Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Η τέχνη είναι ειρήνη»: Tο μήνυμα του Γιον Φόσε για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου

«H τέχνη είναι ειρή­νη» σημειώ­νει στο μήνυ­μα του για την Παγκό­σμια Ημέ­ρα Θεά­τρου ο Νορ­βη­γός συγ­γρα­φέ­ας Γιον Φόσε, βρα­βευ­μέ­νος με το Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας 2023. Ο Φόσε επε­λέ­γη φέτος από το Εκτε­λε­στι­κό Συμ­βού­λιο του Διε­θνούς Ινστι­τού­του Θεά­τρου για τη συγ­γρα­φή του μηνύ­μα­τος της Παγκό­σμιας Ημέ­ρας Θεά­τρου 2024, η οποία γιορ­τά­ζε­ται διε­θνώς κάθε 27 Μαρ­τί­ου από το 1962.

Στο παρελ­θόν, οι Ζαν Κοκτώ, Άρθουρ Μίλ­λερ, Λώρενς Ολί­βιε, Ζαν Λουί Μπα­ρώ, Πήτερ Μπρουκ, Πάμπλο Νερού­δα, Ευγέ­νιος Ιονέ­σκο, Λου­κί­νο Βισκό­ντι, Μάρ­τιν Έσλιν, Ιάκω­βος Καμπα­νέλ­λης, Αριάν Μνου­σκίν, Ρομπέρ Λεπάζ, Αου­γκού­στο Μπο­άλ, Τζού­ντι Ντεντς και πολ­λοί άλλοι έχουν κατα­θέ­σει τις σκέ­ψεις τους γι’ αυτόν τον σκοπό.

Ακο­λου­θεί το μήνυ­μα του Γιον Φόσε για την Παγκό­σμια Ημέ­ρα Θεάτρου:

«Κάθε άνθρω­πος είναι μονα­δι­κός και ταυ­τό­χρο­να μοιά­ζει με όλους τους άλλους ανθρώ­πους. Η ορα­τή, εξω­τε­ρι­κή μας εμφά­νι­ση είναι δια­φο­ρε­τι­κή από όλων των άλλων φυσι­κά, αλλά υπάρ­χει επί­σης κάτι μέσα στον καθέ­να από εμάς που ανή­κει μόνο σε αυτό το άτο­μο — που είναι μόνο αυτό το άτο­μο. Θα μπο­ρού­σα­με να το ονο­μά­σου­με το πνεύ­μα του ή την ψυχή του. Ή αλλιώς, μπο­ρού­με να απο­φα­σί­σου­με να μην το χαρα­κτη­ρί­σου­με καθό­λου με λέξεις, απλά να το αφή­σου­με ήσυχο.

Αλλά ενώ όλοι μας είμα­στε δια­φο­ρε­τι­κοί μετα­ξύ μας, είμα­στε και όμοιοι. Οι άνθρω­ποι από κάθε μέρος του κόσμου είναι θεμε­λιω­δώς παρό­μοιοι, ανε­ξάρ­τη­τα από τη γλώσ­σα που μιλά­με, το χρώ­μα του δέρ­μα­τός μας, το χρώ­μα των μαλ­λιών μας.

Αυτό μπο­ρεί να είναι κάπως παρά­δο­ξο: ότι είμα­στε εντε­λώς όμοιοι και ταυ­τό­χρο­να εντε­λώς ανό­μοιοι. Ίσως ο άνθρω­πος να είναι εγγε­νώς παρά­δο­ξος, με τη γεφύ­ρω­ση του σώμα­τος και της ψυχής μας περι­λαμ­βά­νου­με τόσο την πιο γήι­νη, απτή ύπαρ­ξη όσο και κάτι που υπερ­βαί­νει αυτά τα υλι­κά, επί­γεια όρια.

Η τέχνη, η καλή τέχνη, κατα­φέρ­νει με τον υπέ­ρο­χο τρό­πο της να συν­δυά­ζει το εντε­λώς μονα­δι­κό με το καθο­λι­κό. Μας επι­τρέ­πει να κατα­νο­ή­σου­με το δια­φο­ρε­τι­κό ‑το ξένο, θα μπο­ρού­σα­με να πού­με- ως καθο­λι­κό. Με αυτόν τον τρό­πο, η τέχνη σπά­ει τα όρια μετα­ξύ γλωσ­σών, γεω­γρα­φι­κών περιο­χών, χωρών. Συγκε­ντρώ­νει όχι μόνο τις ατο­μι­κές ιδιό­τη­τες του καθε­νός, αλλά και με μια άλλη έννοια, τα ατο­μι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά κάθε ομά­δας ανθρώ­πων, για παρά­δειγ­μα κάθε έθνους.

Η τέχνη το κάνει αυτό όχι ισο­πε­δώ­νο­ντας τις δια­φο­ρές και κάνο­ντας τα πάντα ίδια, αλλά αντί­θε­τα, δεί­χνο­ντάς μας τι είναι δια­φο­ρε­τι­κό από εμάς, άλλο ή ξένο. Κάθε σπου­δαία τέχνη περιέ­χει ακρι­βώς αυτό: κάτι ξένο, κάτι που δεν μπο­ρού­με να κατα­νο­ή­σου­με πλή­ρως κι όμως ταυ­τό­χρο­να το κατα­νο­ού­με κατά κάποιον τρό­πο. Περιέ­χει ένα μυστή­ριο, ας πού­με. Κάτι που μας γοη­τεύ­ει και έτσι μας ωθεί πέρα από τα όριά μας και με αυτόν τον τρό­πο δημιουρ­γεί την υπέρ­βα­ση που κάθε τέχνη πρέ­πει και να περιέ­χει μέσα της και να μας οδη­γεί σ’ αυτήν.

Δεν γνω­ρί­ζω καλύ­τε­ρο τρό­πο για να φέρει κανείς κοντά τα αντί­θε­τα. Αυτή είναι η ακρι­βώς αντί­στρο­φη προ­σέγ­γι­ση από εκεί­νη των βίαιων συγκρού­σε­ων που βλέ­που­με τόσο πολύ συχνά στον κόσμο, οι οποί­ες υπο­κύ­πτουν στον κατα­στρο­φι­κό πει­ρα­σμό να εξο­ντώ­σουν οτι­δή­πο­τε ξένο, οτι­δή­πο­τε μονα­δι­κό και δια­φο­ρε­τι­κό, συχνά χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τις πιο απάν­θρω­πες εφευ­ρέ­σεις που έχει θέσει στη διά­θε­ση μας η τεχνο­λο­γία. Υπάρ­χει τρο­μο­κρα­τία στον κόσμο. Υπάρ­χει πόλε­μος. Διό­τι οι άνθρω­ποι έχουν και μια ζωώ­δη πλευ­ρά που καθο­δη­γεί­ται από το ένστι­κτο να βιώ­νουν το άλλο, το ξένο, ως απει­λή για τη δική τους ύπαρ­ξη και όχι ως ένα συναρ­πα­στι­κό μυστήριο.

Έτσι εξα­φα­νί­ζε­ται η μονα­δι­κό­τη­τα ‑οι δια­φο­ρές που όλοι μπο­ρού­με να δούμε‑, αφή­νο­ντας πίσω μια συλ­λο­γι­κή ομοιο­μορ­φία, όπου οτι­δή­πο­τε δια­φο­ρε­τι­κό απο­τε­λεί απει­λή που πρέ­πει να εξα­λει­φθεί. Αυτό που φαί­νε­ται από έξω ως δια­φο­ρά, για παρά­δειγ­μα στη θρη­σκεία ή στην πολι­τι­κή ιδε­ο­λο­γία, γίνε­ται κάτι που πρέ­πει να κατα­τρο­πω­θεί και να καταστραφεί.

Ο πόλε­μος είναι η μάχη ενά­ντια σε αυτό που βρί­σκε­ται βαθιά μέσα σε όλους μας: το κάτι μονα­δι­κό. Και είναι επί­σης μια μάχη ενά­ντια στην τέχνη, ενά­ντια σε αυτό που βρί­σκε­ται βαθιά μέσα σε κάθε τέχνη.

Μίλη­σα εδώ για την τέχνη γενι­κά, όχι για το θέα­τρο ή τη θεα­τρι­κή γρα­φή ειδι­κό­τε­ρα, αλλά αυτό συμ­βαί­νει επει­δή, όπως είπα, όλη η καλή τέχνη, κατά βάθος, περι­στρέ­φε­ται γύρω από το ίδιο πράγ­μα: παίρ­νει το εντε­λώς μονα­δι­κό, το εντε­λώς συγκε­κρι­μέ­νο, και το καθι­στά καθο­λι­κό. Ενώ­νει το ιδιαί­τε­ρο με το καθο­λι­κό μέσω της καλ­λι­τε­χνι­κής του έκφρα­σης: δεν εξα­λεί­φει την ιδιαι­τε­ρό­τη­τά του, αλλά την τονί­ζει, αφή­νο­ντας το ξένο και το άγνω­στο να λάμ­ψει ξεκάθαρα.

Ο πόλε­μος και η τέχνη είναι αντί­θε­τα, όπως ακρι­βώς ο πόλε­μος και η ειρή­νη είναι αντί­θε­τα — είναι τόσο απλό. Η τέχνη είναι ειρήνη».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο