Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η παραδοσιακή φασολάδα του Πηλίου

Το Πήλιο εκτός από την αδιαμ­φι­σβή­τη­τη και δια­χρο­νι­κή ομορ­φιά του έχει κατα­φέ­ρει να σαγη­νεύ­ει τους επι­σκέ­πτες του και για πολ­λούς άλλους λόγους. Ένας από αυτούς είναι και οι υπέ­ρο­χες γεύ­σεις που προ­σφέ­ρει με την εξαι­ρε­τι­κή κου­ζί­να των ντό­πιων που αν και πέρα­σαν εκα­το­ντά­δες χρό­νια κατά­φε­ραν να φτά­σουν ως τις ημέ­ρες μας.

Δεν υπάρ­χει επι­σκέ­πτης του Βου­νού των Κενταύ­ρων που να μην έχει γευ­τεί την παρα­δο­σια­κή πηλιο­ρεί­τι­κη φασο­λά­δα. Ένα αχνι­στό πιά­το που μοσχο­βο­λά­ει αρώ­μα­τα από τα προ­ϊ­ό­ντα της Φύσης που παρέ­χει η γη του εύφο­ρου βου­νού και κάνει τη ντό­πια φασο­λά­δα να ξεχωρίζει .

Στο ορει­νό Πήλιο δεν υπάρ­χει ταβέρ­να και εστια­τό­ριο που να μη δια­θέ­τει στο μενού του την αξε­πέ­ρα­στη φασο­λά­δα που είναι συνώ­νυ­μη του τόπου και απα­ραί­τη­τη για τον κάθε επισκέπτη.

Στα Χάνια του Πηλί­ου, τον μικρό οικι­σμό που βρί­σκε­ται πάνω στο διά­σε­λο-πέρα­σμα από το δυτι­κό προς το ανα­το­λι­κό Πήλιο και μία ανά­σα από το χιο­νο­δρο­μι­κό κέντρο «Αγριό­λευ­κες» οι ταβέρ­νες και τα χάνια που κατα­κλύ­ζο­νται από κόσμο, κυρί­ως τον χει­μώ­να, το κύριο πιά­το που προ­σφέ­ρουν είναι η φασο­λά­δα και μαζί της το επί­σης διά­ση­μο σπε­τζο­φάι του Πηλίου.

Ο Μάνος Κοκ­κί­νης, που δια­τη­ρεί παρα­δο­σια­κή ταβέρ­να στον δρό­μο Βόλου-Ζαγο­ράς μιλώ­ντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ είπε ότι «σαν όσπριο βοη­θά τον οργα­νι­σμό να αντέ­ξει στο κρύο περι­βάλ­λον. Άλλω­στε στα Χάνια έχου­με πάντα χιό­νι κατά τη διάρ­κεια του χει­μώ­να. Αυτό συνέ­βαι­νε από τα παλιά χρό­νια όταν δεν υπήρ­χαν αυτο­κί­νη­τα και οι Πηλιο­ρεί­τες που μετα­κι­νού­νταν με τα πόδια ή τα ζώα προς τον Βόλο έπρε­πε να περά­σουν από εδώ. Είτε δια­νυ­κτέ­ρευαν εδώ, είτε όχι οι συν­θή­κες απαι­τού­σαν κάτι ζεστό και συνά­μα δυνα­μω­τι­κό και επει­δή υπήρ­χε φτώ­χεια το καλύ­τε­ρο φαγη­τό ήταν η φασο­λά­δα από τις φασο­λιές που αφθο­νού­σαν στην περιο­χή. Έτσι καθιε­ρώ­θη­κε η φασο­λά­δα στο Πήλιο. Σήμε­ρα δεν υπάρ­χει άνθρω­πος που να βρί­σκε­ται εδώ, δίπλα από το αναμ­μέ­νο τζά­κι και να μη ζητή­σει φασο­λά­δα. Συνή­θως μας ζητούν από ένα πιά­το ο καθέ­νας ως πρώ­το και μαζί με τη φασο­λά­δα ζητούν άλλοι ατζού­γες ή κρεμ­μύ­δι και άλλοι παρα­δο­σια­κό λου­κά­νι­κο ή σπε­τζο­φάι. Αυτά είναι τα απα­ραί­τη­τα για να “ανοί­ξει” η όρε­ξη. Και αν ο και­ρός είναι χιο­νιάς τότε ζητούν και δεύ­τε­ρο πιά­το φασο­λά­δας για­τί το απαι­τούν οι και­ρι­κές συν­θή­κες. Εδώ έχου­με χιό­νι σε όλη τη διάρ­κεια του χει­μώ­να. Κάθε χρό­νο κατα­να­λώ­νου­με τόνους από φασό­λια και ξεπερ­νά­με στο χάνι μας τις πέντε χιλιά­δες πιά­τα φασολάδας».

Η Όλγα Μετα­ξο­γέ­νη, που δια­τη­ρεί ταβέρ­να στο χωριό Δρά­κεια είπε ότι «η πηλιο­ρεί­τι­κη φασο­λά­δα πέραν της καλής ποιό­τη­τας φασο­λιού απαι­τεί και μερά­κι. Χρειά­ζο­νται λίγα σχε­τι­κά υλι­κά και όλα από τον τόπο μας. Φασό­λια, καρό­τα, σέλι­νο, καυ­τε­ρή πιπε­ρί­τσα, κρεμ­μύ­δι και ντο­μά­τα είναι τα απα­ραί­τη­τα. Τα “πει­ραγ­μέ­να” πιά­τα μπο­ρούν να έχουν χίλια ακό­μη πράγ­μα­τα, αλλά η παρα­δο­σια­κή φασο­λά­δα είναι μία. Όταν έξω έχου­με κρύο και χιό­νι η φασο­λά­δα φεύ­γει για όλα τα τρα­πέ­ζια. Συνο­δευ­τι­κά μας ζητούν κάτι αλμυ­ρό, συνή­θως παστές σαρ­δέ­λες, ρέγκα και κρεμ­μύ­δι και φυσι­κά καλό κρα­σί. Μαζί με αυτά ακο­λου­θούν το σπε­τζο­φάι, το μπου­μπά­ρι, το κότσι και η μοσχα­ρο­κε­φα­λή. Νοστι­μιές που δεν τις βρί­σκεις εύκο­λα αλλού».

Το να φτιά­ξει κάποιος και να γευ­τεί την παρα­δο­σια­κή πηλιο­ρεί­τι­κη φασο­λά­δα πρέ­πει να έχει τα απα­ραί­τη­τα υλι­κά και σύμ­φω­να με την κυρία Φρό­σω Χιώ­τη με κατα­γω­γή από το Που­ρί του ανα­το­λι­κού Πηλί­ου και εξαι­ρε­τι­κή μαγεί­ρισ­σα όλα ξεκι­νούν από τα βρα­στε­ρά φασό­λια και η συντα­γή είναι απλή.

«Μου­λιά­ζου­με από το προη­γού­με­νο βρά­δυ τα φασό­λια σε ζεστό νερό. Το πρωί τα ξεπλέ­νου­με και αφού τσι­γα­ρί­σου­με τα ψιλο­κομ­μέ­να κρεμ­μύ­δια, την καυ­τε­ρή πιπε­ρί­τσα, τα καρό­τα και το σκόρ­δο, ακο­λού­θως ρίχνου­με τη ντο­μά­τα και το σέλι­νο, μαζί με το βρα­στό νερό και ακο­λου­θούν τα φασό­λια σε σιγα­νή φωτιά μέχρις ότου αρχί­σουν να μαλα­κώ­νουν και φυσι­κά να χυλώ­σουν. Συμπλη­ρώ­νου­με και νερό όπο­τε αυτό χρειά­ζε­ται. Φυσι­κά βάζου­με αρκε­τό παρ­θέ­νο ελαιό­λα­δο, μυρω­δι­κά όπως ρίγα­νη και γλυ­κό μπού­κο­βο και αλά­τι ανά­λο­γα με το πόσο θέλει ο καθέ­νας μας. Η καλύ­τε­ρη φασο­λά­δα δεν τρώ­γε­ται αμέ­σως, αλλά αφού περά­σουν μερι­κές ώρες και κρυώ­σει και έχει χυλώ­σει μέσα στην κατσαρόλα».

Και επει­δή ο χει­μώ­νας με τα κρύα και τα χιό­νια έφθα­σε και στο ονει­ρι­κό βου­νό των Κενταύ­ρων, μία βόλ­τα στα μονα­δι­κής ομορ­φιάς χωριά του, θα προ­σφέ­ρει εξαι­ρε­τι­κές εικό­νες ανα­μνή­σε­ων, ας συμπλη­ρω­θούν και από αξέ­χα­στες ανα­μνή­σεις γεύ­σε­ων από την παρα­δο­σια­κή φασο­λά­δα και όλα τα εξαι­ρε­τι­κής γεύ­σης προ­ϊ­ό­ντα που παρά­γει η πηλιο­ρεί­τι­κη γη.

Στο Πήλιο μπο­ρεί κανείς να βρει τα περί­φη­μα φιρί­κια του, τα μήλα του, τα κάστα­να, τα κερά­σια, τα ροδά­κι­να, τα γλυ­κά του κου­τα­λιού και τόσες άλλες γεύ­σεις που ενθουσιάζουν.

Πηγή: ΑΠΕ / Ηλί­ας Παπαδημητρίου

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο