Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Επτά αφηγήματα της Χαρούλας Βερίγου με τη μυρωδιά της κανέλλας και του γαρύφαλλου

Παρου­σιά­ζει ο Σπύ­ρος Κατσα­ρα­πί­δης //
Φιλό­λο­γος — ερευνητής

«…Με γοη­τεύ­ει το παι­χνί­δι της μνή­μης, αγα­πώ τις λέξεις»

Η παρα­πά­νω φρά­ση από το διή­γη­μα της Χαρού­λας Βερί­γου (Ζωής Δικταί­ου) «Μάτια μου ψιχα­λι­στά» περι­γρά­φει με τον πιο λιτό τρό­πο την πρό­τα­ση της δημιουρ­γού. Επτά αφη­γή­μα­τα, επτά δια­φο­ρε­τι­κές ιστο­ρί­ες με κοι­νούς άξο­νες την μνή­μη των παι­δι­κών χρό­νων, τις ανα­μνή­σεις από τη ζωή στο χωριό της Κρή­της, τα θαύ­μα­τα της φύσης και της φαντα­σί­ας σε μία διαρ­κή μετα­τό­πι­ση ανά­με­σα στο παρελ­θόν και το παρόν. Οι έντο­νες στιγ­μές της παι­δι­κής ζωής τρο­φο­δο­τούν την ώρι­μη ηλι­κία, καθο­δη­γούν την μετέ­πει­τα συμπε­ρι­φο­ρά των ηρώ­ων και την αιτιο­λο­γούν, χωρίς να ξεπέ­φτουν σε φτη­νό διδα­κτι­σμό ή στεί­ρα λαο­γρα­φία. Κυριαρ­χούν τα γνή­σια βιώ­μα­τα από την επα­φή με τη φύση και τους ανθρώ­πους της φύσης, σε μια επο­χή όπου ο χρό­νος ήταν κυκλι­κός κι ορι­ζό­ταν από την αλλα­γή των επο­χών και τα φαι­νό­με­νά τους. Ωστό­σο το παρελ­θόν δεν κατα­λή­γει ένας ορι­στι­κά χαμέ­νος παρά­δει­σος αλλά προ­βάλ­λε­ται με φρο­ντί­δα ως πολύ­τι­μος, θετι­κός σημα­τω­ρός του παρόντος.

Η ιστο­ρία της «Κερα­ζώ­ζας» συμ­φι­λιώ­νει το κενό ανά­με­σα στις γενιές, τη ζωή με τον θάνα­το, συνο­μι­λεί με τα εφη­βι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα και δίνει τον λόγο στης «Μνή­μης τα γυρί­σμα­τα» όπου με τα μάτια της ηρω­ί­δας-μαθή­τριας άλλων επο­χών ανοί­γει ένας νέος κόσμος, ορα­τός στα μάτια των παι­διών και πιθα­νο­λο­γού­με­νος για τους μεγά­λους. Κάνο­ντας ένα «Ταξί­δι στο φως» μαζί με έναν μικρό ήρωα που σε άλλες επο­χές θα ήταν από­βλη­τος, απο­κα­λύ­πτει τη δύνα­μη της αγά­πης και την ιδα­νι­κή νερέ­νια πολι­τεία της κατα­νό­η­σης και της συγ­χώ­ρε­σης. Τα πρώ­ι­μα συναι­σθή­μα­τα, οι πρώ­τες ενο­χές και τα αγκά­θια του πρώ­του έρω­τα ανι­χνεύ­ο­νται στα εξο­μο­λο­γη­τι­κά «Γράμ­μα­τα στην αθω­ό­τη­τα» από την ώρι­μη συντά­κτριά τους και στο τέλος παρα­δί­δε­ται στον ανα­γνώ­στη ένα κεί­με­νο μαθη­τεί­ας (Μάτια μου ψιχα­λι­στά) για την πρω­τεϊ­κή σχέ­ση εκπαι­δευ­τι­κών-εκπαι­δευό­με­νων και πώς ο ένας μπο­ρεί να εμπνεύ­σει τον άλλο.

Η διά­θε­ση σε όλα τα κεί­με­να παρα­μέ­νει ποι­η­τι­κή με πλή­θος ανα­πα­ρα­στά­σε­ων που ανα­ζω­ο­γο­νούν ήχους, ξυπνούν μυρω­διές και δημιουρ­γούν εικό­νες, στιγ­μιό­τυ­πα και συναι­σθή­μα­τα που κορυ­φώ­νο­νται σε ποι­η­τι­κές εξο­μο­λο­γή­σεις κι ανα­μνή­σεις: έτσι δικαιο­λο­γεί­ται κι ο τίτλος «Αθι­βο­λή γαρύ­φαλ­λο και θύμη­ση κανέλλα».

Η επο­χή της αγά­πης παρα­μέ­νει το ζητού­με­νο σε όλα τα κεί­με­να και εν ονό­μα­τι της βασι­λεί­ας της λει­τουρ­γούν όλοι οι ήρω­ες, μικροί και μεγά­λοι, συμ­βα­τι­κοί κι αντι­συμ­βα­τι­κοί, υπη­ρέ­τες και υπε­ρα­σπι­στές της. Αυτή είναι και η αρε­τή του βιβλί­ου. Χωρίς αφη­γη­μα­τι­κά τρυκ, χωρίς αιφ­νι­δια­σμούς κι ανα­τρο­πές, δίνει ξεκά­θα­ρα κι απρο­σχη­μά­τι­στα τον κώδι­κα αξιών των ηρώ­ων με την αγά­πη να κυριαρ­χεί και να δίνει λύσεις στα αδιέξοδα.

Εύχο­μαι εν ονό­μα­τι της αγά­πης το βιβλίο να είναι καλοτάξιδο.

***

xaroula verigou vivlio

Περιεχόμενα

Κερα­ζώ­ζα, σαν να λέμε κερά Ζωή, ζάχαρη!
Στης μνή­μης τα γυρίσματα
Ένα ταξί­δι φως
Γράμ­μα­τα στην αθωότητα
Αθι­βο­λή γαρύ­φαλ­λο και θύμη­ση κανέλλα
Μάτια μου ψιχαλιστά
Αγα­λια­νά οι αροδαμοί

ISBN: 978–618-5101–91‑6
Σελ. 246
Δια­στά­σεις 14Χ21

 

 

***

Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου

Γρα­φή, η ακρι­βή μνή­μη αυτή που γίνε­ται όχη­μα νοσταλ­γί­ας, όταν ανα­κα­λώ­ντας στιγ­μές και πρό­σω­πα από το παρελ­θόν η ματιά πέφτει απα­λά με την αθω­ό­τη­τα τού παι­διού. Τι κι αν όλα έχουν αλλά­ξει, τι και αν στις ρυτί­δες χαρά­ζε­ται η έννοια τής παρο­δι­κό­τη­τας, σημα­σία έχει η δύνα­μη, η ανά­γκη τής ψυχής, αυτή που κατα­φέρ­νει να γυρί­ζει πίσω από τον και­ρό και να συν­θέ­τει ξανά σκη­νι­κά και πρω­τα­γω­νι­στές σ’ ένα τοπίο που το σώμα γνω­ρί­ζει καλά και η καρ­διά δεν ξεγελιέται.

Κάθε γραμ­μή και μια ατμό­σφαι­ρα οικεία, μελαγ­χο­λι­κή καμιά φορά μα και αισιό­δο­ξη γεμά­τη συναι­σθή­μα­τα που ξανα­βιώ­θη­καν με την ίδια έντα­ση τής πρώ­της φοράς, πότε με κίνη­τρο ένα τρα­γού­δι και άλλο­τε με αφορ­μή μια ασπρό­μαυ­ρη φωτο­γρα­φία ή μια φέτα φεγ­γά­ρι, που ξεχά­στη­κε στον φεγ­γί­τη ζαλι­σμέ­νο από τη μυρω­διά τής κανέλ­λας και τού γαρύφαλλου.

Όλα τα διη­γή­μα­τα παρα­πέ­μπουν σε κάτι από τα παλιά, τα πρώ­τα χρό­νια τής ζωής μου στην Κρή­τη. Λατρεύω τις ανα­πο­λή­σεις, όλες εκεί­νες που με ανε­βά­ζουν στις ασβε­στω­μέ­νες σκά­λες με τους βασι­λι­κούς, που με ξυπνούν με μια γεύ­ση από λου­κού­μι τρια­ντά­φυλ­λο στα χεί­λη, που με ταξι­δεύ­ουν μ’ ένα κόκ­κι­νο μετα­ξω­τό μαντη­λά­κι και ζεσταί­νουν την ψυχή και συνε­χί­ζουν ευτυ­χώς να τρο­φο­δο­τούν με αγά­πη τη σκέ­ψη μου ιδιαί­τε­ρα σε στιγ­μές που ανά­βει το σκο­τά­δι μέσα μου.

Και είναι κάποιες στιγ­μές που αισθά­νο­μαι πως η για­γιά κρα­τά το χέρι μου και με οδη­γεί στον επό­με­νο φανο­στά­τη, στο μυστι­κό σοκά­κι που σε βγά­ζει από το λίγο τού ανθρώ­που στο πολύ τ’ ουρα­νού, φτά­νει να μη φοβά­σαι να συλ­λα­βί­ζεις, στη μητρι­κή σου γλώσ­σα τής αγά­πης, ονό­μα­τα κι όνειρα.

Αύριο, εν ονό­μα­τι της αγάπης
Χαρού­λα Βερί­γου (Ζωή Δικταίου)
Κέρ­κυ­ρα 16 Δεκεμ­βρί­ου 2018

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο