Τ’ όνομά σου…
Τ’ όνομά σου στην άμμο το χάραξα,
ένα κύμα μακριά να το πάει
κι άμα χάθηκες μέσα μου σπάραξα
κι ένα άλγος στη γη με σκορπάει…
Της αγάπης τα λόγια σου χάθηκαν
στα πικρά και στα δίσεχτα χρόνια,
σα λουλούδια στη μπόρα μαράθηκαν
μα στο νου μου θα ζήσουν αιώνια…
Ο καημός της αγάπης δε γέρασε
‑ένα φως που σαγήνεψε τ’ άστρα-
ένα όραμα ήσουν που πέρασε,
μια βροχή που νοτίζει τα κάστρα…
Προσευχή μου θα κάνω τα χέρια σου
για τον έρωτα ύμνους θα γράψω,
στα σεμνά και λιτά καλοκαίρια σου
μια φωτιά στην κορφή σου θ’ ανάψω…
Στην καρδιά ένα σύννεφο ζύγωσε
κι ο καιρός βιαστικά περπατάει,
το ρωτάω γι’ αυτό που σε πλήγωσε
κι η πικρή του σιωπή μ’ απαντάει…
(1ος Έπαινος από 1ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης «ΚΕΦΑΛΟΣ» — Αδημοσίευτο)
Σκάρτος καιρός…
Της νιότης μας τα χρόνια,
σαν κάμαρες κλειστές,
στις μπόρες και στα χιόνια,
τα κούρσεψαν ληστές.
Στις τρεις Δεκέμβρη μήνα,
ξεσπάθωσε μια νια
και βγήκε στην Αθήνα
να σμίξει το φονιά.
Σ’ ένα περβόλι μ’ άστρα,
ψηλά στον ουρανό,
βιγλίζει τ’ άδεια κάστρα
και τον Αυγερινό.
Κι όλο θρηνούν οι δείκτες
κι ασύνταχτοι καιροί
σμίγουν στις μαύρες νύχτες,
μ’ αυτή ‘ναι τυχερή.
Μα που θα βρει λημέρι
να κάνει μιαν αρχή,
το δύσμοιρο τ’ ασκέρι
στον πόνο πειθαρχεί.
Κοιμήθηκε στο χώμα
και τούτη η γενιά
κι η γη θρηνεί ακόμα
το θύμα του φονιά…
(Από την ποιητική Συλλογή: ‘’Το χώμα και το αίμα.’’)
ΓΙΩΡΓΟΣ Δ. ΜΠΙΜΗΣ
*μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.