Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιάννης Γκιωνάκης, σπουδαίος ηθοποιός, καρατερίστας, μια αστείρευτη κωμική φλέβα

Σπου­δαί­ος ηθο­ποιός, καρα­τε­ρί­στας, μια αστεί­ρευ­τη κωμι­κή φλέ­βα, ο Γιάν­νης Γκιω­νά­κης κατά­φε­ρε με τις ερμη­νεί­ες του να ψυχα­γω­γή­σει πολ­λές γενιές, έφυ­γε σε ηλι­κία 80 χρό­νων, στις 25 Αυγού­στου 2002. Υπήρ­ξε ένας από τους βασι­κό­τε­ρους ερμη­νευ­τές των έργων του Δημή­τρη Ψαθά. Ως «Αχόρ­τα­γος» στην κωμω­δία του Ντί­μη Δαδή­ρα ή ως «Στρα­βό­ξυ­λο» (δια­σκευ­ές και τα δύο των ομώ­νυ­μων θεα­τρι­κών του Ψαθά), αλλά και στα «Κίτρι­να Γάντια», στην «Ωραία του κου­ρέα», και σε τόσες άλλες ται­νί­ες ο Γιάν­νης Γκιω­νά­κης θα μεί­νει στην ιστο­ρία του ελλη­νι­κού κινηματογράφου.

Ο Γιάν­νης Γκιω­νά­κης γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να στις 18 Σεπτεμ­βρί­ου 1922. Σπού­δα­σε στην Ιατρι­κή Σχο­λή Αθη­νών, θέλο­ντας να ακο­λου­θή­σει το επάγ­γελ­μα του πατέ­ρα του, που ήταν για­τρός. Πολύ γρή­γο­ρα, όμως, εγκα­τέ­λει­ψε την Ιατρι­κή για να γίνει ηθο­ποιός και τελεί­ω­σε τη Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή του Κάρο­λου Κουν.

Στο θέα­τρο πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε το 1944, στο «Θέα­τρο Τέχνης» του Καρό­λου Κουν, στο έργο του Αλέ­ξη Σολω­μού «Ο τελευ­ταί­ος ασπρο­κό­ρα­κας». Ακο­λού­θη­σαν οι παρα­στά­σεις «Ο βυθός» του Μαξίμ Γκόρ­κι και ο «Βυσ­σι­νό­κη­πος» του Τσέ­χοφ. Το 1945 άρχι­σε να εμφα­νί­ζε­ται και στην επι­θε­ώ­ρη­ση στο θέα­τρο «Σαμαρ­τζή». Λίγο αργό­τε­ρα, το 1950, συνερ­γά­στη­κε με την «Ελλη­νι­κή Σκη­νή» του Δημή­τρη Ροντή­ρη στο θέα­τρο «Κυβέ­λη» της πλα­τεί­ας Συντάγ­μα­τος. Στη συνέ­χεια εντά­χθη­κε στο μόνι­μο δυνα­μι­κό του «Εθνι­κού Θεά­τρου» όπου παρέ­μει­νε μέχρι το 1956. Τη «χρυ­σή» δεκα­ε­τία του ’60 ως πρω­τα­γω­νι­στής πια και συν­θια­σάρ­χης εμφα­νί­στη­κε σε πλή­θος επι­θε­ω­ρή­σε­ων: «Και­νού­ρια Αθή­να», «Ανθρω­ποι του ’60», «Κάθε καρυ­διάς καρύ­δι», «Πρά­σι­νο κόκ­κι­νο», «Αυλή και πεζο­δρό­μιο», «Ραντε­βού στις κάλ­πες» κ.ά. Την περί­ο­δο 1966–67 συγκρό­τη­σε θία­σο πρό­ζας με τους Χρι­στί­να Σύλ­βα, Γιάν­νη Μιχα­λό­που­λο, Σμά­ρω Στε­φα­νί­δου και έπαι­ξε την τερά­στια επι­τυ­χία «Ο αχόρ­τα­γος» του Δημή­τρη Ψαθά και στη συνέ­χεια μια ακό­μη μεγά­λη επι­τυ­χία του «Ενας βλά­κας και μισός», ο «Κου­τσο­μπό­λης», το «Στρα­βό­ξυ­λο». Τη δεκα­ε­τία του ’70 κάνει μια στρο­φή στο ρεπερ­τό­ριο και συνερ­γά­ζε­ται με το «Προ­σκή­νιο» του Σολω­μού και κάνει δύο σημα­ντι­κές ερμη­νεί­ες στον «Αρχο­ντο­χω­ριά­τη» του Μολιέ­ρου και στον «Κοριό» του Μαγια­κόφ­σκι. Το 1989 έπαι­ξε μαζί με τον Βασί­λη Δια­μα­ντό­που­λο στο «Βολ­πό­νε» του Μπεν Τζόν­σον, στο Θέα­τρο «Λου­ζι­τά­νια» σε σκη­νο­θε­σία Μίνου Βολωνάκη.

Δεκά­δες είναι οι ται­νί­ες στις οποί­ες έπαι­ξε ο Γιάν­νης Γκιω­νά­κης. Πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε στην ται­νία του Αλέ­κου Σακελ­λά­ριου «Παπού­τσι από τον τόπο σου» το 1946. Ακο­λού­θη­σαν: «Εκεί­νες που δεν πρέ­πει ν’ αγα­πούν», «Το κορί­τσι με τα παρα­μύ­θια», «Μην ερω­τεύ­ε­σαι το Σάβ­βα­το», «Η κοροϊ­δά­ρα», «Ο αχόρ­τα­γος», «Ο πεθε­ρό­πλη­κτος», «Η ωραία του κου­ρέα», «Το στρα­βό­ξυ­λο», «Οι τέσ­σε­ρις άσοι», «Ο ξερο­κέ­φα­λος», «Ο τρε­λός της πλα­τεί­ας Αγά­μων», «Ο τετρα­πέ­ρα­τος», «Νυμ­φί­ος Ανύμ­φευ­τος», «Αλλος για το εκα­τομ­μύ­ριο», «Κάλ­λιο πέντε και στο χέρι», «Κρε­βα­το­μουρ­μού­ρα», «Η μου­σί­τσα», «Δια­βό­λου κάλ­τσα», «Το βλα­κό­μου­τρο», «Κίτρι­να γάντια», «Τρί­τη και 13» κ.ά.

Στην τηλε­ό­ρα­ση, συμ­με­τεί­χε, στη σει­ρά «Ιστο­ρί­ες της νύχτας» του Δημ. Νικο­λα­ΐ­δη σε σενά­ριο Λάκη Μιχαη­λί­δη (1972–73), στα αστυ­νο­μι­κά ευθυ­μο­γρα­φή­μα­τα «Ποι­νι­κό μητρώο της Αθή­νας», «Ιστο­ρί­ες χωρίς δάκρυα» του Αντώ­νη Αντω­νί­ου κ.ά. Για την προ­σφο­ρά του στο θέα­τρο και τον κινη­μα­το­γρά­φο έχει τιμη­θεί με «Ανα­μνη­στι­κό Μετάλ­λιο Δημή­τρη Ψαθά» κ.ά. ενώ το 1999 βρα­βεύ­τη­κε με το έπα­θλο «Αιμί­λιος Βεά­κης» από το Κέντρο Μελέ­της και Ερευ­νας του Ελλη­νι­κού Θεά­τρου — Θεα­τρι­κού Μουσείου.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο