Γράφει η Τασσώ Γαΐλα //
Λόγια Γρηγορίου Ξενόπουλου:
…Όπως λέει ο ποιητής Στέφανος Δάφνης, ο Ελληνοεβραίος ποιητής Ζοζέφ Ελιγιά αγαπούσε το Χριστό. Έν’ από τα ωραιότερα του ποιήματα («Ιησούς»)είναι αφιερωμένο στο «γλυκό του αδελφό της Ναζωραίας», και τελειώνει έτσι:
Δεν είσαι ο πρώτος μήτε κι ο στερνός Εσταυρωμένος,
γλυκέ Ιησού, στον κόσμο αυτόν της πίκρας και του φτόνου.
Κι’ όμως η δόξα σου άσπιλη μεσ’ των θνητών το γένος:
Είσαι δεν είσαι γι0ς Θεού, μα είσαι ο Θεός του πόνου.Κάποιος, όταν δημοσιεύτηκε αυτό το ποίημα στη «Νέα Εστία», μου είπε: «Μ’ αυτός ο Εβραίος έχει ψυχή Χριστιανική!». Λάθος! Ο Εβραίος αυτός είχε ψυχή Εβραϊκή. Με τη διαφορά, πως σαν εκλεκτός μέσα στη φυλή του, είχε μια ψυχή ωραία κι’ ανώτερη. Τέτοια έχουν όλοι οι εκλεκτοί κάθε φυλής. Η ανώτερη ψυχή δεν είναι ούτε Χριστιανική ούτε Εβραϊκή. Άς τη λέμε καλλίτερα «ανθρώπινη». Ο Ζοζέφ Ελιγιά ήταν ένας Εβραίος με ανθρώπινη ψυχή. Γι’ αυτό αγαπούσε και, τον Χριστό, και την Ελλάδα, και την Ελληνική γλώσσα, και τα ιερά σύμβολα και τα εθνικά ιδεώδη… Τον εγνώρισα και προσωπικά, τότε που είχα τη «Νέα Εστία» και μου έστελνε να του δημοσιεύω ποιήματα. Δυο φορές, περαστικός από την Αθήνα, ήρθε στο σπίτι μου να με ιδή. Πόση εντύπωση μου έκαμε η μορφή του, γεμάτη αγνότητα και καλοσύνη σαν παιδιού, το σεμνό του ήθος κι’ η γλυκειά, η εγκάρδια ομιλία του!
-Το ξέρετε πως αγαπώ πολύ τους Εβραίους; Του είπα!
-Το ξέρω! Μου αποκρίθηκε ζωηρά. Μπορεί να μην αγαπά τους Εβραίους ο άνθρωπος που έγραψε τη Ραχήλ;
Δεν του έκαμα κομπλιμέντο: Αγαπούσα ανέκαθεν τους Εβραίους. Και τους αγαπώ περισσότερο αφότου γνώρισα τον Ελληνοεβραίο Ελιγιά και σαν ποιητή και σαν άνθρωπο. Από τις γνώμες που γράφηκαν γι’ αυτόν υπογράφω αυτήν του Κώστα Βάρναλη: «ένας άνθρωπος έτσι απλός και ίσως, μια ψυχή τόσο ευγενικιά, κι’ ένα έργο με τόση ειλικρίνεια, αγνότητα και πίστη, δεν ξεχνιούνται εύκολα» 1939.
(Σπόσπασμα από το κριτικό άρθρο του Γρηγόρη Ξενόπουλου: Γιωσέφ (Ζοζέφ) Ελιγιά, από το βιβλίο του Ελληνική Λογοτεχνία/Έλληνες και ξένοι λογοτέχνες. Σημ.: Ραχήλ- τίτλος μυθιστορήματος Γρ. Ξενόπουλου).
Ο Ελληνοεβραίος Ζοζέφ(Γιωσέφ) Ελιγιά, διανοούμενος της αριστεράς, αγνός ιδεολόγος, πρωτοπόρος αγωνιστής των κοινωνικών αντιθέσεων, ποιητής, λόγιος και μεταφραστής γεννήθηκε το 1901 στα Γιάννινα της Ηπείρου και στον Εβραϊκό συνοικισμό της πόλης από Έλληνα πατέρα και Εβραία μητέρα. Το αληθινό του όνομα ήταν Ιωσήφ Ηλίας Καπούλιας και ήταν το μονάκριβο παιδί πολύ φτωχικής οικογένειας που το πρόβλημα της ένδειας κυριαρχεί απόλυτα από την ώρα του πρόωρου θανάτου του πατέρα που αφήνει ορφανό τον μικρό Ζοζέφ.
Τραγικές περίοδοι το διάστημα πριν τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, η Μικρασιατική καταστροφή και ο μεσοπόλεμος με τις άθλιες κοινωνικές συνθήκες όχι μόνο για τη φτωχολογιά της Ισραηλιτικής κοινότητας Ιωαννίνων αλλά και την προσφυγιά που έρχεται στην πόλη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, μιζέρια, εξαθλίωση φτώχεια, αυτά που θα γίνουν μόνιμοι σύντροφοι του νεαρού Εβραίου ποιητή μέχρι τον πρόωρο θάνατό του στα 30 μόλις χρόνια της μοναχικής και βασανισμένης ζωής του. Ζωή με οικονομική ένδεια αλλά και πολιτικές διώξεις γεγονότα που σαφώς άσκησαν επιρροή στην υγεία του.
Η εβραϊκή κοινότητα των Ιωαννίνων είχε γνωρίσει μεγάλη άνθηση την εποχή του Αλή Πασά (1788–1922), όμως την εποχή του Ζοζέφ ‑αρχές του 20ού αιώνα- τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά, για να γραφτεί η σελίδα ΤΕΛΟΣ στην παρουσία του Εβραϊκού στοιχείου στην πόλη των Ιωαννίνων από τους Ναζί την περίοδο της Γερμανικής κατοχής με την πλήρη εξόντωση των Εβραίων της πόλης.
Κι η φτώχεια, η φτώχεια μάννα μου, δεν ξέρει από συμπόνοια… (Ζοζέφ Ελιγιά).
Παρά τη φτώχεια τους η μητέρα του Ζοζέφ θα γράψει τον γιο της στο Alliance Israelite Universelle, σχολείο της Ισραηλιτικής κοινότητας, σχολείο λίγα μέτρα μακρύτερα από το πατρικό του και στο δρόμο που σήμερα φέρει το όνομα του ποιητή και είναι ο κεντρικός δρόμος της πόλης. Στην Ανώτερη αυτή Εβραϊκή Σχολή ο Ζοζέφ-Γιωσέφ εξελληνισμένα- πήρε καλή μόρφωση, έμαθε άριστα και τη Γαλλική γλώσσα στην οποία γινόταν και η διδασκαλία ύλης μαθημάτων, διδάχτηκε Ελληνικά, Τούρκικα και τα Ιταλικά. Τα Εβραϊκά αφορούσαν μόνο το θέμα της θρησκείας. Εδώ, σ’ αυτό το σχολείο θα εμβαθύνει τις γνώσεις του στην Εβραϊκή λογοτεχνία.
Πουρείμ
~ Στη μητέρα μου~Πουρείμ απόψε! Ώ της φαιδρής γιορτής τρανό ξεφάντωμα!
Φως στην ψυχή. Κι ένα χαμόγελο σ’ όλων τα χείλη-
κι εγώ, μαννούλα μου ορφανή, της ξενιτιάς απόρριγμα,
σε μια ψυχρή ‚σε μ’ άχαρη γωνιά να ρέβω μόνος.
…
Πουρείμ απόψε! Διάπλατα οι συναγωγές ξανοίγουνε
τις αγκαλιές τους στα πιστά τέκνα του αρχαίου λαού μου.
Απ’ τη λευκή περγαμηνή διαβάζουν με κατάνυξη
του Μαρδοχαίου και της Εσθήρ τους θριάμβους στον αιώνα.
…
Πουρείμ απόψε! Νιές και νιοί, γέροι και γριές συχνάζουν
στα σπιτικά, στ’ αρχοντικά, το <μεγιλά> ν’ ακούσουν.
Κι εγώ, μαννούλα μου, ω καφτερό της ξενιτιάς παράπονο,
σε μια γωνιά δακρύζοντας τη βίβλο ξεφυλλίζω.
…
Μήτε κεριά το συναγώγι απόψε, μήτε λουλούδια
δεν θα σου φέρει ο γιόκας σου μαννούλα. Κι αν δακρύσεις,
κατάκαρδα μη λυπηθείς. Η μοίρα μας έτσι ώρισε,
κι η φτώχεια, η φτώχεια μάννα μου, δεν ξέρει από συμπόνοια.(Πουρείμ= Εβραϊκό Καρναβάλι: Αρχαία Εβραϊκή εορτή σε ανάμνηση της απελευθέρωσης των Εβραίων από τους Πέρσες. Τηρείται μέχρι σήμερα και στη συναγωγή περιορίζεται στην προσθήκη ανάγνωσης του βιβλίου της Εσθήρ στη λειτουργία 14η του μηνός Αδάρ).
Από τη Σχολή ο Ζοζέφ θα αποφοιτήσει το 1918 και είναι η χρονιά που δημοσιεύει στο «Ισραέλ» των Τρικάλων το σιωνιστικό ποίημα «Τρεις ραββίνοι». Αμέσως μετά και το 1919 βρίσκει θέση δασκάλου σ’ αυτό το ίδιο σχολείο απ’ όπου και φεύγει λόγω της στράτευσης του. Επιστρέφει το 1921 και πιάνει πάλι δουλειά δασκάλου στο σχολείο της Ισραηλιτικής Κοινότητας (όπου και θα διδάσκει με μικρές διακοπές έως το 1924) ενώ ταυτόχρονα παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα Γαλλικής γλώσσας. Δεινός Εβραϊστής, μελετά Εβραϊκή φιλολογία και λογοτεχνία, δημοσιεύει ποιήματα στην «Ήπειρο», τον «Κήρυκα» και …
Βρισκόμαστε στο 1922. Μαύρη της ιστορίας μας σελίδα. Μικράς Ασίας καταστροφή. Στα Γιάννινα με τη μεγάλη φτώχεια και προσφυγιά δημιουργείται το Πανηπειρωτικό Εργατικό Κέντρο Ιωαννίνων με συσπειρωμένα γύρω του όλα τα εργατικά σωματεία της πόλης. Ο Ζοζέφ, θα συνταχθεί στο εργατικό κίνημα από τους πρώτους, οι ομιλίες του για τα δικαιώματα του εργάτη και την εκμετάλλευση του από τους οικονομικά δυνατούς έγραψαν ιστορία. Στην ποίηση εγκαταλείπει το σιωνισμό και προχωρά στη στρατευμένη ποίηση, ποίηση μαχητική, αφιερωμένη στον αγώνα του εργάτη και την εκμετάλλευση του, άλλωστε ο ίδιος δήλωνε θαυμαστής της Ρόζας Λούξεμπουργκ, παράλληλα με τη λυρική ποίηση και τους διάχυτους πεσιμισμό στίχους του.
Μαζί με άλλους διανοούμενος της πόλης-όπως ο Χατζηπελερέν, εκδότης της εφημερίδας Ήπειρος και πατέρας του Δημήτρη Χατζή (αναφέρει τον ποιητή σε διήγημα του στο «Τέλος της μικρής μας πόλης»)- συμμετέχει στη δημιουργία του Προοδευτικού Εκπαιδευτικού Ομίλου που σαν στόχο έχει τη καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας.
Συντάκτης της αριστερής εφημερίδας «Νέος Αγών», εντάσσεται σε πολιτική ομάδα που εκφράζει την εργατική τάξη. Άλλα μέλη της ομάδας αυτής: Πέτρος Αποστολίδης, γιατρός, ο γνωστός «κόκκινος δήμαρχος» ‚ο τυπογράφος Πέτρος Μπάμπος κ.ά.
Κι όταν η Εφημερίδα «Νέος Αγών» κυκλοφορεί στις 19 Μαρτίου 1924 με ένθετη προκήρυξη των καπνεργατών του Εργατικού Κέντρου Καβάλας, ο ποιητής θα συλληφθεί στις 21 Δεκεμβρίου ‑σύμφωνα με τον τότε ισχύοντα Στρατιωτικό νόμο- μαζί με άλλους της ομάδας συντακτών του εντύπου, θα διωχθεί από τη σχολή που διδάσκει και θα φυλακισθεί. Είμαστε ακόμα στο 1924, ο ποιητής μετά την αποφυλάκιση του, αρχές του 1925, καταφεύγει στο Αργυρόκαστρο για να αποφύγει την εξορία. Εδώ γράφει και δυο ποιήματα όπου εκφράζει τη νοσταλγία του για την πατρίδα, τα Γιάννινα που τα λάτρευε, ποιήματα που τα αφιερώνει στον ομοϊδεάτη του ποιητή –φιλόλογο και καλό του φίλο Τάκη Σιμόπουλο.
Ουαί, ουαί υμίν, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί… «Οι Φαρισαίοι», τίτλος του ποιήματος του Γιωσέφ που το γράφει αυτή την περίοδο, προτάσσει τη ρήση του Ιησού και προβαίνει σε δριμεία κριτική στους πλούσιους και τους ιθύνοντες της Ισραηλιτικής κοινότητας Ιωαννίνων.
Ο Γιωσέφ αρχίζει να νοιώθει ότι το περιβάλλον των Ιωαννίνων τον πνίγει… Ασφυκτιά… Πουλάει το πατρικό του, παίρνει την πολυαγαπημένη του μητέρα και φεύγουν για την Αθήνα, κι εδώ αρχίζουν μια νέα ζωή. Από το 1925 που θα εγκατασταθεί ο ποιητής στην Αθήνα δημοσιεύει ποιήματα του και μεταφράσεις σε περιοδικά, παραδίδει μαθήματα γαλλικών, τελειοποιεί τις γνώσεις του στη γαλλική γλώσσα και σε δυο χρόνια θα πάρει το δίπλωμα του από τη Γαλλική Ακαδημία των Αθηνών με σκοπό του να διοριστεί κάπου.
Ώρες ολόκληρες στην Εθνική Βιβλιοθήκη όπου μελετά ακατάπαυστα, ώρες ολόκληρες πάνω από ένα γραφείο για τις ανάγκες της συνεργασίας του με το Λεξικό του Πυρσού, όπου και παρουσιάζει το ’27 για πρώτη φορά την μετάφραση του Άσματος Ασμάτων (μετάφραση αξεπέραστη μέχρι σήμερα), ιδιαίτερα μαθήματα Γαλλικής, συμμετοχή και αποδοχή του από τους Αθηναίους λογοτέχνες όπως ο Βάρναλης, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Άγρας, ο Κόντογλου, ο Δάφνης, ο Μαλακάσης. Ναι, ο Ζοζέφ είναι πλέον –στα 1928- αναγνωρισμένος ποιητής με συνεργασίες στα καλλίτερα περιοδικά. Τώρα γράφει και «Τα Τραγούδια της Ρεβέκκας» που τον έκαναν ευρύτερα γνωστό και που επιθυμεί να τα εκδώσει».
Με το πτυχίο στο χέρι για έναν ολόκληρο χρόνο εκλιπαρεί για μια δουλειά. Τελικά είναι ο γιατρός και διανοητής της αριστεράς Μάρκος Αυγέρης που θα συμβάλει στον διορισμό του το 1930 σε σχολείο στο Κιλκίς.
Εδώ είναι που θα γράψει το «Πουρείμ»ποίημα με έντονο συναισθηματισμό, αφιερωμένο στην πολυαγαπημένη του μητέρα… «κάτι σαν γράμμα στην μανούλα μου…».
Αλλά και το «Κιλκίς», προσφορά στον ιδανικό αυτόχειρα ομότεχνο του Κ. Καρυωτάκη (1896–1928). Εδώ, στο Κιλκίς, ο Γιώσεφ κρύβει την συνεργασία του με τα αριστερά έντυπα, χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα.
Κιλκίς
~Στη μακάρια σκιά του ποιητή της Πρέβεζας.~
Άχ πόσο οδυνηρό κι απαίσιο
Σ’ ένα στενό, τραγικό πλαίσιο
Η ζωή σου να λιμνάζη οκνή
Η ανία το θρήνο ν’ αρχινάει.
Και, σβούρα, να στροφογυρνάει
Στον ίδιον άξονα η ψυχή…
…
Του ρεμβασμού τα γαλάζια ίχνη
Στην ένδοξη ψυχρή πολίχνη
Να σβύνουν σαν μουντός καπνός
Πουρνό-βραδύ, στην πονεμένη
Ψυχή, βραχνάς να σου βαραίνη
Ο μολυβένιος ουρανός.
…
Το ίδιο στρατί για το σχολείο
Και του Φωκίτη το βιβλίο
Να κουβαλάς πάντα μαζί
Κι’ ολημερίς ν’ αναρωτιέσαι
Στον κρύο τον βούρκο που κυλιέσαι:
Να ζή κανείς ή να μη ζή;Μάρτης 1931.
Ο Ζ. Ε. δέχτηκε τη θέση ως καθηγητή Γαλλικής στο Γυμνάσιο του Κιλκίς σε αναμονή πρόσκλησης από τον Νικόλαο Βέη για τη θέση Εβραιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Ο καιρός περνούσε, ο ίδιος κατέβαινε στην Αθήνα και ζητούσε από ομοφύλους του να ενεργήσουν για τη μετάθεση του… Μάταια όλα…
Όνειρο.
Όταν ματώνει ο Αυγερινός και ασημοκλαίει η Πούλια
Και τα δασά δέντρα θρηνούν για ότι έχει θάψει ο Χρόνος,
Ψυχή, λουλουδοκοίμηση σε πόδια και σε γιούλια,
τ’ ωραίο σου, μνήμα, αφήνοντας , σε νοιώθω, αρχοντεμένη,
στην αγκαλιά μου να’ ρχεσαι, σα ρέβος έρμος και μόνος,
και να μου λες σιγαλνά: <Δεν είμαι πεθαμένη!>.
…
Ρεβέκα εσύ αειπάρθενη, Μούσα, ρυθμέ του Κόσμου,
Νεκρή δεν είσαι, όσον καιρό να θάλλεις νοιώθω εντός μα
Σαν τον αμάραντο ανθό, σαν της μαρτυρίας τον κλώνο!
Έτσι μιλώ και ως σε κοιτώ βαθιά κι αναγαλιάζω,
Το θείο κορμί σου να δεχτούν τα δυο μου χέρια απλώνω
Μα ωιμέ… τον ίσκιο μου φιλώ, τον ίσκιο μου αγκαλιάζω.
21 Ιούλη του 1928 στην Πρέβεζα θέτει τέρμα στη ζωή του ο Κώστας Καρυωτάκης. Τώρα, είναι πάλι Ιούλης, μα 15 Ιούλη του 1931. Ο Ζοζέφ ή Γιώσεφ δηλαδή ο Ιωσήφ Ηλία Ελιγιά επιστρέφει από το Κιλκίς στο σπίτι του στην Αθήνα βαριά ασθενής με πυρετό και την ασθένεια του κοιλιακού τύφου. Γνωστοί λογοτέχνες ενδιαφέρθηκαν γι αυτόν, ενήργησαν για τη εισαγωγή του στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός όπου και…
Στην κοιλάδα που λεν Ιωσαφάτ πάει η ψυχή του…/ κι’ ο Ραββίνος να λέη και να λέη…/τον επήραν και πάνε οι Εβραίοι. (ποιητής Στέφανος Δάφνης,1882–1947).
Η κατάσταση του χειροτέρευε συνεχώς και το απόγευμα της Παρασκευής της 29ης Ιουλίου του 1931 έφτασε η ώρα για το μοιραίο τέρμα της πορείας της ζωής του ποιητή. Ήταν μόλις 30 ετών… Έτσι απλά…
Την επόμενη μέρα ήταν Σάββατο και κατά τα εβραϊκά έθιμα δεν γίνονταν ταφές γι αυτό και τον τοποθέτησαν στον κάτω όροφο του νοσοκομείου και τάφηκε τα χαράματα της Κυριακής… Έτσι απλά…
Κι’ ήρθες ώ Μούσα ξελογιάστρα, αθώα κι’ αγνή
Στ’ ωραίο μεθύσι του Καημού και της Ιδέας
Με της Ελλάδας τη μελίρρυτη φωνή
Και με τη φλογερή ψυχή της Ιουδαίας.
επίγραμμα.
Ζοζέφ Ελιγιά: Ελληνοεβραίος προοδευτικός ποιητής, λόγιος, διανοούμενος, μεταφραστής. Προτομή του στήθηκε στα Γιάννινα, όπου όπως αναφέραμε κεντρικός δρόμος φέρει το όνομά του. Στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων έχει καθιερωθεί η διδασκαλία της ποίησης του. Η πρώτη έκδοση του έργου του πραγματοποιήθηκε με το υλικό 257 χειρογράφων του ποιητή που είχε στην κατοχή του ο Σύλλογος Νέων Ιουδαίων , από τον Ισραηλιτικό Σύλλογο Μπενέ Μπερίθ Θεσσαλονίκης το 1938 με τίτλο Ποιήματα και επιμέλεια του ποιητή Γιώργου Ζωγραφάκη και σκοπό την διαιώνιση της μνήμης του Γιωσέφ Ελιγιά του ονειροπόλου ποιητή με την επαναστατημένη ψυχή.
Ο τάφος του βρίσκετε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
Βοηθήματα:
Ελένη Κουρματζή : «Γιωσέφ Ελιγιά: Πρωτοπόρος διανοούμενος των Ιωαννίνων στη δεκαετία του ‘20»/Ιωάννινα 1993.
Μ. Περάνθη: Ανθολογία Νεοελληνικής ποίησης/Αθήνα 1979.
Γιωσέφ Ελιγιά/Άσμα Ασμάτων-Ψαλμοί/ Γ. Ζωγραφάκη/Δωδώνη 1981.