Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιούρι Γκαγκάριν, ψήλωσε το μπόι του ανθρώπου μέχρι το διάστημα

Στις 12 Απρί­λη του 1961, ο άνθρω­πος ξέφευ­γε για πρώ­τη φορά από την έλξη του πλα­νή­τη του και μόλις τέσ­σε­ρα χρό­νια μετά τους «Σπούτ­νικ», τις μηχα­νές του, έβγαι­νε τώρα ο ίδιος στο Διά­στη­μα. Μέσα στο δια­στη­μό­πλοιο «Βοστόκ 1», ο υπο­σμη­να­γός της πολε­μι­κής αερο­πο­ρί­ας της ΕΣΣΔ, Γιού­ρι Αλε­ξέ­γιε­βιτς Γκα­γκά­ριν έκα­νε μια περι­στρο­φή γύρω από τη Γη σε ύψος 302 χιλιο­μέ­τρων, ταξι­δεύ­ο­ντας για 108 λεπτά με ταχύ­τη­τα περί­που 30.000 χιλιο­μέ­τρων την ώρα. Ηταν ο πρώ­τος που είδε με τα μάτια του πόσο όμορ­φος, αλλά και εύθραυ­στος είναι ο πλα­νή­της μας, αυτή η υδά­τι­νη σφαί­ρα που στρο­βι­λί­ζε­ται μέσα στην άβυσσο.

Ο Γκα­γκά­ριν έγι­νε σύμ­βο­λο. Εγρα­ψε το όνο­μά του και το όνο­μα της σοσια­λι­στι­κής του πατρί­δας μια για πάντα στ’ αστέ­ρια. Πολ­λοί ακο­λού­θη­σαν, εξί­σου σπου­δαί­οι και ηρω­ι­κοί, αλλά όπως συμ­βαί­νει συνή­θως, όλοι θυμού­νται εκεί­νον που άνοι­ξε το δρό­μο, εκεί­νον που πήγε εκεί που κανείς δεν είχε πάει μέχρι τότε. Ο Γκα­γκά­ριν δεν ήταν απλώς ο τυχε­ρός πρώ­τος. Ηταν άξιος γι’ αυτή την πρω­τιά από την αρχή ως το τέλος. Ζυμω­μέ­νος και εμπνευ­σμέ­νος από τον αγώ­να της σοβιε­τι­κής εξου­σί­ας να μετα­μορ­φώ­σει την καθυ­στε­ρη­μέ­νη καπι­τα­λι­στι­κή πατρί­δα του σε μια σύγ­χρο­νη και ισχυ­ρή χώρα, χωρίς εκμε­τάλ­λευ­ση ανθρώ­που από άνθρω­πο, αξιο­ποί­η­σε με τον καλύ­τε­ρο τρό­πο τα μέσα που του έδω­σε για να πετά­ξει ψηλά, ψηλό­τε­ρα από κάθε άλλον και να γυρί­σει πίσω, προ­σφέ­ρο­ντας σε ολό­κλη­ρη την ανθρω­πό­τη­τα σημα­ντι­κές γνώσεις.

Ταλέντο που βρήκε έδαφος να αναπτυχθεί

Ο Γκα­γκά­ριν γεν­νή­θη­κε στις 9 Μάρ­τη 1934 στο Κλού­σι­νο, ένα χωριό 160 χιλιό­με­τρα δυτι­κά της Μόσχας. Ο πατέ­ρας του ήταν εργά­της και η μητέ­ρα του αγρό­τισ­σα και δού­λευαν μαζί σε ένα κολ­χόζ. Ηταν το τρί­το από τα παι­διά της οικο­γέ­νειας. Κατά τη διάρ­κεια του Δεύ­τε­ρου Παγκό­σμιου Πολέ­μου, οι ναζί κατά­σχε­σαν το σπί­τι τους και πήραν τις δύο αδερ­φές του. Ο Γιού­ρι βοή­θη­σε τους γονείς του να σκά­ψουν ένα όρυγ­μα όπου έζη­σαν μέχρι το τέλος του πολέμου.

Μετά το εξα­τά­ξιο γυμνά­σιο, όπου ο Γιού­ρι δια­κρί­θη­κε στα μαθη­μα­τι­κά και τη φυσι­κή, πήγε σε τεχνι­κή σχο­λή και δού­λε­ψε σε χυτή­ριο. Ενά­μι­ση χρό­νο μετά μπή­κε στο τεχνι­κό πανε­πι­στή­μιο του Σάρα­τοφ. Στον τέταρ­το χρό­νο, του δόθη­κε η ευκαι­ρία να γίνει πιλό­τος. Πέτα­ξε μόνος του για πρώ­τη φορά το 1955. Ο εκπαι­δευ­τής του, Ντ. Μαρ­τιά­νοφ, δια­πι­στώ­νο­ντας τις ικα­νό­τη­τές του πρό­βλε­ψε ότι «θα γίνει ένας θαυ­μά­σιος πιλό­τος». Τόσο τον είχε συναρ­πά­σει η πτή­ση, που ο Γκα­γκά­ριν πέρα­σε ένα καλο­καί­ρι μέσα σε μια σκη­νή δίπλα στο αεροδρόμιο.
Με συμ­βου­λή του Μαρ­τιά­νοφ, ο Γκα­γκά­ριν κατα­τάσ­σε­ται στη Σοβιε­τι­κή Πολε­μι­κή Αερο­πο­ρία και πηγαί­νει στη σχο­λή του Σώμα­τος στο Ορεν­μπουργκ. Εκεί μαθαί­νει να πετά­ει αερο­πλά­να «Μιγκ», αλλά γνω­ρί­ζει και την αγα­πη­μέ­νη σύντρο­φο της ζωής του, τη Βαλε­ντί­να (Βάλια) Γκο­ριά­τσε­βα, που σπού­δα­ζε νοσο­κό­μα στην ίδια πόλη.

Μαγνήτης το Διάστημα

Από τη στιγ­μή που έμα­θε για τους «Σπούτ­νικ», ο Γκα­γκά­ριν έβα­λε στό­χο να συμ­με­τά­σχει στο δια­στη­μι­κό πρό­γραμ­μα της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης και άρχι­σε να βάζει στο χαρ­τί τις ιδέ­ες του για δια­στη­μό­πλοια, ιδέ­ες που βασί­ζο­νταν στη μελέ­τη του μεγά­λου της αστρο­ναυ­τι­κής Κον­στα­ντίν Τσιολ­κόφ­σκι, έργα του οποί­ου είχε δια­βά­σει ακό­μα όταν βρι­σκό­ταν στην τεχνι­κή σχολή.

Το Νοέμ­βρη του 1957, σε ηλι­κία 23 ετών, ο Γκα­γκά­ριν απο­φοι­τά σαν αρι­στού­χος από το Ορεν­μπουργκ και απο­κτά το βαθ­μό του υπο­σμη­να­γού. Τη μέρα εκεί­νη παντρεύ­ε­ται την αγα­πη­μέ­νη του Βάλια.
Η πρώ­τη του τοπο­θέ­τη­ση σαν πιλό­τος μαχη­τι­κού ήταν σε μια βάση στην Αρκτι­κή. Ενό­σω βρι­σκό­ταν εκεί, το 1959, η ΕΣΣΔ εκτό­ξευ­σε το μη επαν­δρω­μέ­νο δια­στη­μό­πλοιο «Λούνα‑3», που φωτο­γρά­φι­σε για πρώ­τη φορά την αθέ­α­τη από τη Γη πλευ­ρά της Σελή­νης. Ο Γκα­γκά­ριν κατά­λα­βε ότι η επαν­δρω­μέ­νη πτή­ση δεν ήταν μακριά. Υπέ­βα­λε τα χαρ­τιά του για να εντα­χθεί στο πρό­γραμ­μα εκπαί­δευ­σης κοσμο­ναυ­τών και μόλις η αίτη­σή του έγι­νε δεκτή, μετα­κό­μι­σε μαζί με τη γυναί­κα του και τη μικρή κορού­λα του Λένο­τσκα στην Πόλη των Αστρων, που κατα­σκευά­στη­κε κοντά στη Μόσχα ειδι­κά για τους κοσμοναύτες.

Ο Γκα­γκά­ριν υπο­βλή­θη­κε σε εξαι­ρε­τι­κά δύσκο­λη εκπαί­δευ­ση, σωμα­τι­κή αλλά και ψυχο­λο­γι­κή. Υπέ­μει­νε μακρές περιό­δους απο­μό­νω­σης μέσα σε περιο­ρι­σμέ­νο χώρο, πει­ρά­μα­τα έλλει­ψης βαρύ­τη­τας, αντο­χής σε υψη­λές θερ­μο­κρα­σί­ες και δοκι­μα­στι­κές πτή­σεις υπό ψυχο­λο­γι­κή πίε­ση. Σε μια δοκι­μή, έπρε­πε να λύνει δια­φο­ρι­κές εξι­σώ­σεις, ενώ από τα μεγά­φω­να ακού­γο­νταν διά­φο­ρες «λύσεις».

Αφοβα για το άνοιγμα του δρόμου

Οταν έμα­θε ότι επι­λέ­χτη­κε να είναι ο πρώ­τος άνθρω­πος που θα απο­πει­ρα­θεί το επι­κίν­δυ­νο ταξί­δι στο Διά­στη­μα, συζή­τη­σε το γεγο­νός με τη Βάλια όλη τη νύχτα. «Για­τί εσύ;», τον ρώτη­σε η γυναί­κα του, αλλά το πρωί του είπε: «Αν νιώ­θεις σίγου­ρος για τον εαυ­τό σου πήγαι­νε. Ολα θα είναι εντά­ξει εδώ». Η δεύ­τε­ρη κόρη του Γκα­γκά­ριν γεν­νή­θη­κε στις αρχές του 1961, λίγο πριν από την πτή­ση του. Την ονό­μα­σαν Γκα­λό­τσκα, που σημαί­νει «πνοή της άνοιξης».

Κατά τη διάρ­κεια της προ­ε­τοι­μα­σί­ας της εκτό­ξευ­σης, όταν όλοι είχαν άγχος και ανη­συ­χία, μόνο αυτός έμοια­ζε να είναι ήρε­μος. Κανείς δεν ήξε­ρε πώς θα αντι­δρού­σε ο ανθρώ­πι­νος οργα­νι­σμός και ιδιαί­τε­ρα ο ανθρώ­πι­νος εγκέ­φα­λος όταν θα βρι­σκό­ταν μόνος σε μια κάψου­λα, σε συν­θή­κες έλλει­ψης βαρύ­τη­τας, κάτω από το βομ­βαρ­δι­σμό της κοσμι­κής ακτι­νο­βο­λί­ας και με το σκο­τά­δι της αβύσ­σου να καλύ­πτει τη μια πλευ­ρά του ορί­ζο­ντα. Και παρα­πέ­ρα, θα άντε­χε την 6 έως 8 φορές μεγα­λύ­τε­ρη της γήι­νης αρνη­τι­κή βαρύ­τη­τα κατά την επα­νεί­σο­δο στην ατμό­σφαι­ρα και θα άνοι­γε το αλεξίπτωτο;
Μετά την πτή­ση του «Βοστόκ 1», ο αρχι­σχε­δια­στής Κορο­λιόφ, επι­κε­φα­λής του σοβιε­τι­κού δια­στη­μι­κού προ­γράμ­μα­τος, είπε για τον Γκα­γκά­ριν : «Καλός πιλό­τος είναι εκεί­νος που σε ένα λεπτό πτή­σης μπο­ρεί να κάνει τόσες παρα­τη­ρή­σεις και να βγά­λει τόσα συμπε­ρά­σμα­τα, που θα κάνει ένα ολό­κλη­ρο ινστι­τού­το να τα ανα­λύ­ει επί ένα χρό­νο. Αυτό που μας ικα­νο­ποί­η­σε ιδιαί­τε­ρα ήταν ότι ο Γκα­γκά­ριν σε αυτά τα 108 λεπτά μπό­ρε­σε να δει τόσα πολ­λά και να εμπλου­τί­σει την επι­στή­μη με πολύ­τι­μες πλη­ρο­φο­ρί­ες και συμπεράσματα».

Σε αντίθεση αγεφύρωτη με τα παλιά παράσημά του

Η υπο­δο­χή του Γκα­γκά­ριν ήταν πραγ­μα­τι­κά υπο­δο­χή ήρωα, όχι μόνο στην πατρί­δα του, αλλά και σε ολό­κλη­ρο τον κόσμο όπου περιό­δευ­σε σαν πρέ­σβης καλής θέλη­σης. Εγι­νε βου­λευ­τής του Ανώ­τα­του Σοβιέτ και ορί­στη­κε Διοι­κη­τής του Αγή­μα­τος Κοσμοναυτών.

Καθώς τα χρό­νια περ­νού­σαν ο Γκα­γκά­ριν ένιω­σε την ανά­γκη να ξανα­πε­τά­ξει. Το 1967 άρχι­σε να εκπαι­δεύ­ε­ται για την πρώ­τη πτή­ση με δια­στη­μό­πλοιο «Σογιούζ». Στις 27 Μάρ­τη του 1968, σε ηλι­κία 34 ετών, ο Γιού­ρι Γκα­γκά­ριν σκο­τώ­θη­κε κατά την εκτέ­λε­ση του καθή­κο­ντος, στη συντρι­βή του νέου μοντέ­λου αεριω­θού­με­νου που δοκί­μα­ζε. Το θάνα­τό του πέν­θη­σαν άνθρω­ποι σε όλον τον κόσμο. Οι στά­χτες του θάφτη­καν μαζί με τις στά­χτες των άλλων ηρώ­ων της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης στο τεί­χος του Κρεμ­λί­νου. Προς τιμήν της μεγά­λης συνει­σφο­ράς του στην εξε­ρεύ­νη­ση του Δια­στή­μα­τος δόθη­κε το όνο­μά του σε έναν κρα­τή­ρα στο φεγγάρι.

Οι άνθρω­ποι της κοι­νω­νί­ας του αύριο, αυτής που θα έχει απο­βά­λει την αρχαία σκου­ριά της εκμε­τάλ­λευ­σης και τη βαρ­βα­ρό­τη­τα που γεν­νά, καθώς θα ανοί­γουν τα φτε­ρά τους προς τα άστρα, έχο­ντας πια ειρη­νέ­ψει μετα­ξύ τους και με τον πλα­νή­τη τους, θα θυμού­νται με περη­φά­νια ότι πρω­το­πό­ροι του Δια­στή­μα­τος, ήταν οι πρω­το­πό­ροι της νέας κοινωνίας.

Πηγή Ριζο­σπά­στης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο