Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γαλλική αριστερά: Το πιο σύντομο ανέκδοτο

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Μακρόν ενα­ντί­ον Λεπέν και Λεπέν ενα­ντί­ον Μακρόν. Γι άλλη μια φορά ο γαλ­λι­κός λαός καλεί­ται να επι­λέ­ξει ανά­με­σα στην «Σκύλ­λα» και τη «Χάρυ­βδη», εγκλω­βι­σμέ­νος στη λογι­κή του μικρό­τε­ρου κακού. Πρό­κει­ται για ενα έργο που έχει επα­να­λη­φθεί κατά το παρελ­θόν στις γαλ­λι­κές προ­ε­δρι­κές εκλογές.

Το ίδιο έργο επα­να­λή­φθη­κε, για παρά­δειγ­μα, στις προη­γού­με­νες προ­ε­δρι­κές εκλο­γές το 2017, όταν ο Μακρόν βρέ­θη­κε και πάλι αντι­μέ­τω­πος με τη Μαρί Λεπέν στον β’ γύρο, αλλά και το 2002 όταν αντί­πα­λος του Ζαν Σιράκ για την προ­ε­δρία ήταν ο Ζαν Μαρί Λεπέν, που είχε κάνει την έκπλη­ξη αφή­νο­ντας πίσω τον σοσιαλ­δη­μο­κρά­τη Λιο­νέλ Ζοσπέν.

Το αστι­κό πολι­τι­κό σύστη­μα που συστη­μα­τι­κά τρέ­φει και γιγα­ντώ­νει την ακρο­δε­ξιά, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας την ως φόβη­τρο απέ­να­ντι στην ριζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση εργα­τι­κών-λαϊ­κών μαζών, είναι το ίδιο που στις εκλο­γές στή­νει «δημο­κρα­τι­κά μέτω­πα» και καλέ­σμα­τα «κατά του λαϊ­κι­σμού» για την ξορκίσει!

Δυστυ­χώς, πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στον εγκλω­βι­σμό του λαού στην πολι­τι­κή του συστή­μα­τος και της αστι­κής τάξης έχει παί­ξει η πλή­ρης αδυ­να­μία του κομ­μου­νι­στι­κού κινή­μα­τος να εκφρά­σει και να κινη­το­ποι­ή­σει εργα­τι­κά-λαϊ­κά στρώ­μα­τα σε τρο­χιά ρήξης με την αστι­κή δια­χεί­ρι­ση και τα συμ­φέ­ρο­ντα του κεφαλαίου.

Αν είναι κάτι που απέ­δει­ξαν οι εκλο­γές της Κυρια­κής, αυτό είναι ότι το γαλ­λι­κό κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα παρε­μέ­νει βυθι­σμέ­νο στην πολι­τι­κή ανυ­πο­λη­ψία, ανή­μπο­ρο να πάρει μέρος και να επηρ­ρε­ά­σει τις εξε­λί­ξεις προς όφε­λος των εργαζόμενων.

Μιλώ­ντας για κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα προ­φα­νώς και δεν συμπε­ρι­λαμ­βά­νου­με σε αυτό τον «αρι­στε­ρό» Ζαν Λικ Μελαν­σόν και το κόμ­μα του «Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία» που κατε­τά­γη τρί­το με ποσο­στό 21,95%. Μια ανά­γνω­ση του προ­ε­κλο­γι­κού προ­γράμ­μα­τος και των θέσε­ων του Μελαν­σόν είναι αρκε­τή για να βεβαιω­θεί κάποιος ότι η «Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία» εκφρά­ζει μια σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού τύπου δια­χεί­ρι­ση του καπι­τα­λι­στι­κου συστή­μα­τος, διαν­θι­σμέ­νη με ορι­σμέ­να ριζο­σπα­στι­κά συν­θή­μα­τα (π.χ. Απο­δέ­σμευ­ση από το ΝΑΤΟ).

Μέλος της «Ευρω­παϊ­κής Ενω­τι­κής Αρι­στε­ράς» στο Ευρω­παϊ­κό Κοι­νο­βού­λιο, μαζί με άλλα σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κά κόμ­μα­τα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το γερ­μα­νι­κό Die Linke, το ισπα­νι­κό Podemos κ.α, η παρά­τα­ξη του Μελαν­σόν λει­τουρ­γεί ουσια­στι­κά ως «κυμα­το­θραύ­στης» για την ριζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση της λαϊ­κής δυσα­ρέ­σκειας, σπέρ­νο­ντας αυτα­πά­τες επί αυτα­πα­τών περί δήθεν «φιλο­λαϊ­κής» δια­χεί­ρι­σης του καπι­τα­λι­σμού, «ανα­δια­μόρ­φω­ση» της Ε.Ε (!) και των ευρω­ε­νω­σια­κών συν­θη­κών, προ­ώ­θη­ση «πρά­σι­νου New Deal» ως αντί­δο­το στην καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση, κλπ.

Ο ιδεολογικός εκφυλισμός και η απαξίωση του Γαλλικού ΚΚ

Στις εκλο­γές της Κυρια­κής, ο υπο­ψή­φιος του Γαλ­λι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος (PCF) Φαμπιέν Ρου­σέλ έλα­βε μόλις 2,28%. Είναι η πρώ­τη φορά από το 2007 που το Γαλ­λι­κό ΚΚ κατε­βαί­νει στις εκλο­γές με δικό του υπο­ψή­φιο, καθώς το 2012 και το 2017 είχε στη­ρί­ξει την υπο­ψη­φιό­τη­τα Μελαν­σόν. Η προ­φα­νής, ωστό­σο, απα­ξί­ω­ση του PCF από το εκλο­γι­κό σώμα δεν απο­τε­λεί νέο στοι­χείο. Στις εκλο­γές του 2007 η υπο­ψή­φια του κόμ­μα­τος Μαρί-Ζορζ Μπυ­φέ είχε λάβει 1,93% ενώ το 2002 ο Ρομπέρ Υ είχε απο­σπά­σει 3,37%.

Προ­ε­κλο­γι­κή αφί­σα του Γαλ­λι­κού ΚΚ με τον υπο­ψή­φιο πρό­ε­δρο Φαμπιέν Ρουσέλ.

Στην εκλο­γι­κή κατρα­κύ­λα του Γαλ­λι­κού ΚΚ, του άλλο­τε ισχυ­ρού κόμ­μα­τος του Τορέζ και του Ντυ­κλό, αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται ο ιδε­ο­λο­γι­κός και πολι­τι­κός του εκφυ­λι­σμός, μια δια­δι­κα­σία που ξεκί­νη­σε αρκε­τές δεκα­ε­τί­ες πριν, όταν υιο­θε­τή­θη­κε το οπορ­του­νι­στι­κό ρεύ­μα του ευρω­κομ­μου­νι­σμού και ξεκί­νη­σε η απο­ψί­λω­ση των μαρ­ξι­στι­κών-λενι­νι­στι­κών του χαρα­κτη­ρι­στι­κών. Στα χρό­νια που ακο­λού­θη­σαν των αντε­πα­να­στα­τι­κών ανα­τρο­πών στην ΕΣΣΔ και την Ανα­το­λι­κή Ευρώ­πη, η ρεφορ­μι­στι­κή μετάλ­λα­ξη του Γαλ­λι­κού ΚΚ επι­τα­χύν­θη­κε παίρ­νο­ντας χαρα­κτη­ρι­στι­κά μη ανα­τρέ­ψι­μης πορεί­ας, παρά τις φιλό­τι­μες προ­σπά­θειες μεμο­νω­μέ­νων στε­λε­χών του να αντι­στα­θούν τον ιδε­ο­λο­γι­κό εκφυλισμό.

Το Γαλ­λι­κό ΚΚ συμ­με­τεί­χε στην κυβέρ­νη­ση των σοσιαλ­δη­μο­κρα­τών βάζο­ντας «πλά­τη» σε μια σει­ρά αντι­λαϊ­κές πολι­τι­κές που επι­δεί­νω­σαν ραγδαία το βιο­τι­κό επί­πε­δο της εργα­τι­κής τάξης και των λαϊ­κών στρω­μά­των, ενώ παρεί­χε στή­ρι­ξη στην ευρω­παϊ­κή ενο­ποί­η­ση (βλ. Μάα­στριχτ 1992) που απο­τέ­λε­σε εφαλ­τή­ριο για περαι­τέ­ρω ενί­σχυ­ση των πολι­τι­κών λιτό­τη­τας. Η εκλο­γή του Ρομπέρ Υ στην ηγε­σία του κόμ­μα­τος το 1994 και το 29ο Συνέ­δριο το 1996 ήρθαν να επι­κυ­ρώ­σου­ντην ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή μετάλ­λα­ξη: Καταρ­γή­θη­κε ο δημο­κρα­τι­κός συγκε­ντρω­τι­σμός, η ΕΣΣΔ χαρα­κτη­ρί­στη­κε «δικτα­το­ρία», απα­λεί­φτη­καν οι ανα­φο­ρές στην Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, οι ταξι­κές ανα­φο­ρές και ανα­λύ­σεις στον δημό­σιο λόγο του κόμ­μα­τος αντι­κα­τα­στά­θη­καν από γενι­κο­λο­γί­ες περί «παγκο­σμιο­ποί­η­σης» και «νεο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού», ενώ έπαυ­σαν ακό­μη και οι συμ­βο­λι­κές επι­κλησ­σεις στον κομ­μου­νι­σμό, την επα­να­στα­τι­κή βία, τη δικτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του, κλπ.

Το 1997 το Γαλι­κό ΚΚ στή­ρι­ξε ξανά την κυβέρ­νη­ση συνερ­γα­σί­ας σοσιαλ­δη­μο­κρα­τών υπό τον Λιο­νέλ Ζοσπέν, ενώ το 1999 κρά­τη­σε στά­ση «ποντί­ου πιλά­του» στους ΝΑΤΟι­κούς βομ­βαρ­δι­σμούς στη Γιου­γκο­σλα­βία, κατα­δι­κά­ζο­ντας θεω­ρη­τι­κά την στρα­τιω­τι­κή βία αλλά πρα­κτι­κά στη­ρί­ζο­ντας τον πόλε­μο με την παρα­μο­νή του στην κυβέρνηση.

Πάνε χρό­νια, λοι­πόν, που το Γαλ­λι­κό Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα έδω­σε τα δια­πι­στευ­τή­ρια του στην αστι­κή τάξη, μεταλ­λασ­σό­με­νο σε στη­λο­βά­τη της σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κής πολι­τι­κής. Σήμε­ρα, οποια­δή­πο­τε ανα­φο­ρά σε «Γαλ­λι­κό Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα» μόνο ως δυσά­ρε­στο ανέκ­δο­το μπο­ρεί να εκλη­φθεί, δεδο­μέ­νης της πλή­ρους απα­ξί­ω­σης στην οποία έχει περι­πέ­σει το κομ­μου­νι­στι­κό κίνη­μα της χώρας. Μια απα­ξί­ω­ση που πάει χέρι-χέρι με την γενι­κό­τε­ρη υπο­χώ­ρη­ση του οργα­νω­μέ­νου ταξι­κού εργα­τι­κού κινή­μα­τος της Γαλ­λί­ας, την κυριαρ­χία του εργο­δο­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού και την ανά­δει­ξη θολών, ατα­ξι­κών κινη­μά­των τύπου «Κίτρι­να Γιλέ­κα» που στο­χεύ­ουν στην εκτό­νω­ση και χει­ρα­γώ­γη­ση της λαϊ­κής οργής με τρό­πο ακίν­δυ­νο για το σύστημα.

Σε μια περί­ο­δο εγκλω­βι­σμού των εργα­ζό­με­νων και του λαού στο δίπο­λο Μακρόν-Λεπέν, με τον Μελαν­σόν να έχει ανα­λά­βει ρόλο «αρι­στε­ρού εξα­πτέ­ρυ­γου» της αστι­κής πολι­τι­κής, οι εξε­λί­ξεις προς το συμ­φέ­ρον των εργα­ζό­με­νων, του γαλ­λι­κού λαού, μπο­ρεί να έρθουν μόνο μέσα από την άνο­δο της ταξι­κής πάλης, την σύγκρου­ση με το κεφά­λαιο και την εξου­σία του. Και αυτό απαι­τεί την ύπαρ­ξη ενός Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος με πραγ­μα­τι­κή επα­να­στα­τι­κή στρα­τη­γι­κή σε γραμ­μή ρήξης με το εκμε­ταλ­λευ­τι­κό καπι­τα­λι­στι­κό σύστημα.

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο