Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αναμνησεις: Ο Βιβλιόκιο 

Ο Βιβλιόκιο και μια απόδρασή του από τη χώρα των παραμυθιών και των ονείρων τη Δευτέρα, 4 Απριλίου 2005 στα: 13ο – 21ο Δημοτ. Σχολεία Αγ. Δημητρίου

Γρά­φει ο Θανά­σης Ν. Καρα­γιάν­νης //

Εισαγωγικά:

Όλοι οι εκπαι­δευ­τι­κοί των δια­φό­ρων εκπαι­δευ­τι­κών βαθ­μί­δων πασχί­ζουν για τη γνω­στι­κή κατάρ­τι­ση και τη σωστή δια­παι­δα­γώ­γη­ση των μαθη­τών τους, ανά­λο­γα βέβαια με τις δικές τους επι­στη­μο­νι­κές γνώ­σεις (τις βασι­κές ακα­δη­μαϊ­κές σπου­δές τους και την επι­μορ­φω­τι­κή τους στα­διο­δρο­μία), τη φιλα­να­γνω­σία τους και τη «βιβλιο­φα­γία» τους, την αγά­πη τους στην επι­στη­μο­νι­κή έρευ­να και την αμφι­σβή­τη­ση ή μη κάθε μετα­φυ­σι­κής και αντιε­πι­στη­μο­νι­κής αντί­λη­ψης και θεω­ρί­ας, τη δημο­κρα­τι­κή ή μη ιδε­ο­λο­γία και συμπε­ρι­φο­ρά τους, την αγά­πη τους στην εκπαί­δευ­ση και στα παι­διά, την εκπαι­δευ­τι­κή εμπει­ρία τους, το παι­δα­γω­γι­κό και διδα­κτι­κό τους ταλέ­ντο, το πάθος τους ή μη για την ουσια­στι­κή επι­στη­μο­νι­κή, ανθρω­πι­στι­κή, κοι­νω­νι­κή, πολι­τι­κή (ιδε­ο­λο­γι­κή, ανά­λο­γα με την ηλι­κία των παι­διών) μόρ­φω­ση των μαθη­τών τους.

Υπάρ­χουν και ανή­συ­χοι εκπαι­δευ­τι­κοί, που αμφι­σβη­τούν το ανα­λυ­τι­κό πρό­γραμ­μα μαθη­μά­των, το περιε­χό­με­νο και την ιδε­ο­λο­γία του –κατά σημεία–, που προ­σπα­θούν με ενέρ­γειές τους (έστω και ενά­ντια στην πλή­ρη εφαρ­μο­γή αυτού του προ­γράμ­μα­τος) να συμπλη­ρώ­σουν τα κενά, να διορ­θώ­σουν τα «κακώς κεί­με­να», να ανα­πτύ­ξουν και να καλ­λιερ­γή­σουν τη λογι­κή και κρι­τι­κή σκέ­ψη των μαθη­τών τους, ώστε τα παι­διά να μάθουν ν’ αμφι­σβη­τούν σε όλη τους τη ζωή την «καθε­στυ­κία τάξη πραγ­μά­των». Τέτοιοι πρω­το­πό­ροι εκπαι­δευ­τι­κοί θα παίρ­νουν πρω­το­βου­λί­ες, θα δρουν στο σχο­λι­κό και εξω­σχο­λι­κό χώρο με επι­στη­μο­νι­κούς, κοι­νω­νι­κούς και παι­δα­γω­γι­κούς στό­χους και συλ­λο­γι­κούς αγώ­νες, θα «εφευ­ρί­σκουν» πάντο­τε νέες μεθό­δους, νέα παι­χνί­δια, νέους δρό­μους για την καλύ­τε­ρη εκπαί­δευ­ση και παι­δεία των παιδιών.

Τα παρα­πά­νω εισα­γω­γι­κά θέμα­τα είναι γενι­κά και θα μπο­ρού­σαν να γρα­φτούν πολύ περισ­σό­τε­ρα, μια και είναι αρκού­ντως ενδια­φέ­ρο­ντα και σημα­ντι­κά για γονείς και εκπαι­δευ­τι­κούς, ιδιαίτερα.

Το ιστορικό της «γέννησης» του Βιβλιόκιο:

Μέσα στη δεκα­ε­τία του 1990, μου έγι­νε πρό­τα­ση να συμ­με­τά­σχω ως επι­στη­μο­νι­κός συνερ­γά­της σε μια «Σει­ρά δέκα εκπο­μπών για το βιβλίο», που οργά­νω­νε η ΕΡΤ. Με επέ­λε­ξαν ως Κρι­τι­κό Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας, αφού είχα ήδη πραγ­μα­το­ποι­ή­σει μια κάποια  πορεία στο χώρο, ως δάσκα­λος, ως «δημο­σιο­γρά­φος» και ως κρι­τι­κός βιβλί­ου και ως συγγραφέας.

Δέχτη­κα πρό­θυ­μα και με πολ­λή χαρά. Ετοί­μα­ζα, λοι­πόν, τα κεί­με­να που θ’ ακού­γο­νταν στην εκπο­μπή για κάποια βιβλία για παι­διά, τα οποία πρό­τει­να για παρου­σί­α­ση στην εκπο­μπή. Εν τω μετα­ξύ έπε­σε η ιδέα να υπάρ­χει στην εκπο­μπή ένας ηθο­ποιός, που να δίνει μια κάποια ιδιαί­τε­ρη νότα. Δε θυμά­μαι αν κάποιος άλλος μου έκα­νε την πρό­τα­ση ή αν ήταν αυτο­πρό­τα­ση να παί­ξω εγώ αυτόν το ρόλο, λόγω γνώ­σης του αντι­κει­μέ­νου της εκπο­μπής. Παρου­σιά­στη­κα, λοι­πόν, μια μέρα στο ραφείο της ΕΡΤ και ο ράφτης μού πήρε τα μέτρα για μια στο­λή, την οποία θα φορού­σα στις εκπομπές.

Η δική μου πρό­τα­ση ήταν –αυτό το θυμά­μαι καλά– ο ηθο­ποιός να είναι ένας παρα­μυ­θια­κός «ήρω­ας» και πρό­τει­να –με τη έγκρι­ση της παρα­γω­γού και αξιό­λο­γης πνευ­μα­τι­κού ανθρώ­που, κ. Μητσο­τά­κη, αλλά και παρου­σιά­στριας της εκπο­μπής, που να σχε­τί­ζε­ται με το τρα­γού­δι που θ’ ακού­γο­νταν στην εκπο­μπή. Πρό­τει­να, λοι­πόν, στον αεί­μνη­στο πολυ­γρά­φο Λογο­τέ­χνη, Θεα­τρι­κό Συγ­γρα­φέα, Κρι­τι­κό-Μελε­τη­τή  Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας, Δάσκα­λο και μέντο­ρά μου, Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου (1923–2007) να γρά­ψει τους στί­χους ενός παι­δι­κού τρα­γου­διού, που να ανα­φέ­ρε­ται στο βιβλίο. Έγρα­ψε σ’ ελά­χι­στο χρο­νι­κό διά­στη­μα, τον «Βιβλιό­κιο», ποί­η­μα το οποίο παρα­δώ­σα­με στον πολυα­γα­πη­μέ­νο και ταλα­ντού­χο τρα­γου­δι­στή και συν­θέ­τη, κ. Νότη Μαυρουδή.

Έτσι, είχα την ευκαι­ρία και την τιμή να επι­σκε­φτώ το σπί­τι του απλού, ευγε­νι­κού και καλο­δε­κτι­κού αυτού καλ­λι­τέ­χνη, για να μου διδά­ξει πώς να τρα­γου­δή­σω τον «Βιβλιό­κιο». Ομο­λο­γου­μέ­νως, και ο κ. Νότης Μαυ­ρου­δής είχε συν­θέ­σει πολύ σύντο­μα τη μου­σι­κή για τους ενλό­γω στί­χους. Τον ευχα­ρι­στώ, από εδώ, μετά από 25 χρό­νια, περί­που για τη φιλο­ξε­νία του και για τον τρό­πο που μου δίδα­ξε τη μελω­δία του «Βιβλιό­κιου».

Όλα ήταν σχε­δόν έτοι­μα, η μου­σι­κή, το τρα­γού­δι, η στο­λή του Βιβλιό­κιου και τα κεί­με­νά μου, αλλά δυστυ­χώς η συνερ­γα­σία μου με την ΕΡΤ «στρά­βω­σε», χωρίς προ­σω­πι­κή ευθύ­νη. Η εκπο­μπή πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε με επαγ­γελ­μα­τία ηθο­ποιό, τελι­κά, και χωρίς εμέ­να ως συνερ­γά­τη της.

Δραστηριότητες με τον Βιβλιόκιο και το τραγούδι των Σακελλαρίου-Μαυρουδή:

Έφτια­ξα μια παρό­μοια στο­λή, ίσως, χει­ρό­τε­ρη από αυτή του ράφτη και τη χρη­σι­μο­ποί­η­σα, όταν ήμου­να υπεύ­θυ­νος για μια σχο­λι­κή χρο­νιά μιας Δανει­στι­κής Σχο­λι­κής Βιβλιο­θή­κης του ΥΠΕΠΘ, η οποία στε­γα­ζό­ταν στο 6ο Δ.Σ. Αγ. Δημη­τρί­ου και κατά τον εορ­τα­σμό της Παγκό­σμιας Ημέ­ρας Παι­δι­κού Βιβλί­ου (2 Απρι­λί­ου), στο 13ο Δ.Σ. Αγ. Δημη­τρί­ου, όπου υπη­ρε­τού­σα ως Δάσκα­λος, το 2004–2005.

Εκεί­νη τη σχο­λι­κή χρο­νιά, η επέ­τειος των γενε­θλί­ων του Χανς Κρί­στιαν Άντερ­σεν έπε­φτε Σάβ­βα­το, γι’ αυτό απο­φα­σί­στη­κε –μετά από πρό­τα­σή μου– στα δύο συστε­γα­ζό­με­να σχο­λεία μας (13ο – 21ο Δ.Σ. Αγ. Δημη­τρί­ου) να γιορ­τα­στεί τη Δευ­τέ­ρα, 4 του Απρίλη.

Ντυ­μέ­νος, λοι­πόν, «Βιβλιό­κιο», πρωί, την ώρα της πρω­ι­νής προ­σευ­χής και συγκέ­ντρω­σης των δύο σχο­λεί­ων στον αύλειο χώρο, εμφα­νί­στη­κα, λέγο­ντας από μικρο­φώ­νου τα παρακάτω.

Σημειω­τέ­ον δε ότι είχε σκό­πι­μα διαρ­ρεύ­σει στους μαθη­τές των σχο­λεί­ων ότι εκεί­νη την ημέ­ρα θ’ απου­σί­α­ζε από το σχο­λείο, για λόγους υγεί­ας, ο Δάσκα­λος Θανά­σης Καρα­γιάν­νης, ή «Ορέ­στης», όπως ήθε­λα να με απο­κα­λούν μαθη­τές και δάσκαλοι…:

«Παι­διά, καλη­μέ­ρα. Καλη­μέ­ρα στις δασκά­λες, στους δασκά­λους και στους γονείς σας. Να σας συστη­θώ μ’ ένα τραγουδάκι:

 Εγώ είμαι ο Βιβλιόκιο,
με όνο­μα λίγο αστείο,
λιγά­κι από Πινόκιο
και λίγο από βιβλίο. 

                               ΡΕΦΡΑΙΝ:    Ψάξ­τε, ψάξ­τε στα βιβλία

μήπως βγει καμιά μαγεία
κι έρθουν μ’ ανοι­χτά φτερά
γνώ­ση, ειρή­νη και χαρά.

Ποτέ δε θα με πιάσετε
να κάνω τεμπελίκι,
κι αν δε με βρεί­τε ψάξ­τε με
σε καμιά βιβλιο­θή­κη. 

                                ΡΕΦΡΑΙΝ:    Ψάξ­τε, ψάξ­τε στα βιβλία

μήπως βγει καμιά μαγεία
κι έρθουν μ’ ανοι­χτά φτερά
γνώ­ση, ειρή­νη και χαρά.

Μου­σι­κή: Νότης Μαυρουδής
Στί­χοι: Χάρης Σακελλαρίου

 Παι­διά, ζω εδώ και πάρα πολ­λά χρό­νια στην «Παρα­μυ­θο­χώ­ρα», πολύ μακριά από δω, παρέα με τους ήρω­ες των παρα­μυ­θιών. Σίγου­ρα όλοι σας έχε­τε μια μεγά­λη απο­ρία. Θα σας εξη­γή­σω και θέλω να με πιστέ­ψε­τε, για­τί ποτέ δε λέω ψέμα­τα. Εμείς στην Παρα­μυ­θο­χώ­ρα δε λέμε ψέμα­τα, ζού­με μέσα στα παρα­μύ­θια, λέμε παρα­μύ­θια, γελά­με, κλαί­με, ταξι­δεύ­ου­με, πετά­με, κάνου­με παρέα με νεράι­δες, δρά­κους και στοι­χειά, με ξωτι­κά και πρι­γκί­πισ­σες, μα ποτέ δε λέμε ψέμα­τα. Απλά, ζού­με αιώ­νια στη χώρα της φαντα­σί­ας και των ονεί­ρων. Νομί­ζω ότι όλοι σήμε­ρα απο­ρεί­τε που μοιά­ζω μ’ ένα δάσκα­λό σας, τον Θανά­ση Καρα­γιάν­νη. Λοι­πόν, σας λέω ότι μοιά­ζω μ’ αυτόν, για­τί είμα­στε δίδυ­μα αδέρ­φια. Μοιά­ζου­με σε όλα, σα δυο στα­γό­νες νερό: στο σώμα, στην ηλι­κία, στο πρό­σω­πο, στη φωνή. Μόνο που αυτός είναι άνθρω­πος, ενώ εγώ, ο Βιβλιό­κιο, είμαι φαντα­στι­κός ήρω­ας των παρα­μυ­θιών και ζω για πάντα στην Παρα­μυ­θο­χώ­ρα, όπως είπα­με. Αν δε με πιστεύ­ε­τε, ρωτή­στε την κ. Διευ­θύ­ντρια και τον κ. Διευ­θυ­ντή, αλλά και τις κ. δασκά­λες και τους κ. δασκά­λους σας, για να σας πουν ότι μια μέρα με είχε φέρει ο Θανά­σης, ο αδερ­φός μου, στο σχο­λείο, ένα μεση­μέ­ρι, που εσείς είχα­τε φύγει για το σπί­τι σας.

 (δια­κο­πή και παρέμ­βα­ση διευ­θυ­ντή ή διευ­θύ­ντριας για να το επιβεβαιώσουν…)

 Λοι­πόν, ξέφυ­γα σήμε­ρα το πρωί από την Παρα­μυ­θο­χώ­ρα και ήρθα στο σχο­λείο σας να σας πω μερι­κά πράγ­μα­τα, που ίσως να τα ξέρε­τε κάποιοι από σας, ίσως και να θέλε­τε να τα μάθε­τε κάποιοι άλλοι. Στις 2 Απρι­λί­ου κάθε χρό­νο, σε όλες τις χώρες του κόσμου γιορ­τά­ζου­με εμείς, όλοι οι ήρω­ες των παρα­μυ­θιών, των ιστο­ριών, των μυθι­στο­ρη­μά­των, μα και όλοι οι συγ­γρα­φείς, οι λογο­τέ­χνες, οι μυθο­γρά­φοι και οι παρα­μυ­θά­δες, αυτοί δηλα­δή που γρά­φουν όμορ­φες ιστο­ρί­ες, μύθους και παρα­μύ­θια, αλλά και οι εικο­νο­γρά­φοι, αυτοί που ζωγρα­φί­ζουν τα βιβλία σας. Γιορ­τά­ζουν και όλα τα παι­δι­κά βιβλία. Όχι μόνο τα λογο­τε­χνι­κά βιβλία, αλλά και τα βιβλία γνώ­σε­ων, αυτά δηλα­δή που έχουν μέσα στις σελί­δες τους πολ­λές πλη­ρο­φο­ρί­ες για τη Γη, τη θάλασ­σα, το σύμπαν, τα ζώα, τα που­λιά και τα ψάρια, για τη φυσι­κή και την αστρο­νο­μία, για τα παρά­ξε­να των ανθρώ­πων, της φύσης, που οι επι­στή­μες και οι επι­στή­μο­νες ερευ­νούν, για τις διά­φο­ρες χώρες του κόσμου και την ιστο­ρία τους, για τόσα και τόσα θέματα. 

Και ξέρε­τε, παι­διά, για­τί γιορ­τά­ζου­με το παι­δι­κό βιβλίο στις 2 Απριλίου; 

Για­τί είναι τα γενέ­θλια του μεγά­λου δανού παρα­μυ­θά, Χανς Κρί­στιαν Άντερ­σεν, που φέτος συμπλη­ρώ­νο­νται δια­κό­σια χρό­νια από τη γέν­νη­σή του (1805–1875). Αυτός φαντά­στη­κε και πλημ­μύ­ρι­σε και τη δική μας ψυχή και φαντα­σία με τόσους και τόσους ήρω­ες και με τις περι­πέ­τειές τους: το Ασχη­μό­πα­πο, την Τοσο­δού­λα, τη βασί­λισ­σα του χιο­νιού, το γεν­ναίο μολυ­βέ­νιο στρα­τιώ­τη, το αηδό­νι του αυτο­κρά­το­ρα, το κορι­τσά­κι με τα σπίρ­τα, τους αγριό­κυ­κνους, τη μικρή σει­ρή­να, δηλα­δή τη γορ­γό­να, και τόσους άλλους ήρω­ες, που έχου­με όλοι ακού­σει, θαυ­μά­σει και αγα­πή­σει στα παρα­μύ­θια του. Μάλι­στα, η μικρή γορ­γό­να υπάρ­χει στην είσο­δο του λιμα­νιού της Κοπεγ­χά­γης και καλω­σο­ρί­ζει τους επι­σκέ­πτες της πόλης. Εκα­τόν πενή­ντα παρα­μύ­θια, περί­που, έγρα­ψε ο Άντερ­σεν και τα έχουν αγα­πή­σει παι­διά και μεγά­λοι σε όλο τον κόσμο. Όλοι αυτοί οι ήρω­ες είναι φίλοι μου και ζού­με μαζί στην Παρα­μυ­θο­χώ­ρα. Τους λατρεύω. Παί­ζου­με, γελά­με, ταξιδεύουμε. 

Όμως, παρα­μύ­θια έγρα­ψαν και οι αδερ­φοί Γκριμμ. Ποιος από σας δεν ξέρει τους φίλους μου: τον λύκο και τα εφτά κατσι­κά­κια, τα δώδε­κα αδέρ­φια, τον Χάν­σελ και την Γκρέ­τελ, τον ψαρά και τη γυναί­κα του, τον γεν­ναίο ραφτά­κο, την Κοκ­κι­νο­σκου­φί­τσα, τους μου­σι­κούς της Βρέ­μης, τον Δαχτυ­λά­κη, τους έξι κύκνους, τη Χιο­νά­τη και τους εφτά νάνους  και τόσους άλλους; Όλοι τους σας στέλ­νουν χαι­ρε­τί­σμα­τα. Μου είπαν να σας μετα­φέ­ρω την αγά­πη τους και ότι αγα­πούν όλα τα παι­διά και πολύ πολύ περισ­σό­τε­ρο αυτά τα παι­διά που δια­βά­ζουν πολ­λά παι­δι­κά βιβλία με παρα­μύ­θια, ιστο­ρί­ες, μύθους, μυθι­στο­ρή­μα­τα και βιβλία επι­στη­μο­νι­κών γνώσεων. 

Εκεί, στην Παρα­μυ­θο­χώ­ρα, έχου­με και ήρω­ες των ελλη­νι­κών παρα­μυ­θιών: τη βασι­λο­πού­λα και τον τσο­πά­νη, τον Πεντα­με­λά, τον κυρ Λάζα­ρο και τους δρά­κους, τον Σιδε­ρό­λυ­κα, την Τρι­σεύ­γε­νη, το βασι­λιά με τους σαρά­ντα γιους, την αχε­λώ­να, το σκλα­βί, τον Μισο­κω­λά­κη, την κακιά πεθε­ρά, την πεντά­μορ­φη Χρυ­σο­μαλ­λού­σα, τον Σιμι­γδα­λέ­νιο κ.ά.

Φεύ­γω τώρα, πάω πίσω στην Παρα­μυ­θο­χώ­ρα, σας αγα­πώ όλους, δια­βά­στε πολ­λά βιβλία και ελπί­ζω κάπο­τε να φτιά­ξε­τε κι εσείς τα δικά σας παρα­μύ­θια, με τους δικούς σας ήρω­ες, τα δικά σας βιβλία, να γίνε­τε λογο­τέ­χνες και παρα­μυ­θά­δες. Εγώ ο Βιβλιό­κιο σας το εύχο­μαι με όλη μου την ψυχή. 

Θέλε­τε να τρα­γου­δή­σου­με πάλι το τρα­γου­δά­κι μου;

 (τρα­γού­δι)

 Χαι­ρε­τί­σμα­τα στον αδερ­φό μου, το Θανά­ση, που μερι­κοί τον λέτε και Ορέ­στη, του αρέ­σει καλύ­τε­ρα αυτό το όνο­μα. Μην του πεί­τε ότι σας το μαρτύρησα. 

 Γεια σας, γεια σας, γεια σας»

____________________________________________________

ΥΓ:

α. Φυσι­κά, μόνο τα παι­δά­κια των Α΄ και Β΄ τάξε­ων πίστε­ψαν ή σχε­δόν πίστε­ψαν ότι ο Βιβλιό­κιο είναι αδερ­φός μου. Με τα μεγα­λύ­τε­ρα παι­διά δεν μπό­ρε­σα να τα βγά­λω πέρα, προ­σπα­θώ­ντας να τους πείσω…

β. Ευχα­ρι­στώ θερ­μά τους διευ­θυ­ντές των σχο­λεί­ων μας κ.κ. Βάσω Γιαν­να­κο­πού­λου και Σπύ­ρο Πατε­ρά­κη, συντα­ξιού­χους πια, που μου έδω­σαν την ευκαι­ρία για το σύντο­μο αυτό, ας πού­με «θεα­τρι­κό μονό­λο­γο», με αφορ­μή το γιορ­τα­σμό της Παγκό­σμιας Ημέ­ρας του Παι­δι­κού Βιβλίου. 

γ. Ήταν μια ευχά­ρι­στη νότα στη σχο­λι­κή ζωή εκεί­νης της σχο­λι­κής χρο­νιάς, 2004–2005.

……………………..

Ο Βιβλιό­κιο ξανα­ζω­ντά­νε­ψε για μια ακό­μη σχο­λι­κή χρο­νιά, συνε­χί­ζο­ντας να προ­σφέ­ρει στο παι­δα­γω­γι­κό έργο των εκπαι­δευ­τι­κών, όταν υπη­ρε­τού­σα στο 6ο Δημ. Σχο­λείο Αγ. Δημη­τρί­ου και ήμου­να υπεύ­θυ­νος της Πρό­τυ­πης Σχο­λι­κής Βιβλιο­θή­κης του ΥΠΕΠΘ. Καθ’ όλες τις ώρες δανει­σμού βιβλί­ων σε μαθη­τές και εκπαι­δευ­τι­κούς ο Βιβλιό­κιο ήταν παρών ως βιβλιο­θη­κο­νό­μος. Επί­σης, κατά τις ώρες που εκπαι­δευ­τι­κοί οδη­γού­σαν τις τάξεις τους στη Βιβλιο­θή­κη για παι­χνί­δια φιλα­να­γνω­σί­ας. Το παρα­πά­νω τρα­γού­δι, είχε γίνει αγα­πη­τό απ’ όλα τα παι­διά και ανα­κη­ρύ­χθη­κε ως ο ύμνος της Σχο­λι­κής Βιβλιοθήκης.

………..

Η Δρο­σού­λα Βασι­λεί­ου Έλιοτ είναι κόρη του αεί­μνη­στου σημα­ντι­κού πολυ­τά­λα­ντου καλ­λι­τέ­χνη Σπύ­ρου Βασι­λεί­ου (1903–1985). Όταν διε­τέ­λε­σε Δ/ντρια και Εκδό­τρια (μαζί με τον Μέντη Μποστ) του θαυ­μά­σιου περιο­δι­κού για παι­διά «Το Ρόδι» (1977–1998), με είχε προ­σκα­λέ­σει σε κάποια σχο­λεία, όπου παρου­σί­α­ζε η ίδια το ενλό­γω περιο­δι­κό, στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του 1990, για να τρα­γου­δή­σω τον «Βιβλιό­κιο». Φυσι­κά, πήγαι­να με χαρά, για­τί ξανα­ζού­σα τον ενθου­σια­σμό των παι­διών, καθώς μάθαι­ναν να τρα­γου­δούν κι αυτά τον «Βιβλιό­κιο».

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο