Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Είμαι Έλλην…το καυχιέμαι!»

Γρά­φει ο Βασί­λης Λιό­γκα­ρης //

Αισθά­νο­μαι μεγά­λη χαρά, τιμή και προ­πά­ντων υπε­ρη­φά­νεια που γεν­νή­θη­κα και μεγά­λω­σα σ’ αυτή την πανέ­μορ­φη χώρα.

Πολύ φως, πολύ γαλά­ζιο. Θάλασ­σα και ουρα­νός. Πολύ ήλιος, μάρ­μα­ρο και πέτρα και πεύ­κο και βασι­λι­κό και για­σε­μί και αγιό­κλη­μα και γαρύ­φαλ­λο στ’ αυτί και πονη­ριά στο μάτι και προ­πά­ντων ιστο­ρία… Ιστο­ρία και Πολιτισμός.

Φως εκ φωτός εκ θεού αληθινού.

Και ένα λαό όμορ­φο και δύσκο­λο. Πάντα φιλό­τι­μο και φιλό­ξε­νο. Γελα­στό και πάντα γελα­σμέ­νοι και αγω­νι­στές με ανοι­χτή, ζεστή αγκα­λιά και γλυ­κό χαμόγελο.

Τι να πρω­το­γρά­ψω και τι να πρω­το­θυ­μη­θώ για να μπο­ρέ­σω να εξυ­ψώ­σω τις ομορ­φιές αυτής της χώρας.

Τρέ­χει η μνή­μη και δε φτάνει.

Αρι­στο­τέ­λης-Πλά­τω­νας-Σωκρά­της-Πίν­δα­ρος-Θου­κι­δί­δης-Αισχύ­λος-Σοφο­κλής-Ευρι­πί­δης-Αρι­στο­φά­νης.

Και πάντα απ’ όλους και ψηλότερα…ο Όμηρος.

Όλυ­μπος και Πίν­δος, Ταΰ­γε­τος και Παρ­νασ­σός. Ηρω­ι­σμός και προ­δο­σία. Κυνή­γι της άλλης, της δια­φο­ρε­τι­κής ιδέ­ας. Της εξο­ρί­ας, των μπου­ντρου­μιών και των βασα­νι­σμών. Όμως Ελλά­δα-Ελλά­δα σχε­δόν πάντα με παρά­λο­γες και ανά­ξιες εξου­σί­ες που δεν του ταιριάζουν…!

Και ξαφ­νι­κά ανα­τρέ­πο­νται όλα και κατέ­βα­σα το κεφά­λι και ένιω­σα ντρο­πή και ταπει­νό­τη­τα. Μήπως δεν είναι έτσι, όπως το φαντά­στη­κα; Αστυ­νο­μο­κρα­τία και καταστολή.

Ένα τσούρ­μο από 5.000 αστυ­νο­μι­κούς, κολ­λη­τούς, ο ένας πλάι στον άλλο, βαριά οπλι­σμέ­νοι, με χημι­κά και αύρες νερού, με μπό­τες και με κρά­νη, με ασπί­δες και με γκλο­πς. Ένας απί­θα­νος αχταρ­μάς και συγ­χρω­τι­σμού. Να χτυ­πούν, να δέρ­νουν μανια­σμέ­νοι, με μίσος, με κακία, με πάθος απέ­να­ντι στον εχθρό Ελλη­νι­κό λαό.

Τον Έλλη­να πολί­τη, τον εργά­τη, τον φοι­τη­τή, τις γυναί­κες και γενι­κά τον άνθρωπο.

Που ήταν τόσο σωστός και τόσο καλά οργα­νω­μέ­νοι απέ­να­ντι στα περιο­ρι­στι­κά μέτρα.

Για­τί; Θέλα­νε να τιμή­σουν, να δια­μαρ­τυ­ρη­θούν αυτήν την ιστο­ρι­κή μέρα της 17 Νοέμ­βρη για το αίμα που χύθη­κε στο πολυτεχνείο.

Θρά­σος, προ­σα­γω­γές και υπο­κρι­σία. Μη τυχόν και ενο­χλη­θεί ο Αμε­ρι­κά­νος «προ­στά­της» και φίλος ο φονιάς του λαού.

Λες και πολύς κόσμος δεν είχε κατα­λά­βει το πρό­σχη­μα της απα­γό­ρευ­σης της πορείας.

Ντρο­πή και πάλι ντρο­πή, τέτοιο άθλιο, τέτοιο χυδαίο φέρ­σι­μο και συμπεριφορά.

Που δεν άξι­ζε στην ομορ­φιά, την οργά­νω­ση και την αγω­νι­στι­κό­τη­τα του ελλη­νι­κού λαού…!

«Ο Χικ­μέτ στην Ελλά­δα», του Ηρα­κλή Κακαβάνη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο