Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΑΦΙΕΡΩΜΑ στον ναυτεργάτη Φάνη Φαντέμη

Παρου­σιά­ζει η Τασ­σώ Γαΐ­λα //

Οκτώ χιλιό­με­τρα από τα Τούρ­κι­κα παρά­λια και 2 από τη Χίο το ακρι­τι­κό νησί Οινούσ­σες θα γίνει λίγο μετά την Μικρα­σια­τι­κή κατα­στρο­φή τόπος εγκα­τά­στα­σης ανθρώ­πων ξερι­ζω­μέ­νων βιαί­ως από την πατρι­κή γη αιώ­νων,  την Μικρά Ασία.. Κανείς δεν τους ρώτη­σε (το είπαν ανταλ­λα­γή πλη­θυ­σμών), μα και  κανείς δεν τους ήθε­λε σ’ αυτή την άξε­νη γη και τόπο καρα­βο­κύ­ρη­δων, τις Οινούσ­σες, το πλου­σιό­τε­ρο μέχρι σήμε­ρα Ελλη­νι­κό νησί.

Παρά­γκες στή­νουν πίσω και μακριά από τα πέτρι­να αρχο­ντι­κά, στε­γά­ζουν τους πρό­σφυ­γες που κάποια στιγ­μή και με κλή­ρους απο­κτούν κι από ένα κομ­μά­τι γης, γης άγο­νης που δεν τους καλυ­τε­ρεύ­ει τη ζωή, φτώ­χεια, παι­διά ξυπό­λυ­τα και πεινασμένα…

Ο μικρός Δημή­τρης ένα από τα 7 παι­διά της πάμ­φτω­χης προ­σφυ­γι­κής οικο­γέ­νειας Ανδριώ­τη βιώ­νει την φτώ­χεια, την αδι­κία και την απόρ­ρι­ψη στα τρυ­φε­ρά παι­δι­κά χρό­νια με μόνη παρη­γο­ριά τις ιστο­ρί­ες της Μικρα­σιά­τι­σας για­γιάς του,<… ιστο­ρί­ες από την πατρί­δα εκεί απέ­να­ντι που μια μέρα θα ξανα­γυ­ρί­σου­με γιέ μου, του λέει…>, ιστο­ρί­ες μέχρι την άκρη του κόσμου, το Μισίρι.

-<Και που είναι για­γιά το Μισίρι;>

Οι ιστο­ρί­ες της για­γιάς και το όνει­ρο που χτί­ζει μέσα του το ξυπό­λη­το αγό­ρι ο Δημή­τρης- και το κτί­ζει κοι­τώ­ντας τα καρά­βια στο λιμα­νά­κι του νησιού‑, το όνει­ρο να γίνει καπε­τά­νιος, να ταξι­δεύ­ει, να βρει την άκρη του κόσμου, να φύγει μακριά. Πως; Συμπλη­γά­δες πέτρες…

Β’ Παγκό­σμιος πόλε­μος. Ο Δημή­τρης είναι 13 χρό­νων. Οι κακου­χί­ες στε­ριώ­νουν στην καρ­διά του την από­φα­ση φυγής, τώρα είναι η ευκαι­ρία να φύγει για να υπη­ρε­τή­σει πρώ­τα –πρώ­τα την μαχό­με­νη ενά­ντια στους κατα­κτη­τές πατρί­δα του.

Με καΐ­κι, κρυ­φά για το φόβο των Γερ­μα­νών και συντρο­φιά κι άλλων στρα­τιω­τών Ελλή­νων κάνει την απί­στευ­τη δια­δρο­μή Τσε­σμές-Σμύρ­νη-Βηρυ­τός-Παλαι­στί­νη- Αίγυ­πτος-Αλε­ξάν­δρεια για να κατα­λή­ξει τελι­κά 16χρονο αγό­ρι στο πλή­ρω­μα μιας από τις δυο ελλη­νι­κές κορ­βέ­τες που θα συμ­με­τά­σχουν αργό­τε­ρα στην από­βα­ση στη Νορ­μαν­δία, αυτής με το όνο­μα< Τομπάζης>.(Δεύτερη Ελλη­νι­κή κορ­βέ­τα ο Κριε­ζής). Το ναυ­τό­που­λο μας φτά­νο­ντας στην Αλε­ξάν­δρεια έμα­θε επι­τέ­λους ότι αυτό ήταν το Μισί­ρι της για­γιάς του, η άκρη του κόσμου…

6 Ιού­νη 1944: Η από­βα­ση των συμ­μα­χι­κών δυνά­με­ων στην Νορμανδία.

-<Τη νύχτα της 6ης Ιου­νί­ου κατά τα μεσά­νυ­χτα, όλα τα πλοία που βρί­σκο­νταν επι ποδός στη

περιο­χή της Νορ­μαν­δί­ας δέχτη­καν ισχυ­ρή αερο­πο­ρι­κή επί­θε­ση. Εγώ παι­δί παρα­κο­λου­θού­σα τα τρο­χιο­δει­κτι­κά βλή­μα­τα που σχη­μά­τι­ζαν πανύ­ψη­λα βου­νά και είχα χαζέ­ψει. Ένιω­θα τον <Τομπά­ζη> να σεί­ε­ται στη θάλασ­σα σαν από σει­σμι­κές δονή­σεις. Ο <Τομπά­ζης> παρέ­μει­νε στις επι­χει­ρή­σεις αυτές συνο­δεύ­ο­ντας νηο­πο­μπές από τη μια άκρη της Μάγ­χης ως την άλλη, ως το τέλος Σεπτεμ­βρί­ου, αν θυμά­μαι καλά>.

-<Γίνε­τε παν­δαι­μό­νιο. Τα κύμα­τα των αμφί­βιων προς τις ακτές επα­να­λαμ­βά­νο­νται κάθε μισή ώρα. Οι Γερ­μα­νοί, οχυ­ρω­μέ­νοι πίσω από το Ατλα­ντι­κό Τεί­χος, υπο­δέ­χο­νται τα συμ­μα­χι­κά στρα­τεύ­μα­τα με πολυ­βό­λα, με όλμους, με χει­ρο­βομ­βί­δες. Απο­βα­τι­κά που φλέ­γο­νται από τα εχθρι­κά πυρά και άλλα που βυθί­ζο­νται από αυτά. Φαντά­ροι που κολυ­μπούν, φαντά­ροι που πνί­γο­νται χωρίς καμία βοή­θεια από τα διερ­χό­με­να αμφί­βια, αφού εκεί­να είχαν λάβει αυστη­ρή εντο­λή να φτά­σουν στις ακτές και να αδια­φο­ρούν για ότι συμ­βαί­νει γύρω τους>.

Αυτά είδε από τον <Τομπά­ζη> ο 16χρονος Δημή­τρης την απο­κα­λού­με­νη από τους Αμε­ρι­κα­νούς που είχαν το γενι­κό πρό­σταγ­μα στην από­βα­ση < D‑Day> (ημέ­ρα από­φα­σης), στην καθο­ρι­στι­κή για τη λήξη του Β’ Παγκο­σμί­ου πολέ­μου από­βα­ση στη Νορ­μαν­δία όπου οι Αμε­ρι­κα­νοί εφήρ­μο­σαν για πρώ­τη φορά και επι­τυ­χώς το στρα­τιω­τι­κό δόγ­μα που έλε­γε ότι κερ­δί­ζει εκεί­νος που δια­θέ­τει τα περισ­σό­τε­ρα και ισχυ­ρό­τε­ρα οπλι­κά συστήματα.

fantemis2

Ο νεα­ρός Δημή­τρης με την απί­στευ­τη βιο­γρα­φία του θα κάνει ένα πέρα­σμα από τα σύρματα(τα Αγγλι­κά στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης για κομ­μου­νι­στές στη Λιβύη), θα είναι στην παρα­νο­μία στην Αθή­να κατά την διάρ­κεια του εμφυ­λί­ου πολέ­μου και τελι­κά έρχε­ται η ώρα υλο­ποί­η­σης του ονεί­ρου του. Μπαρ­κά­ρει-μέσα (της 10ετίας ’50- με ποντο­πό­ρα σκά­φη, μάγει­ρας ως επί το πλεί­στον. Τον συνα­ντά­με σε φάμπρι­κες του Αμβούρ­γου και της Βρέ­μης –από το ’61‑, εργά­τη και ινστρού­χτο­ρα του Κομ­μου­νι­στι­κού κόμ­μα­τος στην συν­δι­κα­λι­στι­κή οργά­νω­ση των Ελλή­νων ναυ­τερ­γα­τών ΟΕΝΕ (Στα απόρ­ρη­τα έγγρα­φα του ελλη­νι­κού προ­ξε­νεί­ου στο Αμβούρ­γο ο Δ. Α., ανα­φέ­ρε­ται ως αμε­τα­νό­η­το μέλος της ΟΕΝΕ).

Χωρίς ναυ­τι­κό φυλ­λά­διο αφού η δρά­ση του στο Κ.Κ.Ε. ήταν η αιτία να μπλο­κά­ρει το κατε­στη­μέ­νο την ναυ­τι­κή του καριέ­ρα, ο χαρι­σμα­τι­κός αγκι­τά­το­ρας Δ.Α., για άλλη μια φορά αντι­μέ­τω­πος με Συμπλη­γά­δες πέτρες…

Βερο­λί­νο: Τελι­κός τόπος εγκα­τά­στα­σης του μέχρι τον θάνα­το του στις 15 του Μάη 2016. Μάγει­ρας, η δου­λειά που είχε μάθει στα καρά­βια, αυτήν εξα­σκεί για τον βιο­πο­ρι­σμό του και τώρα και συνά­μα χαρ­τί και μολύβι…

Φάνης Φαντέ­μης, το λογο­τε­χνι­κό ψευ­δώ­νυ­μο που επέ­λε­ξε ο Δημή­τρης Ανδριώ­της για την υπο­γρα­φή των βιβλί­ων του ποι­η­τι­κών και πεζών με θέμα τι άλλο; Θάλασ­σα και πάλι Θάλασ­σα, ο δρό­μος- το πέρα­σμα για τη φυγή.

Αφο­σιω­μέ­νος στο κόμ­μα του μέχρι τη διά­σπα­ση του Κ.Κ.Ε το 1968 θα μετα­τρα­πεί κατό­πιν σε ανέ­ντα­χτο φιλε­λεύ­θε­ρο αρι­στε­ρό που εκτός του αγώ­να της επι­βί­ω­σης έχει να αντι­με­τω­πί­σει και την απα­ξί­ω­ση ένα­ντι του προ­σώ­που του της ελλη­νι­κής ιντε­λι­γκέν­τσιας του Βερο­λί­νου, γιατί…

-<Με απα­ξί­ω­ναν για­τί δεν ήμουν Ακαδημαϊκός>.

-<Τυφλά πιστός στο κόμ­μα. Όταν πρω­το­πή­γα στην Ανα­το­λι­κή Γερ­μα­νία, ήθε­λα να πέσω στο έδα­φος να το φιλήσω>.

Τα χρό­νια περ­νούν, Ελλά­δα 1974.

-<Όταν έφυ­γα μικρό παι­δί από τις Οινού­σες δεν μπο­ρού­σα να φαντα­στώ ότι σ’ όλη μου τη ζωή θα πατού­σα ξένα χώμα­τα και θα ζού­σα σε ξένες πατρί­δες- εκτός από τα πρώ­τα τα μετα­πο­λε­μι­κά, τα επο­νο­μα­ζό­με­να <Πέτρι­να Χρό­νια> που τα πέρα­σα στην Ελλά­δα. Επα­νέ­καμ­ψα μετά τη πτώ­ση της χού­ντας, το φθι­νό­πω­ρο του 1974, αλλά ήταν πια πολύ αργά. Τότε αισθα­νό­μουν πια άβο­λα σαν ξένος, χει­ρό­τε­ρα και από την ξενι­τιά. Ήμουν δηλα­δή δυο φορές ξένος. Μια μέσα στην πατρί­δα μου και άλλη μια έξω, όπου ζού­σα. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία…>.

Ανε­ξάρ­τη­το πνεύ­μα ο Φάνης Φαντέ­μης, δίνει λύση στις νέες συμπλη­γά­δες πέτρες που έχει να αντι­με­τω­πί­σει με  επι­στρο­φή και πάλι στο Βερο­λί­νο όπου και θα μεί­νει μέχρι το θάνα­το του στις 15 Μάη 2016 και σε ηλι­κία των 89 ετών, ταλαι­πω­ρη­μέ­νος από μακρο­χρό­νια ασθέ­νεια γρά­φο­ντας βιβλία και επι­σκε­πτό­με­νος τακτι­κά την γενέ­τει­ρα του Οινούσ­σες και τη γει­το­νι­κή Χίο.

Σκόρ­πιοι τίτλοι έργων του Φάνη Φαντέ­μη, έργων όπου η προ­σω­πι­κή θεώ­ρη­ση του συγ­γρα­φέα εμφι­λο­χω­ρεί πάντα στα γρα­πτά του.

Τι κου­βε­ντιά­ζου­νε στην πλώρη(1954), Γαλά­ζια κύματα(1954), Αργό σαλπάρισμα(1974), Βόρειοι κύκλοι(1984), Τρομπέτες(1984), Όσα πήρα­νε τα κύμα­τα, Θανά­τω Θάνα­τον πατήσας(μυθιστόρημα-μαρτυρία, αυτοβιογραφικό).

<Είναι αλή­θεια ότι η ελευ­θε­ρία είναι πολύ­τι­μη. Τόσο πολύ­τι­μη, που μερι­κές φορές πρέ­πει να τη χορη­γού­με με δελ­τίο>, λόγια του Β.Ι. Λένιν (1870–1924), και ο Φάνης Φαντέ­μης κατά κόσμον Δημή­τρης Ανδριώ­της τη στε­ρή­θη­κε πολ­λές φορές την ελευ­θε­ρία στη πορεία της ζωής του, έδω­σε μάχες να μεί­νει πιστός στην ιδε­ο­λο­γία του, χαρα­κτη­ρί­στη­κε κομ­μου­νι­στής,( και πράγ­μα­τι υπήρ­ξε ένας από τους κύριους πρω­τα­γω­νι­στές της ΟΕΝΕ στα Ευρω­παϊ­κά λιμά­νια με απα­γο­ρευ­μέ­νη την είσο­δο του στη χώρα για 20 χρό­νια), έδω­σε μάχες  να μην εκφυ­λι­στούν τα όνει­ρα του ψάχνο­ντας διαρ­κώς το μυστι­κό, το πέρα­σμα από τις συμπλη­γά­δες πέτρες…

Τελευ­ταία επι­θυ­μία του συγ­γρα­φέα ήταν να καεί το σώμα του και τη στά­χτη του να την παρα­λά­βουν οι φίλοι του και να δια­σκορ­πι­στεί στη θάλασ­σα των Οινουσ­σών. Επι­θυ­μία του που πιστοί φίλοι πραγ­μα­το­ποί­η­σαν λίγο μετά το θάνα­το του στις 15 του Μάη 2016 και λίγο πριν την επί­ση­μη παρου­σί­α­ση των δυο τελευ­ταί­ων βιβλί­ων του που δεν την πρόλαβε…

<Ίντα λέγου­σιν στην πλώ­ρη>,< Στα βαθιά νερά> : οι τίτλοι των δυο βιβλί­ων του Φάνη Φαντέ­μη, ναυ­τι­κά διη­γή­μα­τα, που τέθη­καν σε κυκλο­φο­ρία λίγες μέρες μετά τον θάνα­τό του από τις εκδό­σεις Άλφα Πι, Ροδο­κα­νά­κη 7, Χίος.

Σημεί­ω­ση: .

Συμπλη­γά­δες πέτρες: στην Ελλη­νι­κή μυθολογία(Ηρόδοτος) δυο μεγά­λοι βρά­χοι αντι­κρι­στοί στο θαλάσ­σιο στε­νό- είσο­δο του Βοσπό­ρου από τον Εύξει­νο Πόντο. Το πρώ­το πλοίο που κατά­φε­ρε τον ασφα­λή διά­πλου από τις πέτρες αυτές ήταν το Αργώ με τους Αργο­ναύ­τες. Μετα­φο­ρι­κά, η φρά­ση έχει τη σημα­σία των εμπο­δί­ων που συνα­ντά ο άνθρω­πος στην προ­σπά­θεια υλο­ποί­η­σης των στό­χων του.

Το αφιέ­ρω­μα στη μνή­μη του λογο­τέ­χνη Φάνη Φαντέ­μη γρά­φτη­κε με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση ενός χρό­νου από τον θάνα­τό του. Τα λόγια του ίδιου του συγ­γρα­φέα είναι από την αυτο­βιο­γρα­φία του: <Θανά­τω θάνα­τον πατήσας>.

Πλη­ρο­φο­ρια­κό υλι­κό: λογο­τε­χνι­κό περιο­δι­κό Δάφνη/Χίος(dafninet.gr)/εκδότης: Βαγ­γέ­λης Ρου­φά­κης. Φωτο­γρα­φί­ες από διαδίκτυο.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο