Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιώργος Δ. Μπίμης: «Το άστρο της αλήθειας»

Παρου­σιά­ζει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Ποι­η­τής του και­ρού του, μαχη­τι­κός και ασυμ­βί­βα­στος στις ιδέ­ες και στην τέχνη του, καθη­με­ρι­νός μαχη­τής της ζωής και οξυ­δερ­κής αλλά και ευαί­σθη­τος παρα­τη­ρη­τής των κοι­νω­νι­κών φαι­νο­μέ­νων ο Γιώρ­γος Δ. Μπί­μης δεν στα­μα­τά ούτε στιγ­μή να κατα­γρά­φει σκέ­ψεις, ιδέ­ες και αισθήματα.

Στο, επί­και­ρο και λόγω των ημε­ρών, κεί­με­νο που ακο­λου­θεί  θα δού­με για άλλη μια φορά σε ανά­πτυ­ξη τις ιδέ­ες του ποι­η­τή που αφο­ρούν το κοι­νω­νι­κό και αισθη­τι­κό περι­βάλ­λον, τον ασυμ­βί­βα­στο αγώ­να και τη θυσία για τη σωτη­ρία των άλλων, την ανα­ζή­τη­ση της αλήθειας.

 theofilos3

 ΤΟ ΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ…

 Είναι το δεκα­ε­ξά­κτι­νο άστρο,  ο φωτο­δό­της ήλιος της πατρί­δας μου που σερ­για­νά ακα­τα­πό­νη­τος μέσα στους αιώ­νες κρα­τώ­ντας στ’ αβρά χέρια του την άκαμ­πτη φωτιά,

 Είναι η γλαυ­κή θάλασ­σα με τα ασβε­στω­μέ­να νησιά του Αιγαί­ου που πλέ­ουν  στην αγια­σμέ­νη λάμ­ψη και παι­χνι­δί­ζουν ξέγνοια­στα με τα ανέ­με­λα κύματα,

 Είναι τα δαντε­λω­τά ακρο­γιά­λια  με τη χρυ­σή άμμο των ζεστών καλο­και­ριών και με τις σπη­λιές των ανε­μο­δαρ­μέ­νων βρά­χων που χτί­ζει η δυνα­στεία των γλά­ρων το κατοι­κη­τή­ριο κι απο­θε­ώ­νει με τις κραυ­γές της την αθανασία,

 Είναι τ’ όνει­ρο που αλη­θεύ­ει πάνω στο αει­πάρ­θε­νο χώμα, κάτω από τους αση­μέ­νιους ίσκιους των αστε­ριών κι απ’ τα χάλ­κι­να σήμα­ντρα των Μαγιά­τι­κων φεγ­γα­ριών που ηχούν ως το ξημέρωμα,

 Είναι το εύρω­στο αίμα κι η ακμαία φλό­γα της αμε­τα­μέ­λη­της νιό­της που σκιρ­τά κάθε μεσο­νύ­χτι, που ανα­γεν­νά κι ανα­πα­ρά­γει το θαύ­μα της δημιουργίας,…

 Εκεί που τα μάτια του έσω κόσμου, μέσα στην ανέλ­πι­στη δια­φά­νεια των δια­στη­μά­των και των αιθέ­ρων, κατα­κτούν μια αμφί­δρο­μη επι­κοι­νω­νία με το αδή­λω­το και το αφανέρωτο, 

 Εκεί που ανα­βα­πτί­ζο­νται τα μυστι­κά λόγια κι οι συνη­χή­σεις και ξεκι­νά το φιλή­δο­νο ταξί­δι της ποί­η­σης του απείρου, 

 Εκεί που τα νοή­μα­τα γίνο­νται προ­σι­τά σε όλες τις καρ­διές, σ’ όλα τα μάτια κι ανα­γεν­νιέ­ται η και­νού­ρια δυνα­τό­τη­τα για την απρό­σι­τη και για την αδιάλ­λα­κτη αλήθεια,

 Αυτήν που πρέ­πει να απο­δε­χτεί, να ενστερ­νι­στεί και να επι­κυ­ρώ­σει ο ηθι­κός κι ο σθε­να­ρός άνθρω­πος για να προ­σέλ­θει δίχως αλα­ζο­νεία στο βωμό της θυσί­ας, σίγου­ρος και αμε­τά­βλη­τος  και με άδο­λη κι ανυ­στε­ρό­βου­λη πίστη  να θυσια­στεί με πλη­ρό­τη­τα και αγαλ­λί­α­ση για τη σωτη­ρία και  την κυριαρ­χί­ας της, 

σαν τον ασυμ­βί­βα­στο κι αμε­τα­νό­η­το προ­φή­τη, τον πεζο­λά­τη Ιησού, που χάρι­σε στην πλά­ση την παρη­γο­ριά και  την εξι­λέ­ω­ση, τη ζωο­γό­νο ενέρ­γεια της κάθαρ­σης και της λύτρω­σης, την κοσμι­κή διά­στα­ση κι εξου­σία της θεσπέ­σιας και παναν­θρώ­πι­νης αλήθειας,…

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο