ιππο­λο­γι­κές προ­σεγ­γί­σεις και τις παρα­τη­ρή­σεις των άγριων αλό­γων της σημε­ρι­νής επο­χής, μπο­ρού­με να συμπε­ρά­νου­με ότι τα άλο­γα συνή­θως μετα­κι­νού­νταν σε αγέ­λες υπό την καθο­δή­γη­ση ενός κυρί­αρ­χου επι­βή­το­ρα, ο οποί­ος επέ­βλε­πε τα δύο “χαρέ­μια”, κοπά­δια φορά­δων, καθέ­να από τα οποία είχε το δικό του ηγε­τι­κό θηλυ­κό. Οι νεα­ροί επι­βή­το­ρες ήταν ανε­κτοί μέχρι περί­που το δεύ­τε­ρο έως το τρί­το έτος της ζωής. Στη συνέ­χεια απο­μα­κρύ­νο­νταν από τον επι­βή­το­ρα στην περι­φέ­ρεια, της αγέ­λης όπου παρέ­με­ναν στην κοι­νό­τη­τα “ανδρών” μέχρι να μπο­ρέ­σουν να σχη­μα­τί­σουν το δικό τους κοπάδι.

Μία από τις ωραιό­τε­ρες απει­κο­νί­σεις αλό­γου της πρώ­ι­μης παλαιο­λι­θι­κής περιό­δου. Ένα άλο­γο που κόπη­κε από δόντι μαμούθ πριν από περί­που 40.000 χρό­νια, βρέ­θη­κε στην τοπο­θε­σία Vogelherd στη Σου­η­βία. Είναι σαφές από το γλυ­πτό ότι ο άνθρω­πος ήταν ένας αντι­λη­πτι­κός παρα­τη­ρη­τής, ήταν σε θέση να εκτι­μή­σει τη συμ­με­τρία, τις ιδιαι­τε­ρό­τη­τες, την κομ­ψό­τη­τα και την ομορ­φιά του αλό­γου, την οποία στη συνέ­χεια μπό­ρε­σε να απει­κο­νί­σει με εύγλωτ­το τρόπο.

Οι άνθρω­ποι της Επο­χής των Παγε­τώ­νων ήταν κορυ­φαί­οι, εξει­δι­κευ­μέ­νοι θηρευ­τές που μπο­ρού­σαν να εξα­σκή­σουν οργα­νω­μέ­νο κυνή­γι μεγά­λων θηλα­στι­κών όπως τα μαμούθ. Η ζωή τους μέσα από την συνερ­γα­σία είχε καλυ­τε­ρεύ­σει. Ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο κέρ­δι­ζαν οργα­νω­μέ­νο κοι­νω­νι­κά ύπνο, ελεύ­θε­ρο χρό­νο κλπ. Οι πολι­τι­στι­κές αυτές διερ­γα­σί­ες άσκη­σαν θετι­κές επι­δρά­σεις στην οργά­νω­ση της σκέ­ψης τους και του νευ­ρο­λο­γι­κού τους συστή­μα­τος. Η σκέ­ψη εξε­λί­χθη­κε, και άρχι­σαν να δια­θέ­τουν και να ανα­πτύσ­σουν την σημε­ρι­νή μας ικα­νό­τη­τα για παράλ­λη­λη επι­λε­κτι­κή (ανά­λο­γα με τις συν­θή­κες) λει­τουρ­γεία της στω­χευ­μέ­νης και της αφη­ρη­μέ­νης σκέ­ψης. Έτσι μπο­ρού­σαν με ικα­νο­ποι­η­τι­κό τρό­πο να εφαρ­μό­ζουν στρα­τη­γι­κές και τακτι­κές και να τις τελειο­ποιούν μέσω της άμε­σης μετα­φο­ράς πλη­ρο­φο­ριών. Κεντρι­κός ήταν ο ρόλος του μονα­δι­κού βιο­κοι­νω­νι­κού εργα­λεί­ου μας που απο­κα­λού­με γλώσ­σα. Το κυνή­γι ελα­φιών, αλό­γων και βισώ­νων ήταν έτσι μια κοι­νή κοι­νο­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα απα­ραί­τη­τη για την επι­βί­ω­ση ολό­κλη­ρων πλη­θυ­σμια­κών θυλά­κων. Οι άνθρω­ποι ήταν τόσο κινη­τι­κοί όσο και το θήρα­μά τους. Κρα­τού­σαν στα­θε­ρή επα­φή και κυνη­γού­σαν μεγά­λα κοπά­δια καθώς τα κοπά­δια αυτά απο­τε­λού­σαν, στην ουσία, κινη­τές απο­θή­κες τρο­φί­μων και άλλων πρώ­των υλών (Εικ. 1). Διαρ­κής αυτή σχέ­ση πολι­τι­στι­κής αλλη­λε­πί­δρα­σης απαι­τού­σε την νοη­τι­κή εγρή­γορ­ση, την βελ­τί­ω­ση της συνερ­γα­σί­ας στα πλαί­σια της κοι­νό­τη­τας και την κατα­νο­μή εργα­σί­ας. Έτσι οι ανθρώ­πι­νες κοι­νό­τη­τες εξε­λί­χθη­καν σε κορυ­φαί­ες “κυνη­γε­τι­κές μηχα­νές”. Η ικα­νό­τη­τα του “homo sapiens” να κυνη­γά­ει πολύ απο­τε­λε­σμα­τι­κά απο­δει­κνύ­ε­ται όχι μόνο από τα πολι­τι­στι­κού χαρα­κτή­ρα αρχαιο­λο­γι­κά στοι­χεία όπως τα όπλα και τα εργα­λεία, αλλά και από τον αριθ­μό των οστών ζώων που βρέ­θη­καν σε ανθρώ­πι­να οικο­συ­στή­μα­τα. Μια άλλη, περί­που αντί­στοι­χου χαρα­κτή­ρα από­δει­ξη βασί­ζε­ται στη δομή του ίδιου του δικού μας οσθε­λο­γι­κού υλι­κού. Ο σκε­λε­τός (μας) είναι πολύ “ελα­φρύς” για να υπο­στη­ρί­ξει τα μεγά­λα σώμα­τά μας. Αυτό σημαί­νει ότι δεν χρειά­στη­κε να χτί­σου­με μια “τρά­πε­ζα” πρω­τε­ΐ­νης στους σκε­λε­τούς μας, επει­δή υπήρ­χε σε άμε­ση διά­θε­ση, αρκε­τή από αυτήν, σε καθη­με­ρι­νή βάση. Ο άνθρω­πος παρα­κο­λου­θού­σε επί­σης τα ζώα, τα μελε­τού­σε, έκα­νε σχέ­δια και στρα­τη­γι­κές, όπως απο­δει­κνύ­ε­ται από τοι­χο­γρα­φί­ες κοπα­διών ζώων. Η δια­δι­κα­σία αυτή άμε­σης αλλη­λε­πί­δρα­σης με τα κοπά­δια και ο κατα­με­ρι­σμός εργα­σί­ας βοή­θη­σαν κατα­λυ­τι­κά μέσω των πολι­τι­στι­κών πιέ­σε­ων στην παρα­πέ­ρα ανά­πτυ­ξη του λόγου και της σκέψης.

Τα ιπποει­δή εξα­πλώ­θη­καν στην Ευρώ­πη, την Ασία και υπήρ­χαν ακό­μη στην Αμε­ρι­κή όπου δεν έφτα­νε ο παγε­τώ­νας. Σε αυτή την περί­ο­δο, την οποία ονο­μά­ζου­με Ύστε­ρη Παλαιο­λι­θι­κή (50–10 χιλιά­δες χρό­νια πριν την επο­χή μας.) ή την Επο­χή των Παγε­τώ­νων (συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης και της Γροι­λαν­δι­κής φάσης της Ολο­καί­νου) ο άνθρω­πος δεν σκέ­φτη­κε και δεν θα μπο­ρού­σε να σκε­φτεί να εξη­με­ρώ­σει φυτο­φά­γα ζώα. Τα ζώα των κοπα­διών αξιο­ποιού­νται από την κοι­νό­τη­τα για άμε­ση κατα­νά­λω­ση τρο­φής και επε­ξερ­γα­σία. Τα ζώα όρι­ζαν την ανθρώ­πι­νη δρα­στη­ριό­τη­τα και ζωή — όπου πήγαν τα κοπά­δια, ακο­λου­θού­σε και ο άνθρω­πος. Δεν δημιουρ­γού­σε απο­θέ­μα­τα ή εάν δημιουρ­γού­σε τις αξιο­ποιού­σε στην καλύ­τε­ρη περί­πτω­ση περιο­δι­κά σε άμε­ση σχέ­ση με τις κινή­σεις των κοπα­διών — θηρα­μά­των. Ο τρό­πος ζωής ήταν το κυνή­γι και το άλο­γο άνη­κε στα θηρά­μα­τα. Δεν απο­τε­λεί έκπλη­ξη το γεγο­νός ότι στον ένα ή στον άλλο βαθ­μό σύντρο­φος του ανθρώ­που ήταν ένας άλλος κορυ­φαί­ος θηρευ­τής: ο λύκος. Συνερ­γά­στη­κε με τις ανθρώ­πι­νες κοι­νό­τη­τες πριν από 40.000 χρό­νια και οι πρώ­τες αλλα­γές στο οστε­ο­λο­γι­κό υλι­κό των σκύλων/λύκων που ζουν με ανθρώ­πους συνέ­βη­σαν 32.000 χρό­νια πριν την επο­χή μας. Ο άνθρω­πος χρεια­ζό­ταν έναν σύντρο­φο για το κυνή­γι και την άμυ­να. Ακό­μη και για τον λύκο, η συμ­βί­ω­ση με τον άνθρω­πο ήταν επω­φε­λής. Δεν είναι φυσι­κά η πρώ­τη ούτε η μονα­δι­κή δια-ειδι­κή συνερ­γα­σία. Ανά­λο­γες δια-ειδι­κές πολι­τι­στι­κές συνερ­γα­σί­ες χαρα­κτη­ρί­ζουν τον κόσμο των ζώων αλλά και των φυτών και έχουν κεντρι­κό ρόλο στην δια­τή­ρη­ση και τον μετα­βο­λι­σμό των οικοσυστημάτων.

Οι αγρότες άλλαξαν τα πάντα

Το “The Times They Are A‑Changing” του Bob Dylan, είναι σοφή φρά­ση. Η επο­χή των σού­περ κυνη­γών τελεί­ω­σε με την έλευ­ση του θερ­μό­τε­ρου κλί­μα­τος και ο Homo Sapiens ‑αγρό­της εμφα­νί­στη­κε στη σκη­νή. Αυτή η «ανά­δυ­ση» ήταν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μια μακρά δια­δι­κα­σία όπου το κλί­μα άλλα­ζε σιγά-σιγά. Η επο­χή των παγε­τώ­νων έγι­νε μια μνή­μη του παρελ­θό­ντος, και μαζί της παρελ­θόν έγι­νε και ο σού­περ κυνη­γός της ύστε­ρης Παλαιο­λι­θι­κής. Οι άνθρω­ποι ανα­γκά­στη­καν να ανα­ζη­τή­σουν άλλους τρό­πους για να εξα­σφα­λί­σουν την επι­βί­ω­σή τους και τη συνέ­χι­ση της ύπαρ­ξής τους. Έπρε­πε με ένα ριζι­κά δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο να μετα­βο­λί­σουν με τα οικο­συ­στή­μα­τα που λει­τουρ­γού­σαν για να συνε­χί­σουν να υπάρ­χουν και ο εξε­λιγ­μέ­νος από τις ταχεί­ες αλλη­λε­πι­δρά­σεις και κατα­με­ρι­σμό ανθρώ­πι­νος εγκέ­φα­λος ήταν το καλύ­τε­ρο εργα­λείο. Τα πρώ­τα χωρά­φια και οικό­σι­τα ζώα (πρό­βα­τα, κατσί­κες και βοοει­δή) απα­ντούν στην περιο­χή της λεγό­με­νης Εύφο­ρης Ημι­σε­λή­νου, η οποία περι­λαμ­βά­νει τη Μεσο­πο­τα­μία, το νότιο τμή­μα της σημε­ρι­νής Τουρ­κί­ας και το Δέλ­τα του Νεί­λου. Ωστό­σο, δεν ζού­σαν πολ­λά άλο­γα σε αυτήν την περιο­χή. Αν και περι­στα­σια­κά κάποια ιπποει­δή (γαϊ­δού­ρι, σπά­νια Όνα­γροι) εμφα­νί­ζο­νται σε σκε­λε­τι­κά υπο­λείμ­μα­τα. Ήταν μάλ­λον τυχαία λεία. Ήταν ευκο­λό­τε­ρο να πιά­σε­τε άγρια πρό­βα­τα, κατσί­κες, βοοει­δή. Επι­πλέ­ον, η παρα­γω­γι­κό­τη­τα της φυτι­κής παρα­γω­γής ήταν υψηλή.

Ένα άγριο άλο­γο που βόσκει στις στέ­πες της Κεντρι­κής Ασί­ας θα μπο­ρού­σε να μοιά­ζει με αυτό το άλο­γο του Przewalski

Αντί­θε­τα, στην Κεντρι­κή Ασία, όπου οι φυσι­κές συν­θή­κες δεν επέ­τρε­παν την εξάρ­τη­ση μόνο από τη φυτι­κή παρα­γω­γή και όπου οι τερά­στιες στέ­πες δεν ήταν ιδα­νι­κός χώρος για αργά, δυσκί­νη­τα φυτο­φά­γα ζώα. Υπήρ­χαν μεγά­λα γρή­γο­ρα κοπά­δια άγριων αλό­γων, τα οποία συχνά απο­τε­λούν το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της δια­τρο­φής των τοπι­κών ανθρώ­πων που ζού­σαν πριν από περισ­σό­τε­ρα από 6.000 χρό­νια (Εικ. 2). Οι κρύ­οι, ξηροί χει­μώ­νες ήταν επί­σης πιο υπο­φερ­τοί για ένα άλο­γο να βρει τρο­φή ακό­μη και κάτω από το χιό­νι, σπά­ζο­ντας την παγω­μέ­νη επι­φά­νεια του νερού με την οπλή του για να πιει.

Αλλά για όλους εμάς που γνω­ρί­ζου­με λίγο περισ­σό­τε­ρο τα άλο­γα, είναι σαφές ότι το πιά­σι­μο, πόσο μάλ­λον το πιά­σι­μο ενός αλό­γου που ζει σε μια ανοι­κτή έκτα­ση, είναι κάτι αρκε­τά δύσκο­λο, ακό­μη και για κάποιον αρκε­τά έμπει­ρο. Το κοπά­δι παρα­τη­ρεί γρή­γο­ρα τον πλη­σιέ­στε­ρο κίν­δυ­νο, και σίγου­ρα τα άλο­γα δεν περι­μέ­νουν να επα­λη­θευ­θεί η ορθό­τη­τα της συλ­λο­γι­στι­κής. Η αντί­δρα­ση είναι αυτό­μα­τη. Μόλις γίνει αντι­λη­πτό κάτι τέτοιο, το τρέ­ξι­μο μακριά από τον κίν­δυ­νο όσο γρη­γο­ρό­τε­ρα γίνε­ται, ελα­χι­στο­ποιώ­ντας τις όποιες πιθα­νό­τη­τες επι­τυ­χί­ας για τον κυνη­γό, είναι για τα άλο­γα μια σχε­δόν αυτο­μα­το­ποι­η­μέ­νη αντί­δρα­ση. Οι άνθρω­ποι έπρε­πε να σκε­φτούν άλλους τρό­πους για να πλη­σιά­σουν τα άλο­γα, να τα δελε­ά­σουν σε μια παγί­δα, να χωρί­σουν μερι­κά άτο­μα κλπ. Πιστεύ­ε­ται ότι οι άνθρω­ποι στην Κεντρι­κή Ασία άρχι­σαν να περιο­ρί­ζουν συστη­μα­τι­κά τις δυνα­τό­τη­τες μετα­κί­νη­σης των αλό­γων με τη βοή­θεια δια­φό­ρων περι­φρά­ξε­ων και φραγ­μών. Στη συνέ­χεια, χώρι­ζαν κάποια κατάλ­λη­λα άτομα.

Έτσι, αν οι άνθρω­ποι κατά­φε­ραν να συλ­λά­βουν κάποια άτο­μα, σύντο­μα ανα­κά­λυ­ψαν ότι δεν μπο­ρού­σαν να κάνουν πολ­λά πράγ­μα­τα μόνο με τη βία. Επι­πλέ­ον, ο κίν­δυ­νος τραυ­μα­τι­σμού ενός από τους κυνη­γούς έπρε­πε να εξα­λει­φθεί όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρο. Αντί­θε­τα, σήμε­ρα υπε­ρι­σχύ­ει η υπό­θε­ση ότι οι άνθρω­ποι χώρι­ζαν μερι­κά θηλυ­κά ή μέρος του κοπα­διού δίνο­ντάς τους κάποιο επι­λεγ­μέ­νο χώρο από τον οποίο δεν μπο­ρού­σαν να ξεφύ­γουν. Αυτό ήταν το πρώ­το βήμα προς την εξη­μέ­ρω­ση. Από παλαιό­τε­ρες απει­κο­νί­σεις αλό­γων είναι περισ­σό­τε­ρο από σαφές ότι ο άνθρω­πος είχε παρα­τη­ρή­σει τέλεια τα ζώα, γνώ­ρι­ζε τις συνή­θειες, τις δυνα­τό­τη­τες και τις αδυ­να­μί­ες τους.

Είναι δύσκο­λο να απαλ­λα­γού­με από την ιδέα ότι ο άνθρω­πος είχε την ανά­γκη να δαμά­σει την άγρια φύση, να συγκρί­νει τη δύνα­μή του με αυτήν, και η συνερ­γα­σία με ένα γρή­γο­ρο, άγριο, δυνα­τό άλο­γο ήταν σίγου­ρα μια πρόκληση.

Ακρι­βώς όπως δεν γνω­ρί­ζου­με ακό­μα εμπε­ρι­στα­τω­μέ­να πως σχη­μα­τί­στη­καν τα πρώ­τα κατοι­κί­δια κοπά­δια, δεν μπο­ρού­με να ανα­κα­τα­σκευά­σου­με σαφώς τη σύν­θε­σή τους. Οι περισ­σό­τε­ροι από τους σκε­λε­τούς που βρέ­θη­καν ανή­κουν σε φορά­δες. Δεν πρέ­πει να μας εκπλήσ­σει. Τα άλο­γα ζουν φυσι­κά σε ομά­δες όπου κυριαρ­χούν τα θηλυ­κά. Ένα τέτοιο κοπά­δι συγκρα­τεί­ται καλύ­τε­ρα, όταν ακο­λου­θεί την ποιο έμπει­ρη φορά­δα. Σε ένα τέτοιο κοπά­δι συνυ­πάρ­χουν τόσο τα που­λά­ρια όσο και οι επιβήτορες.

Στην αρχαιο­λο­γι­κή και ανθρω­πο­λο­γι­κή βιβλιο­γρα­φία, συνα­ντά­με συχνά την άπο­ψη ότι οι φορά­δες ήταν οι πρώ­τες που εξη­με­ρώ­θη­καν από τον άνθρω­πο επει­δή είναι πιο προ­σαρ­μο­στι­κές ενώ οι επι­βή­το­ρες είναι πολύ άγριοι και άρα ακα­τάλ­λη­λοι για τη δια­δι­κα­σία εξη­μέ­ρω­σης. Θα υπο­στη­ρί­ξου­με εν μέρει αυτή την άπο­ψη σχε­τι­κά με το χαρα­κτή­ρα των φορά­δων και των επι­βη­τό­ρων. Οι φορά­δες που οδη­γούν ένα κοπά­δι είναι όμως συχνά πολύ “σκλη­ρά καρύ­δια” για να “σπά­σουν” και η υπο­τα­γή τους στον άνθρω­πο είναι συχνά μια δια βίου δια­δι­κα­σία, ακό­μη και στην περί­πτω­ση ενός ήδη εξη­με­ρω­μέ­νου αλό­γου. Αντί­θε­τα, ο επι­βή­το­ρας μπο­ρεί να επι­δεί­ξει πολύ πιο έντο­νη υπο­τα­κτι­κό­τη­τα όταν δια­πι­στώ­σει ότι υπάρ­χει αμοι­βαίο όφε­λος. Είναι πιθα­νό ότι οι πρώ­τοι επι­βή­το­ρες που πιά­στη­καν ήταν μόνο τα πιο αδύ­να­μα, και τα πιο υπο­τα­κτι­κά άτο­μα που θα μπο­ρού­σαν να δια­χω­ρι­στούν από το κοπά­δι ή τους άστε­γους επι­βή­το­ρες. Αυτή η εξα­σθε­νη­μέ­νη κυριαρ­χία μπο­ρεί να έπαι­ξε ρόλο στη δια­δι­κα­σία και μπο­ρεί στα­δια­κά λόγω αυτών των πολι­τι­στι­κών πιέ­σε­ων να προ­κά­λε­σε αλλα­γές και στη γενε­τι­κή. Οι φορά­δες συνή­θως είναι πολύ κυρί­αρ­χες και πει­σμα­τά­ρες, την ίδια στιγ­μή που αλλά άτο­μα “κολ­λά­νε” αξιό­πι­στα γύρω τους.

Είναι αναμ­φι­σβή­τη­το ότι η σημα­ντι­κή κυριαρ­χία των φορά­δων στις πρώ­τες εξη­με­ρω­μέ­νες αγέ­λες επι­βε­βαιώ­νε­ται από την έρευ­να DNA. Τα σύγ­χρο­να και μεσαιω­νι­κά άλο­γα, τα προϊ­στο­ρι­κά άλο­γα και τα πρώ­τα εξη­με­ρω­μέ­να άλο­γα χαρα­κτη­ρί­ζο­νται από σημα­ντι­κή μετα­βλη­τό­τη­τα στο μιτο­χον­δρια­κό DNA. Είναι ακρι­βώς το τμή­μα του DNA που κλη­ρο­νο­μεί­ται από τη μητρι­κή γραμ­μή, ενώ η μετα­βλη­τό­τη­τα των χρω­μο­σω­μά­των Υ είναι πολύ περιο­ρι­σμέ­νη. Προ­κύ­πτει σαφώς ότι στην αρχή της δια­δι­κα­σί­ας ανα­πα­ρα­γω­γής του αλό­γου σε ανθρώ­πι­να οικο­συ­στή­μα­τα βρι­σκό­ταν ένας μεγά­λος αριθ­μός μητέ­ρων και ένας ελά­χι­στος αριθ­μός πατέρων.

Πώς να αναγνωρίσετε ένα εξημερωμένο άλογο μόνο από τα οστεακά του υπολείμματα;

Ένα εξη­με­ρω­μέ­νο είδος θεω­ρεί­ται ένα ζώο που μετα­βο­λί­ζει σε ανθρώ­πι­να οικο­συ­στή­μα­τα, ανα­πα­ρά­γε­ται υπό ανθρώ­πι­νη επί­βλε­ψη με δια­δι­κα­σί­ες και τρό­πους που δεν απα­ντούν στη φύση. Αυτός είναι ένας ζωο­τε­χνι­κός ορι­σμός, αλλά στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα δεν είναι απο­λύ­τως αλη­θής. Σε κάθε εξη­με­ρω­μέ­νο είδος υπάρ­χει μια φάση, μερι­κές φορές , όταν ο άνθρω­πος ανα­πα­ρά­γει, στα­δια­κά και προ­σαρ­μό­ζει τα ζώα στις ανά­γκες του, αλλά στη φύση το ζώο εξα­κο­λου­θεί να υπάρ­χει στην άγρια μορ­φή του. Στη συνέ­χεια, το εκτρε­φό­με­νο είδος αλλά­ζει (φυσιο­γνω­μι­κά, ιδιο­συ­γκρα­σια­κά και γενε­τι­κά) έτσι ώστε χωρίς τον άνθρω­πο να μην μπο­ρεί να επι­βιώ­σει, να ανα­πα­ρα­χθεί ή η προ­σαρ­μο­γή του σε ένα άγρια κατά­στα­ση απαι­τεί και πάλι μεγά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα. Ακό­μη και το σημε­ρι­νό mustang έχει περισ­σό­τε­ρα κοι­νά με το κατοι­κί­διο άλο­γο από το εξα­φα­νι­σμέ­νο άγριο άλο­γο. Πάραυ­τα, έχει την ικα­νό­τη­τα να ζήσει ελεύ­θε­ρο στη φύση χωρίς ανθρώ­πι­νη φρο­ντί­δα και σε αυτές τις περι­πτώ­σεις έχει συχνά μια πολύ υγιέ­στε­ρη και μακρο­βιό­τε­ρη διάρ­κεια ζωής από ότι με την ανθρώ­πι­νη φροντίδα.

Η κάτω γνά­θος ενός αλό­γου που βρέ­θη­κε στην τοπο­θε­σία Botai (Καζακ­στάν) είναι περί­που 7000 ετών με σαφή σημά­δια φθο­ράς των δοντιών, πιθα­νώς από χαλινάρια

Είναι δυνα­τόν να απο­δει­χθεί χωρίς αμφι­βο­λία ότι τα σκε­λε­τι­κά υπο­λείμ­μα­τα που βρέ­θη­καν προ­έρ­χο­νται από ένα πρώ­ι­μο στά­διο της δια­δι­κα­σί­ας εξη­μέ­ρω­σης; Αυτό το ερώ­τη­μα έχει προ­βλη­μα­τί­σει τους αρχαιο­λό­γους και τους εξε­λι­κτι­κούς βιο­λό­γους για μεγά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα. Έχουν δοκι­μα­στεί διά­φο­ρες μέθο­δοι. Το πρώ­το θεω­ρη­τι­κό σημείο εκκί­νη­σης είναι ότι η πρώ­τη από­δει­ξη ενός χαλι­να­ριού αλό­γου δεί­χνει τον τόπο όπου το άλο­γο εξη­με­ρώ­θη­κε. Ωστό­σο, αυτή η θεω­ρία είναι συζη­τή­σι­μη. Οι αντί­πα­λοί της υπο­στη­ρί­ζουν ότι τα πρώ­τα εξη­με­ρω­μέ­να άλο­γα μπο­ρεί να μην είχαν καθό­λου χαλι­νά­ρι ή τα χαλι­νά­ρια από οστά ή ξύλο δεν άφη­σαν σημά­δια στα σαγό­νια και τα δόντια. Έχει απο­δει­χθεί ότι ακό­μη και ένα κορ­δό­νι, κομ­μά­τι δέρ­μα­τος, κόκα­λο ή ξύλι­νο κομ­μά­τι αφή­νει υπο­χρε­ω­τι­κά ενδεί­ξεις, σημά­δια στα δόντια (Εικ. 3, 4). Συνή­θως, όταν χρη­σι­μο­ποιεί­ται από την νεα­ρή ηλι­κία του αλό­γου, περιο­ρί­ζει την ανά­πτυ­ξη του πρώ­του προ­γόμ­φιου και προ­κα­λεί τρι­βή του δεύ­τε­ρου προ­γόμ­φιου κάτω. Αλλά το άλο­γο φθεί­ρει επί­σης τα δόντια του φυσιο­λο­γι­κά όπως όλα τα ζώα, μέσω του φαγη­τού. Ειδι­κά μάλι­στα τα άλο­γα που λει­τουρ­γούν κυρί­ως σε τόπους με στέ­πα, δηλα­δή με σκλη­ρά χόρ­τα. Το ερώ­τη­μα λοι­πόν είναι αν μπο­ρού­με πάντα να δια­κρί­νου­με τη φθο­ρά που προ­κα­λεί­ται από ανθρώ­πι­νες πολι­τι­στι­κές πιέ­σεις από την φθο­ρά μέσω φυσι­κών επι­δρά­σε­ων στα δόντια στις γνά­θους κλπ.

Λεπτο­μέ­ρεια της κάτω γνά­θου ενός αλό­γου από το Botai του Καζακ­στάν (5000 π.Χ.). Στο δόντι είναι ορα­τές η εκδο­ρές επι­φά­νειας της μπρο­στι­νής πλευ­ράς του και η λεί­αν­ση της εξω­τε­ρι­κής επιφάνειας.

Είναι επί­σης απα­ραί­τη­το να ληφθεί υπό­ψη η ηλι­κία του αλό­γου. Τα ηλι­κιω­μέ­να άτο­μα έχουν όπως σε όλα τα ζώα πολύ πιο φθαρ­μέ­να δόντια.

Αυτό προ­έρ­χε­ται από την ουκρα­νι­κή τοπο­θε­σία Dereivka όπου βρέ­θη­καν αρκε­τοί σκε­λε­τοί αλό­γων οι οποί­οι χρο­νο­λο­γού­νται πριν από περί­που έξι χιλιά­δες χρό­νια. Για πολύ και­ρό θεω­ρή­θη­κε ότι όλα εκεί­να τα άτο­μα είχαν χαλι­νά­ρι και επο­μέ­νως είχαν σημά­δια στα δόντια. Ωστό­σο, μετα­γε­νέ­στε­ρη έρευ­να ανα­σκό­πη­σης έδει­ξε ότι τα περισ­σό­τε­ρα άλο­γα ήταν μεγα­λύ­τε­ρης ηλι­κί­ας και η αιτία της οδο­ντι­κής φθο­ράς ήταν απλά η πρό­σλη­ψη τροφής.

Λογι­κά, προ­κύ­πτει το συμπέ­ρα­σμα πως θα μπο­ρού­σε να υπάρ­χει χρή­ση χαλι­να­ριών μόνο τις ώρες της ιππα­σί­ας ή της πιθα­νής εργα­σί­ας. Αυτή η δια­δι­κα­σία ακο­λού­θη­σε την εξη­μέ­ρω­ση, αν και όχι με μεγά­λη καθυ­στέ­ρη­ση. Τα πρώ­τα αιχ­μα­λω­τι­σμέ­να άλο­γα κατευ­θύν­θη­καν χρη­σι­μο­ποιώ­ντας απλές τεχνι­κές δέσμευ­σης και καθο­δή­γη­σης (Εικ. 5).

Ανα­κα­τα­σκευή του πρώ­του κομ­μα­τιού που επη­ρε­ά­ζει άμε­σα την κάτω γνά­θο προς όλες τις κατευ­θύν­σεις. Αυτή η μέθο­δος είναι πολύ απο­τε­λε­σμα­τι­κή, αλλά εξαι­ρε­τι­κά αδιά­φο­ρη για το άλογο

Ένας άλλος πιθα­νός δεί­κτης εξη­μέ­ρω­σης θα μπο­ρού­σε να είναι η σύν­θε­ση του κοπα­διού. Στο άγριο κοπά­δι, επι­κρά­τη­σαν φορά­δες, ακο­λου­θού­με­νες από νεα­ρά άλο­γα και που­λά­ρια σε αντί­θε­ση με έναν επι­βή­το­ρα. Ομά­δες «νέων» θα μπο­ρού­σαν να περι­πλα­νιού­νται γύρω. Είναι πιθα­νό ότι σε ένα κοπά­δι που δημιουρ­γή­θη­κε από τον άνθρω­πο, ο αριθ­μός των φορά­δων και των επι­βη­τό­ρων θα ήταν περί­που ο ίδιος. Αυτή η ανα­λο­γία θα έπρε­πε όμως να αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται στα σκε­λε­τι­κά υπο­λείμ­μα­τα. Άρα μπο­ρού­με να το ξεχά­σου­με αυτό. Το άλο­γο αρχι­κά εκτρά­φη­κε για κρέ­ας και γάλα. Αυτό υπο­δη­λώ­νει ότι, όπως και με άλλα είδη, τα νεα­ρά αρσε­νι­κά θα μπο­ρού­σαν να θανα­τω­θούν για κρέ­ας, ενώ οι φορά­δες με μικρά ήταν τόσο συντη­ρη­τές κοπα­διών όσο και πηγή γάλα­κτος (Εικ. 6). Η κατα­νά­λω­ση γάλα­κτος φορά­δας έχει απο­δει­χθεί στην τοπο­θε­σία Botai στο Καζακ­στάν. Τα λίπη που περιέ­χο­νται στο γάλα μπο­ρούν να παγι­δευ­τούν σε ίχνη στους πόρους των κερα­μι­κών αγγεί­ων. Ακρι­βώς αυτό μας βοη­θά­ει σήμε­ρα να εντο­πί­σου­με τέτοια στοι­χεία με τη βοή­θεια ειδι­κών ανα­λύ­σε­ων. Μέχρι στιγ­μής, από την πρώ­ι­μη επο­χή της εξη­μέ­ρω­σης έχου­με περισ­σό­τε­ρους σκε­λε­τούς φοράδων.

Ένας σωρός από οστά αλό­γων από την τοπο­θε­σία Botai (Καζακ­στάν), τα οποία προ­έρ­χο­νται από άλο­γα που σκο­τώ­θη­καν για κρέας

Ένα ακό­μα πρό­βλη­μα είναι ότι δεν έχου­με ακρι­βή εικό­να για το πώς έμοια­ζαν τα ζωντα­νά κοπά­δια. Ο αρχαιο­λό­γος συνα­ντά είτε τα υπο­λείμ­μα­τα τρο­φί­μων από τους λάκ­κους απορ­ριμ­μά­των, όπου υπάρ­χει ένα δείγ­μα του τι έτρω­γε ένα άτο­μο, αλλά όχι απα­ραί­τη­τα πώς έμοια­ζε το κοπά­δι. Για παρά­δειγ­μα, εάν υπάρ­χουν μόνο οστά νεα­ρών αρσε­νι­κών στα αρχαιο­λο­γι­κά συμ­φρα­ζώ­με­να, αυτό δεν σημαί­νει ότι αυτό ακρι­βώς ήταν το κοπά­δι. Θα μπο­ρού­σε να είναι ακρι­βώς το αντίθετο.

Αυτό ισχύ­ει και για την ηλι­κία: Αν βρί­σκου­με άλο­γα της ίδιας ηλι­κί­ας, δεν σημαί­νει ότι στο κοπά­δι ήταν όλα τα ζώα συνο­μή­λι­κες. Επι­πλέ­ον, τα σύνο­λα οστών, όπου ο μεγα­λύ­τε­ρος αριθ­μός επι­βη­τό­ρων, μπο­ρεί να μην δεί­χνουν τη σύν­θε­ση του κοπα­διού, αλλά, αντί­θε­τα, τις δια­τρο­φι­κές προτιμήσεις.

Σε ορι­σμέ­να εκπο­λι­τι­σμέ­να σε ανθρώ­πι­να οικο­σύ­στη­μα ζωι­κά είδη, οι όποιες αλλα­γές στη σκε­λε­τι­κή δομή είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κές και δοσμέ­νες. Στα άλο­γα, χρειά­ζο­νται χιλιά­δες χρό­νια για να σχη­μα­τι­στεί ένα “ντό­πιο” γένος αλό­γου. Σίγου­ρα μέχρι τη ρωμαϊ­κή περί­ο­δο, μάλ­λον μέχρι τον Μεσαί­ω­να, δεν είμα­στε σε θέση να δια­κρί­νου­με σοβα­ρές αλλα­γές στα οστά ανά­με­σα σε οικό­σι­τα και άγρια άλο­γα. Στα άλο­γα, η δια­δι­κα­σία ανα­πα­ρα­γω­γής είναι σχε­τι­κά γρή­γο­ρη εάν γίνε­ται συστη­μα­τι­κά και η επι­λο­γή των κατάλ­λη­λων ατό­μων, δίνει σχε­τι­κά γρή­γο­ρα απο­τε­λέ­σμα­τα — παρα­τη­ρή­σι­μα κατά την διάρ­κεια της ανθρώ­πι­νης ζωής. Αυτή η υπό­θε­ση ήταν επί­σης η βάση για την έρευ­να του DNA των αλό­γων από την τοπο­θε­σία Botai, η οποία είναι σήμε­ρα ο τόπος όπου έχουν βρε­θεί τα παλαιό­τε­ρα στοι­χεία εξη­μέ­ρω­σης (Εικ. 7, 8). Τα άλο­γα που μελε­τή­θη­καν δεν είχαν το ίδιο DNA με το άγριο άλο­γο γύρω στο 5000 π.Χ. και μερι­κά άτο­μα ήταν σίγου­ρα χαλι­να­γω­γη­μέ­να σε αυτό το πρώ­ι­μο στά­διο της δια­δι­κα­σί­ας εξη­μέ­ρω­σης. Για παρά­δειγ­μα, θα μπο­ρού­σε να ήταν ένα χαλι­να­γω­γη­μέ­νο κυρί­αρ­χο άλο­γο του κοπα­διού που οδη­γή­θη­κε από τον άνθρω­πο σε βοσκό­το­πους και τα άλλα άλο­γα το ακολουθούσαν.

Τι συνέβη τότε;

Ο άνθρω­πος είναι ένα εφευ­ρε­τι­κό πλά­σμα και σίγου­ρα γρή­γο­ρα άρχι­σε να σκέ­φτε­ται πώς να χρη­σι­μο­ποι­ή­σει τη δύνα­μη, την ταχύ­τη­τα και την αντο­χή του αλό­γου για να απο­κτή­σει πλε­ο­νέ­κτη­μα σε διά­φο­ρες συν­θή­κες. Και πάλι, πρό­κει­ται για μια πολύ­πλο­κη δια­δι­κα­σία, την οποία είναι δυνα­τόν να κατα­νο­ή­σου­με κυρί­ως μέσω της ανά­πτυ­ξης της εξέ­λι­ξης και της εξά­πλω­σης δια­φό­ρων ειδών ιμά­ντων, αλλά και με βάση λογής ενδεί­ξε­ων από την σπον­δυ­λι­κή στή­λη. Για το αν και πως ιππεύ­ο­νταν τα άλο­γα στην «Επο­χή του Χαλ­κού» καθώς και για τον τρό­πο εξά­πλω­σης της γνώ­σης αλλη­λε­πί­δρα­σης με τα άλο­γα θα μιλή­σου­με σε επό­με­νο κεί­με­νο. Συμπε­ρα­σμα­τι­κά προς το παρόν, μπο­ρού­με να πού­με με βεβαιό­τη­τα πως μόλις ένα άτο­μο ανέ­βη­κε σε ένα άλο­γο, η δύνα­μή του μετα­βλή­θη­κε, ο χρό­νος επι­τα­χύν­θη­κε και ο κόσμος διευ­ρύν­θη­κε. Η εξά­πλω­ση της πολι­τι­στι­κής πλη­ρο­φο­ρί­ας πέρα­σε έτσι σε άλλο στά­διο. Από αυτή την άπο­ψη μιλά­με για μια αλλα­γή βήμα­τος στην πολι­τι­στι­κή εξέ­λι­ξη των ανθρώ­πι­νων κοι­νω­νιών, μια αλλα­γή στον τρό­πο επε­νέρ­γειας στη φύση, στην σχέ­ση με τα οικο­συ­στή­μα­τα άρα και μια αλλα­γή σε αυτό που ο Μαρξ προ­σεγ­γί­ζει ως μετα­βο­λι­κή σχέ­ση ανθρώ­πι­νων κοι­νω­νιών και φύσης. Με βάση αυτή την ποιο­τι­κή αλλα­γή στην σφαί­ρα της πλη­ρο­φο­ρί­ας (δηλα­δή του πολι­τι­σμού) και της συν­δε­ό­με­νης αλλα­γής στην μετα­βο­λι­κή σχέ­ση με τα οικο­συ­στή­μα­τα δεν θα ήταν λάθος αν υπο­στη­ρί­ζα­με ότι μιλά­με για ένα σχε­δόν στα­θε­ρό σημείο στην περιο­δο­λό­γη­ση της ιστο­ρί­ας των οικο­συ­στη­μά­των και της ανθρώ­πι­νης ιστο­ρί­ας. Η μετά­βα­ση αυτή από την άλλη, δεν μπο­ρού­σε να μην επι­φέ­ρει και αλλα­γές στον τρό­πο και την δομή της σκέ­ψης, στον τρό­πο κατα­νό­η­σης του κόσμου, του χρό­νου κλπ.

Ο εκπο­λι­τι­σμός δηλα­δή του αλό­γου στα ανθρώ­πι­να οικο­συ­στή­μα­τα έπαι­ξε κατα­λυ­τι­κό ρόλο στην εξά­πλω­ση των ανθρώ­πων, των τεχνο­λο­γιών και των ιδε­ο­λο­γιών από τις στέ­πες της κεντρι­κής Ασί­ας, στην Ευρώ­πη, αλλά και μέσω του Καυ­κά­σου στην Ανα­το­λία (Μικρά Ασία) και τη Νοτιο­α­να­το­λι­κή Ασία. Επι­τά­χυ­νε την επέ­κτα­ση της λεγό­με­νης Ινδο­ευ­ρω­παϊ­κής κουλ­τού­ρας που προ­σαρ­μό­στη­κε φυσι­κά στα δια­φο­ρε­τι­κά, ιδιαί­τε­ρα οικο­συ­στή­μα­τα. Χωρίς άλο­γα, σήμε­ρα, πιθα­νό­τα­τα, θα μιλού­σα­με μια εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κή γλώσ­σα. Ιδέ­ες, γνώ­σεις, τεχνο­λο­γί­ες με την βοή­θεια της δύνα­μης του αλό­γου ταξί­δε­ψαν με έναν ιστο­ρι­κά εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο. Η γνώ­ση της ανα­πα­ρα­γω­γής, της εκπαί­δευ­σης και της χρή­σης αλό­γων εξα­πλώ­θη­κε γρή­γο­ρα και συν­δέ­θη­κε με την δια­μόρ­φω­ση νέων κοι­νω­νι­κών ελίτ. Λίγο μετά το 2000 π.Χ. το άλο­γο, οι νέες τεχνο­λο­γί­ες και οι συν­δε­ό­με­νες ιδε­ο­λο­γί­ες — κοσμο­α­ντι­λή­ψεις ήταν κοι­νές σχε­δόν σε όλο τον Παλαιό Κόσμο, από τη Βρε­τα­νία στην Κίνα, από τη Σκαν­δι­να­βία στην Αίγυπτο.

 

Συνε­χί­ζε­ται…

___________________________________________________________________

Συγ­γρα­φείς: 

Věra Klontza-Jaklová είναι Αρχαιο­λό­γος, διευ­θύ­ντρια του τμή­μα­τος Κλα­σι­κής Αρχαιο­λο­γί­ας στο Ινστι­τού­το Αρχαιο­λο­γί­ας & Μου­σειο­λο­γί­ας UNESCO του Πανε­πι­στη­μί­ου Μάσα­ρυκ,  Τσεχίας. 

Στον τομέα της αρχαιο­λο­γί­ας των αλό­γων ασχο­λεί­ται με την εξέ­λι­ξη της πολι­τι­στι­κής σχέ­σης αλό­γου και ανθρώ­που, με την οστε­ο­λο­γία του αλό­γου και με την μετα­φο­ρά των αρχαιο­λο­γι­κών συμ­φρα­ζο­μέ­νων στην σύγ­χρο­νη ιππο­λο­γία και ιππα­σία. Επί­σης διευ­θύ­νει το Κέντρο για την Έρευ­να, διά­σω­ση του Κρη­τι­κού αλό­γου. Πρό­σφα­τα εκδό­θη­κε το βιβλίο της μαζί με τον Μανό­λη Κλών­τζα (ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Το σημα­ντι­κό­τε­ρο αρχαιο­λο­γι­κό εύρη­μα δεν θα βγει από τη γη, ΑΤΕΧΝΟΣ 2020). 

 

Μανό­λης Κλών­τζας είναι Αρχαιο­λό­γος και Ιστορικός.

Συνι­δρυ­τής & Συντο­νι­στής του Ινστι­τού­του Φυσι­κής-Πολι­τι­στι­κής Κληρονομιάς 

Μέλος της Επι­τρο­πής πολι­τών Ιερά­πε­τρας, OUR WORLD HERITAGE (Ελλη­νι­κή Συντο­νι­στι­κή  Επι­τρο­πή) 

 

Romilda Nevěčná είναι Αρχαιο­λό­γος,  υποψ. διδά­κτο­ρας της Κλα­σι­κής Αρχαιο­λο­γιάς στο πανε­πι­στή­μιο Μάσα­ρυκ  της Τσε­χί­ας. Ασχο­λεί­ται με την αρχαιο­λο­γία του αλό­γου και με την κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση της αρχαιο­λο­γί­ας. Το 2019 υπο­στή­ρι­ξε με επι­τυ­χία την μετα­πτυ­χια­κή της εργα­σία με θέμα το ιππο­λο­γι­κό εξο­πλι­σμό στην αρχαία Ελλά­δα και Ετρούρια. 

 

 

 

Τις δρα­στη­ριό­τη­τες μας μπο­ρεί­τε να παρακολουθείτε: 

Youtube: https://www.youtube.com/@cretanhorse1869/videos 

 Instagram: https://www.instagram.com/cretanhorse/ 

 Twitter: https://twitter.com/JaklovaVera 

 Soundcloud: https://soundcloud.com/vera-klontza 

 TicTok: https://www.tiktok.com/@veraklontza

www.ourworldheritage.org

www.pandoradata.earth

 

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Το σημα­ντι­κό­τε­ρο αρχαιο­λο­γι­κό εύρη­μα δεν θα βγει από τη γη, Βέρα Κλών­τζα-Γιά­κλο­βα – Μανώ­λης Κλώντζας

 

 

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο